Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Δοξαστικό Κυριακής των Αγ. Πάντων & των 12 Αποστόλων


(Ζωντανή ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης)

Δόξα... Ἦχος πλ. δ'
Κοσμᾶ Μοναχοῦ

Ἣν διήλθετε κτίσιν φωτίσαντες, οἱ τοῦ Σωτῆρος Μαθηταί, τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων, ὡς ὕλην καταφλέξαντες τοῖς διδάγμασιν ὑμῶν, τὰ ἔθνη ἐξ ἀγνωσίας βυθοῦ, πρός τὴν θείαν γνῶσιν, σαγηνεύσαντες ἐσώσατε, καὶ νῦν πρεσβεύσατε Χριστῷ, ὅπως ἵλεως γένηται ἡμῖν, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως.


Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ὑπερευλογημένη ὑπάρχεις Θεοτόκε Παρθένε·
διά γάρ τοῦ ἐκ σοῦ σαρκωθέντος,
ὁ ἅδης ἠχμαλώτισται, ὁ Ἀδάμ ἀνακέκληται,
ἡ κατάρα νενέκρωται, ἡ Εὔα ἠλευθέρωται,
ὁ θάνατος τεθανάτωται, καί ἡμεῖς ἐζωοποιήθημεν.
Διό ἀνυμνοῦντες βοῶμεν· εὐλογητός Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν,
ὁ οὕτως εὐδοκήσας, δόξα σοι».

Εβδομαδιαίο Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών


Το κήρυγμα των Αποστόλων

Του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού


Και να ηξεύρετε, παιδιά μου, ετούτην την γην, όπου κατοικούμεν, την έχει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
Καθώς έχει ένας βασιλεύς και μαζώνει όλα τα βασιλικά χρέη και παίρνει από χωράφια, από αμπέλια και από τους ανθρώπους, και στέλνει ανθρώπους ιδικούς του και τα μαζώνουν κάθε χρόνον, και όταν τα πηγαίνουν εκείνοι έμπροσθεν εις τον βασιλέα χαίρεται ο βασιλεύς και τους δίδει μεγάλα χαρίσματα και τους έχει φίλους ήγαπημένους, έτσι έχει ο Χριστός την γην ωσάν αμπέλι, όλον τον κόσμον.


Και έβαλεν εργάτας τους δώδεκα Αποστόλους, τους ευλόγησε και τους έδωκε την χάριν του Αγίου Πνεύματος και ευθύς έμαθον τα γράμματα και όλες τις γλώσσες, ότι πρώτον οι Απόστολοι ήταν αγράμματοι και μίαν γλώσσαν μόνον ήξευραν, και αφού τους ηυλόγησε και τους εφύσησε εις το στόμα τους και έλαβον χάριν, όλα τα γράμματα και τις γλώσσες τις εμαθον.

Και τους εστειλεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, εις όλον τον κόσμον και τους είπεν: Σύρτε εις όλον τον τόπον και εις όλην την γην, κάστρα και χωριά, και ειπέτε τους, αν ίσως θέλουν να ζήσουν και εδώ καλά και ειρηνικά και να τους βάλω εις τον παράδεισον, να πιστεύσουν και να βαπτίζωνται εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και να φυλάγουν τα προστάγματα του αγίου Ευαγγελίου.

Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι, είπεν ο Κύριος να ευλογούν την χώραν εκείνην. Και εις οποίαν χώραν και δεν τους δέχονται οι άνθρωποι, είπεν ο Κύριος: Να τινάζετε και τα παπούτσια σας από τον κονιορτόν και να φύγετε. Και ωσάν έλαβον οι Απόστολοι την χάριν και την ευλογίαν του Αγίου Πνεύματος, ευθύς έτρεξαν ωσάν αστραπή εις όλον τον κόσμον και μετ’ εκείνην την χάριν του Αγίου Πνεύματος ιάτρευον τυφλούς, λεπρούς, αρρώστους και τους δαιμονιζομένους, και, το μεγαλύτερον, με το όνομα του Χριστού μας επρόσταζαν τους νεκρούς και ανεσταίνονταν.

Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και τους εδέχονταν οι άνθρωποι, αρχιερείς, ιερείς, διακόνους, αναγνώστας έκαμναν και εκκλησίας, και ευλογούνταν η χώρα εκείνη και εγίνονταν ένας επίγειος παράδεισος, μία μεγάλη χαρά και ευφροσύνη, κατοικία των Αγγέλων, κατοικία του Χριστού μας. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και δεν τους εδέχονταν οι άνθρωποι, δεν ευλογούνταν η χώρα εκείνη, έμενε κατάρα και όχι ευλογία, κατοικία του διαβόλου και όχι του Χριστού μας.

Κυριακάτικο Κήρυγμα (Α' Ματθαίου)


Κυριακή Α' Ματθαίου [των Αγίων Πάντων]
Ματθ. 10: 32-33, 37-38, 19: 27-30

Γιορτάζει η αγία μας Εκκλησία και πανηγυρίζει σήμερα τους Άγιους Πάντες, όλους δηλαδή εκείνους τους συνανθρώπους μας που όχι μόνο πίστεψαν στο κήρυγμα του Χριστού, αλλά με τη ζωή τους έκαναν πράξη τις αλήθειες του Ευαγγελίου και με το παράδειγμά τους ενισχύουν και προτρέπουν όλους εμάς να συνεχίσουμε τον καλό αγώνα της πίστεως. Είναι οι αδελφοί μας οι γνωστοί και οι αφανείς, είναι οι προστάτες μας, εκείνοι που πρεσβεύουν στον Κύριο και για τη δική μας σωτηρία και θαυματουργούν όταν τους επικαλούμαστε με πίστη, είναι τα ζωντανά βιβλία της πίστεως, τα παραδείγματά μας και η απόδειξη ότι ο αγώνας μας και εφικτός είναι και δεν είναι άσκοπος αλλά το αντίθετο, σωτήριος και ζωοποιός.

Γι αυτό και σήμερα ακούμε από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο να μας μεταφέρει τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: “ Κάθε έναν που θα με ομολογήσει ενώπιον των ανθρώπων, θα τον ομολογήσω κι εγώ μπροστά στον Πατέρα μου τον επουράνιο· και όποιον με αρνηθεί ενώπιον των ανθρώπων, θα τον αρνηθώ κι εγώ μπροστά στον Πατέρα μου. Εκείνος που αγαπά μητέρα ή πατέρα περισσότερο από εμένα, δεν μου είναι άξιος· και εκείνος που αγαπά τα παιδιά του περισσότερο από εμένα, δεν μου είναι άξιος. Κι εκείνος που δεν σηκώνει τον σταυρό του και δεν με ακολουθεί, δεν μου είναι άξιος”. 

Του λέει ο Πέτρος: Κύριε, ορίστε, τα έχουμε εγκαταλείψει όλα για να σε ακολουθήσουμε· τί λοιπόν θα κερδίσουμε; Ο Χριστός υπόσχεται ότι κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του οι Απόστολοι θα καθίσουν δίπλα από τον θρόνο Του, και θα κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, “και ο καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή μητέρα ή πατέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή αγρούς για χάρη του ονόματός μου, θα λάβει εκατό φορές περισσότερα και θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή”.

Η ομολογία της πίστεως αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία για τη ζωή μας. Οι Άγιοι Πάντες το πέτυχαν αυτό, ομολόγησαν δηλαδή την πίστη τους στο Χριστό και Τον έθεσαν πρώτη προτεραιότητα στη ζωή τους, πάνω από κάθε τι ανθρώπινο και γήινο, γι αυτό και δοξάστηκαν από τον Θεό και τιμούνται από εμάς σήμερα. Και όταν μιλάμε για ομολογία πίστεως, έχουμε βέβαια στο νου μας τους άπειρους Μάρτυρες, που θυσίασαν ακόμα και τη ζωή τους προκειμένου να μην αρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό. 

Δεν σκέφτηκαν τίποτα, δεν δείλιασαν μπροστά σε καμία απειλή, δεν κάμφθηκαν από τους πόνους και τα βασανιστήρια, δεν αρνήθηκαν τον Χριστό ακόμα και όταν οι τύραννοι θανάτωναν ενώπιόν τους τα αγαπημένα τους πρόσωπα, γονείς, παιδιά, συζύγους. Για τους Μάρτυρες της πίστεώς μας το μεγαλύτερο αγαθό, το οποίο δεν μπορεί κανείς να μας αφαιρέσει, είναι ο Χριστός, τον οποίο δεν αρνήθηκαν και γι αυτό τα ονόματά τους έχουν μείνει αιώνια γραμμένα στο βιβλίο της ζωής.

Η ομολογία ωστόσο της πίστεως στον Χριστό δεν έχει να κάνει μόνο με το σωματικό μαρτύριο, αλλά με την όλη στάση του ανθρώπου, με τη διαρκή παρουσία του Χριστού στην καρδιά και στη ζωή του. Ομολογία πίστεως έδωσαν οι ασκητές της ερήμου, που θυσίασαν κάθε δικαίωμά τους και κάθε άνεση, ακόμα και την καθημερινή τους τροφή, για την αγάπη του Χριστού. Ομολογία πίστεως έδωσαν και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ποιμαίνοντας τον λαό του Θεού με το παράδειγμά τους και με τα συγγράμματά τους, με τα οποία αγωνίστηκαν να μας μορφώσουν εν Χριστώ και να αντικρούσουν τις πλάνες των αιρέσεων. Ομολογία πίστεως έδωσαν και όλοι οι Άγιοι, ακόμα και εκείνοι που παραμένουν άγνωστοι σε εμάς και μόνο ο Θεός γνωρίζει.

Ομολογία του Χριστού καλείται να δώσει ο κάθε πιστός σε κάθε εποχή και σε κάθε περίσταση, σε κάθε πτυχή και δραστηριότητα του καθημερινού του βίου, στην εργασία, στο σπίτι, στις συναναστροφές, στην κοινωνία, στον κάθε μας συνάνθρωπο. Ιδιαίτερα μάλιστα στην εποχή μας, που γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί η πίστη στην ιδιωτική ζωή του ανθρώπου, που ο Χριστός και η πίστη μας βάλλεται με νέα μέσα και με πρόσχημα τα ανθρώπινα δήθεν δικαιώματα, ο λόγος του Κυρίου μας θα πρέπει να μας προβληματίσει ακόμα περισσότερο.

