Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Ἰδιόμελα καί Δοξαστικόν τῶν Ἀποστίχων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τετάρτης


Ζωντανή Ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης
σήμερα, Μ. Τρίτη εσπέρας (30/4/2013)

Εἰς τὰ Ἀπόστιχα
Ἰδιόμελα Ἦχος πλ. β'

Σήμερον ὁ Χριστός, παραγίνεται ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Φαρισαίου, καὶ γυνὴ ἁμαρτωλὸς προσελθοῦσα, τοῖς ποσὶν ἐκυλινδοῦτο βοῶσα· Ἴδε τὴν βεβυθισμένην τῇ ἁμαρτίᾳ, τὴν ἀπηλπισμένην διὰ τὰς πράξεις, τὴν μὴ βδελυχθεῖσαν παρὰ τῆς σῆς ἀγαθότητος· καὶ δός μοι Κύριε, τὴν ἄφεσιν τῶν κακῶν, καὶ σῶσόν με.

Ἥπλωσεν ἡ Πόρνη, τὰς τρίχας σοι τῷ Δεσπότῃ, ἥπλωσεν Ἰούδας, τὰς χεῖρας τοῖς παρανόμοις· ἡ μέν, λαβεῖν τὴν ἄφεσιν, ὁ δέ, λαβεῖν ἀργύρια. Διό σοι βοῶμεν, τῷ πραθέντι καὶ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς, Κύριε δόξα σοι.

Προσῆλθε Γυνὴ δυσώδης καὶ βεβορβορωμένη, δάκρυα προχέουσα ποσί σου Σωτήρ, τὸ Πάθος καταγγέλλουσα. Πῶς ἀτενίσω σοι τῷ Δεσπότῃ; αὐτὸς γὰρ ἐλήλυθας, σῶσαι πόρνην, ἐκ βυθοῦ θανοῦσάν με ἀνάστησον, ὁ τὸν Λάζαρον ἐγείρας, ἐκ τάφου τετραήμερον, δέξαι μὲ τὴν τάλαιναν, Κύριε καὶ σῶσόν με.

Ἡ ἀπεγνωσμένη διὰ τὸν βίον, καὶ ἐπεγνωσμένη διὰ τὸν τρόπον, τὸ μύρον βαστάζουσα, προσῆλθέ σοι βοῶσα. Μή με τὴν πόρνην ἀπορρίψῃς, ὁ τεχθεὶς ἐκ Παρθένου, μή μου τὰ δάκρυα παρίδῃς, ἡ χαρὰ τῶν Ἀγγέλων· ἀλλὰ δέξαι με μετανοουσαν, ἣν οὐκ ἀπώσω ἁμαρτάνουσαν Κύριε, διὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Δόξα... Καὶ νῦν... Ἰδιόμελον
Ἦχος πλ. δ'
Ποίημα Κασσιανὴς Μοναχῆς

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει· καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις, ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω



Ζωντανή Ηχογράφηση εις τον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης,
σήμερα, Μ. Τρίτη εσπέρας (30/4/2013)

Ἐξαποστειλάριον

Ἦχος γ'

Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, 
καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ, 
λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, 
Φωτοδότα καὶ σῶσόν με. (ἐκ γ')

Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται


Ζωντανή Ηχογράφηση εις τον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης
σήμερα, Μ. Τρίτη εσπέρας (30/4/2013)


Στίχ. α'. Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς.

Στίχ. β'. Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς.

Στίχ. γ'. Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται,

Στίχ. δ'. Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακά, τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς.

Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου, 
ἐλέησον ἡμᾶς. (ἐκ γ' )

Το Τροπάριο της Κασσιανής




Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, 
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, 
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. 
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, 
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. 
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, 
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· 
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, 
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει. 
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, 
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· 
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, 
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. 
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους 
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; 
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.


Μετάφραση του Φώτη Κόντογλου:

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος.

Ψυχή έχουμε μόνο μία!


Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Αν χάσεις χρήματα, μπορείς να αποκτήσεις πάλι, το ίδιο, αν χάσεις το σπίτι σου, το ζώο σου, οτιδήποτε από τα υπάρχοντά σου. 

Αν όμως, χάσεις την ψυχή σου, άλλη ψυχή δεν θα μπορέσεις ν’ αποκτήσεις. Κι αν όλος ο κόσμος είναι δικός σου, κι αν κυριαρχείς στην οικουμένη, δεν θα μπορέσεις, δίνοντας όσα έχεις και την οικουμένη ολόκληρη, ν’ αγοράσεις μια ψυχή.

Φοράς όχι ένα άλλα χίλια βασιλικά στέμματα; Αν το σώμα σου προσβληθεί από αγιάτρευτη αρρώστια, δεν θα μπορέσεις να αποκαταστήσεις την υγεία του, δίνοντας ακόμα και το βασίλειό σου ολόκληρο. Κι ας εξουσιάζεις τόσα και τόσα υγιή σώματα, τα σώματα των υπηκόων σου.

Αυτό λοιπόν που δεν μπορείς να κάνεις για το σώμα σου, πολύ περισσότερο δεν μπορείς να το κάνεις για την ψυχή σου.

Ο Θεός μας έδωσε δύο χέρια, δύο πόδια, δύο μάτια, δύο αυτιά. Έτσι, αν το ένα απ’ αυτά πάθει κάποια βλάβη, μπορούμε να εξυπηρετηθούμε με το άλλο. Ψυχή, όμως μας έδωσε μόνο μία. Αν τη χάσουμε, που θα βρούμε άλλη;

Ας φροντίσουμε λοιπόν, την αθάνατη ψυχή μας, ας προτιμήσουμε τα ουράνια από τα γήινα και τα άφθαρτα από τα φθαρτά αγαθά, τα οποία εύχομαι ν’ απολαύσουμε όλοι, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.


Από το βιβλίο: Θέματα Ζωής Β’
Ιερά Μονή Παρακλήτου

Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Ἰδιόμελα καί Δοξαστικόν τῶν Ἀποστίχων τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τρίτης




Ζωντανή Ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης
σήμερα, Μ. Δευτέρα εσπέρας (29/4/2013)


Εἰς τὰ Ἀπόστιχα

Ἰδιόμελα Ἦχος πλ. β'

Δεῦτε πιστοί, ἐπεργασώμεθα προθύμως τῷ Δεσπότῃ· νέμει γὰρ τοῖς δούλοις τὸν πλοῦτον, καὶ ἀναλόγως ἕκαστος, πολυπλασιάσωμεν, τὸ τῆς χάριτος τάλαντον. Ὁ μέν σοφίαν κομιείτω, δι' ἔργων ἀγαθῶν. Ὁ δὲ λειτουργίαν λαμπρότητος ἐπιτελείσθω, κοινωνείτω δὲ τοῦ λόγου, πιστός τῷ ἀμυήτῳ, καὶ σκορπιζέτω τὸν πλοῦτον, πένησιν ἄλλος· οὕτω γὰρ τὸ δάνειον πολυπλασιάσομεν, καὶ ὡς οἰκονόμοι πιστοὶ τῆς χάριτος, δεσποτικῆς χαρᾶς ἀξιωθῶμεν, αὐτῆς ἡμᾶς καταξίωσον, Χριστέ ὁ Θεός, ὡς φιλάνθρωπος.

Ὅταν ἔλθῃς ἐν δόξῃ μετ' Ἀγγελικῶν Δυνάμεων, καὶ καθίσῃς ἐν θρόνῳ Ἰησοῦ διακρίσεως, μή με Ποιμὴν ἀγαθὲ διαχωρίσῃς· ὁδοὺς δεξιὰς γὰρ οἶδας, διεστραμμέναι δέ εἰσιν αἱ εὐώνυμοι· μὴ οὖν ἐρίφοις με, τὸν τραχὺν τῇ ἁμαρτίᾳ συναπολέσῃς· ἀλλὰ τοῖς ἐκ δεξιῶν, συναριθμήσας προβάτοις, σῶσόν με ὡς φιλάνθρωπος.

Ὁ Νυμφίος ὁ κάλλει ὡραῖος, παρὰ πάντας ἀνθρώπους, ὁ συγκαλέσας ἡμᾶς, πρὸς ἑστίασιν πνευματικὴν τοῦ νυμφῶνός σου, τὴν δυσείμονά μου μορφήν, τῶν πταισμάτων ἀπαμφίασον, τῇ μεθέξει τῶν παθημάτων σου, καὶ στολὴν δόξης κοσμήσας, τῆς σῆς ὡραιότητος, δαιτυμόνα φαιδρὸν ἀνάδειξον, τῆς Βασιλείας σου ὡς εὔσπλαγχνος.


Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος βαρὺς

Ἰδού σοι τὸ τάλαντον, ὁ Δεσπότης ἐμπιστεύει ψυχή μου, φόβῳ δέξαι τὸ χάρισμα, δάνεισαι τῷ δεδωκότι, διάδος πτωχοῖς, καὶ κτῆσαι φίλον τὸν Κύριον, ἵνα στῇς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, ὅταν ἔλθῃ ἐν δόξῃ, καὶ ἀκούσῃς μακαρίας φωνῆς. Εἴσελθε δοῦλε, εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου. Αὐτῆς ἀξίωσόν με, Σωτὴρ τὸν πλανηθέντα, διὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Καλή Μεγάλη Εβδομάδα! Καλό Γολγοθά! Καλή Ανάσταση!

π. Εφραίμ Φιλοθεΐτης: "Τον νυμφώνα σου βλέπω" 

Tον νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ· λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδότα και σώσόν με», ψάλλει η Εκκλησία μας.

Η ψυχή του χριστιανού, η μετανοημένη ψυχή, αυτή που έχει συναίσθησι της αμαρτωλότητος και της ευθύνης, στρέφει τα μάτια της προς τον Νυμφίον της Εκκλησίας και γοερώς αναφωνεί: «Σωτήρα μου, Ευεργέτα μου, Συ που σταυρώθηκες γιά μένα την αμαρτωλή ψυχή· δεν έχω χιτώνα καθαρό, χιτώνα λελαμπρυσμένο από τα δάκρυα και την μετάνοια· ένδυμα δεν έχω αγνό. Πώς θα παρουσιασθώ ενώπιόν Σου, Ουράνιε Νυμφίε κάθε μετανοημένης και καθαράς ψυχής! Ο νυμφώνας Σου είναι κεκοσμημένος, είναι θαυμάσια στολισμένος και όμορφος. Εγώ όμως δεν έχω ένδυμα, ίνα εισέλθω και κατοικήσω αιωνίως εν αυτώ. Σε παρακαλώ, Σε ικετεύω, Ουράνιε Νυμφίε της ψυχής μου, λάμπρυνόν με· καθάρισε το ένδυμα της ψυχής μου, δώσε μου τα απαιτούμενα μέσα καθάρσεως για να λαμπρυνθή το ένδυμα αυτό και να αξιωθώ να γίνω μέτοχος, να γίνω άξιος να κατοικήσω μέσα σ' αυτόν τον ουράνιο και αιώνιο νυμφώνά Σου». 

Η Βασιλεία του Θεού, η Άνω Ιερουσαλήμ, ο ουράνιος κόσμος, ο αιώνιος και αναλλοίωτος είναι ο νυμφώνας του Θεού, εκεί που κατοικεί ο Θεός εν φωτί, εκεί που οι άγγελοι ψάλλουν ακαταπαύστως το: «Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών». Σ' εκείνον τον ουράνιο κόσμο βρίσκεται η μακαριότητα του Θεού, η ευτυχία, το κάλλος και η ομορφιά. 

Ψυχές κεκαθαρμένες και με τα δάκρυα αγνισμένες, αισθάνονται αυτόν τον ουράνιο νυμφώνα· από τώρα τον γεύονται· τον βλέπουν με τα μάτια της ψυχής· τον ορέγονται, τον ποθούν και νοσταλγούν την ημέρα και την ώρα που θα απέλθουν δια να κατοικήσουν εις αυτόν. 

Ημείς όμως οι ταλαίπωροι άνθρωποι δεν έχουμε την πληροφόρησι της συνειδήσεως, γιατί η ψυχή μας δεν είναι καθαρή, μήτε το σώμα μας. Γι' αυτό ακριβώς και δεν είναι ανοιγμένα τα μάτια της ψυχής μας, να δούμε τον ουράνιο αυτό κόσμο, αυτήν την ομορφιά, την οποία είδε για λίγο ο Απόστολος Παύλος και ανεφώνησε από έκπληξι και θάμβος και είπε: «Ώ βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού! 
Ως άνεξερεύνητα τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού!...» (Ρωμ. 11, 33), και αλλού πάλιν «Α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν άνθρωπου ουκ άνέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν» (Α'Κορ. 2, 9). 

Σ' αυτόν τον νυμφώνα τον ουράνιο καλούμεθα να γίνουμε οικήτορες, να κατοικήσουμε, να συναυλιζώμεθα μετά των Αγγέλων, μετά των Αγίων, σε ουράνια παστάδα, στην Άνω Ιερουσαλήμ, στο κάλλος της Βασιλείας των Ουρανών, στο φως το απρόσιτον, στον υπέρφωτον γνόφον της αγνωσίας του Θεού, αφού καθάρουμε τον χιτώνα της ψυχής μας.