Και τούτο επειδή, δυστυχώς, πολλές φορές παραθεωρούμε τον Χριστό και θέτουμε άλλες προτεραιότητες στη ζωή μας. Ασχολούμαστε με τα βιοτικά και τα καθημερινά, με την εργασία μας, με την οικογένειά μας, με τα θέλω μας, με το πώς θα γίνουμε αρεστοί και “επιτυχημένοι” στον κοινωνικό μας περίγυρο, και ξεχνάμε τον Χριστό ή δεν μιλάμε και πολύ γι' Αυτόν, μήπως και μας παρεξηγήσουν ή μας περιθωριοποιήσουν. Για να μη βρεθούμε στο περιθώριο της κοινωνίας, διαλέγουμε να θέσουμε τον Χριστό στο περιθώριο της ζωής μας, και να ασχοληθούμε με Αυτόν όταν οι άλλοι δεν θα μας βλέπουν, μυστικά και ιδιωτικά.

Στο σύγχρονο αυτό πειρασμό ας μη λησμονούμε ότι καμία αρετή δεν έχει μεγαλύτερη σημασία, όσο από την δημόσια ομολογία της πίστης μας στον Χριστό, όχι απλά με λόγια, αλλά με τα έργα μας και με τις πράξεις μας. 

[Διαφορετικά, αν δεν κάνουμε πράξη όσα μας προτρέπει σήμερα ο Χριστός, θα εκπλαγούμε εκείνη την ημέρα, όταν θα φωνάζουμε “Κύριε, άνοιξέ μας” κι εκείνος απαντήσει “Αλήθεια, δεν σας γνωρίζω” (Ματθ. 25, 12).]

xerouveim

Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

† Κυριακή 30 Ιουνίου 2013 (Α' Ματθαίου)

Ευαγγελική Περικοπή,

Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον
Κεφ. θ' : 36, ι' : 1-8

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς ὄχλους, ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐῤῥιμμένοι, ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα. Καὶ προσκαλεσάμενος ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς δώδεκα Μαθητὰς αὐτοῦ, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν κατὰ πνευμάτων ἀκαθάρτων, ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ, καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν. Τῶν δὲ δώδεκα Ἀποστόλων τὰ ὀνόματά ἐστι ταῦτα· πρῶτος, Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος, καὶ ᾿Ανδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ· ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ᾿Ιωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ· Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος· Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης· ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ ᾿Αλφαίου καὶ Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος· Σίμων ὁ Κανανίτης, καὶ ᾿Ιούδας ὁ ᾿Ισκαριώτης, ὁ καὶ παραδοὺς αὐτόν. Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ ᾿Ιησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς, λέγων· Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε, καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε· Πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ. Πορευόμενοι δὲ κηρύσσετε, λέγοντες, ὅτι ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε.



Απόστολος,

Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου
Κεφ. ια' : 33-40, ιβ' : 1-2

δελφοί, οἳ ἅγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα Κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν.




Εἰς τόν Ὄρθρον
Τὸ A΄ Ἑωθινόν Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
Κεφ. κη' : 16-20

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ,οἱ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὸ ὄρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν αὐτῷ, οἱ δὲ ἐδίστασαν. Καὶ προσελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς, ἐλάλησεν αὐτοῖς λέγων· Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς. Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ, ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν.

Δοξαστικό των Αγίων και Πανευφήμων Αποστόλων, Πέτρου & Παύλου


(Ζωντανή ηχογράφηση, σήμερα, Σάββατο 29 Ιουνίου 2013,
στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης)


Δόξα Πατρί...Ἦχος πλ. β' 

Ἡ πάνσεπτος τῶν Ἀποστόλων, ἐπεδήμησεν ἑορτή, τῇ Ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ, προξενοῦσα σωτηρίαν ἡμῖν, μυστικῶς οὖν κροτήσαντες τούτοις προσείπωμεν. Χαίρετε φωστῆρες τῶν ἐν σκότει, τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες ὑπάρχοντες. Χαίρετε Πέτρε καὶ Παῦλε, δογμάτων τῶν θείων θεμέλιοι ἀῤῥαγεῖς, φίλοι τοῦ Χριστοῦ, σκεύη τίμια, Πάρεστε μέσον ἡμῶν ἀοράτως, καταξιοῦντες δωρεῶν ἀΰλων, τοὺς τὴν ἡμῶν ἑορτήν, εὐφημοῦντας ᾄσμασι.


Καὶ νῦν...

Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, 
τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,
ὁ πανταχοῦ παρών καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός,
ἐλθέ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος, καὶ σῶσον, ἀγαθὲ τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ο μόνος φιλάνθρωπος


Τὸ χειρότερο πρᾶγμα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὁ θάνατος: τὸ νὰ γίνω λάσπη, νὰ μεταβληθῶ σὲ σκουλήκια, σὲ πηλό! Ἀξίζει τάχα νὰ εἶναι κανεὶς ἄνθρωπος; Γιατὶ νὰ σὲ ἀγαπήσω, Θεέ μου, ἀφοῦ αὔριο θὰ μεταβληθῶ σὲ σκουλήκια καὶ πηλό;

Νά, ὅμως, ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοὺς Χριστὸς σὲ σώζει ἀπὸ τὸν θάνατο διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του, ἐξασφαλίζει τὴν αἰώνιο ζωὴ γιὰ τὴν ψυχή σου καὶ τὸ σῶμα, ὅταν ἐκεῖνο θὰ ἀναστηθεῖ λαμπερό καὶ θά ἐνωθεῖ μὲ τὴν ψυχή.

Γι' αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος Ἰησοὺς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἀποκαλεῖται ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος, ὁ μόνος ἀπὸ κατασκευῆς κόσμου μέχρι τῆς Φοβερᾶς Κρίσεως.

Μονάχα ἐκεῖνος ποὺ νίκησε τὸν θάνατο εἶναι ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος καὶ ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἁπλὲς φλυαρίες.

Καὶ οἱ κουλτούρες, οἱ πολιτισμοί, οἱ ἐπιστῆμες καὶ οἱ τέχνες; - Τὶ ἀστεῖα πράγματα! Μὰ τὶ νὰ τὴν κάνω τὴν τεχνολογία καὶ τὴν ἐπιστήμη ὅταν μὲ μεταβάλουν σὲ σκουλήκια καὶ λάσπη;

Ἐκεῖνος εἶναι ὁ μόνος φιλάνθρωπος, αὐτὸς ποὺ μὲ ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸν θάνατο καὶ τὸν διάβολο. Γιατὶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῆς ἁμαρτίας καὶ μαζὶ μ' αὐτὴν καὶ τοῦ κακοῦ.

Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο: ἡ λύτρωση ἀπὸ τὸν θάνατο. Λέει ἡ δεύτερη μεγάλη ἐντολή: «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματ. 22, 39).

Πότε ἁγαποῦμε λοιπόν πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο; Ὅταν τὸν λυτρώνουμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία του, ἀπὸ τὴν κόλαση... αὐτὴ εἶναι ἡ γνήσια ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο.

Ἀπατᾶ ἑαυτόν ὁποῖος νομίζει πῶς ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο ἐνῶ ἐγκρίνει τὶς ἁμαρτίες του καὶ ἀναπαύει τὰ πάθη του. Τότε ἀγαπᾶ τὸν θάνατό του καὶ ὄχι τὸν ἴδιο.

Μονάχα ὅταν ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ Χριστοῦ -μέ ὅλη τὴν ψυχή καὶ τὴν δύναμή του- τότε τὸν ἀγαπᾶ ἀληθινά.

Θὰ ρωτήσει κάποιος: καὶ ἡ ἀγάπη τῶν γονέων πρὸς τὰ τέκνα; Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ συζύγου πρὸς τὴν σύζυγο; Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν πατρίδα; Δὲν εἶναι καὶ αὐτά ἀγάπη; Τὰ ονομάζουμε βέβαια ὅλα αὐτά ἀγάπη ἀλλὰ εἶναι ἄραγε ἔτσι;

Ὅλα αὐτά δὲν ἔχουν ἴχνος ἀγάπης ἐάν δὲν εἶναι ὁ Χριστὸς ἡ δύναμη ἐκείνη μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ἀγαπᾶμε. Ἄν ὁ πατέρας δὲν ἀγαπᾶ τὰ τέκνα του μὲ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄν δὲν τὰ παιδαγωγεῖ στὸ ἀγαθό, ἄν δὲν τὰ ὁδηγεῖ στὸν ἴσιο δρόμο, ἄν δὲν τὰ διδάσκει νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, παρὰ μονάχα τὰ χαϊδεύει καὶ τὰ κολακεύει, τότε τὰ μισεῖ καὶ τὰ φονεύει.

Ἄν πάλι, ὁ σύζυγος ἀγαπᾶ τὴν σύζυγο μονάχα σαρκικά, γίνεται ὁ φονιάς της. Ἔτσι συμβαίνει μὲ κάθε γήινη, σαρκικὴ ἀγάπη.

Ιουστίνος Πόποβιτς

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Απόκρισις περί αναξίων αρχόντων


TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ 
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ

Απόκρισις περί αναξίων αρχόντων.[1]

Ερώτησις: Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι οι εξουσίες του κόσμου έχουν ταχθή από τον Θεό[2]. Πρέπει λοιπόν να δεχθούμε ότι κάθε άρχοντας ή βασιλεύς ή επίσκοπος προχειρίζεται στο αξίωμα αυτό από τον Θεό;

Απόκρισις: Ο Θεός λέει στον Νόμο: «Θα σας δώσω άρχοντας σύμφωνα με τις καρδιές σας»[3].

Είναι λοιπόν φανερό ότι οι μεν άρχοντες και οι βασιλείς πού είναι άξιοι αυτής της τιμής προχειρίζονται στο αξίωμα αυτό από τον Θεό. Οι άλλοι πάλι πού είναι ανάξιοι προχειρίζονται κατά παραχώρησιν ή και βούλησιν του Θεού σε ανάξιο λαό εξ αιτίας αυτής ακριβώς της αναξιότητός των. Και άκουσε σχετικά μερικές διηγήσεις.

Όταν είχε γίνει βασιλεύς ο Φωκάς ο τύραννος[4] και άρχισε εκείνες τις αιματοχυσίες με τον Βονόσο[5] τον δήμιο, υπήρχε κάποιος μοναχός στην Κωνσταντινούπολη άγιος άνθρωπος, που έχοντας πολλή παρρησία προς τον Θεό, σαν να δικαζόταν με τον Θεό και έλεγε με απλότητα: 

«Κύριε, γιατί έκανες τέτοιον βασιλέα;» Καί τότε, αφού το έλεγε αυτό για αρκετές ημέρες, του ήλθε φωνή εκ Θεού πού έλεγε: «Διότι δεν βρήκα άλλον χειρότερο».

Υπήρχε και κάποια άλλη πόλις στην περιοχή της Θηβαΐδος πού ήταν γεμάτη παρανομία, της οποίας οι πολίτες διέπρατταν πολλά μιαρά και άτοπα πράγματα. Σ' αυτήν λοιπόν κάποιος άνθρωπος του ιπποδρόμου διεφθαρμένος στο έπακρον απόκτησε ξαφνικά κάποια ψευδοκατάνυξι και πήγε και κουρεύτηκε μοναχός και ντύθηκε το μοναχικό σχήμα. Αλλ' όμως καθόλου δεν σταμάτησε τις πονηρές πράξεις του. Συνέβη λοιπόν να πεθάνη ο επίσκοπος της πόλεως αυτής.

Τότε παρουσιάσθηκε σε κάποιον άγιο άνθρωπο άγγελος Κυρίου και του λέει: «Πήγαινε και προετοίμασε την πόλι, για να χειροτονήσουν επίσκοπο τον πρώην άνθρωπο του ιπποδρόμου».

Πήγε λοιπόν αυτός και έκανε ο,τι του παρηγγέλθη. Αφού λοιπόν χειροτονήθηκε ο προαναφερθείς πρώην ή μάλλον ετι φαυλόβιος, άρχισε με τον νου του να φαντάζεται ότι κάτι είναι και να υψηλοφρονή. Τότε του παρουσιάσθηκε άγγελος Κυρίου και του λέει: «Γιατί υψηλοφρονείς, άθλιε; Σου λέω αλήθεια ότι δεν έγινες επίσκοπος, επειδή ήσουν άξιος για ιεροσύνη, άλλα γιατί αυτής της πόλεως τέτοιος επίσκοπος της άξιζε».

Γι' αυτό λοιπόν, αν ποτέ δεις κάποιον ανάξιο και πονηρό βασιλέα ή άρχοντα ή επίσκοπο, μην απορήσης, μήτε να κατηγορήσης τήν πρόνοια του Θεού. Αλλά μάλλον μάθε απ' αυτό και πίστευε ότι παραδιδόμεθα σε τέτοιους τυράννους εξ αιτίας των ανομιών μας, κι όμως πάλι δεν αφήνουμε τα κακά μας έργα.


1. Ερωτήσεις και αποκρίσεις περί διαφόρων κεφαλαίων εκ διαφόρων προσώπων, 
Ερώτησις ις', PG 89,476Β-477Α.
2. Ρωμ. ιγ' 1.
3. πρβλ. Ιερεμ. γ' 15
4. Φλάβιος Φυτκάς: αυτοκράτωρ του Βυζαντίου (602-610), 
περιβόητος για την σκληρότητα και ακολασία του.
5. Βονόσος ή Βόνωσος: λογοθέτης (υπουργός) επί Φλαβίου Φωκά.

Συνταγές ... θεραπευτικές


Ήξερε πολύ καλά ο παπα-Σάββας πότε θα φαινόταν επιεικής, πότε μέτριος, πότε αυστηρός και ακριβολόγος. Τις συντετριμμένες και τεταπεινωμένες ψυχές τις οικονομούσε με περισσή επιείκεια.

Όταν όμως έβλεπε ψυχική αντοχή, απέφευγε να κάνη υποχωρήσεις. Θα κανόνιζε όπως έπρεπε, πάντα όμως με τρόπο γλυκύ, ώστε να γίνεται δεκτός ο κανόνας χωρίς την παραμικρή δυσανασχέτηση. Σαν πολύπειρος καμηλιέρης άκριβοζύγιζε με μάτι έξησκημένο τί φορτίο αντέχει η καμήλα.

Δειχνόταν αυστηρός σ’ όσους προξένησαν ζημίες στον πλησίον τους.

— Πνευματικέ μου, του λέει ένας προσκυνητής. Έχω και κάτι άλλο. Περνώντας από την Καλύβη ένός γνωστού μου Γέροντα -αυτός έτυχε ν’ απουσιάζη- έκοψα από τον κήπο, με το θάρρος που είχα, μερικά πορτοκάλια.

— Α, παιδί μου! Πρόσεξε! Όλα τα άλλα αμαρτήματά σου τα συγχωρεί δι’ εμού ο Θεός. Τα πορτοκάλια όμως πρέπει να τα επιστρέψης, γιατί διαφορετικά δεν συγχωρείσαι, και παραμένουν άσυγχώρητες και οι άλλες αμαρτίες σου.

Πολύ αυστηρός, άτεγκτος, παρουσιαζόταν σε θέματα που σχετίζονταν με την Ιερωσύνη. Αν ο υποψήφιος Ιερεύς εμποδιζόταν από κάποιο αμάρτημα, δεν υπήρχε περίπτωσις να του πάρη συμμαρτυρία και συγκατάθεσι. Αν πάλι κάποιος κληρικός έπεφτε σε σοβαρό παράπτωμα, το ήξερε εκ των προτέρων:

— Πάτερ μου, θα του έλεγε, να κρεμάσης το πετραχήλι σου για να μή βαρύνης άλλο την ψυχή σου.

Στις αρχές της δράσεως του ως Πνευματικού συνήθιζε κάθε Μεγάλη Τεσσαρακοστή, από την πρώτη εβδομάδα, νά περιοδεύη στα Μοναστήρια και να εξομολογή. Συνέβη όμως στην Μονή Ιβήρων να βρεθή κάποτε στην ανάγκη να τιμωρήση αυστηρά δύο Ιερείς που είχαν παρεκτραπή. Αυτό είχε αρκετά δυσάρεστες συνέπειες. Πικράθηκε πολύ από την στάσι των Ιερέων αυτών και από τότε έπαψε τις περιοδείες. Περιωρίσθηκε στο εξομολογητήριό του. Πάντως την σημαία δεν την υπέστελλε. Πάνω απ’ όλα η ευλάβεια και η περιφρούρησις του υψίστου αξιώματος της Ιερωσύνης.

***

Εγνώριζε πολύ καλά πόση παιδαγωγική και θεραπευτική αξία κρύβει ένα από πάσης πλευράς επιτυχημένο και διαλεγμένο επιτίμιο. Και όπως θα μας το δείξη η συνέχεια υπήρξε ασυναγώνιστος στην επιλογή των έπιτιμίων.

Πριν από πολλά χρόνια, έναν Οκτώβριο, μήνα ήσυχο και κατάλληλο, κινήσαμε για το Άγιον Όρος και σε λίγες ημέρες βρεθήκαμε στην αξέχαστη Σκήτη της Αγίας Άννης, την πνευματική μας γενέτειρα. Μέσα στην αγιασμένη της ατμόσφαιρα είχαμε να συναντήσουμε τόσα προσφιλή πρόσωπα που κρατούν, υπό την σκέπη της θεοπρομήτορος, αναμμένη την ορθόδοξη ασκητική δάδα.

— Βλέπετε τον γερο-Αντώνιο, μας λέει κάποια ημέρα φίλος μας Ιερομόναχος. Μαζεύει εκεί κάτω εληές. Ενενήντα χρονών που είναι, θάχη πολλά στις αποθήκες της μνήμης του για τους παλαιούς Πατέρες. Μή χάσετε την ευκαιρία.

Άλλο που δεν θέλαμε. Τον πλησιάσαμε χωρίς καθυστέρησι. Ήταν ψηλός, αδύνατος, με φτωχική αμφίεσι και ελαττωματική από το γήρας όρασι, και πρόσχαρος σαν μικρό παιδί.

— θυμάσαι τίποτε, πάτερ Αντώνιε, για τον Πνευματικό, τον παπα-Σάββα;

— Αλλοίμονο! Για τον παπα-Σάββα τον άγιο αυτόν Πνευματικό να μή θυμάμαι! Σ’ αυτόν εξωμολογούμην.

— Τότε θα έχης πολλά να μας ειπής.

— Βεβαίως. Και μάλιστα κάτι που θα σας κάνη εντύπωσι. Έχει κάνει εντύπωσι και στην γλώσσα αυτή που σας ομιλεί, στην γλώσσα μου.

Τί να ήταν άραγε αυτό; διερωτηθήκαμε. Και πως μπορούσε να έχη κάνει εντύπωσι στην γλώσσα; Αλλά μας το έλυσε το αίνιγμα ο ίδιος.

— Ήμουν νεαρό καλογέρι. Ακόμη δεν είχα ξεχάσει τις κακές συνήθειες του κόσμου. Και λιγάκι ευέξαπτος στον χαρακτήρα. Στον κήπο της Καλύβης κάποτε προέκυψε μία διαφορά με τον γείτονα. Μπήκε ο πειρασμός στην μέση. Κάπως απότομα μου μίλησε εκείνος. Αρπάχτηκα κι’ εγώ, ανοίγω το στόμα μου και χωρίς να σκεφθώ τί κάνω του λέω…

Απλούς σαν μικρό παιδί και ταπεινός ο γερο-Αντώνιος μας ανέφερε την βαρειά πράγματι φράσι που ξέφυγε από το στόμα του.

— Μετά από λίγες ώρες ανηφόριζα για την Μικρά Αγία Άννα. Ο Γέροντάς μου με έστειλε στον παπα- Σάββα να εξομολογηθώ το αμάρτημά μου. Με την πρώτη ματιά ο Πνευματικός κατάλαβε την εσωτερική μου αναταραχή.

«Πνευματικέ μου, ήρθα να εξομολογηθώ μία μεγάλη αμαρτία». «Να την εξομολογηθής. Καλώς να την εξομολογηθής. Μή βιάζεσαι όμως. Κάθισε να πάρης ένα λουκουμάκι. Ιλαρίων, -φώναξε τον υποτακτικό του- φέρε το κέρασμα». Με ρωτούσε διάφορα άλλα για τον Γέροντά μου, το εργόχειρό μας, την Καλύβη μας. Ήθελε να διώξω από πάνω μου την ταραχή, και έπειτα να με δεχθή στην Εξομολόγησι. Έπρεπε το Μυστήριο να διεξαχθή σε ατμόσφαιρα ειρήνης. Ηρέμησα. Προχωρήσαμε τότε στο εξομολογητήριο. Ένα εξομολογητήριο μικρό, μικρότατο σαν κρύπτη. Εξαγόρευσα το μεγάλο μου αμάρτημα. Μου είπε, θυμάμαι, λόγια πατρικά, σοφά. Ξεκαθάρισε ο σκοτεινιασμένος ορίζοντας της ψυχής μου.