Σ' αυτήν την κάθαρσι του χιτώνος, που καλούμεθα να επιτύχουμε, μας βοηθεί πάρα πολύ η Εκκλησία μας. Γι' αυτό, τον χρόνο αυτό, που ανοίχθηκε μπροστά μας και φέτος, αυτές τις άγιες ημέρες -με την γενική άποψι της νηστείας, όχι μόνον από τροφές, αλλά κυρίως από εγκράτεια κακών επιθυμιών- πρέπει ο κάθε χριστιανός που ποθεί να σωθή, να ανασυγκροτήσει τις σκέψεις και τις αποφάσεις του και να αγωνισθή να ζήση πιο σεμνά, πιο απέριττα, πιο απλά, σταματώντας την εξωτερική προσπάθεια της καλλωπίσεως και στρεφόμενος στον εσωτερικό καλλωπισμό του. Το εξωτερικό σκεύος καταστρέφεται, διαλύεται, γίνεται βορά και τροφή των σκωλήκων και της φθοράς. Την ομορφιά όμως της ψυχής, όχι μόνο κανένα πράγμα δεν τη φθείρει, αλλά μάλλον το Πνεύμα του Θεού την εξωραΐζει προς το ευγενέστερον. 

Ο χρόνος ολοένα και συντέμνεται, όλο και λιγοστεύει. Κάθε ημέρα που περνά, είναι και ένα βήμα προς τον θάνατο. Να ξέρετε, ότι και ένα μόνο δάκρυ ισοδυναμεί με το λουτρό. Όπως το λουτρό ανακουφίζει το σώμα και το πλύσιμο καθαρίζει το ένδυμα, ούτω πως και τα δάκρυα της μετανοημένης ψυχής αγνίζουν την καρδιά, αγνίζουν το νου, αγνίζουν το σώμα, αγνίζουν την ζωή, αγνίζουν τον λόγο, αγνίζουν ακόμα και την κάθε έκφρασι του ανθρώπου.

Να γονατίζουμε και να προσευχώμεθα με πολλή ταπείνωσι. Σε κάθε μετανοημένη ψυχή δίδεται λόγος, της δίδεται φωτισμένη προσευχή. Αυτό το βλέπουμε στην πόρνη του Ευαγγελίου κατά την Μεγάλη Τρίτη. Που ήξερε αυτή, μια γυναίκα του δρόμου να κάνη προσευχή; Αφ' ης στιγμής όμως απεφάσισε να μετανοήση και άρχισε να κλίνη προς το φως και προς την αλήθεια, της δόθηκε πνεύμα προσευχής. 

Πόσο ωραία είναι τα λόγια της μπροστά στον Σωτήρα! Γονάτισε μπροστά Του και ασφαλώς έκανε έναν εσωτερικό διάλογο μαζί Του! Εξέφρασε με όλη την καρδιά της την μετάνοιά της, διότι της απεκαλύφθη ότι Αυτός είναι ο μόνος Σωτήρας της και όλοι οι άλλοι την εξηπάτησαν. Είδε ότι μόνον ο Ιησούς, ο Χριστός, είναι Αυτός που θα της δώση το φώς, την ανακούφισι, την χαρά και την άφεσι των πολλών της εγκλημάτων.



«Δέξαι με -είπε- την αμαρτωλή, δέξαι μου το πέλαγος της αμαρτίας!». Και είδατε ότι τα δάκρυά της ήταν τόσα πολλά, που έβρεξαν τα άχραντα πόδια του Χριστού και αναγκάσθηκε να τα σκουπίση με την πλούσια κόμη της. Δεν χρειαζόταν άλλο μύρο για τον Χριστό μας. Το πολυτιμότερο μύρο ήταν τα δάκρυά της, που άξιζαν μεγάλο πλούτο.

Ήταν σε θέσι να εξαλείψουν όλο το χρέος που είχε απέναντι στον Θεό. Και ενώ ήταν καταβουρκωμένη, καταπνιγμένη στη βρωμιά και στη δυσωδία, τα πολύτιμα εκείνα δάκρυα την βοήθησαν να λαμπρύνη το ένδυμα της ψυχής της και να γίνη αποδεκτή από τον Σωτήρα μας. Εμείς, άραγε, πότε θα λαμπρύνουμε το ένδυμα της ψυχής μας; 

Έτσι και κάθε αμαρτωλή ψυχή που κλαίει, που βρέχει νοερώς τα πόδια του Χριστού μας, δέχεται την αυτήν ανταπόκρισιν, την οποία δέχθηκε και η πόρνη γυναίκα. Δεν είναι μόνον το ότι σώθηκε, αλλά και έγινε φωτεινό παράδειγμα για κάθε ψυχή παραστρατημένη, γιατί της δείχνει τον τρόπο, τον δρόμο και το φως για επιστροφή. 

Αν μπορούσε κανείς να εμβαθύνη στην ψυχή αυτής της γυναίκας, καθ' ην στιγμήν ωλοφύρετο και έκλαιγε και έβρεχε τους αχράντους πόδας του Ιησού, θα έβλεπε οποία η ανακούφισις, οποίον βάρος της έφυγε και οποίαν ανάπαυσιν έλαβε η συνείδησίς της. Ο Χριστός γι' αυτά τα δάκρυά της της έδωσε πλήρη την άφεσι όλων των αμαρτιών της. 

Έτσι και σε κάθε άνθρωπο, που επιστρέφει κοντά Του, του δίνει πλούσια την συγγνώμη, αρκεί να μετανοήση ειλικρινά. Ουδέν πρόβλημα μετά την μετάνοια. «Ου θελήσει θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν», λέγει ο Κύριος. Ορκίζεται στον εαυτόν Του ο Θεός και λέγει: «δεν θέλω κανένας άνθρωπος, καμμία ψυχή να χαθή και να κολασθή, αλλά θα την περιμένω. Θα εξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου και κάθε προσμονή για την επιστροφή της». 

Ας ακολουθήσουμε τον φωτεινό δρόμο της μετανοίας· εάν μετανοήσουμε ειλικρινά, τότε ο Θεός δέχεται την μετάνοιά μας και δημιουργεί νέα σχέσι μαζί μας. Πολλές φορές ο άνθρωπος από το βάρος της αμαρτίας, έρχεται στο σημείο να λέγη: «Μά, δύναται ο Θεός να μου συγχωρέση αυτά που έκανα;». Από τη μια πλευρά έχει δίκηο. Νοιώθει το βάρος κι αναρωτιέται, αν τόσο βάρος μπορεί να το σηκώση ο Θεός! 

Για όνομα του Θεού! Δεν μπορεί ο Θεός, ο Χριστός, το πέλαγος της ευσπλαχνίας και των οικτιρμών, να σηκώση το βάρος μιας ψυχής αμαρτωλής; Μια χούφτα άμμος όταν ριφθή, μέσα στους ωκεανούς, έχει καμμία υπόστασι; Καμμία υπόστασι, χάνεται. Φαίνεται τίποτε στην επιφάνεια; Μηδαμώς. Ακριβώς έτσι είναι και όλα τα αμαρτήματα της ανθρωπότητος. Είναι ενα μηδέν εμπρός στην άβυσσο της ευσπλαχνίας του Θεού. Πολλώ μάλλον τα αμαρτήματα μιας και μόνον ψυχής! 

Έρχεται όμως από τα δεξιά, ο αλλότριος της σωτηρίας του ανθρώπου, ο δαίμων και συμβουλεύει την ψυχή: «δεν συγχωρείσαι με τίποτε!» την σπρώχνει, την πιέζει και την «πρεσσάρει» για να την εξωθήση στο έγκλημα της αυτοκτονίας. Γι' αυτόν τον λόγο, ημείς ποτέ να μη πιστέψωμε κάτι τέτοιο, ακόμη και αν κάθε ημέρα εγκληματούμε. Ποτέ να μη χάσουμε την ελπίδα, όσα κι αν πράττουμε, όσο κι αν πίπτουμε, όσο κι αν τραυματιζώμεθα και χτυπάμε· μηδαμώς απελπισία και απόγνωσις. Μα, θα πη ο λογισμός: «Έως πότε θα με περιμένη ο Θεός;» Εφ' όσον ο Θεός σου χαρίζει ζωή, αυτό είναι μία έγγύησις του Θεού ότι σε περιμένει. Δεν μπορείς εσύ να αποκλείσης το δικαίωμα της προσμονής του Θεού. Μ' αυτήν την ελπίδα, μ' αυτό το θάρρος να προσερχώμεθα στον Θρόνο της Χάριτος του Θεού. 

Έχουμε αναρίθμητα φωτεινά παραδείγματα μετανοίας ανθρώπων, μακράν του Θεού ευρισκομένων, οι οποίοι επέστρεψαν και όχι απλώς σώθηκαν, αλλά άγγιξαν μεγάλα μέτρα αγιότητος.


Η Οσία Μαρία η Αιγύπτια τι ήτο; Πόσοι και πόσες σαν την Οσία Μαρία, δεν υπήρξαν αμαρτωλοί άνθρωποι, που έγιναν άγιοι κατόπιν! Γι' αυτό κανείς να μην απελπίζεται, αλλά να προσέρχεται με μετάνοια στον πνευματικό, που δύναται με τον λόγο του να οικειώση τον αμαρτωλό μετά του Θεού, να τον δικαιώσει αυτοστιγμεί. «Όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα και εν τω ουρανώ. Η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος έχει σε συγκεχωρημένον και λελυμένον και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι». Αυτομάτως το «κομπιούτερ» του Θεού χτυπάει μηδέν αμάρτημα και συγχρόνως ανοίγεται η πύλη της Βασιλείας των Ουρανών. ο νυμφώνας του Χριστού δέχεται τον άνθρωπο, τον προηγουμένως μη έχοντα «λελαμπρυσμένον» τον χιτώνα της ψυχής.

Γι' αυτήν την μεγάλη ευσπλαχνία του Θεού, ας τον ευχαριστήσουμε, ας τον προσκυνήσουμε με όλη την ευγνωμοσύνη της ψυχής μας. Εάν ο Θεός δεν ήτο τόσον απείρως εύσπλαχνος, ουδείς ο σωζόμενος. Κανείς δεν θα εσώζετο, διότι ουδείς ευρίσκεται και υπήρξεν επί της γης άμεμπτος και χωρίς σφάλμα και κηλίδα. Ουδείς ημπορεί να καυχηθή ότι ετήρησε την καρδίαν του άμεμπτη και καθαρή. Η ευσπλαχνία του Θεού όμως είναι τόσο δραστική, το φάρμακο αυτό είναι τόσο φοβερό και τρομερό, που εξαλείφει τα πάντα. Κάνει τρομερές επεμβάσεις, απίθανες εγχειρήσεις και σώζει τον άνθρωπο από βέβαιο ψυχικό θάνατο.

Εδώ βλέπουμε ψυχές, που έφυγαν από την ζωή αμετανόητες και «θεία επεμβάσει και θεία προνοία» δια πρεσβειών αγίων ανθρώπων, επεστράφησαν πίσω και έλαβαν την συγγνώμη. «Μετά θάνατον ουκ εστί μετάνοια» από την ίδια την κολασμένη ψυχή. Για να μετανοήση η ίδια, πρέπει να επιστρέψη στην ζωή. Ακόμη και τέτοια θαύματα έκανε η πρόνοια του Θεού, για να σώση τον άνθρωπο.

Ο νυμφώνας «ηνέωκται» [=άνοιξε], ο Χριστός μας περιμένει· δεν πρέπει να βραδύνουμε. Το στάδιον της νηστείας και της καθάρσεως το βαδίζουμε τώρα, το λουτρό της μετανοίας μας περιμένει. Ας αξιοποιήσουμε τον χρόνο τώρα, που όλα συμβάλλουν στην μετάνοια. Τα λόγια της Εκκλησίας είναι όλα κατανυκτικά, αρκεί να προσέξουμε την έννοιά των. Ας γονατίζουμε κάθε μέρα, κάθε νύχτα και ας επικαλούμεθα πνεύμα κατανύξεως και δακρύων να μας χαρίζη ο Θεός.

Κι όταν αγγίξη ο Θεός τα μάτια μας, να τον ευχαριστήσουμε, να ταπεινωθούμε και να Του εκφράσουμε την αδυναμία μας, κι ότι με την ευσπλαχνία Του και μόνον μετανοούμε και όχι ότι είμεθα ικανοί και άξιοι για μετάνοια. Και το ότι πιστεύουμε στον Θεό και το ότι αναγνωρίζουμε την αμαρτωλότητά μας είναι Χάρις Θεού, είναι ευσπλαχνία. Έάν η Χάρις δεν επισκιάση, ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Εάν σκεπτώμεθα επιστροφή, εάν μετανοούμε, εάν αλλάζουμε, αυτό είναι Χάρις Θεού. Για να έλθη η Χάρις του Θεού, είμεθα δεκτοί από την Χάρι.

Ας μετανοήσουμε όσο είναι στην διάθεσί μας ο χρόνος, όσο έχουμε τον καιρό μπροστά μας. Ο Θεός είναι τόσο καλός, ο Ουράνιος Πατέρας έχει τέτοια καρδιά που όλοι χωράμε μέσα Του, αρκεί να προσέλθουμε εν μετανοία και εξομολογήσει. Ιδιαίτερα τώρα να προσερχώμεθα στις Προηγιασμένες Λειτουργίες, διότι είναι γεμάτες κατάνυξι και χάρι. Τι ωραίο το Χερουβικό της Προηγιασμένης Λειτουργίας! Μά, κι εκείνο το Χερουβικό του Μεγάλου Σαββάτου, τι δογματική και θεολογία περιέχει!

Ας βιάσουμε τους εαυτούς μας, για να βρεθούμε γρηγορούντες και νήφοντες και να καταπολεμήσουμε την αμέλεια και τη ραθυμία, γιατί αυτά εμποδίζουν τα αγαθά του Θεού προς τον άνθρωπο. Έρχεται ο δαίμων και μας φέρνει κόπωσι, κομάρες και μας ψιθυρίζει: «μη κάνης τις μετάνοιες, μη σηκώνεσαι τώρα για προσευχή, είσαι κουρασμένος, κοιμήσου λίγο παραπάνω, θα πας για δουλειά και τόσα άλλα». Ας μη τον ακούσουμε, ας βιασθούμε, διότι δεν ξέρουμε μετά από λίγες στιγμές τι μπορεί να συμβή. «Όπου εύρω σε, εκεί και κρινώ σε». Αν μας βρη επάνω στη βία, θα μας κατάταξη μετά των βιαστών. Αν μας βρη στην αμέλεια και στη ραθυμία, θα μας κατατάξη μετά των ραθύμων και των αποτυχημένων.

Να βοηθήσουμε και τους συνανθρώπους μας· να τους μιλήσουμε για τον Θεό, για την αγάπη του Ουρανίου Πατρός· να τους δώσουμε θάρρος κι ελπίδα. Μία ψυχή να βοηθήσουμε, είναι η μεγαλυτέρα ελεημοσύνη. Όπως κι εμάς μας βοήθησαν άλλοι άνθρωποι, οφείλουμε κι εμείς να κάνουμε το ίδιο.

Ας βιασθούμε λοιπόν σε όλα, για να εισέλθουμε στον νυμφώνα του Χριστού· διότι «των βιαστών είναι η Βασιλεία των Ουρανών». Αμήν.

πηγή: γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου "Η τέχνη της σωτηρίας", 
εκδ. Ιεράς Μονής Φιλοθέου, Άγιον Όρος, 2005.

Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο και όχι δικαστήριο!


Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος


Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο και όχι δικαστήριο των ψυχών. Δεν καταδικάζει για τα αμαρτήματα, αλλά παρέχει συγχώρηση των αμαρτημάτων.

Τίποτα δεν κάνει τόσο χαρούμενη τη ζωή μας, όσο η ευχαρίστηση που νιώθουμε στην Εκκλησία. Στην Εκκλησία συντηρούν τη χαρά τους οι χαρούμενοι, στην Εκκλησία αποκτούν την ευθυμία οι στεναχωρημένοι και την ευφροσύνη οι λυπημένοι, στην Εκκλησία βρίσκουν την ανακούφιση οι ταλαιπωρημένοι και την ανάπαυση οι κουρασμένοι.


«Ελάτε» λέει ο Κύριος, «κοντά μου όλοι, όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι (με θλίψεις και αμαρτίες), κι εγώ θα σας ξεκουράσω» (Ματθ. 11:28).

Τι πιο ποθητό θα μπορούσε να υπάρξει απ’ αυτή τη φωνή; Τι πιο γλυκό απ’ αυτή τη πρόσκληση; Ο Κύριος σε προσκαλεί στην Εκκλησία για πλούσιο γεύμα. Σε μεταφέρει από τους κόπους στην ανάπαυση κι από τα βάσανα στην ανακούφιση. Σε απαλλάσσει από το βάρος των αμαρτημάτων σου. Γιατρεύει τη στεναχώρια με την ευχαρίστηση και τη λύπη με τη χαρά.

Κανένας δεν είναι πραγματικά ελεύθερος και χαρούμενος, παρά μόνο εκείνος που ζει για τον Χριστό. Αυτός ξεπέρασε όλα τα κακά και δεν φοβάται τίποτα!



από το βιβλίο: Θέματα Ζωής Β' 
Ιερά Μονή Παρακλήτου

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Φωτογραφίες από την αποψινή Ακολουθία του Νυμφίου











Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται


«Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σὲ ὁ Θεός, 
διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς». 
Ἀλληλούϊα. 

Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός 
καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα 
ἀνάξιὸς δὲ πάλιν, ὅν εὑρήσει ραθυμοῦντα. 
Βλέπε, οὗν ψυχή μου μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, 
ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῆς
ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα
Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, 
διά της Θεοτόκου ελέησον ἡμᾶς.

Εβδομαδιαίο Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών


Κυριακὴ τῶν Βαΐων


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σήμερα, τὴν ἡμέρα τῶν Βαΐων στεκόμαστε μὲ δέος καὶ θαυμασμὸ μπροστὰ σ’ αὐτὸ ποὺ συνέβη, στὸ πῶς οἱ Ἰουδαῖοι δὲν μπόρεσαν νὰ συναντήσουν τὸν Χριστό, γιατί τὸν συνάντησαν μὲ τὴν φαντασία ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ἕνας ἔνδοξος βασιλιὰς ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἀναλάβει τὴν ἐξουσία τώρα μὲ κάθε ἰσχύ, νὰ ἐπικρατήσει καὶ νὰ καταρρίψει τοὺς ἀλλόθρησκους, τοὺς Ρωμαίους ποὺ εἶχαν κατακτήσει τὴν χώρα τους, καὶ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐπανιδρύσει ἕνα Βασίλειο, ἕνα ἐπὶ γῆς βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ. Ξέρουμε ὅτι Ἐκεῖνος δὲν ἦρθε γι’ αὐτό, ἦρθε γιὰ νὰ ἱδρύσει ἕνα Βασίλειο ποὺ δὲν θὰ ἔχει τέλος, ἕνα βασίλειο αἰώνιο, ἕνα Βασίλειο ποὺ δὲν θὰ εἶναι ἀνοιχτὸ σ’ ἕνα ἔθνος, ἀλλὰ σὲ ὅλα τὰ ἔθνη, ἕνα βασίλειο ποὺ θὰ βασιζόταν στὴ ζωὴ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ Μ. Ἑβδομάδα εἶναι ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ὥς τὸ τέλος μία περίοδος τρομερῆς σύγχυσης. Οἱ Ἰουδαῖοι συναντοῦν τὸν Χριστὸ στὶς πύλες τῆς Ἱερουσαλὴμ ἐπειδὴ περιμένουν ἀπὸ Ἐκεῖνον ἕναν θριαμβευτὴ στρατιωτικὸ ἡγέτη, ἀλλὰ Ἐκεῖνος θὰ ἔρθει γιὰ νὰ πλύνει τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του, νὰ δώσει τὴν ζωή Του γιὰ τὸν κόσμο, ἀλλὰ ὄχι γιὰ νὰ κατακτήσει μὲ βία καὶ δύναμη. Κι αὐτοί, οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι ποὺ Τὸν πλησίαζαν φωνάζοντας « Ὡσαννά, Υἱὲ Δαυὶδ» σὲ λίγες μέρες θὰ φωνάξουν «Σταυρωθήτω, σταυρωθήτω» ἐπειδὴ πρόδωσε τὶς προσδοκίες τους. Αὐτοὶ προσδοκοῦσαν ἕναν ἐπίγειο νικητὴ καὶ αὐτὸς ποὺ βλέπουν εἶναι ἕνας νικημένος βασιλιάς. Τὸν μισοῦν γιὰ τὴν ματαίωση ὅλων τῶν ἐλπίδων τους.

Αὐτὸ δὲν εἶναι τόσο ξένο γιὰ μᾶς στὶς μέρες μας. Πόσοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἀπομακρύνονται μὲ ἔχθρα ἀπὸ τὸν Χριστὸ γιατί τοὺς ἀπογοήτευσε στὴν μία ἢ στὴν ἄλλη ἐλπίδα τους. Θυμᾶμαι μία γυναίκα ποὺ ἦταν πιστὴ ὅλη τὴν ζωή της, καὶ ὅταν ὁ ἐγγονὸς της πέθανε- ἕνα μικρὸ ἀγόρι- μοῦ εἶπε: «Δὲν πιστεύω πιὰ στὸν Θεὸ· πῶς μπόρεσε νὰ μοῦ πάρει τὸν ἐγγονό μου;». Κι ἐγὼ τῆς εἶπα: «Ἄλλα πιστεύατε, ἐνῶ πέθαιναν χιλιάδες, μυριάδες ἄνθρωποι…» Μὲ κοίταξε καὶ μοῦ εἶπε: «Μὰ γιατί ἔγινε αὐτὸ σὲ μένα; Δὲν μ’ ἐνδιαφέρει, αὐτὰ δὲν ἦταν παιδιά μου».

Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ συμβαίνει καὶ σὲ μᾶς σὲ μικρότερο βαθμὸ τόσο συχνὰ ποὺ ἀμφιταλαντευόμαστε στὴν πίστη μας, στὴν ἐμπιστοσύνη πρὸς τὸν Θεό, ὅταν κάτι ποὺ περιμένουμε ἀπὸ Ἐκεῖνον νὰ κάνει γιά μᾶς, δὲν γίνεται, ὅταν Ἐκεῖνος δὲν γίνεται ὁ Ὑπάκουος ὑπηρέτης μας, κι ὅταν προβάλλουμε τὴν ἐπιθυμία μας, Ἐκεῖνος δὲν λέει «Ἀμὴν» καὶ δὲν τὴν πραγματοποιεῖ. Ἄρα δὲν εἴμαστε τόσο ξένοι ἀπὸ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συνάντησαν τὸν Χριστὸ στὶς πύλες τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ μετὰ στράφηκαν μακριά Του.

Καὶ τώρα, μπαίνουμε στὴν Μ. Ἑβδομάδα. Πῶς ἀντικρίζουμε αὐτὰ τὰ γεγονότα; Νομίζω πὼς ὀφείλουμε νὰ μποῦμε στὴν Μ. Ἑβδομάδα ὄχι σὰν θεατές, ὄχι ἁπλὰ διαβάζοντας τὰ σχετικὰ ἀποσπάσματα τοῦ Εὐαγγελίου, πρέπει νὰ μποῦμε σὰν νὰ εἴμαστε μέτοχοι τῶν γεγονότων, ἀλήθεια, διαβάζουμε γι’ αὐτά, ἀλλὰ θάπρεπε νὰ μπερδευτοῦμε μὲ τὸ πλῆθος ποὺ περιβάλλει τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ρωτήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας: «ποῦ βρίσκομαι μέσα σ΄αὐτὸ τὸ πλῆθος; Εἶμαι ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ λένε: «Ὡσαννά, Υἱὲ Δαυίδ»; Εἶμαι μήπως ἀπ’ τοὺς περιθωριακοὺς ποὺ κραυγάζουν «Σταύρωσον αὐτόν»; Εἶμαι κάποιος ἀπ’ τοὺς μαθητὲς ποὺ πίστευαν μέχρι τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἔσχατος κίνδυνος φάνηκε νὰ ἔρχεται; Θυμάστε ὅτι στὸν κῆπο τῆς Γεσθημανῆ τρεῖς ἀπὸ τοὺς μαθητὲς εἶχαν ἐπιλεγεῖ γιὰ νὰ Τοῦ συμπαρασταθοῦν στὶς ὧρες τῆς ὑπέρτατης ἀγωνίας Του, ἀλλὰ δὲν τὸ ἔκαναν, ἦταν κουρασμένοι, εἶχαν χάσει τὸ θάρρος τους κι ἀποκοιμήθηκαν. Τρεῖς φορὲς ἦρθε σ’ αὐτούς, τρεῖς φορὲς ἦταν μακρυά Του.

Δὲν συναντᾶμε τὸν Χριστὸ κάτω ἀπ’ τὶς ἴδιες συνθῆκες, ἀλλὰ συναντᾶμε τόσους ἀνθρώπους ποὺ εἶναι σὲ ἀγωνία, ὄχι μόνο γιατί πεθαίνουν σωματικά, …κι αὐτὸ συμβαίνει σὲ φίλους, σὲ συγγενεῖς, σὲ ἀνθρώπους γύρω μας ποὺ ἀγωνιοῦν μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο. Εἴμαστε ζωντανοί, γεμάτοι ἐνδιαφέρον γι’ αὐτούς, ἕτοιμοι νὰ τοὺς βοηθήσουμε, στεκόμαστε δίπλα τους, ἢ ἀποκοιμιόμαστε, ποὺ σημαίνει ἀποσυρόμαστε, γυρνᾶμε τὴν πλάτη, τοὺς ἀφήνουμε σὲ ἀγωνία, στὸν φόβο, στὴν ἀθλιότητά τους; Καὶ δὲν θὰ μιλήσω γιὰ τὸν Ἰούδα, γιατί κανένας μας δὲν ἔχει πρόθεση νὰ προδώσει τὸν Χριστὸ μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο, ἀλλὰ δὲν τὸν προδίδουμε ὅταν ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὶς ἐντολές Του; Ὅταν λέει: «Σᾶς δίνω παράδειγμα, ν’ ἀκολουθήσετε..» κι ἐμεῖς κουνᾶμε τὰ κεφάλια μας καὶ λέμε: «Ὄχι θέλω μόνο ν’ ἀκολουθήσω τὶς ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς μου.» Ἂς σκεφτοῦμε τὸν Πέτρο, τὸν δυνατότερο, ἐκεῖνον ποὺ μποροῦσε νὰ μιλᾶ ἐκ μέρους τῶν ὑπολοίπων, ὅταν ἔφθασε νὰ ριψοκινδυνεύσει τὴ ζωή του, ἢ μᾶλλον ὄχι τὴν ζωή του, ἁπλὰ ν’ ἀπορριφθεῖ, γιατί κανεὶς δὲν θέλησε νὰ τὸν σκοτώσει, ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ τρεῖς φορές.

Ἐμεῖς τί κάνουμε, ὅταν ἔχουμε τέτοια πρόκληση, ὅταν κινδυνεύουμε νὰ μᾶς κοροϊδέψουν, νὰ γελοιοποιθοῦμε, νὰ μᾶς ἀπομονώσουν φίλοι καὶ γνωστοὶ ποὺ σηκώνουν τοὺς ὤμους καὶ λένε: «Ἄ, Χριστιανός; Καὶ πιστεύεις ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός, πιστεύεις στὸ Εὐαγγέλιό Του, πιστεύεις ὅτι θὰ εἶναι στὸ πλάι σου; Πόσο συχνά…! Ὤ, ἂς μὴν ποῦμε: «Δὲν εἶμαι…» ἀλλὰ ἂς ποῦμε: «Ναί, εἶναι δόξα μου, κι ἂν θέλεις νὰ Τὸν σταυρώσεις, ἂν θέλεις νὰ Τὸν ἀπορρίψεις, ἀπόρριψε κι ἐμένα ἐπίσης ἐπειδὴ ἐπιλέγω νὰ σταθῶ στὸ πλευρό Του, εἶμαι μαθητὴς Του ἀκόμα κι ἂν μὲ ἀπορρίψουν, ἀκόμα καὶ ἂν δὲν μοῦ ἐπιτρέψεις νὰ μπῶ στὸ σπίτι σου ξανά».