Στο τέλος χαμογελαστός: «Να βάλουμε, παιδί μου, λέει, κι’ ένα μικρό κανόνα στην γλωσσά». «Να βάλουμε, άγιε Πνευματικέ». «Όχι μεγάλα πράγματα. Νά, γυρίζοντας στην Αγία Άννα, θα πάς στο Κυριακό, θα βγάλης την γλώσσα σου έξω και θα την σύρης στο δάπεδο από το κατώφλι μέχρι την εικόνα του Χριστού. Και θα Του ζητήσης συγγνώμη. Σύμφωνοι;». «Σύμφωνοι». Εκείνη την ώρα δεν μου φάνηκε πολύ σπουδαίο το επιτίμιο.

Πέρασαν λίγες ώρες και ξαναβρέθηκα πάλι στην Καλύβη του παπα-Σάββα. «Πνευματικέ μου, του λέω, έλα να δής πως έγινε η γλώσσα μου με τον κανόνα που μου έβαλες. Γδάρθηκε, πρίσθηκε, κοκκίνισε, έγινε σαν τσαρούχι». 

Του την έδειξα. Χαμογέλασε λίγο. «Ε, παιδί μου, τί να κάνουμε; Τέτοια γλώσσα που είναι, τέτοια της χρειάζονται». Και από τότε δεν θυμάμαι να βγήκε άλλη φορά άσχημος λόγος από το στόμα μου.


Σημείωση:

1. Στις Σκήτες εκτός από τους μικρούς Ναούς κάθε Καλύβης υπάρχει και ο μεγάλος και κεντρικός Ναός, το «Κυριακόν». Σ’ αυτόν με την συμμετοχή όλων των μοναχών της Σκήτης τελούνται οι Ακολουθίες των Κυριακών κυρίως, καθώς και των μεγάλων εορτών.



Αρχιμανδρίτου Χερουβείμ, 
Σύγχρονες Αγιορείτικες μορφές, Σάββας ο πνευματικός, Έκδοσις Η’, Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός, Αττικής 1995

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Ο δύσκολος ανήφορος

του μακαριστού αρχιμ.
 Χερουβείμ Καράμπελα

Η μόνη ευκαιρία για να δούμε τους συνασκητάς μας ήταν η συγκέντρωσις στον αρσανά της σκήτης.

Μετα την αναχώρησι του μικρού πλοιαρίου, που έκανε την γραμμή από την Δάφνη μέχρι την Αγία Άννα ή και μέχρι την Λαύρα, αν το επέτρεπε ο καιρός, οι πατέρες επέστρεφαν στις καλύβες τους, ακολουθώντας τα ανηφορικά μονοπάτια.
Ήσαν όλοι φορτωμένοι με τους ντορβάδες τους, άλλος λιγώτερο, άλλος περισσότερο.

Πάντως όλοι κάτι έπρεπε να μεταφέρουν στην πλάτη.
Εκατόν πενήντα μέτρα από το μουράγιο, συναντούσαμε ένα προσκυνητάρι και δίπλα του ένα πεζούλι. Εκεί κατεβάζαμε λίγο το φορτίο μας για να ξεκουρασθουμε και να πάρουμε δύναμι για την ανάβασι. Από κεί και πέρα άρχιζε ο δύσκολος ανήφορος. Ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι…

Στο σημείο αυτό, στο οποίο είναι κτισμένο το προσκυνητάρι, η αγάπη του Θεού επέτρεψε να γίνη κάτι θαυμαστό. Το γεγονός αυτό είναι γραμμένο κάτω από τον Εσταυρωμένο με το καντηλάκι. Παραθέτουμε το κείμενο:

«Γέροντος τινος υποτακτικός μεταφέρων εκ της θαλάσσης φορτίον επί των ώμων και ανερχόμενος μετά πολλού κόπου, αλλά και υπό αδημονίας καταληφθείς ως ματαίως δήθεν κοπιάζων, εκάθησεν ενταύθα μετά του φορτίου προς ολίγην ανάπαυσιν τυραννούμενος υπό των ανωτέρω λογισμών, όπου παραδόξως ακούει άνωθεν την κατ’ εξαίρετον τρόπον έφορον και αρωγόν ημών Υπεραγίαν Θεοτόκον λέγουσαν αυτώ: «Τι αδημονείς και θλίβεσαι; Γίνωσκε ότι οι κόποι αυτοί, τους οποίους οι αδελφοί υπομένουσιν αχθοφορούντες, ως θυσία ευάρεστος εις τον Θεόν προσφέρονται και οι ίδρωτες ους χύνουσιν ανερχόμενοι, ως αίμα μαρτυρικόν παρά τω Χριστώ λογισθήσονται και μέγαν μισθόν λήψονται εν τη ημέρα της κρίσεως οι αγογγύστως υπομένοντες τους σκληρούς κόπους της ενταύθα ασκήσεως και υπακοής».
Ταύτα ακούσας ο αδελφός και πληροφορηθείς την καρδίαν διηγήσατο τοις αδελφοίς και πατράσι· διανύσας δε εν πνευματική χαρά και οσιότητι το υπόλοιπον της εν εσκήσει και υπακοή ζωής αυτού, απήλθε προς αιωνίους μονάς, ίνα λάβη τον μισθόν των κόπων αυτού κατά την θείαν υπόσχεσιν». 

Καθώς λέει μάλιστα η παράδοσις, την αποκάλυψι αυτή πληροφορήθηκε και ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος Ε’ ο Καράκαλλος, ο οποίος ασκήτευε τότε στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης. Από την ημέρα εκείνη έπαυσε να μεταφέρη με υποζύγιο τα γεωργικά του εργαλεία στον ελαιώνα, ο οποίος ευρισκόταν κοντά στον τόπο όπου έγινε το θαύμα, και τα μετέφερε στον ώμο του, για να λάβη και αυτός τον στέφανο των μαρτυρικών ιδρώτων των αδελφών και υποτακτικών της σκήτης. Καθ’ όλη την διάρκεια της πορείας εκρατούσαμε στο χέρι το κομποσχοίνι και προσευχόμεθα με την «ευχή» και τους Χαιρετισμούς. Και όταν εφθάναμε στην καλύβη μας, εβάζαμε την καθιερωμένη μετάνοια στις εικόνες και στον Γέροντά μας, στον οποίο δίναμε αναφορά για την αποστολή και υπακοή μας.

Ερχόμενος κάποτε από την Νέα Σκήτη προς την Αγία Άννα, συνήντησα ένα μοναχό προχωρημένης ηλικίας. Ήταν κατάλευκος, χαρίεις και ελκυστικός στην όψι. Μόλις με είδε, με χαιρέτησε με απλότητα και μου είπε:

—Κάθου να σε γνωρίσω, νέε στρατιώτα του Χριστού μας!
Εκάθησα σε μία πέτρα, χωρίς να φέρω καμμία αντίρρησι. Παρ’ όλο που, όπως ανέφερα, δεν είχαμε ευλογία να συνομιλούμε με ξένους, δεν κατώρθωσα ν’ αντισταθώ. Με είχε καθηλώσει η ευλογημένη εκείνη μορφή.
—Από που είσαι, καλογέρι μου; με ρώτησε.
—Από το Γενέσιον της Θεοτόκου.
—Ω! έκανε θαυμάζοντας. Από τους εκλεκτούς αυτούς πατέρας; Ο Θεός να σε ευλογή.
Άρχισε τότε να μου ομιλή για την αξία της μοναχικής ζωής και για τον αγώνα του μοναχού:

—Αν θέλης, παιδί μου, να επιτύχης στην μοναχική σου κλήσι, ένα πράγμα έχω να σου πω. Φρόντισε να αγαπήσης πολύ τον σωματικό κόπο. Αυτά τα βράχια, αυτούς τους ανηφόρους και κατηφόρους, αυτά τα ατελείωτα σκαλοπάτια, αυτούς τους ντορβάδες και τα τσουβάλια, αυτούς τους ιδρώτας και τους μόχθους, που κάθε ημέρα θα ζης, φρόντισε, καθώς σου είπα, να τους αγκαλιάσης με την ψυχή σου. Είναι ίσως το αντίδοτο του εγωισμού σου. Έτσι θα σπάση η αντιδραστική του παρουσία κι έτσι θα απαλλαγής κι εσύ απ’ αυτή την Λερναία Ύδρα της ανθρωπίνης ψυχης. Είμαι από μικρό παιδί εδώ στο Άγιον Όρος. Εγνώρισα αγίους μοναχούς, σοφούς μοναχούς. Εδιάβασα τόσα πατερικα βιβλία, και όλα αυτά σ’ ένα συμφωνούν και συναντώνται: ότι ο μεγαλύτερος εχθρός του χριστιανού και περισσότερο του μοναχού είναι ο εγωισμός.

Γι’ αυτό πιστεύω, πως και ο Γέροντάς σου και συ θα συνεργασθήτε, ώστε κάποτε να σταθής μπροστά στον Θεόν, απηλλαγμένος από το θηρίο αυτό, και στολισμένος με την ταπεινοφροσύνη να εισέλθης στον Παράδεισο.

Οι σκέψεις του μεστές, ώριμες, αρωματισμένες, βγαλμένες από ψυχή «κεκαθαρισμένην επταπλασίως». H έκφρασίς του παιδική, γεμάτη αγία αθωότητα. «Θεέ μου, διερωτώμουν, ποιος να είναι αυτός ο γέροντας»; Κάποια στιγμή μου λέει:

—Παιδί μου, μην περιμένης να φθάσης σε μεγάλη ηλικία και τότε να επιδοθής στην βαθειά καλλιέργειά σου. Αγωνίζου κάθε ημέρα, να πλησιάζης την ζωή του Χριστού μας. Ενώσου με τον Ιησού. Το θερμόμετρο της αγάπης σου προς τον Χριστό πρέπει να δείχνη κάθε ημέρα πως ανεβαίνει. Αυτό θα το καταλαβαίνης, οταν νοιώθης πως τα πράγματα της παρούσης ζωής χάνουν για σένα κάθε αξία και η περιφρόνησίς σου γι’ αυτά γίνεται πιο αισθητή. 

Ένα άλλο σημάδι που βοηθεί στην διαπίστωσι αυτή, είναι το μέγεθος της αγάπης σου προς τον Γέροντά σου, ο οποίος σε συνδέει με τον Χριστό. Ο Γέροντας για μας τους υποτακτικούς είναι ο Θεός μετά τον Θεόν μας. Κι εγώ, αν και προχωρημένος στην ηλικία καθώς βλέπεις, είμαι ακόμη υποτακτικός.