Ἂς σκεφτοῦμε τὸ πλῆθος στὸν Γολγοθά. Ὑπῆρχαν ἄνθρωποι ποὺ ἦταν ὄργανα στὴν καταδίκη Του, Τὸν περιγέλασαν, εἶχαν πάρει τὴν νίκη τους, τουλάχιστον ἔτσι νόμιζαν. Ἀκόμα ὑπῆρχαν οἱ στρατιῶτες, οἱ στρατιῶτες ποὺ Τὸν Σταύρωσαν• εἶχαν σταυρώσει ἀμέτρητους ἀκόμα ἀνθρώπους, ἔκαναν τὴν δουλειά τους. Δὲν τοὺς ἔνοιαζε ποιὸν σταύρωναν. Κι ὁ Χριστὸς προσευχόταν γι’ αὐτούς: «Συγχώρησε τοὺς Πατέρα, δὲν ξέρουν τί κάνουν…» Δὲν σταυρωνόμαστε μὲν μὲ φυσικὸ τρόπο, ἀλλὰ λέμε: «Συγχώρησε Πατέρα μου, ὅλους αὐτοὺς ποὺ μᾶς προσβάλλουν, μᾶς ἀπορρίπτουν, ποὺ σκοτώνουν τὴν χαρὰ καὶ σκοτεινιάζουν τὶς ζωές μας..» Τὸ κάνουμε; Ὄχι δὲν τὸ κάνουμε. Ἀναγνωρίζουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας σ’ αὐτοὺς τοὺς σταυρωτές;

Καὶ ἔπειτα ὑπῆρχε ἕνα πλῆθος ἀνθρώπων ποὺ κατέκλυσαν τὴν πόλη γιὰ νὰ δοῦν ἕναν ἄνθρωπο νὰ πεθαίνει, μὲ μία τρελλὴ περιέργεια, ποὺ πιέζει τόσους ἀπὸ μᾶς νὰ γινόμαστε περίεργοι, γιὰ ὅσους ὑποφέρουν, γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀγωνιοῦν. Θὰ πεῖτε, δὲν συμβαίνει; Ρωτῆστε τὸν ἑαυτό σας, πῶς βλέπετε τηλεόραση, πόσο παθιασμένα βλέπετε τὰ ὅσα τρομερὰ συμβαίνουν στὴν Σομαλία, στὸ Σουδάν, στὴν Βοσνία καὶ ὅποια ἄλλη χώρα. Τὰ βλέπετε μὲ ραγισμένη καρδιά; Εἶναι ὅτι δὲν μπορεῖτε νὰ ὑπομείνετε τὸν τρόμο, ἀλλὰ στρέφεστε στὸν Θεὸ μὲ προσευχή, καὶ δίνετε, δίνετε γενναιόδωρα ὅ,τι μπορεῖτε γιὰ νὰ περιοριστεῖ ἡ πείνα καὶ ἡ μιζέρια; Ἔτσι εἶναι; Ὄχι, εἴμαστε οἱ ἴδιοι ποὺ πῆγαν στὸν Γολγοθὰ γιὰ νὰ δοῦν κάποιον νὰ πεθαίνει. Περιέργεια, ἐνδιαφέρον; Ναί, ἀλίμονο.

Ὑπῆρχαν ἀκόμα κι ἐκεῖνοι ποὺ ἦλθαν μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι Ἐκεῖνος θὰ πεθάνει• ἐπειδὴ ὅταν Ἐκεῖνος πεθάνει στὸν Σταυρό, ἐκεῖνοι θὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ τρομερὸ μήνυμα ποὺ Ἐκεῖνος φέρνει• ὅτι ὀφείλουμε νὰ ἀγαπᾶμε τὸν ἄλλο, ἔτσι ποὺ νά εἴμαστε ἕτοιμοι καὶ νὰ πεθάνουμε γι’ αὐτόν. Αὐτὸ τὸ μήνυμα τῆς σταυρωμένης, θυσιαστικῆς ἀγάπης, θὰ μποροῦσε νὰ καταργηθεῖ διαπαντός, καὶ γιὰ ὅλους. Κι ἂν Ἐκεῖνος ποὺ τὸ κηρύττει, πεθάνει, θὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ἕνας ψευδοπροφήτης, ἕνας ψεύτης.

Κι ἀκόμα, ὑπῆρχαν κι ἐκεῖνοι ποὺ ἦρθαν μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ κατέβει ἀπὸ τὸν Σταυρό, κι ὅτι τότε θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι πιστοὶ χωρὶς ρίσκο, θὰ ἑνωθοῦν μὲ τὴν «μερίδα» τῶν νικητῶν. Δὲν τοὺς μοιάζουμε τόσο συχνά;

Κι ἔπειτα τὸ σημεῖο ποὺ πολὺ δύσκολα τολμᾶμε ν ἀντικρύσουμε τὴν Μητέρα τοῦ θυσιαζόμενου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἡ μητέρα τοῦ Ἰησοῦ, σιωπηλή, προσφέροντας τὸν θάνατό Του γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, σιωπηλά, σβήνοντας μαζί Του, ὥρα τὴν ὥρα, καὶ ὁ μαθητὴς ποὺ γνώριζε μὲ τὸν νεανικὸ τρόπο, πῶς ν’ ἀγαπᾶ τὸν Κύριό του, στεκόμενος μὲ φόβο, κοιτάζοντας τὸν Κύριό του νὰ πεθαίνει καὶ τὴν Μητέρα ν’ ἀγωνιᾶ. Νοιώθουμε ἔτσι ὅταν διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο, νοιώθουμε τὴν ἀγωνία στοὺς ἀνθρώπους γύρω μας;

Ἂς μποῦμε στὴν Μ. Ἑβδομάδα μὲ σκοπὸ ὄχι νὰ εἴμαστε θεατὲς ὅσων συμβαίνουν, ἂς μπερδευτοῦμε μὲ τὸ πλῆθος καὶ σὲ κάθε βῆμα ἂς ρωτᾶμε τὸν ἑαυτό μας: ποιὸς εἶμαι μέσα σ’ αὐτὸ τὸ πλῆθος; Εἶμαι ἡ Μητέρα; Εἶμαι ὁ μαθητής; Εἶμαι ἕνας ἀπὸ τοὺς σταυρωτές; Καὶ θὰ μπορέσουμε νὰ φθάσουμε στὴν ἡμέρα τῆς Ἀνάστασης μαζὶ μ’ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἦταν πραγματικὰ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀνάσταση• ὅταν ἡ ἀπελπισία εἶχε φύγει, ἦρθε ἡ νέα ἐλπίδα, ὁ Θεὸς εἶχε νικήσει. 
Ἀμήν.

Κυριακάτικο Κήρυγμα (Των Βαΐων)

Κυριακή των Βαΐων (Ίωάν. 12,1-18)


Η προϋπάντησις του Χριστού.
Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ
(Ίωάν. 12,13).

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, αγαπητοί μου, υπήρξε πτωχός και άσημος όσο κανείς άλλος. Γεννήθηκε από πτωχή μητέρα στις πτωχικές συνθήκες της φάτνης. Νήπιο ακόμη, αναγκάστηκε να γίνη πρόσφυγας στην Αίγυπτο λόγω της απειλής του Ηρώδου. Κι όταν επέστρεψε στην Παλαιστίνη, τον περισσότερο χρόνο της ζωής του έμεινε σε ένα άσημο χωριό, τη Ναζαρέτ, εξ' ου και «Ναζωραίος» εκλήθη (Ματθ. 2,23). 

Για να ζήση εργαζόταν στο εργαστήρι του νομιζόμενου πατέρα του, του Ιωσήφ, για αυτό και ωνομάζετο «τέκτονος υιός» (έ.ά. 13,55), υιός του μαραγκού. Κανείς δεν του έδινε σημασία. Τον περιφρονούσαν όπως περιφρονούνται οι πτωχοί. Κι αυτό ακόμα το γαϊδουράκι, πού βλέπουμε σήμερα στην εορτή των Βαΐων, δεν είναι δικό του• ξένο είναι. Και ο τάφος, όπου θα ταφή, κι αυτός ξένος είναι. Και όταν κάποτε τον ρώτησαν, πού μένεις; είπε, ότι οι αλεπούδες και τα κοράκια έχουν τις φωλιές τους, «ο δε υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ. 8,20• Λουκ. 9,58). 

Δεν είχε ούτε ένα φλιτζάνι χώμα. Αλλα σήμερα τι ακούω; Σεις δεν ακούτε; Βουίζει ο κόσμος. Εκατομμύρια άνθρωποι φωνάζουν «Ζήτω ο Βασιλεύς». Αυτή την έννοια έχει το «ωσαννά» (Ίωάν. 12,13). Ότι είναι για μας το «ζήτω», για τους Εβραίους είναι το «ωσαννά». Ζητωκραυγάζουν. Για ποιόν; Βασιλεύς πού επευφημούν είναι ο υιός του μαραγκού, ο Ιησούς ο Ναζωραίος. Αυτός λοιπόν βασιλεύς; Πώς εξηγείται αυτή η μεταβολή;

Υπάρχει εξήγησης. Ό Χριστός, άφ' ότου βγήκε στο δημόσιο βίο, έκανε τόσο πολλά και τόσο μεγάλα θαύματα, πού δεν έκανε κανείς άλλος. Ευλόγησε το νερό και το έκανε κρασί. Με πέντε ψωμιά χόρτασε πέντε χιλιάδες ανθρώπους εκτός «γυναικών και παιδιών» (Ματθ. 14,21). Ένα νεύμα του έφθασε να κάνη μια αγέλη χοίρων να πέση στη θάλασσα. Ένας λόγος του έκανε τους ανέμους να σιωπήσουν. Θεράπευσε λεπρούς άπ' την ανίατη ασθένεια τους, έδωσε το φως σε τυφλούς, έκανε παραλύτους να σηκωθούν όρθιοι, θεράπευσε κάθε ασθένεια, έβγαλε δαιμόνια. Αλλά μικρά είναι αυτά• σήμερα εορτάζουμε το πιο μεγάλο θαύμα. Ποιο είναι αυτό;

Ας μην πιστεύουν οι άπιστοι, δικαίωμα τους• εμείς πιστεύουμε, και γι' αυτό έκκλησιαζόμεθα. Το λέει καθαρά η Εκκλησία• «Υπέρ του άγιου οίκου τούτου και των μετά πίστεως, ευλάβειας και φόβου Θεού εισιόντων εν αυτω (των εισερχομένων δηλαδή στο ναό)» (θ. Λειτ.). Πιστεύεις; έλα στην εκκλησία• δεν πιστεύεις; μην έρχεσαι, κάθισε στο καφενείο, κάνε ό,τι θέλεις, δεν έχει ανάγκη από μας τα σκουλήκια ο θεός. Κι αν εμείς δεν έρθουμε, η εκκλησία είναι πάλι γεμάτη. Πώς; είναι παρόντες άγγελοι και αρχάγγελοι.

Το πιο μεγάλο θαύμα λοιπόν, πού το εορτάζουμε σήμερα, ποιο είναι; Ότι ο Χριστός πήγε στα μνήματα. Κ' εμείς, θα πείτε, πάμε στα μνήματα. Ναι αλλά εμείς, και να φωνάξουμε και να κλάψουμε και ένα ποτάμι δάκρυα να χύσουμε πάνω στα μνήματα, νεκρός δεν σηκώνεται. Ο Χριστός όμως πήγε στα μνήματα, εκεί πού ήταν θαμμένος ο Λάζαρος, είπε ένα λόγο, και ο λόγος του αμέσως εκτελέσθηκε. «Λάζαρε, δεύρο έξω» (Ίωάν. 11,43) είπε, και ο Λάζαρος αναστήθηκε εκ νεκρών.

Αυτό το θαύμα διαδόθηκε αστραπιαίος σε όλη τη χώρα. Όλοι μιλούσαν πλέον για το Χριστό και έλεγαν Αυτός αξίζει να γίνη βασιλιάς μας• θα μας δίνη ψωμί, θα μας θεραπεύει από ασθένειες, θα μας σώζει από ορατούς και αόρατους εχθρούς, αυτός κάνει για βασιλιάς. Γι' αυτό σαν σήμερα, όταν άκουσαν ότι ο Χριστός έρχεται στα Ιεροσόλυμα, έγινε μια διαδήλωση πού όμοια της δεν έγινε ποτέ στον κόσμο. Έκλεισαν σπίτια και μαγαζιά, και χιλιάδες κόσμος, όλα τα Ιεροσόλυμα και οι ξένοι, βγήκαν χιλιόμετρα έξω να τον προϋπαντήσουν. Όταν είδαν το Χριστό να κάθεται πάνω σ' ένα γαϊδουράκι, έβγαλαν τα ρούχα τους, τα 'στρωσαν στο δρόμο να πατήσει, ανέβηκαν στα δένδρα κ' έκοψαν κλαδιά, κρατούσαν βάγια, και όλοι μαζί και τα παιδιά φώναζαν «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου... »(Ίωάν. 12,13).