Αυτά ήσαν η κεντρική ιδέα των όσων συνεκράτησα από την συνάντησί μου με τον υπέροχο εκείνον μοναχό.
—Γέροντα, συγχωρέστε με. Ποιος είσθε; Πως ονομάζεσθε;
—Είμαι από την Βίγλα και λέγομαι πατήρ Βαρλαάμ.
—Εσείς είσθε ο παπα-Βαρλαάμ! εφώναξα και του έβαλα αμέσως στρωτή μετάνοια. Μα καθώς εσηκωνόμουν, είδα τον γέροντα με το κεφάλι ακουμπισμένο στην γη να βάζη με την σειρά του κι αυτός μετάνοια! Διαμαρτυρήθηκα γι’ αυτό, αλλα εκείνος μου αποκρίθηκε φυσικότατα ότι έτσι συνηθίζει να κάνει σε παρόμοιες περιπτώσεις… Πόσα και πόσα δεν είχα ακούσει για το υψηλό πνευματικό επίπεδο του παπα-Βαρλαάμ από τον Γέροντά μου και τον παπα-Ιωακείμ! [...] 

Όταν επέστρεψα στην καλύβη μας και διηγήθηκα το περιστατικό αυτό στον Γέροντά μου, έτρεξαν όλοι οι αδελφοί της συνοδείας, ν’ ακούσουν για την χαριτόβρυτη μορφή και ομιλία του πνευματικού εκείνου αετού.

Μία από τις ευλογημένες αυτές συναντήσεις ήταν και η συνάντησις με τον γερο-Διονύσιο τον Κατουνακιώτη και τον αξιοθαύμαστο υποτακτικό του π. Αρσένιο. Ο γερο-Διονύσιος ησχολείτο και με τα γράμματα. Κάπου-κάπου έγραφε και έλεγε μερικά επιτυχημένα ποιήματα. Ζητούσε επίμονα και με επιμέλεια την σωτηρία της ψυχής του. Δεν ήταν άνθρωπος των συμβιβασμών. Ο π. Αρσένιος ήταν δουλεμένος μοναχός.

Ο Γέροντάς του το ήξερε και ήθελε να τον στεφανώνη καθημερινώς με τα στεφάνια της υπακοής και της υπομονής. Πόσες φορές δεν του φερόταν σκληρά και περιφρονητικά και μάλιστα ενώπιον άλλων πατέρων! Εκείνος όμως, κάνοντας υπομονή, έβαζε μετάνοια και ζητούσε συγγνώμη.

Κάποτε, στην θ. Λειτουργία, όταν έφθασε η ώρα του κοινωνικού, πήγαμε όλοι να λάβουμε συγχώρησι από τους Γεροντάδες μας, προκειμένου να προσέλθουμε στο Ποτήριο της Ζωής. Όταν όμως επλησίασε και ο π. Αρσένιος τον Γέροντά του, εκείνος με μία σκληρή και απότομη κίνησι τον έδιωξε λέγοντάς του:

—Βρέ απρόκοφτε, τολμάς να ζητήσης ευλογία για να κοινωνήσης, εσύ που είσαι ένα δοχείο γεμάτο ακαθαρσία και εγωισμό;

Η ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε από την σκηνή αυτή, μας εθύμισε μοναχισμό του Δ’ και Ε’ αιώνος. Ο π. Αρσένιος εζήτησε συγγνώμη για το τόλμημά του αυτό και μαζεύθηκε σε μια γωνιά. Τότε ακριβώς βλέπω τρεις-τέσσερις Γεροντάδες να πλησιάζουν τον γερο-Διονύσιο και να τον παρακαλούν να επιτρέψη στον υποτακτικό του να κοινωνήση. Σε λίγο ακούω τον γερο-Διονύσιο να λέη στον π. Αρσένιο:

—Άντε, έχεις χάρι που οι Γεροντάδες μου ζήτησαν να σου επιτρέψω την θ. Κοινωνία. Θα κάνω υπακοή σ’ αυτούς και πιστεύω οτι ο Κύριος θα σε συγχωρήση και θα σε δεχθή.
Εκείνος τότε «συντετριμμένος και τεταπεινωμένος» προσήλθε με δάκρυα που ήσαν αισθητά σε όλους και πήρε μέσα του Εκείνον που υπέμεινε τόσα από εμάς τους ανθρώπους. Το θαυμαστό ομως στην υπόθεσι αυτή είναι οτι ο γέρων Διονύσιος, μετά από κάθε παρόμοια συμπεριφορά προς τον υποτακτικό του, ήταν γεμάτος χαρά και θαυμασμό γι’ αυτόν. Και όταν ο π. Αρσένιος απομακρυνόταν, συχνά έκλαιγε αναλογιζόμενος την ωφέλεια που απεκόμιζε από την μεταχείρησι αυτή ο υποτακτικός του και θαύμαζε την υπομονή του.

Το περιστατικό αυτό ήταν για μας τους υποτακτικους ένα από τα σπάνια μαθήματα. Εύλογητός ο Θεός!


Πηγή: Αρχιμανδρίτου Χερουβείμ, 
Απο το Περιβόλι της Παναγίας, 
Έκδοσις Ιεράς Μονής Παρακλήτου.

H προσευχή του Αγίου Μαρτίνου


Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΙΝΟΥ

Αρχαία μαρτυρία από την Ορθοδοξία της δύσης. Η νοερά προσευχή και άσκηση υπήρχαν πάντοτε στην ζωή της Εκκλησίας 

Μία από τις σημαντικώτερες ενδείξεις ότι ο Θεός δεν εγκατέλειψε ακόμη την αναξία μας γενεά μέσα στους πονηρούς αυτούς καιρούς είναι ότι παρά τους συνεχείς κλονισμούς και εκτροχιασμούς δεν απωλέσαμε ακόμη την μυστική μνήμη και βίωσι της προσευχής της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Το ότι δε η επιβίωσις αυτή οδήγησε τελικώς και σε αναβίωσι αποτελεί ένα ακόμη μεγαλύτερο σημείο του απείρου πλάτους των οικτιρμών του Κυρίου, καθώς και η νεώτερη θεολογία και ζωή παρουσιάζει εμφανείς τάσεις αναβαπτίσεως στην μυστική Παράδοσι, αλλά και ξένοι κύκλοι, Ορθόδοξοι και μη, σπεύδουν διψασμένοι να μαθητεύσουν στην σωστική αυτή διδαχή.

Είναι διάχυτη όμως και σε μας — και ακόμη περισσότερο στους ξένους — η αντίληψις πως η σημερινή Ορθόδοξη πρακτική της προσευχής είναι μία επί μέρους και ειδική παράδοσις του βυζαντινού μοναχισμού (κυρίως από τον 9
ο αιώνα και μετά) και όχι η γενική καθολική παράδοσις του Χριστιανισμού- ακόμη δε περισσότερο πως η λεγομένη νηπτική παράδοσις της νοεράς προσευχής αποτελεί απλώς προϊόν του ησυχαστικού κινήματος του 14ου αιώνος, παρόλο που οι ίδιοι οι ησυχασταί δεν έπαυσαν ποτέ να εξηγούν, πως η διδασκαλία τους ανάγεται σε αυτήν όλων των προηγουμένων Πατέρων, βιώθηκε απ' όλους τους μεγάλους αγίους, παλαιούς και νέους, όσιους και μάρτυρες, και διήκει μέχρι τους Αποστολικούς χρόνους, την διδασκαλία των Ευαγγελίων, αλλά και αυτής της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι και πολλοί φωτισμένοι νεώτεροι διδάσκαλοι προσπάθησαν και προσπαθούν να άρουν τις ηθελημένες αυτές παρεξηγήσεις και να καταδείξουν στον σύγχρονο κόσμο την εκπληκτική αυτή ενότητα και συνέχεια.

Η αδιάσπαστη αυτή ενότητα και συνέχεια του μυστικού βιώματος της Εκκλησίας γίνεται ακόμη πιο εκπληκτική (και απροσδόκητη ίσως), όταν επισημαίνεται και σε έργα αρχαίων «Δυτικών» Πατέρων ή βίους αγίων της αρχαίας Ορθοδόξου Δύσεως, γραμμένους μάλιστα στά λατινικά. Εξέχον τέτοιο παράδειγμα είναι ο βίος του αγίου Μαρτίνου, επισκόπου στην Ορθόδοξη Γαλλία του 4
ου αιώνος. Σ' αυτό το σύντομο σημείωμα, ας μας επιτραπεί να ρίξουμε ένα βλέμμα (αδιάκριτο ίσως και ανάρμοστο, αλλά πάντως πλήρες πόθου) στις σχετικές πτυχές του βίου του, όπως μας τις παραδίδουν οι αρχαίες λατινικές μαρτυρίες.

Ο Άγιος.

Ο άγιος Μαρτίνος έζησε μέσα στον 4
ο αιώνα (316-397) κατά τους χρόνους του Μ. Κωνσταντίνου και των διαδόχων του. Καταγόταν από Ρωμαϊκή — τότε περιοχή της σημερινής Ουγγαρίας, αλλά έδρασε ως επί το πλείστον στην Β. Ιταλία και κυρίως στην Γαλατία, δηλ. την σημερινή Γαλλία.

Υπηρέτησε ως στρατιωτικός περίπου 25 χρόνια, αλλά στη συνέχεια παραιτήθηκε από πόθο για την μοναχική ζωή και υπήρξε ο πρώτος εισηγητής του οργανωμένου μοναχισμού στη Δύση. Παράλληλα εξελέγη και επίσκοπος της πόλεως Τουρώνης (σημερινής Τουρ της κεντρικής Γαλλίας), όπου αρχιεράτευσε επί περισσότερο από 26 χρόνια. 

Η δράσις του υπήρξε πολυσχιδής και, εκτός των άλλων, ανεδείχθη και μέγας θαυματουργός, ώστε ανέστησε και νεκρούς. Μετά θάνατον τα θαύματα συνεχίσθηκαν στον τάφο του ακατάπαυστα επί αιώνες, και μάλιστα και μετά την εγκατάσταση των Φράγκων στις περιοχές εκείνες. Σιγά-σιγά έγινε ο δημοφιλέστερος άγιος της Δύσεως και τιμήθηκε με χιλιάδες ναούς, αλλά σήμερα το ιστορικό του πρόσωπο έχει υποστεί ποικίλες αλλοιώσεις, οι οποίες άλλωστε εκφράζουν και τις γνωστές παρεκκλίσεις του «Δυτικού» Χριστιανισμού.

Διαβάζοντας λοιπόν τις αρχαίες μαρτυρίες για τον βίο αυτού ακριβώς του άγιου, τον βλέπουμε να αγιάζεται και να θεούται μέσα από τις ίδιες ακριβώς πρακτικές, που αποτελούν μέχρι και σήμερα την πνευματική παράδοσι της Ορθοδοξίας, ενώ στη Δύση όχι μόνο έχουν αθετηθή, αλλά και θεωρούνται πλέον δεισιδαιμονίες και προσθήκες των Ανατολικών. Ρίγη συγκινήσεως διαπερνούν τον αναγνώστη των αρχαίων αυτών μαρτυριών, ο όποιος αντιλαμβάνεται αμέσως την ιδιαίτερη βαρύτητα και σημασία τους. Εδώ θα αναφερθούμε μόνο στην προσωπική βίωσι της προσευχής από τον άγιο, μια και η κοινή λατρεία είναι μάλλον θέμα της Λειτουργικής.


Η πρακτική της περιστασιακής προσευχής.

Σκηνές προσευχής μπροστά σε δύσκολες περιστάσεις και κυρίως πριν από θαυματουργίες απαντούν πολύ συχνά μέσα στον βίο του αγίου Μαρτίνου. Εντύπωση όμως προκαλεί το γεγονός ότι σχεδόν πάντοτε προτιμά μία στάσι, που μπορεί τελικά να αποδοθή στα ελληνικά με το ρήμα προσπίπτει.


Πρόκειται για την λατινική λέξη prosternitur (=καταστρώννυται, στρώνεται κάτω). Ακόμη σήμερα στην oρθόδοξη παράδοση ομιλούμε για στρωτές μετάνοιες! Η στάσις αυτή θεωρείται σκανδαλώδης από τον σύγχρονο κόσμο, ενώ βιώνεται με αδιάσπαστη συνέχεια στην Ορθοδοξία και συναντάται κατά κόρον και στην εικονογραφία, όπως π.χ. στους μαθητές στην Μεταμόρφωση, στις Μυροφόρους στο «Χαίρετε», στην Μαρία στην Ανάσταση του Λαζάρου και σε μεγάλο πλήθος άλλων παραστάσεων. Άλλωστε σήμερα ένας σεβαστός αριθμός μεγάλων (στρωτών) μετανοιών αποτελεί το κυρίως μέρος του μοναχικού κανόνος, αλλά και της προσευχής κάθε ευλαβούς Χριστιανού. 

Κατά τον βιογράφο του άγιου Μαρτίνου αυτό υπήρξε «αγαπημένη συνήθεια» και μόνιμο «προσφιλές όπλο» του άγιου, ενώ οι πνευματικοί του απόγονοι, που τον έχουν επί χίλια πεντακόσια χρόνια για προστάτη τους, περιφρόνησαν την «προσκύνηση» και τις «μετάνοιες» ως ανατολίτικες δουλοπρέπειες και προτίμησαν την «αξιοπρεπή» genuflectio των Φράγκων ιπποτών («κάμψη» του δεξιού γόνατος μέχρι το έδαφος με το σώμα σε όρθια θέση) ή το άνετο ευθυτενές γονάτισμα πάνω στο ειδικό υπερυψωμένο σανίδι των εδράνων των δυτικών ναών, καθιστώντας έτσι φανερή την αδυναμία της θεολογίας τους να συλλάβει την αξία της σωματικής ταπεινώσεως και του σωματικού κόπου για τον ερχομό της Χάριτος του Θεού.

Στον άγιο Μαρτίνο δεν λείπουν και όλα τα υπόλοιπα συμπαρομαρτούντα της ορθοδόξου παραδόσεως: Η προσευχή γίνεται «εν σάκκω και σποδώ»! Πράγματι, όποτε ήθελε να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην δέησή του έστρωνε κάτω ένα δέρμα (κιλίκιον) και στάχτη, η άλλοτε φορούσε το κιλίκιον ως ένδυμα και έραινε με στάχτη το κεφάλι του, πρακτικές που είναι γνωστές ήδη από την Π. Διαθήκη και εκφράζουν βαθεία μετάνοια και εκζήτηση του θείου ελέους. 


Ο σύγχρονος κόσμος τα θεωρεί όλα αυτά απελπιστικά και μελαγχολικά, μη εννοώντας πως η συναίσθησις της αμαρτωλότητος και αναξιότητος είναι απαραίτητη προϋπόθεσις, για να φθάση κανείς στην αίσθησι του μεγαλείου της «δωρεάν» ευσπλαχνίας του Θεού και ακολούθως να Τον δοξολογήσει εκ καρδίας ως Σωτήρα όλων των ειλικρινώς μετανοούντων. Έτσι το πένθος και τα δάκρυα, στοιχεία πολύ βασικά της ορθοδόξου ζωής, καθίστανται χαροποιά και σωστικά και το «Κύριε ελέησον» δεν είναι ο αντίποδας, αλλά το αχώριστο ταίρι του «Δόξα σοι ο Θεός».

Πολύ συχνά επίσης η προσευχή του αγίου Μαρτίνου συνοδεύεται από αγρυπνίες και νηστείες και την λοιπή «άσκηση». Τουλάχιστον σε μία περίπτωσι μάλιστα, αυτές είναι τριήμερες και μας υπενθυμίζουν τα περίφημα «τριήμερα» της Ορθοδοξίας! Ο άγιος, λέγει ο βιογράφος του, είχε κάνει τις νύκτες ημέρες... Σήμερα και τα δύο αυτά στοιχεία της κατά Θεόν ασκήσεως έχουν τόσο παραγνωριστή και ατονίσει στην Δύση, ώστε μόλις και μετά βίας να συνάντησης κάποια σεβαστά απομεινάρια τους στα πιο «παραδοσιακά» δυτικά μοναχικά τάγματα, ενώ οι προγραμματισμένες και χρονομετρημένες (μέχρι και πεντάλεπτες!) λειτουργίες της ημέρας είναι ο κανών.

Επίσης η ενέργεια της προσευχής του αγίου ολοκληρώνεται με το σημείο του Σταυρού, το όποιον ονομάζεται «λάβαρον» (vexillum). Να λοιπόν, γιατί και σήμερα στον μοναχικό κανόνα οι «μετάνοιες» συνοδεύονται πάντοτε από σταυρούς.

Αυτού του είδους η προσευχή του αγίου ήταν κάτι περισσότερο από «αποτελεσματική»: Συνταρασσόταν γη και ουρανός, οι δαίμονες έφριτταν, οι ενεργούμενοι συγκλονίζονταν και ωρύονταν, οι άγγελοι κατέβαιναν εις συνομιλίαν του αγίου και ο Κύριος έκλινε το ους Του, επακούοντας την δέησι και επιτελώντας θαυμαστών δυνάμεων και σημείων!


Η πρακτική της αδιάλειπτου νοεράς προσευχής.

Όμως για τον άγιο Μαρτίνο η προσευχή δεν ήταν υπόθεσις κάποιων στιγμών και μόνον, αλλά τρόπον τινά υπόθεσις μιας ολοκλήρου ζωής. Ο βιογράφος του μας παρέχει την καταπληκτική για τον τόπο και τον χρόνο μαρτυρία, πως ο άγιος «semper orabat» (=πάντοτε προσευχόταν)!

Παράλληλα συναντούμε κάποιες νύξεις για την μυστική ζωή του, oι όποιες προφανώς προέρχονται από περιστασιακές δικές του εκμυστηρεύσεις στους μαθητές του, σχετικά με το πως εκτελούσε την εντολή του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε».

Το κύριο συστατικό αυτής της πνευματικής καταστάσεως είναι η διηνεκή ανάτασις της ψυχής προς τα ουράνια («animus caelo semper intentus»). Πρέπει να παρατηρήσουμε πως εδώ η σημασία της λέξεως ψυχή (animus, και όχι anima) ταυτίζεται απόλυτα με εκείνη της λέξεως νους των μεταγενεστέρων Πατέρων, πρόκειται δηλ. για νοερά προσευχή.

Βασική προϋπόθεσις της είναι η συνεχής εμμονή στο έργον Θεού (opus Dei) Ο όρος αυτός, αντίθετα με αυτό που ήθελαν να καταλάβουν πολλοί Δυτικοί ή δυτικίζοντες, ουδέποτε σημαίνει εξωστρεφείς καλές πράξεις, παρά αποκλειστικά και μόνον την πνευματική εργασία, δηλ. αυτό που εννοούμε σήμερα στο Άγιον Όρος όταν λέμε ότι κάποιος «κάνει τα πνευματικά του»: 

ατομική προσευχή, κανόνας, ανάγνωσις κατανυκτικών βιβλίων, μνήμη θανάτου, μνήμη Θεού, δάκρυα κλπ. Έτσι τηρείται μία θαυμαστή ισορροπία μεταξύ «σχόλης» και «ασχολίας» δια της καταργήσεως και των δύο. Σχολασμός πλέον δεν είναι η νοσηρή ραθυμία και απραγία, αλλά η απόθεσις των βιοτικών απασχολήσεων και ασχολία δεν είναι η κοσμική τύρβη της ανθρώπινης πολυπραγμονίας, αλλά η ενεργός πνευματική εργασία.

Ανθρωπίνως θα έλεγε κανείς, πως ήταν αδύνατον ο άγιος να προσευχόταν νοερώς και κατά την διάρκεια της αναγνώσεως η της ενασχολήσεως με τις υποθέσεις της επισκοπής. Και όμως! Για να το καταλάβουμε αυτό ο βιογράφος του μας δίδει για παράδειγμα μια καθημερινή εικόνα, που έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως αποτελεί ερμηνευτική παραβολή από το στόμα του ίδιου του άγιου Μαρτίνου: Ας προσέξουμε τους σιδηρουργούς, όταν κτυπούν το σφυρί στο αμόνι. Αφού δώσουν μερικά γερά κτυπήματα, έπειτα δεν σταματούν αμέσως, αλλά εξακολουθούν να κτυπούν σιγά-σιγά και χωρίς να καταβάλλουν προσπάθεια, έπειτα πάλι χτυπούν δυνατά, και μετά πάλι σιγά και μηχανικά κ.ο.κ. 