Και ο Χριστός; Αν ήταν δημαγωγός άπ' αυτούς πού εκμεταλλεύονται τον ενθουσιασμό του λαού, θα άρπαζε την ευκαιρία να γίνη επίγειος Βασιλιάς. Δεν ήταν τέτοιος. Δεν ήρθε για να ίδρυση βασιλεία σαν τις βασιλείες του κόσμου τούτου πού έρχονται και παρέρχονται. Ό Χριστός ήρθε να ιδρύσει μια άλλη βασιλεία, πνευματική βασιλεία, πού έχει το θρόνο της μέσ' στις καρδιές των ανθρώπων. Έπειτα ο Χριστός έβλεπε. τι έβλεπε; Ότι αυτοί, πού τώρα φωνάζουν «ωσαννά», δε θα περάσουν πολλές μέρες καί το πρωί τής Μεγάλης Παρασκευής κάτω άπ' το πραιτόριο του Πιλάτου θα φωνάζουν «Άρον, Άρον, σταύρωσαν αυτόν» (Ίωάν. 19,15). Τι είν' αυτός ο κόσμος! Εκεί πού σε ανεβάζει μέχρι τα άστρα, εκεί σε ρίχνει στο χάος. Τέτοιοι ήταν καί οι Ιουδαίοι. Γι' αυτό ο Χριστός δεν εντυπωσιάζεται από την υποδοχή, αλλά «ίδών την πάλιν έκλαυσεν έπ' αυτή» (Λουκ. 19,41)• όταν είδε την πόλη των Ιεροσολύμων, έκλαψε. Εκεί πού άλλος θα αισθανόταν την πιο μεγάλη χαρά, εκείνος έκλαψε.

Απόψε το βράδυ, όταν θα χτυπήσει η καμπάνα, θ' ακούσουμε•«Ιδού ό Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός...». Ό Χριστός, αγαπητοί μου, έρχεται καί για μας. Πόσοι θα αισθανθούν το Ιερό ρίγος; Θεέ μου, πώς πάγωσαν οι καρδιές μπροστά στα μεγαλεία σου!

Έρχεται ό Βασιλεύς. Πρέπει να βγούμε να τον υποδεχθούμε. Όταν έρχεται κάποιος ξένος σε μια πόλη, του ετοιμάζουν μεγάλη υποδοχή. Πολύ καλά. Άλλα εδώ δεν έρχεται απλώς ο άλφα ή ο βήτα πρόεδρος της δημοκρατίας ή πρωθυπουργός• έρχεται ο βασιλεύς των όλων. Το πιστεύεις;

«Ιδού ό Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός...». Πώς να τον προϋπαντήσουμε; Να πλέξουμε στεφάνια, να κόψουμε κλαδιά, να στρώσουμε τα ρούχα μας στους δρόμους, να στήσουμε αψίδες;... Κάτι ανώτερο μας ζητάει. Θα το κάνουμε άραγε; Θα το πω κατά καθήκον, και θα μιλήσω απλά να με καταλάβετε.

• Οι Ιουδαίοι έβγαλαν τα ρούχα τους• κ' εμείς ας βγάλουμε το ρούχο της ψυχής μας το βρωμερό και ακάθαρτο. Φοράς ένα πουκάμισο• πόσο το κρατάς πάνω σου; Σχεδόν κάθε μέρα δεν αλλάζεις; Το βγάζεις καί το πάς στο πλυντήριο, για να είσαι καθαρός, καί μάλιστα τώρα τις γιορτές. Ω υποκρισία! Το ρούχο του σώματος το καθαρίζουμε, το ρούχο της ψυχής το έχουμε χρόνια άπλυτο, βρωμοκοπάει και οι άγγελοι δεν υποφέρουν τη βρώμα. τι πρέπει να γίνη; Στο πλυντήριο!. 

Πλυντήριο ποιο είναι; Η μετάνοια και εξομολόγησης. Φωνάζει η Εκκλησία μας• «Πλύνε με Κύριε, «καί υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. 50,9). Χωρίς εξομολόγηση Πάσχα δεν νοείται.

• Οι Ιουδαίοι κρατούσαν βάγια, σύμβολο νίκης• κ' εμείς ας υψώσουμε βάγια. Ποια είναι τα βάγια; Όπως ο Χριστός νίκησε την αμαρτία και το θάνατο, κ' εμείς να πολεμήσουμε καί να νικήσουμε τους τρεις εχθρούς• τον διάβολο, τον κόσμο, καί προ παντός τον εαυτό μας. Οι αρχαίοι προγονοί μας έλεγαν, ότι η πιο μεγάλη νίκη είναι να νικήσεις τον εαυτό σου. Ο Μέγας Αλέξανδρος κατέκτησε τον κόσμο, αλλά νικήθηκε από ένα πάθος, τη μέθη. Αν νικήσεις τα πάθη σου, όλα τα πάθη, τότε ταιριάζει να πάρεις στα χέρια σου τα βάγια.

• Οι Ιουδαίοι τέλος φώναζαν «ωσαννά», ζητωκραύγαζαν. Τίθεται το ερώτημα• Από το στόμα μας βγαίνει «ωσαννά»; Αντί δοξολογία, πολλές φορές ακούγεται βλαστήμια. Εγώ την αμαρτία αυτή τη θεωρώ ως τη μεγαλύτερη• και αν μας καταστρέψει ο Θεός, θα μας καταστρέψει εξ αιτίας της. Ούτε Τούρκοι δέ βλαστημάνε το Θεό, όπως εμείς. Θα τιμωρηθούμε, διότι είμεθα αμετανόητοι. Νομίζουμε ότι δεν υπάρχει αφέντης πού κυβερνάει τον κόσμο. Υπάρχει «ό επιβλέπων επί την γήν και ποιών αυτήν τρέμειν...» (Ψαλμ. 103,32).

Λοιπόν, αδελφοί μου, τις άγιες αυτές ήμερες σας ομιλώ με γλώσσα σκληρά, διότι είναι σκληρά η καρδιά μας και πρέπει να το νιώσουμε• και σας παρακαλώ να σπεύσετε να εξομολογηθείτε. Τότε θα δείτε τι παράδεισος θα φυτρώσει μέσ' στην καρδιά σας. Έτσι μόνο αξίζει να εορτάζουμε.

Τις άγιες αυτές ήμερες ο Κύριος μας καλεί να τον υποδεχθούμε. Είθε από τα στόματα όλων μας ν' ακουστή το «ωσαννά», για να έχουμε την ευλογία του Χριστού.
Αμήν.


Επίσκοπος Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΗ ΟΜΙΛΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΆΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ ΤΗΝ 15-04-1979.

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Δοξαστικό Αίνων Κυριακής των Βαΐων


Δοξαστικό των Αίνων Κυριακής των Βαΐων
Ψάλει ο Άρχων Πρωτοψάλτης Θρασύβουλος Στανίτσας
Ζωντανή Ηχογράφηση από τον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Αμπελοκήπων 19/04/1970

Δόξα... Καὶ νῦν...

Ἦχος πλ. β'

Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα, ἦλθεν Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, καὶ προσῆλθον αὐτῷ οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ, λέγοντες αὐτῷ· Κύριε, ποῦ θέλεις, ἑτοιμάσωμέν σοι φαγεῖν τὸ Πάσχα; ὁ δὲ ἀπέστειλεν αὐτούς· Ἀπέλθετε εἰς τὴν ἀπέναντι κώμην, καὶ εὑρήσετε ἄνθρωπον, κεράμιον ὕδατος βαστάζοντα, ἀκολουθήσατε αὐτῷ, καὶ τῷ οἰκοδεσπότῃ εἴπατε· ὁ Διδάσκαλος λέγει· Πρὸς σὲ ποιῶ τὸ Πάσχα, μετὰ τῶν Μαθητῶν μου.

† Κυριακή 28 Απριλίου 2013 (των Βαΐων)

Ευαγγελική Περικοπή,

Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην
Κεφ. ιβ' : 1-18

Π
ρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. Ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. Ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. Λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν Μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· Διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων, καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; Εἶπε δὲ τοῦτο, οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ' ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε, καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ' ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ' ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. Ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ Ἀρχιερεῖς, ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι' αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἐκραύγαζον· Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ Βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. Εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ' αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ Βασιλεύς σου ἔρχεται, καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ' ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ' αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ' αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν· διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.



Απόστολος,

Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου
Κεφ. δ' : 4-9

δελφοί, χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. Ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ' ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ' ὑμῶν.



Εἰς τόν Ὄρθρον

Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον

Κεφ. κα' : 1-11, 15-17

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὅτε ἤγγισαν ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ἦλθον εἰς Βηθσφαγῆ, εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, τότε ὁ Ἰησοῦς ἀπέστειλε δύο Μαθητὰς, λέγων αὐτοῖς· Πορεύεθητε εἰς τὴν κώμην τὴν ἀπέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εὑρήσετε ὄνον δεδεμένην, καὶ πῶλον μετ' αὐτῆς· λύσαντες ἀγάγετέ μοι. Καὶ ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ τι, ἐρεῖτε ὅτι ὁ Κύριος αὐτῶν χρείαν ἔχει· εὐθέως δὲ ἀποστελεῖ αὐτούς. Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τοῦ Προφήτου, λέγοντος· Εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών· Ἰδοὺ ὁ Βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, πραῢς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου. Πορευθέντες δὲ οἱ Μαθηταὶ, καὶ ποιήσαντες καθὼς προσέταξεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, ἤγαγον τὴν ὄνον καὶ τὸν πῶλον, καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω αὐτῶν τὰ ἱμάτια αὐτῶν, καὶ ἐπεκάθισεν ἐπάνω αὐτῶν. Ὁ δὲ πλεῖστος ὄχλος ἔστρωσαν ἑαυτῶν τὰ ἱμάτια ἐν τῇ ὁδῷ, ἄλλοι δὲ ἔκοπτον κλάδους ἀπὸ τῶν δένδρων, καὶ ἐστρώννυον ἐν τῇ ὁδῷ. Οἱ δὲ ὄχλοι, οἱ προάγοντες καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες ἔκραζον λέγοντες· Ὡσαννὰ τῷ Υἱῷ Δαυῒδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις. Καὶ εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς Ἱεροσόλυμα, ἐσείσθη πᾶσα ἡ πόλις λέγουσα· Τίς ἐστιν οὗτος; Οἱ δὲ ὄχλοι ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ προφήτης ὁ ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας. Ἰδόντες δὲ οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Γραμματεῖς τὰ θαυμάσια ἃ ἐποίησε καὶ τοὺς παῖδας κράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ καὶ λέγοντας, Ὡσαννὰ τῷ Υἱῷ Δαυῒδ, ἠγανάκτησαν, καὶ εἶπον αὐτῷ· Ἀκούεις τί οὗτοι λέγουσιν; Ὁ δὲ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς· Ναί· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ὅτι ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον; Καὶ καταλιπὼν αὐτοὺς ἐξῆλθεν ἔξω τῆς πόλεως εἰς Βηθανίαν καὶ ηὐλίσθη ἐκεῖ.

Άγιος Στέφανος, ηγούμενος της Λαύρας των Σπηλαίων

Ο Άγιος Στέφανος έζησε στη Ρωσία κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ. και ασκήτεψε στη Λαύρα του Κιέβου. Μετά την κοίμηση του Οσίου Θεοδοσίου (τιμάται 3 Μαΐου) έγινε ηγούμενος της ιεράς μονής των Σπηλαίων του Κιέβου. 

Από τη νέα αυτή θέση ήταν πολύ δραστήριος και φρόντισε με επιμέλεια για την κτηριακή ολοκλήρωση της μονής. Παράλληλα όμως φρόντιζε και για την πνευματική αύξηση των μοναχών. Όρισε να τελείται καθημερινά στη μονή, η Θεία Λειτουργία υπέρ αναπαύσεως των μακαρίων κτητόρων και των κεκοιμημένων αδελφών, καθώς και για την σωτηρία των ζώντων αδελφών και όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Ο επίβουλος διάβολος όμως φθόνησε τον ένθεο ζήλο του Αγίου Στεφάνου και ξεσήκωσε μερικούς αδελφούς εναντίον του Αγίου ηγουμένου τους και δημιούργησε έτσι μεγάλη αναταραχή στην αδελφότητα. Ο Άγιος αναχώρησε από την ηγουμενία και εκδιώχθηκε αναίτια από τη μονή. Ωστόσο τα υπέμεινε όλα αγόγγυστα, χωρίς παράπονο και μνησικακία.

Ο Θεός όμως ευλόγησε τόσο τον πιστό δούλο Του, ώστε ο Άγιος Στέφανος αξιώθηκε να χτίσει νέα μονή στο Κλοβ, με πέτρινο ναό αφιερωμένο στην Κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Η αρετή του προσείλκυσε πολλές ευσεβείς ψυχές, που ήλθαν κοντά του και δέχθηκαν από τα τίμια χέρια του το μοναχικό σχήμα. Η φήμη του Αγίου απλώθηκε σε όλη τη Ρωσική γη. Γι' αυτό, όταν το έτος 1091 ο Επίσκοπος του Βλαντιμίρ κοιμήθηκε, ο Άγιος Στέφανος χειροτονήθηκε Αρχιερέας και διάδοχός του στο Βλαντιμίρ από τον Μητροπολίτη Κιέβου Ιωάννη.

Ο Άγιος Στέφανος ποίμανε θεοφιλώς το ποίμνιό του και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1094. Η Μνήμη του τιμάται στυις 27 Απριλίου.

Σάββατον του Λαζάρου



Το δάκρυ του Ιησού (Σάββατο του Λαζάρου)

Σήμερα η αγία μας Εκκλησία εορτάζει το θαύμα της έγερσης του Λαζάρου, όπως μας το περιγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Βλέπουμε τον Χριστό να αποκαλύπτει με θαυμαστό τρόπο την παντοδυναμία Του: αντιστρέφει την πορεία του θανάτου, αναδομεί την σάρκα του τετραήμερου Λάζαρου και τέλος ανασταίνει εκ νεκρών τον φίλο Του.

Αξίζει ωστόσο να σταθούμε σε μια λεπτομέρεια της διήγησης του Ευαγγελίου: όταν ο Ιησούς οδηγήθηκε στον τάφο του φίλου Του και άκουσε από την Μάρθα να Του λέει «Κύριε, ήδη όζει» και ατένισε τον λίθο που έφραζε την θύρα του μνήματος, τότε εδάκρυσε και οι παρευρισκόμενοι σχολίασαν «ίδε πώς εφίλει αυτόν».

Τούτο το δάκρυ του Ιησού δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται, γιατί ο Χριστός δεν ήταν απλά ένας φίλος του Λάζαρου και δεν πήγε απλά να δει τον τόπο που τον έθαψαν, αλλά είναι ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού που πήγε στην Βηθανία με σκοπό να αναστήσει τον Λάζαρο, όπως φαίνεται ξεκάθαρα μέσα από την διήγηση του ευαγγελιστή Ιωάννη. Με δεδομένα λοιπόν ετούτα τα στοιχεία, ο Ιησούς δακρύζει. Είναι η μοναδική φορά που στην ζωή Του δάκρυσε. Και το δάκρυ αυτό είναι θεανθρώπινο, αφού ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος.

Δακρύζει λοιπόν ως άνθρωπος, γιατί πραγματικά αγαπά πολύ τον φίλο Του, γιατί νιώθει θλίψη για τον χωρισμό. Δακρύζει και ως Θεός, γιατί βλέπει τον θάνατο να κυριεύει τα πλάσματά Του, την δημιουργία Του να φθείρεται, την θλίψη να ταλαιπωρεί τους ανθρώπους, την απελπισία να τους καταβάλλει. Δακρύζει γιατί βρίσκεται μπροστά σε μια πραγματικότητα που ο ίδιος δεν έκαμε, γιατί βλέπει την έσχατη μοίρα του ανθρώπου που είναι δέσμιος της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου.

Έξω από το μνήμα του Λάζαρου βρίσκεται ο Θεός. Μέσα στο μνήμα είναι ο θάνατος, η φθορά, η σαπίλα. Έρχεται δηλαδή τρόπον τινά ο Θεός πρόσωπο με πρόσωπο με τον προαιώνιο εχθρό Του. Είναι η ώρα της πρώτης μεγάλης αναμέτρησης ανάμεσα στην Ζωή και τον θάνατο. Γιατί μέχρι τώρα η καταδίκη του θανάτου συνόδευε όλους τους ανθρώπους. Ο λίθος μετακινείται. Μα πριν προλάβει η οσμή του θανάτου να σκορπίσει στον αέρα, ο Ιησούς φωνάζει: «Λάζαρε, δεύρο έξω!».

Το θαύμα έχει γίνει. Η Ζωή έχει καταγράψει την πρώτη της νίκη. Σύντομα, με την πορεία του Χριστού στον Άδη και την Ανάστασή Του, θα επιτευχθεί ο οριστικός θρίαμβος και θα καταλυθεί το κράτος του θανάτου. Από τούτη τη στιγμή ανατέλλει η ελπίδα και της δικής μας ανάστασης, που σε λίγες ημέρες θα γίνει βεβαιότητα, πίστη, γεγονός. Αρκεί να έχουμε την ταπείνωση να ακολουθήσουμε τον Ιησού στην δύσκολη ανάβαση στο Γολγοθά. Μετά, σίγουρα θ’ ανατείλει το φως της Αναστάσεως!

xerouveim.blogspot

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Διδακτικὴ διήγηση γιὰ ὅσους «σκοτώνουν» τὸν πολύτιμο χρόνο τους

Ζοῦσε στοὺς πρώτους αἰώνας ἕνας μοναχός, ὁ ὁποῖος ὅσες φορὲς τὸν ἐρωτοῦσε ὁ Ἡγούμενός του «Πῶς πηγαίνεις στὴν ὑγεία σου, ἀδελφέ;».

Αυτός πάντοτε παραπονιόταν ὅτι ἦταν κατάκοπος ἀπὸ τὴν πολλὴ ἐργασία. Ἀκούγοντας καθημερινῶς ὁ Ἡγούμενος τὸ ἴδιο παράπονο ἐρώτησε κάποια ἡμέρα τὸν Μοναχό: «Τί εἴδους ἐργασία κάμνεις καὶ κοπιάζεις τόσον πολύ, ἀδελφέ;»

Καί ὁ Μοναχὸς ἀπάντησε: Ἅγιε Ἡγούμενε ἔχω τόσες ἐργασίες κάθε ἡμέρα καὶ νύκτα, ὥστε οἱ δυνάμεις μου δὲν θὰ ἔφθαναν γι' αὐτές, ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν μὲ βοηθοῦσε:

Πρώτον, ἔχω δύο γεράκια, τὰ ὁποῖα προσπαθῶ νὰ κρατῶ δέσμια καὶ νὰ τὰ ἐξημερώνω.

Δεύτερον, ἔχω δύο λαγούς, τοὺς ὁποίους φυλάγω γιὰ νὰ μὴ φύγουν.

Τρίτον, ἔχω δύο βόδια, τὰ ὁποῖα ἐπιβλέπω γιὰ νὰ ἐργάζονται.

Τέταρτον, ἔχω ἕνα λύκο τὸν ὁποῖον προσέχω διὰ νὰ μὴ βλάψει κανένα.

Πέμπτον, ἔχω ἕνα λιοντάρι, τὸ ὁποῖο προσπαθῶ νὰ κατανικήσω, 

Καὶ ἕκτον, ἔχω ἕνα ἀσθενῆ, τὸν ὁποῖον πρέπει πάντοτε νὰ τὸν περιποιοῦμαι.

Ό Ἡγούμενος ἀφοῦ ἄκουσε αὐτὰ γέλασε λίγο καὶ εἶπε στὸν Μοναχό: Αὐτά παιδί μου, δὲν γίνονται, διότι εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐκτελεῖ κανεὶς τόσες ἐργασίες.
Καὶ ὅμως, σεβαστέ μου πάτερ, ἀπάντησε ὁ Μοναχός, σοῦ εἶπα τὴν ἀλήθεια.
Καί ὁ Ἡγούμενος, ὁ ὁποῖος νόμιζε μέχρι ἕνα βαθμὸ ἐπιπόλαια καὶ χωρὶς περιεχόμενο τὰ λόγια τοῦ Μοναχοῦ, εἶπε: Ἐξήγησέ μου, παιδί μου, τὴν παραβολή.
Καί ὁ Μοναχὸς ἀπάντησε:...

Πρώτον, τὰ δύο γεράκια, Πάτερ μου, εἶναι τὰ δύο μάτια μου, τὰ ὁποῖα πετοῦν, πηγαίνουν ἀπὸ δῶ καὶ ἀπ' ἐκεῖ καὶ πρέπει νὰ φροντίζω γιὰ νὰ μὴ δοῦν κάτι, τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε νὰ μὲ προτρέψει σὲ κάποια ἁμαρτία, πράγμα δυστυχῶς ποῦ ἔπαθε ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβίδ, βλέποντας τὴν γυναίκα τοῦ Οὔριου, τὴν Βηρσαβεέ.

Δεύτερον, οἱ δύο λαγοί, εἶναι τὰ πόδια μου, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ ἐμποδίζω ἀπὸ τὸ νὰ τρέχουν στὶς ἡδονὲς καὶ τὸν δρόμο τῆς ἁμαρτίας διότι εἰς τὸ βάπτισμά μου, ὅταν ὁ ἱερεὺς ἔχριε αὐτὰ εἶπε: «Τοῦ πορεύεσθε τὰ διαβήματά Σου» δηλαδὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Φαντάζεσαι λοιπόν, Πάτερ μου, πόσους κόπους χρειάζεται αὐτό;

Τρίτον, τὰ δύο βόδια εἶναι τὰ χέρια μου, τὰ ὁποῖα ἐπιβλέπω μὲ μεγάλη προσοχὴ γιὰ νὰ ἐργάζονται. Νὰ ἐργάζονται ὅμως τὸ ἀγαθὸν ὡς τὰ χέρια τοῦ Κυρίου, ποῦ πάλι στὸ βάπτισμά μου γι' αὐτὰ ὁ ἱερεὺς εἶπε: «Αἳ χεῖρες σου ἐποίησάν με καὶ ἔπλασάν με».

Τέταρτον, ὁ λύκος εἶναι ἡ γλώσσα μου, ἡ ὁποία πάντοτε ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ χαλινάρι, γιὰ νὰ μὴ δαγκάσει κανένα ἀδελφόν μου, μὲ τὴν κατηγορία, ποῦ εἶναι παρὼν ἢ ἀπῶν καὶ πεθάνει. Καὶ ἀντιλαμβάνεσαι, πάτερ μου, ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα διὰ τοῦ Ἀδελφόθεου Ἰακώβου γιὰ τὴν γλώσσα λέγει: «Εἰ τις ἐν λόγω οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ», καὶ πάλιν' «Ἢ γλώσσα πῦρ, ὃ κόσμος τῆς ἀδικίας, οὕτως ἢ γλώσσα καθίσταται ἐν τοῖς μέλεσιν ἠμῶν ἡ σπιλοῦσα (μολύνουσα) ὅλον τὸ σῶμα...», καὶ πάλιν: «Τὴν γλώσσαν οὐδεὶς δύναται ἀνθρώπων δαμᾶσαι ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου. Ἐν αὐτὴ εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ πατέρα, καὶ ἐν αὐτὴ καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους τοὺς καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ γεγονότος...» (Ἴακ. γ' 2, 6 καὶ 8). Τί πρέπει νὰ κάμνω ἐγὼ μὲ αὐτὸ τὸ θηρίο, τὸν λύκο ποῦ ἔχω στὸ στόμα μου;

Ἄλλα καὶ ἀκόμη, πῶς ἐγώ, πάτερ μου, νὰ ἐπιτύχω αὐτὸ ποῦ λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιὰ τὴν γλώσσα, γιὰ νὰ μὴ λέγει περισσότερα ἢ λιγότερα, ἀλλὰ ὅλα μὲ τὸ ζύγισμα νὰ λέγω, γιὰ νὰ εἶμαι δίκαιος χωρὶς κόπου μεγάλου; Δὲν λέγει ὁ Ἅγιος ὅτι: ζυγαριὰ νὰ ἐχομεν τὴν γλώσσα μας ὥστε μὲ μεγάλη προσοχὴ νὰ ζυγίζομε τὰ λόγιά μας καὶ νὰ μὴ λέμε περισσότερα οὔτε λιγότερα ἀλλὰ τὰ σωστὰ μὲ ἀκρίβεια.

Διότι, ἐὰν ζυγίζομε μὲ ἀκρίβεια καὶ μεγάλη προσοχὴ τὸν χρυσὸ καὶ ἄλλα πράγματα, πρέπει, μὲ μεγαλύτερη προσοχὴ καὶ ἀκρίβεια, νὰ προσέχομε τὰ λόγιά μας.

Καὶ ἀκόμη, πάτερ μου, πῶς νὰ μὴ παλέψω μὲ τὸν λύκο αὐτόν, τὴν γλώσσα μου, ποῦ διαβάζω τὸν Ἀββᾶ Σισώη καὶ λέγει: «Ἀδελφέ, ἔχω τριάντα χρόνια ὅπου δὲν κάμνω πλέον δέησιν εἰς τὸν Θεὸν περὶ ἁμαρτίας, ἀλλὰ αὐτὸ μόνον λέγω εἰς τὴν προσευχήν μου Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ σκέπασόν με ἀπὸ τῆς γλώσσης μου, διότι τόσους χρόνους ἔχω ἀσκητεύοντας καὶ πάλιν σκοντάπτω μὲ τὴν γλώσσαν καὶ ἁμαρτάνω».

Πέμπτον, ὁ λέων, πάτερ μου, εἶναι ἡ καρδιά μου, κατὰ τῆς ὁποίας διεξάγω νύκτα καὶ ἡμέρα πεισματώδη ἀγώνα καὶ δυστυχῶς μὲ ἕλκει μὲ μεγάλη βία σὲ ὅλα ὅσα βλάπτουν καὶ καταστρέφουν τὴν ψυχήν μου. Βλέπεις, πάτερ μου, «ὅτι ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος αὐτοῦ» (Γεν. η' 21), καὶ ἀκόμη, ὅτι ἡ καρδία μου εἶναι ἀκάθαρτος ὡς εἶπεν ὁ Κύριός μου: «Ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. ιε' 19) καὶ ὅτι πράγματι ἔτσι εἶναι καὶ πρέπει νὰ κουρασθῶ νὰ τὴν καθαρίσω, μοῦ τὸ ἐπιβεβαίωσε ὁ Προφήτης Δαβὶδ ποῦ λέγει εἰς τὸν Κύριον: «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἔμοι ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἔγκαινισον ἐν τοῖς ἔγκατοίς μου» (Ψαλμ. 50, 12),

Και Ἕκτον, πάτερ μου, ὁ ἀσθενής, εἶναι τὸ σῶμα μου, τὸ ὁποῖον ποτὲ δὲν εὑρίσκεται στὴν ἴδια κατάσταση. Ἄλλοτε θέλει τροφὴ καὶ ἄλλοτε νηστεία. Ἄλλοτε ἀνάπαυση καὶ ἄλλοτε τυραννία. Ἄλλοτε περίθαλψη καὶ ἄλλοτε ὄχι, καὶ γιὰ τὸν λόγον αὐτὸν εἶμαι ἀναγκασμένος νὰ ἔχω τὴν προσοχή μου διαρκῶς γυρισμένη πρὸς αὐτό, γιὰ νὰ τὸ περιποιοῦμαι ὅσο εἶναι δίκαιο, ἐπειδὴ χρειάζεται καὶ αὐτὸ ὅπως τὸ τσούφλι γιὰ τὸ αὐγό.