Έτσι λοιπόν στα διαλείματα ανάμεσα στα κύρια κτυπήματα δεν σταματούν, αλλά συνεχίζουν χαλαρώτερα και δίχως έντασι. Η συνέχισις αυτή οφείλεται στην «φόρα» που έχουν από προηγουμένως και σε προθέρμανσι για την επόμενη προσπάθεια. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο νους, όταν κοπιάση και αγωνισθή στην προσευχή, στην συνέχεια εξακολουθεί την ευχή χωρίς έντασι και κόπο, αλλά χαλαρά, ξεκούραστα και δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια, ενόσω ασχολείται κανείς και με διάφορες απαραίτητες εργασίες. Με αυτή την εικόνα λοιπόν ο άγιος εξηγούσε παραβολικά στους μαθητές του το αδιάλειπτον της προσευχής του. Καταλαβαίνουμε ότι η εργασία αυτή απαιτεί κόπο και έντασι κατά την διάρκεια της κυρίως προσευχής και διαρκή καρδιακή προσήλωσι προς τον Θεό σε κάθε στιγμή της ζωής.

Δεν έλειψαν στον άγιο Μαρτίνο και τα θεωτικά αποτελέσματα της ευχής: Μία βασική αρετή, που διατρέχει ολόκληρο το μήκος και το πλάτος της πολιτείας του, υπήρξε η απάθεια, εκφραζόμενη ως παντοτεινή παραμονή στην ίδια κατάστασι και διαρκής αταραξία (υποδηλώνεται με τον όρο constantia). Ακόμη όλοι αναγνώρι ζαν μία αίσθησι ουράνιας αγαλλιάσεως στο πρόσωπο του! Μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του όχι μόνο κράτησε τον νου του στα ουράνια, αλλά και από την επιθανάτια κλίνη ακόμη δεν ήθελε να γυρίση στο πλευρό, για να έχη προσηλωμένο το βλέμμα του στον ουρανό. Την ώρα του θανάτου του το πρόσωπο του θα λάμψη σαν πρόσωπο αγγέλου!

Με αφορμή ένα άλλο περιστατικό, ο άγιος θα μας δώση ακόμη μία σημαντική διδασκαλία περί προσευχής: Ο βιογράφος του μας διηγείται με κάθε λεπτομέρεια πως ενεπλάκη σε μία πυρκαγιά, την ώρα που κοιμόταν μετά από μία πολύ κοπια στική ήμερα. Ξύπνησε τρομαγμένος και στην κατάστασι αυτή ο πειρασμός κατάφε ρε να του υποκλέψη τον νου. Όπως ομολογούσε ο ίδιος, δεν προσέφυγε αμέσως «στα όπλα της προσευχής και το λάβαρο του Σταυρού», αλλά καταγινόταν πανικόβλητος να ανοίξη την πόρτα. Όμως το μάνταλο δεν άνοιγε... Σε λίγο «ελθών εις εαυτόν», προσέπεσε στην γνώριμη του στάσι προσευχής και η φωτιά υποχώρησε θαυματουργικώς.

Να λοιπόν, γιατί οι άγιοι μισούν την τύρβη και την ταραχή του κόσμου και αγαπούν τις ερημίες! Να γιατί χίλια χρόνια αργότερα θα ομιλούν για ησυχία και ησυχασμό και ο κόσμος πάλι δεν θα τους καταλαβαίνη! Όμως εμείς πιστεύουμε ότι και τώρα και εις τον αιώνα θα εύχωνται για τον φωτισμό του ιδικού μας τα λαίπωρου και εσκοτισμένου νοός. Αμήν.


Ιωάννης μ. Άγιαννανίτης

*Πλήρης παρουσίασις των σχετικών με τον άγιο Μαρτίνο μαρτυριών γίνεται στην πρόσφατη έκσοσι Ήλιος σε έναν κόσμο που δύει Άγιον Όρος 1989


ΠΗΓΗ: ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ 
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ
ΤΕΥΧΟΣ 4

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Η Μετάνοια (μέρος β')


  [ ... ]

Έσφαλε ο Δαβίδ. Καθώς σηκώθηκε το δειλινό από το κρεβάτι και βημάτιζε στο δωμάτιο, κοίταζε απρόσεκτα κι έπεσε σύντομα στο διπλό αμάρτημα της μοιχείας και του φόνου. Δεν νεκρώθηκε όμως η καλή του διάθεση ν' αναγνωρίσει το σφάλμα του.

Ήρθε ο προφήτης Νάθαν, για να τον ελέγξει και να γιατρέψει το τραύμα του. Ο υπήκοος είπε στο βασιλιά πως αμάρτησε βαριά και πως ο Θεός ήταν οργισμένος μαζί του. Ο πορφυροφόρος Δαβίδ δεν αγανάκτησε. Δεν στάθηκε στο πρόσωπο του προφήτη, αλλά ύψωσε τη σκέψη σ' Αυτόν που τον έστειλε. Δεν τον σκλήρυνε ο εγωισμός της εξουσίας πάνω σε τόσο πλήθος στρατιωτών, που είχε γύρω του, γιατί έφερε στο νου του τον αγγελικό στρατό του Κυρίου. Δοκίμασε αγωνία, νιώθοντας σαν ορατό τον Αόρατο. Και απάντησε στον προφήτη, ή μάλλον στον ίδιο το Θεό, που τον έστειλε: «Αμάρτησα στον Κύριο!» (Β' Βασ. 12:13).

Βλέπεις την ταπεινοφροσύνη του βασιλιά; Βλέπεις την εξομολόγησή του; Μήπως είχε ποτέ πριν ελεγχθεί από κανένα; Μήπως είχαν μάθει την αμαρτία του πολλοί; Αμάρτησε, κι αμέσως ο προφήτης παρουσιάστηκε. Μόλις του απήγγειλε την κατηγορία, ο φταίχτης ομολόγησε το σφάλμα του. Και επειδή το ομολόγησε με ειλικρινή μετάνοια, γρήγορα εκδηλώθηκε και η θεραπεία, η συγχώρηση.

Ο προφήτης Νάθαν παρηγόρησε τον Δαβίδ με την αναγγελία της συγχωρήσεως του Θεού. Εκείνος όμως δεν εγκατέλειψε τη μετάνοια. Αντί για βασιλική πορφύρα, ντύθηκε πένθιμο δουλικό σάκκο. Αντί σε χρυσοστόλιστο θρόνο, κάθησε πάνω σε χώμα και στάχτη. Και δεν κάθησε μόνο πάνω σε στάχτη, αλλά και έφαγε στάχτη, καθώς ο ίδιος λέει: «Τρώω στάχτη αντί για ψωμί και το νερό που πίνω το ανακατεύω με τα δάκρυά μου» (Ψαλμ. 101:10).

Έλιωσε απ' τα δάκρυα τα μάτια του, που έγιναν αφορμή να συλλάβει την αισχρή επιθυμία: «Κάθε νύχτα λούζω το κρεβάτι μου και βρέχω το στρώμα μου με δάκρυα» (Ψαλμ. 6:7).

Οι άρχοντες τον παρακαλούσαν να διακόψει τη νηστεία. Αυτός όμως δεν υποχωρούσε. Ολόκληρη εβδομάδα νήστεψε από κάθε τροφή. Αν λοιπόν ένας βασιλιάς με τέτοιο τρόπο εκδήλωνε τη μετάνοιά του, εσύ, ο απλός άνθρωπος, δεν θα εξομολογηθείς;

Αργότερα πάλι, όταν επαναστάτησε ο Αβεσσαλώμ, ενώ υπήρχαν πολλοί άλλοι δρόμοι διαφυγής, ο Δαβίδ προτίμησε να γλυτώσει φεύγοντας προς το όρος των Ελαιών. Σαν να προσευχόταν έτσι στο Λυτρωτή, που έμελλε από κει να αναληφθεί στους ουρανούς. Στη δύσκολη μάλιστα εκείνη περίσταση, ο Σεμεΐ άρχισε να βρίζει και να καταριέται το βασιλιά. Ο Δαβίδ όμως τον αντιμετώπιζε με ταπείνωση και μακροθυμία, λέγοντας: «Αφήστε τον! Ο Κύριος του είπε να με καταριέται» (Β' Βασ. 16:10). Γιατί ήξερε πως συγχωρούνται οι αμαρτίες εκείνου που συγχωρεί τους άλλους.

Βλέπεις την ωφέλεια της εξομολογήσεως; Βλέπεις ότι σώζονται όσοι μετανοούν;

Ο Αχαάβ, ο βασιλιάς της Σαμάρειας, υπήρξε υπερβολικά παράνομος, ειδωλολάτρης, προφητοκτόνος, ασεβής και άδικος. Όταν όμως με τη βασίλισσα Ιεζάβελ σκότωσε τον Ναβουθαί και ήρθε ο προφήτης Ηλίας και τον απείλησε, αμέσως έδειξε μετάνοια. Ξέσκισε τη βασιλική ενδυμασία και φόρεσε τον πένθιμο σάκκο. Τί είπε τότε ο φιλάνθρωπος Θεός στον Ηλία; «Βλέπεις τη μετάνοια του Αχαάβ; Δεν θα τον τιμωρήσω!» (πρβλ. Γ' Βασ. 20:29).

Συγχωρεί ο φιλάνθρωπος Θεός τον Αχαάβ, μολονότι έμελλε εκείνος να συνεχίσει τις αμαρτίες του. Ο Κύριος, βέβαια, δεν αγνοούσε το μέλλον του, αλλά τώρα, στον καιρό της μετάνοιας, του χαρίζει την ανάλογη συγχώρηση. Είναι χαρακτηριστικό του δίκαιου δικαστή να ανταποκρίνεται κατάλληλα σε κάθε περίσταση που παρουσιάζεται.

Ο βασιλιάς Ιεροβοάμ τελούσε θυσίες στο βωμό των ειδώλων. Επειδή πρόσταξε να συλλάβουν τον προφήτη, που τον κατέκρινε για την ειδωλολατρία, το χέρι του έμεινε ξερό. Μόλις δοκίμασε την τιμωρία του Θεού, παρακάλεσε τον προφήτη: «Προσευχήσου στον Κύριο για μένα» (Γ' Βασ. 13:6). Αποτέλεσμα της μετάνοιας ήταν να γιατρευτεί το χέρι του. Αν ο προφήτης γιάτρεψε τον Ιεροβοάμ, ο Χριστός δεν μπορεί να σώσει εσένα, συγχωρώντας τις αμαρτίες σου;

Υπερβολικά αμαρτωλός υπήρξε και ο Μανασσής. Πρόσταξε και πριόνισαν τον Ησαΐα. Μολύνθηκε με την ειδωλολατρία. Πλημμύρισε την Ιερουσαλήμ με αίματα αθώων. Όταν όμως οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα και δοκίμασε την τιμωρία, έσπευσε να θεραπευθεί με τη μετάνοια. Λέει η Γραφή: «Ταπεινώθηκε βαθιά ο Μανασσής ενώπιον του Θεού των πατέρων του και ζήτησε το έλεός Του. Ο Κύριος άκουσε τη θερμή του προσευχή, τον επανέφερε στην Ιερουσαλήμ και του ξαναχάρισε το θρόνο του» (Β' Παραλ. 33:12-13). Αν σώθηκε με τη μετάνοια αυτός που πριόνισε τον προφήτη, εσύ, που ασφαλώς δεν αμάρτησες τόσο φρικτά, δεν θα σωθείς; Πρόσεξε, να μην αμφιβάλλεις για τη δύναμη της μετάνοιας.