Ἀφού ἄκουσε αὐτὰ ὁ Ἡγούμενος ἀπὸ τὸν σοφό του Μοναχό, τὸν συγχάρηκε καὶ εἶπε: «Ἐὰν ὅλοι κάναμε ὅπως ἐσὺ τέκνον μου, δηλαδὴ νὰ ἐργαζόμαστε διὰ νὰ συγκρατήσομε τὰ πάθη μας καὶ ἐνημερώσομε τὸν κακὸν - ἑαυτό μας, ἡ γῆ θὰ γινόταν οὐρανὸς καὶ ὅλοι θὰ εἴμασταν εὐτυχισμένοι καὶ εἰρηνικοί. 

ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΑΛΟ ΑΓΩΝΑ.

Ποιο είναι το έργο της Εκκλησίας;


Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Θε­οῦ, ἀ­πλω­μέ­νη σ’ ὄ­λο τόν πλα­νή­τη μας, ἔ­χει σπου­δαί­α ἀ­πο­στο­λή καί σπου­δαῖ­ο ἔρ­γο νά ἐ­πι­τε­λέ­σει. Γι’ αὐ­τό καί τό ἔρ­γο τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας εἶ­ναι πο­λύ­πλευ­ρο, κα­θο­λι­κό, για­τί ἀγ­κα­λι­ά­ζει ὅ­λο τόν κό­σμο, ὅ­λη τή δη­μι­ουρ­γί­α. Γι᾿ αὐ­τό ἄλ­λω­στε ὀ­νο­μά­ζε­ται καί Κα­θο­λι­κή.

Τό ἔρ­γο της ᾿Εκ­κλη­σί­ας εἶ­ναι· 
α΄)῾Α­γι­α­στι­κό καί λει­τουρ­γι­κό. 
β΄) Δι­δα­κτι­κό. 
γ΄) Ποι­μαν­τι­κό. 
δ΄)῾Ι­ε­ρα­πο­στο­λι­κό, 
ε΄) Φι­λαν­θρω­πι­κό 

Γι᾿ αὐ­τά θά μι­λή­σου­με στή συ­νέ­χεια ὅ­σο πι­ό σύν­το­μα γί­νε­ται.

α) Α­γι­α­στι­κό - λει­τουρ­γι­κό: (λα­τρευ­τι­κό)˚ Πῶς ὅ­μως ἁ­γι­ά­ζει ἡ ᾿Εκ­κλη­σί­α; ῾Α­γι­ά­ζω, ση­μα­ί­νει κα­θα­ρί­ζω, ἀ­παλ­λάσ­σω ἀ­πό τή βρω­μιά καί ξεχ­ω­ρί­ζω ἀ­κό­μα. Καί ἡ ᾿Εκ­κλη­σί­α αὐ­τό κά­νει στά μέ­λη της. ᾿Α­παλ­λάσ­σει το­ύς πι­στο­ύς της ἀ­πό τή λέ­ρα τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, μέ­σῳ τῶν Μυ­στη­ρί­ων της, στά ὁ­ποῖ­α ὁ Λυ­τρω­τής Χρι­στός ἐ­να­πέ­θε­σε τήν ἁ­γι­α­στι­κή, τήν κα­θαρ­τι­κή χά­ρη Του.

῞Ο ἴ­διος εἶ­ναι πού ἁ­γι­ά­ζει καί κα­θα­ρί­ζει δι­ά τοῦ Ἁ­γί­ου Πνε­ύ­μα­τος τήν ᾿Εκ­κλη­σί­α γι­ά νά τήν πα­ρα­στή­σει ἀ­μώ­μη­τη, χω­ρίς λέ­ρα ἤ ζα­ρω­μα­τιά, σάν νύμ­φη στό πλευ­ρό του ὅ­ταν θά γί­νουν οἱ γά­μοι Του στά τέ­λη τῶν αἰ­ώ­νων. (Ἐ­φεσ. 5. 26,27.)

Θέ­λε­τε νά μά­θε­τε τόν τρό­πο τοῦ κα­θα­ρι­σμοῦ; Δι­ά τῶν Μυ­στη­ρί­ων, ὅ­πως ἔ­χου­με πεῖ· «τῷ λου­τρῷ τοῦ ὕ­δα­τος ἐν ρή­μα­τι». Δη­λα­δή, μέ τό λου­τρό τοῦ βα­πτί­σμα­τος, καί «ἐν ρή­μα­τι», μέ τό ὄ­νο­μα τοῦ Πα­τρός καί τοῦ Υἱ­οῦ καί τοῦ ῾Α­γί­ου Πνε­ύ­μα­τος, ὅ­πως ἐ­ξη­γεῖ, ὁ Νι­κό­δη­μος ὁ ῾Α­γι­ο­ρε­ί­της.

Με­τά τό βά­πτι­σμα καί τό χρῖ­σμα τε­λει­ώ­νε­ται τό νέ­ο μέ­λος καί γί­νε­ται ἱ­κα­νό νά πα­ρευ­ρί­σκε­ται στήν τέ­λε­ση τοῦ Μυ­στη­ρί­ου τῆς Θε­ί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας, πού εἶ­ναι τό Μυ­στή­ριο τῶν Μυ­στη­ρί­ων, πού εἶ­ναι τό κέν­τρο τῆς σω­τη­ρί­ας μας καί ὁ ἄ­ξο­νας πού πρέ­πει νά πε­ρι­φε­ρό­μα­στε. Μέ τό Μυ­στή­ριο αὐ­τό ζοῦ­με συ­νε­χῶς τήν ἀ­να­πα­ρά­στα­ση τῆς Θυ­σί­ας τοῦ Θε­αν­θρώ­που Χρι­στοῦ, προ­σφέ­ρον­τάς την στό Θε­ό καί Πα­τέ­ρα καί αὐ­τό γί­νε­ται κατ᾿ ἐν­το­λή τοῦ ἰ­δί­ου τοῦ Κυ­ρί­ου.῾Η συμ­με­το­χή τοῦ πι­στοῦ στό Μυ­στή­ριο αὐ­τό, τόν ἑ­νώ­νει μέ τό Χρι­στό καί μέ ὅ­λο τό πλή­ρω­μα τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας· ἔ­τσι κα­τορ­θώ­νε­ται ἡ ἑ­νό­τη­τα καί ἡ κοι­νω­νί­α τῶν χρι­στια­νῶν πού εἶ­ναι αὐ­τό τό σῶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, ἡ κοι­νω­νί­α τῶν ἁ­γί­ων καί σε­σω­σμέ­νων ἀν­θρώ­πων.

῾Η Εκ­κλη­σί­α, συμ­βάλ­λει ἀ­κό­μα στόν ἁ­για­σμό τῶν πι­στῶν καί μέ τίς ἄλ­λες ἀ­κο­λου­θί­ες καί προ­σευ­χές της. ῾Αλ­λά καί τά προ­σβλη­μέ­να της τέ­κνα ἀ­πό κά­ποι­α ἁ­μαρ­τί­α τά θε­ρα­πε­ύ­ει, τά κα­θα­ρί­ζει καί τά ἐ­πα­να­φέ­ρει στήν κα­τά Θε­ό ζω­ή, μέ τό σω­τή­ριο Μυ­στή­ριο τῆς με­τά­νοι­ας καί τῆς ἐ­ξο­μο­λό­γη­σης καί τῆς θεί­ας Κοι­νω­νί­ας, ὅ­πως βε­βαι­ώ­νει καί ὁ ἠ­γα­πη­μέ­νος μα­θη­τής: «Τό αἶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ μᾶς κα­θα­ρί­ζει ἀ­πό κά­θε ἁ­μαρ­τί­α»(α΄Ἰ­ω­άν. α΄7.). Αὐ­τό, μέ λί­γα λό­για εἶ­ναι τό ἁ­γι­α­στι­κό - λει­τουρ­γι­κό ἔρ­γο τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας.

β) Δι­δα­κτι­κό: Κά­θε ἔρ­γο γιά νά γί­νει χρει­ά­ζε­ται ἐρ­γά­τες, γι’ αὐ­τό καί ὁ Κύ­ριος, κα­τά τόν Ἀ­πό­στο­λο Παῦ­λο, ὁ Θε­ός το­πο­θέ­τη­σε στήν ῾Εκ­κλη­σί­α, «πρῶ­τον Ἀ­πο­στό­λους, δεύ­τε­ρον προ­φῆ­τας, τρί­τον δι­δα­σκά­λους».῾Η ἐ­νέρ­γει­α αὐ­τή τοῦ Κυ­ρί­ου ἀ­πο­σκο­πεῖ στό νά δι­δά­ξει καί νά κα­ταρ­τί­σει τά μέ­λη τῆς ᾿Εκ­κ­λη­σί­ας, στό νά γί­νουν ἱ­κα­νοί νά κα­τα­νο­ή­σουν τό σκο­πό καί τά μυ­στή­ρι­α τοῦ Θε­οῦ καί νά γί­νουν ἕ­τοι­μοι γι­ά τόν ἁ­γι­α­σμό καί τήν ὁ­λο­κλη­ρω­μέ­νη ἕ­νω­ση τους μέ τό Θε­αν­θρώ­πι­νο σῶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, τήν ᾿Εκ­κ­λη­σί­α.

Τῆς εἰ­σό­δου κά­θε μέ­λους στό σῶ­μα τῆς ᾿Εκ­κ­λη­σί­ας προ­η­γεῖ­ται ἡ δι­δα­σκα­λί­α καί ἡ κα­τή­χη­ση καί ἀ­κο­λου­θεῖ ὁ ἁ­γι­α­σμός δι­ά τῶν Μυ­στηρί­ων.

γ) Ποι­μαν­τι­κό: Τό κυ­ρι­ώ­τε­ρο ἔρ­γο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας εἶ­ναι«ὁ κα­ταρ­τι­σμός τῶν ἁ­γί­ων με­λῶν της». ῾Η ᾿Εκ­κλη­σί­α πα­ρου­σι­ά­ζε­ται ἀ­πό τό Εὐ­αγ­γέ­λιο σάν πο­ί­μνη μέ ποι­μέ­να τόν Κύ­ριο.( Ματ­θ. 26, 30. ).

῾Ο κατ᾿ ἐ­ξο­χήν ποι­μέ­νας εἶ­ναι ὁ Χρι­στός, ὁ ᾿Αρ­χι­ποι­μέ­νας. Με­τά ὅ­μως τήν σω­μα­τι­κή Του ᾿Α­νά­λη­ψη, ἔ­δω­σε στήν ᾿Εκ­κλη­σί­α το­ύς ἀν­θρώ­πους ποι­μέ­νες καί δι­ά τοῦ ῾Α­γί­ου Πνε­ύ­μα­τος το­ύς κα­θι­στᾶ ἱ­κα­νο­ύς νά ποι­μέ­νουν νά κα­θο­δη­γοῦν τήν ᾿Εκ­κλη­σί­α.( ᾿Ε­φεσ.4, 11,16)

῾Ο ἀ­πο­στο­λος Παῦ­λος ἐ­φι­στᾶ τήν προ­σο­χή τῶν ποι­μέ­νων, μέ τά ἑ­ξῆς λό­για· «προ­σέ­χε­τε οὐν ἑ­αυ­τοῖς καί πα­ντί τῷ ποι­μνί­ῳ ἐν ὧ ὑ­μᾶς τό Πνεῦ­μα τό῞Α­γιον ἔ­θε­το ἐ­πι­σκό­πους, ποι­μέ­νειν τήν ᾿Εκ­κλη­σί­αν τοῦ Κυ­ρί­ου καί Θε­οῦ.­.­.» ( Πράξ, .20,28). Καί ὁ ἀ­πό­στο­λος Πέ­τρος πα­ραγ­γέ­λει σ᾿ αὐ­το­ύς πῶς νά ποι­μέ­νουν τήν ᾿Εκ­κλη­σί­α,«Ποι­μά­να­τε τό ἐν ὑ­μῖν πο­ί­μνιο τοῦ Θε­οῦ, ἐ­πι­σκο­ποῦν­τες μή ἀ­ναγ­κα­στι­κῶς, ἀλ­λ᾿ ἑ­κου­σί­ως, μη­δέ αἰ­σχρο­κερ­δῶς, ἀλ­λά προ­θύ­μως-­.­.­.» ( Α. Πέ­τρ. 5, 2,3). Δη­λα­δή νά ποι­μέ­νε­τε τό ποί­μνιο (τούς χρι­στια­νούς) πού σᾶς ἐμ­πι­στεύ­θη­κε ὁ Θε­ός, ὅ­πως αὐ­τός θέ­λει, δη­λα­δή μέ τή θέ­λη­σή σας, καί νά μήν τό νο­μί­ζε­τε ἀγ­γα­ρί­α˚ μέ προ­θυ­μί­α καί ὄ­χι γιά τά χρή­μα­τα. Μήν κα­τα­δυ­να­στεύ­ε­τε αὐ­τούς πού ποι­μέ­νε­τε, ἀλ­λά νά εἴ­σθε ὑ­πό­δειγ­μα στό ποί­μνιό σας.

῞Ο­πως ἀν­τι­λαμ­βα­νό­μα­στε τό ἔρ­γο τῆς δι­α­πο­ί­μαν­σης τῶν χρι­στια­νῶν εἶ­ναι βα­σι­κό καί σπου­δαῖ­ο ἔρ­γο τῶν ποι­μέ­νων, ἄλ­λά καί δύ­σκο­λο. Αὐ­τοί, οἱ ποι­μέ­νες ἔ­χουν τήν εὐ­θύ­νη γι­ά τόν κα­ταρ­τι­σμό τῶν ἐ­νο­ρι­τῶν τους γι­ά τίς ἀ­λή­θει­ες τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου καί τά ἀ­κρί­βεια τῶν δογ­μά­των τῆς πί­στε­ως. Οἱ ποι­μέ­νες τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας θά χει­ρα­γω­γή­σουν κά­θε πι­στό πῶς θά πο­λι­τε­ύ­ε­ται καί πῶς θά ζεῖ κα­τά Χρι­στόν, ἀ­κό­μα δέ θά κα­θο­δη­γοῦν σω­στά τόν χρι­στια­νό καί γι­ά τά προ­βλή­μα­τα τῆς πα­ρο­ύ­σης ζω­ῆς σύμ­φω­να μέ τό φῶς τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου.

Οἱ σω­στοί ποι­μέ­νες ἀ­γρυ­πνοῦν γι­ά νά μήν ἐ­πι­τρέ­ψουν σέ κα­νέ­να προ­βα­τό­σχη­μο λύ­κο νά μπεῖ στήν μάν­δρα τοῦ Χρι­στοῦ. ῾Η ᾿Εκ­κλη­σί­α μέ τό ποι­μαν­τι­κό της ἔρ­γο, γί­νε­ται ἀφ᾿ ἑ­νός ὁ πνευ­μα­τι­κός τρο­φο­δό­της καί συν­τη­ρη­τής τῶν πι­στῶν καί ἀφ᾿ ἑ­τέ­ρου προ­στά­της καί ἀ­σπί­δα γι­ά τά μέ­λη της.

δ)­῾Ι­ε­ρα­πο­στο­λι­κό: ῾Η ᾿Εκ­κλη­σί­α, μέ τή σω­στή δι­δα­σκα­λί­α γί­νε­ται θερ­μο­κή­πιο ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς. ᾿Α­πό το­ύς κόλ­πους τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας γε­νι­οῦν­ται τά νέ­α στε­λέ­χη πού θά δρά­σουν ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κά, νά με­τα­φέ­ρουν συ­νε­χῶς τό μή­νυ­μα τῆς χα­ρᾶς καί τῆς ἐλ­πί­δας γι­ά σω­τη­ρί­α, τό­σο ἐν­τός ὅ­σο καί ἐ­κτός τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας, στο­ύς ἡ­μέ­τε­ρους καί στο­ύς ξέ­νους. Νά με­τα­φέ­ρουν τό κή­ρυγ­μα τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου σ᾿ ὅ­λους το­ύς ἀν­θρώ­πους κα­τά τήν ἐν­το­λή τοῦ Κυ­ρί­ου· «πο­ρευ­θέν­τες μα­θη­τε­ύ­σα­τε πάν­τα τά ἔ­θνη» (Λουκ. 24, 47).

Στίς Πρά­ξεις τῶν Ἀ­πο­στό­λων (ιγ΄. 2,4) Τό Ἅ­γιον Πνεῦ­μα, ζη­τά ἀ­πό τή σύ­να­ξη τῶν πι­στῶν νά τοῦ ξε­χω­ρί­σουν τόν Βαρ­νά­βα καί τόν Σαῦ­λο γιά τό ἔρ­γο πού τούς προ­ό­ρι­ζε, δη­λα­δή τῆς ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς.

῾Η ῾Ι­ε­ρα­πο­στο­λή, εἶ­ναι κα­θῆ­κον καί ὑ­πο­χρέ­ω­ση καί ὁ­φει­λή τῆς ᾿Εκ­κλη­σί­ας καί ἀλ­λο­ί­μο­νο ἄν πα­ρα­με­λεῖ­ται.

ε) Φιλανθρωπικό: Ἡ φι­λαν­θρω­πί­α εἶ­ναι ἀ­να­πό­σπα­στο μέ­ρος τοῦ ἔρ­γου τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τό ἀ­σκεῖ πάν­το­τε γιά ἀ­να­κού­φι­ση καί στή­ρι­ξη τῶν πτω­χῶν καί ἀ­δυ­νά­των με­λῶν της. Ὁ ἱ­δρυ­τής τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας εἶ­ναι ὁ κα­τ’ ἐ­ξο­χήν φι­λάν­θρω­πος. Πέ­ρα­σε τό σύν­το­μο βί­ο Του στή γῆ μας «εὐ­ερ­γε­τών καί ἰ­ώ­με­νος» τούς ἀν­θρώ­πους. 

Οἱ Ἀ­πό­στο­λοι συ­νέ­χι­σαν τή φι­λαν­θρω­πί­α ἀ­πό τά πρῶ­τα βή­μα­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.(Πράξ. 2.44,47). Τρα­νό πα­ρά­δειγ­μα ἡ συ­νέ­χι­ση τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας, Ὁ Μέ­γας Βα­σί­λει­ος μέ τή πε­ρί­φι­μη Βα­σι­λειά­δα του. 

Καί αὐ­τό συ­νε­χί­ζε­ται μέ­χρι καί σή­με­ρα μέ τίς «Φι­λό­πτω­χες Ἀ­δελ­φό­τη­τες» τῶν ἐ­νο­ρι­ῶν. Βλέ­που­με καί στίς κρί­σι­μες μέ­ρες μας Τήν Ἐκ­κλη­σί­α μας νά προ­το­στα­τεῖ στό ἔρ­γο τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας ὅ­που ὑ­πάρ­χει ἀ­νάγ­κη, μέ τά συ­σί­τια πού ορ­γα­νώ­θη­καν παν­τοῦ στις ἐ­νο­ρί­ες. Τό φι­λαν­θρω­πι­κό της ἔρ­γο ἡ Ἐκ­κλη­σί­α θά τό συ­νε­χί­σει μέ­χρι τέ­λους, για­τί εἶ­ναι γνή­σια κό­ρη τοῦ ἐ­λε­ή­μο­νος Θε­οῦ.


από το βιβλίο: ΟΔΗΓΟΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

Συχνή Εξομολόγηση και συχνότερη Μετάληψη


*** JABŁECZNA 2013r.***

«Μὲ αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ στὴν ψυχή του κατὰ τὴν ὥρα θανάτου, μὲ τοῦτο ἀπέρχεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ»

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Θὰ ἤθελες νὰ μάθης ἂν ἡ Ἐξομολόγηση εἶναι τόσο ἀπαραίτητη;

. Παλαιότερα πήγαινες πιὸ συχνὰ στὴν ἐξομολόγηση μὰ σταμάτησες, ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε γι’ αὐτό. Δὲν ἔπρεπε νὰ διακόψεις. Ποιόν δὲν εἰρωνεύτηκαν οἱ ἄνθρωποι; Ξέρεις τί εἶπε ὁ διορατικότερος ὅλων: «οὐαὶ ὑμὶν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε…» (Λουκ. ϛ´ 25). Μοῦ γράφεις ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν τέχνη σου ἔχεις καὶ ἕνα ἀμπέλι, ποὺ σοῦ δίνει καλὴ παραγωγή, ἐπειδὴ τὸ καλλιεργεῖς πολύ. Ἂν κάποιος ἐγκατέλειπε τὸ ἀμπέλι του καὶ εἰρωνευόταν ἐσένα ποὺ φροντίζεις μὲ ἐπιμέλεια τὸ δικό σου, μήπως θὰ σήκωνες τὰ χέρια σου ἀπὸ τὸ ἀμπέλι καὶ θὰ σταματοῦσες νὰ τὸ καλιεργεῖς; Σίγουρα δὲν θὰ τὸ ἔκανες αὐτό.

. Πῶς μπορεῖς λοιπὸν νὰ ταλαντεύεσαι ἀναφορικὰ μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς σου, ἡ ὁποία εἶναι σημαντικότερη ἀπ’ ὅλα τὰ ἀμπέλια τοῦ κόσμου; Ἐπειδὴ ὅταν πεθάνεις, τὴν ψυχή σου θὰ τὴν πάρεις, ἐνῶ τὸ ἀμπέλι θὰ τὸ ἀφήσεις. Ἀπ’ ὅλες τὶς καλλιέργειες, ἡ σημαντικότερη εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀπ’ ὅλους τοὺς κόπους ποὺ ὁ ἄνθρωπος καταβάλλει πάνω στὴ γῆ, ὁ κόπος γιὰ τὴν ψυχὴ εἶναι ὁ πιὸ συνετός. Γιὰ τοῦτο, γύρνα στὴν προηγούμενη προσπάθειά σου γύρω ἀπὸ τὴν ψυχή σου καὶ ξεκίνα πάλι νὰ ἐξομολογῆσαι. Λέει ὁ ἀπ. Ἰάκωβος: «ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα…» (Ἰακ. ε´16).

. Οἱ ἁμαρτίες θεριεύουν καὶ πολλαπλασιάζονται μέσα στὴ μυστικότητα. Μόλις ὅμως βγοῦν στὸ φῶς, ξηραίνονται καὶ πεθαίνουν. Μὴ πεῖς: «Δὲν ἔχω ἁμαρτίες»! διάβασε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ δίκαιος στὰ Ψαλτήρι: «ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψ. 50,7). Μὴν πεῖς πάλι: «ἐγὼ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου στὸν ἴδιο τὸν Θεὸ καὶ δὲν χρειάζεται νὰ ἐξομολογοῦμαι σὲ ἀνθρώπους». Ποιός ἦταν περισσότερο δίκαιος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο; Καὶ ὁ Παῦλος αὐτός, εἶχε μία ἁμαρτία πρὶν ἀπὸ τὴν ἀποστολική του κλήση ὡς Σαῦλος καὶ τὴν ἁμαρτία του αὐτὴ τὴν ἐξομολογήθηκε δημόσια, ὄχι μία φορὰ ἀλλὰ πολλὲς καὶ ὄχι μονάχα μπροστὰ σὲ πιστοὺς ἀλλὰ καὶ σὲ εἰδωλολάτρες. Γράφει στοὺς βαπτισμένους Γαλάτες: «ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτὴν» (Γαλ. α´13). Τὸ ἴδιο ἀποκαλύπτει καὶ μπροστὰ στὸν ἀβάπτιστο βασιλιὰ Ἀγρίππα.

. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐνεργοῦσε ἔτσι, ἐσὺ γιατί νὰ κρατᾶς τὰ τραύματα τῆς ψυχῆς σου κρυμμένα; Γιατί νὰ ἀφήνεις τὰ φίδια νὰ πολλαπλασιάζονται στὸν κόρφο σου; Μήπως ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε; Καὶ ἂν σὲ εἰρωνεύτηκε μία φορά, μήπως θὰ σὲ εἰρωνεύεται αἰώνια; Προσευχήσου μυστικὰ γι’ αὐτὸν στὸν Θεό. Ἴσως μετανοήσει καὶ μὲ δάκρυα ἐκθέσει τὸ ἁμάρτημά του. Τί εἶναι πιὸ ἀσταθὲς ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σκέψη; Πόσοι καὶ πόσοι ἄνθρωποι δὲν μετανιώνουν τὸ βράδυ γιὰ λόγια ποὺ ξεστόμισαν τὴν ἡμέρα; Γι’ αὐτό, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ψυχή σου, μὴν ἀκοῦς τὸν καθένα πού σου λέει περιστασιακὰ κάτι ἄλλα ἄκουε αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ κηρύττει. Κάνε συζήτηση μὲ πνευματικοὺς ποὺ ἐξομολογοῦν ἀνθρώπους καὶ θὰ ἀκούσεις ἀπὸ ἐκείνους πολλὰ παραδείγματα γιὰ τὸ πόση ψυχικὴ ἀνακούφιση ἔλαβαν ὅσοι ἀπὸ καρδιᾶς ἐξομολογήθηκαν.

. Δὲν εἶναι κανένα παραμύθι ἀλλὰ ἡ ὠμὴ ἀλήθεια, ὅτι πολλοὶ ἑτοιμοθάνατοι, ὄντες σὲ πολύωρη ἀγωνία, μπόρεσαν νὰ ξεψυχήσουν μονάχα τότε, ὅταν ἐξομολογήθηκαν τὶς ἁμαρτίες τους στὸν ἱερέα. Θὰ μποροῦσα καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ σοῦ ἀναφέρω κάποια τέτοια παραδείγματα στὰ ὁποῖα ἤμουν αὐτόπτης. Ὁ Θεός μας εἶναι Θεὸς ἐλέους καὶ καλοσύνης καὶ θέλει τὴν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως θὰ σωθεῖ κάποιος ἄνθρωπος, ἂν ξεκάθαρα καὶ συνειδητὰ δὲν κάνει διάκριση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ἂν δὲν ἀπορρίψει τὴν ἁμαρτία καὶ δὲν ἀναγνωρίσει τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ;

. Μὲ αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ στὴν ψυχή του κατὰ τὴν ὥρα θανάτου, μὲ τοῦτο ἀπέρχεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ἂν αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, μὲ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἂν εἶναι δικαιοσύνη, τότε μὲ τὴν δικαιοσύνη. Ὁ Θεὸς περιμένει ἀπὸ κάθε θνητὸ ἄνθρωπο τὴν μετάνοια καὶ ἡ μετάνοια περιλαμβάνει τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων. Καὶ ἐπειδὴ κάθε ὥρα καὶ ἡμέρα μπορεῖ ὁ ἄγγελος τοῦ θανάτου νὰ ἔρθει γιὰ νὰ παραλάβει τὴν ψυχή μας, γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία συνιστᾶ στοὺς πιστούς, συχνὴ ἐξομολόγηση καὶ ἀκόμη συχνότερη Μετάληψη.