Η εξομολόγηση μπορεί και τη φωτιά να σβήσει και τα θηρία να ημερέψει. Αν αμφιβάλλεις, θυμήσου τί έγινε με τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ μέσα στο καμίνι της Βαβυλώνας. Πόσες βρύσες θα μπορούσαν να σβήσουν τη φλόγα που ανέβαινε σε ύψος σαράντα εννέα πήχεων; Όπου όμως υψωνόταν η τεράστια φλόγα, εκεί σαν ποτάμι ξεχύθηκε η πίστη των τριών νέων και εκεί ακούστηκε η προσευχή της μετάνοιας: «Δίκαιος είσαι, Κύριε, για όλα όσα επέτρεψες να πάθουμε, γιατί αμαρτήσαμε και ανομήσαμε» (Δαν., Προσ. Αζαρ.: 3, 5).

Η μετάνοια διέλυσε τη φλόγα! Βεβαιώσου απ' αυτό για τη δύναμή της να σβήνει και τη φλόγα της κολάσεως.

Ίσως όμως να πει κάποιος προσεκτικός αναγνώστης: "Ο Θεός έσωσε τους τρεις νέους όχι για τη μετάνοιά τους, αλλά για την πίστη τους". Επειδή υπάρχει κι αυτό το ενδεχόμενο, θα σας παρουσιάσω και μιαν άλλη περίπτωση.

Τί γνώμη έχετε για τον Ναβουχοδονόσορ; Δεν μάθατε από την Αγία Γραφή ότι ήταν άγριος, αιμοβόρος, σκληρόκαρδος; Δεν ακούσατε ότι κατέστρεψε τάφους και ξέθαψε λείψανα βασιλιάδων; Δεν ακούσατε ότι ολόκληρο λαό έσυρε στην αιχμαλωσία; Δεν ακούσατε ότι τύφλωσε το βασιλιά, αφού πρώτα τον υποχρέωσε να δει τη σφαγή των παιδιών του; Δεν ακούσατε ότι συνέτριψε τα Χερουβείμ; (Δεν εννοώ, βέβαια, τους αγγέλους - μη σκεφτεί κανείς τίποτα τέτοιο. Εννοώ τα γλυπτά, που κάλυπταν την Κιβωτό της Διαθήκης, απ' όπου ακουγόταν η φωνή του Θεού). Ο Ναβουχοδονόσορ βεβήλωσε ακόμα και το καταπέτασμα του Ναού. Πήρε το άγιο θυμιατήρι και το έστειλε σε ειδωλείο. Άρπαξε όλες τις ιερές προσφορές. Έβαλε φωτιά κι έκαψε το Ναό από τα θεμέλια (Β' Παραλ. 36:11-21).

Με πόσες τιμωρίες άξιζε να τιμωρηθεί αυτός που σκότωσε βασιλιάδες, που έκαψε ιερά, που αιχμαλώτισε το λαό, που τοποθέτησε άγια σκεύη του Ναού ανάμεσα στα είδωλα; Δεν θα ήταν άξιος να θανατωθεί χίλιες φορές;

Γνωρίσατε ως εδώ το πλήθος των εγκλημάτων του Ναβουχοδονόσορ. Ελάτε τώρα να μάθετε και του Θεού τη φιλανθρωπία.

Τιμωρήθηκε ο θηριώδης βασιλιάς να ζει σαν άγριο θηρίο μέσα στην έρημο. Τιμωρήθηκε όμως μ' αυτόν τον τρόπο για να σωθεί. Έβγαλε νύχια και τρίχες σαν αυτά που έχει το λιοντάρι, γιατί πριν σαν λιοντάρι άρπαζε τα άγια και ούρλιαζε. Έτρωγε χόρτα σαν το βόδι, γιατί πριν σαν βόδι ζούσε, αγνοώντας τον αληθινό Θεό, που του είχε χαρίσει το βασιλικό αξίωμα. Όταν όμως με τις παιδαγωγικές αυτές τιμωρίες αναγνώρισε τον ύψιστο Θεό και προσευχήθηκε και μετανόησε, τότε Εκείνος του χάρισε πάλι το αξίωμά του (Δαν. 4:26-34).

Στον Ναβουχοδονόσορ, που αμάρτησε τόσο φοβερά και μετανόησε, χάρισε ο Θεός τη συγχώρηση και τη βασιλεία. Αν λοιπόν κι εσύ μετανοήσεις και ζήσεις χριστιανικά, δεν θα σου χαρίσει την άφεση των αμαρτιών και τη βασιλεία των ουρανών;

Φιλάνθρωπος είναι ο Κύριος. Γρήγορος στη συγχώρηση. Αργός στην τιμωρία. Κανείς λοιπόν ας μην απελπίζεται για τη σωτηρία του.

Ο Πέτρος, ο κορυφαίος των αποστόλων, φοβήθηκε μια δούλη κι αρνήθηκε τρεις φορές το Χριστό. Μεταμελήθηκε όμως κι έκλαψε πικρά (Ματθ. 26:69-75). Το κλάμα φανέρωνε την ολόψυχή του μετάνοια. Γι' αυτό δεν έλαβε μόνο τη συγχώρηση για την άρνηση, αλλά και την αποκατάσταση στο αποστολικό αξίωμα.

Έχοντας λοιπόν, αδελφοί, τόσα παραδείγματα ανθρώπων που αμάρτησαν και μετανόησαν και σώθηκαν, πρόθυμα κι εσείς να μετανοείτε και να εξομολογείσθε. Έτσι θα λάβετε τη συγχώρηση των αμαρτιών σας και θ' αξιωθείτε να κληρονομήσετε τη βασιλεία των ουρανών μαζί με όλους τους αγίους.

Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
"Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ"
Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2010

Η Μετάνοια


Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων


Πρόλογος

Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πνευματικής ζωής. Η αναγνώριση της αμαρτωλότητός μας, ο πόνος επειδή πικράναμε το Θεό, η απόφαση για μιαν αλλαγή και η καταφυγή στην εξομολόγηση αποτελούν την απαρχή της σωτηρίας μας.

Ο Τίμιος Πρόδρομος και ο ίδιος ο Κύριος άρχισαν το κήρυγμά τους καλώντας σε μετάνοια. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί, αν δεν μετανοήσει. Μόνο με τη μετάνοια ένας μεγάλος ληστής «λήστεψε» ακόμα και τον παράδεισο.

Είναι λοιπόν δαιμονική πλάνη να παραμελούν οι χριστιανοί τη μετάνοια και την εξομολόγηση. Βέβαια, δεν αναφερόμαστε στην περίπτωση εκείνων που ισχυρίζονται ότι δεν έκαναν τίποτα το αμαρτωλό, ή εκείνων που αυτοσχεδιάζουν τρόπους εξομολογήσεως, επειδή δεν θέλουν να ταπεινωθούν και να σκύψουν στο πετραχήλι του πνευματικού, όπως η θεόπνευστη εκκλησιαστική τάξη ορίζει. Αναφερόμαστε κυρίως στην περίπτωση πολλών χριστιανών, που αρκούνται σε άλλα «θρησκευτικά καθήκοντα» ή σε μια συμμετοχή στο ιεραποστολικό έργο ή σε νεφελώδεις συζητήσεις με Γέροντες, χωρίς καμιά διάθεση να «φυλάξουν οδούς σκληράς». Έτσι πιστεύουν ότι κατακτούν κορυφές, ενώ πλανώνται σε θανατηφόρα τέλματα αμετανοησίας, αναισθησίας και ναρκισσισμού.

Η αδιαφορία μας για μιαν αποφασιστική μετάνοια αποδεικνύεται ολοφάνερα από την ενασχόληση με τη ζωή και τα σφάλματα των άλλων.

Είθε τα πολλά παραδείγματα μετάνοιας, που αναφέρει πιο κάτω ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, να μας ανανεώσουν το ζήλο για μια πραγματική μετάνοια. Είθε να μας βοηθήσουν στο να επισημαίνουμε και να εξομολογούμαστε χωρίς καμιάν επιφύλαξη ή συγκάλυψη ή δικαιολογία όλες τις μυστικές αρρώστιες, τις πληγές και τα πάθη που λυμαίνονται την ψυχή μας, για την καθαρότητα της οποίας έχυσε το αίμα Του ο Κύριος. Είθε, τέλος, η μικρή ντροπή, που δοκιμάζουμε μπροστά στον πνευματικό, να μας απαλλάξει από την απέραντη ντροπή μπροστά σε ανθρώπους και αγγέλους κατά την ώρα της Κρίσεως.

****

Η μετάνοια

ΦΟΒΕΡΟ κακό και επικίνδυνη αρρώστια της ψυχής είναι η αμαρτία. Την απονευρώνει με δολιότητα και την παραδίνει παράλυτη στην αιώνια κόλαση. Είναι όμως κακό που εξαρτάται από τη δική μας θέληση. Είναι καρπός της δικής μας προαιρέσεως.

Φοβερό κακό είναι η αμαρτία, αλλά όχι και αθεράπευτο. Το θεραπεύει εύκολα η μετάνοια. Όση ώρα κρατάει κανείς στο χέρι του τη φωτιά, οπωσδήποτε καίγεται. Μόλις όμως την τινάξει, παύει να καίγεται. Το ίδιο συμβαίνει και με την αμαρτία. γιατί είναι κι αυτή μια φωτιά που κατακαίει τον άνθρωπο. Για όσους μάλιστα δεν αισθάνονται αυτό το κάψιμο, λέει η Γραφή: «Μπορεί κανείς να βάλει φωτιά μέσα στον κόρφο του, δίχως τα ρούχα του να κάψει;» (Παροιμ. 6:27).

Η αμαρτία δεν είναι κανένας εχθρός που σε πολεμάει απ' έξω, αλλά κακό που φυτρώνει και αναπτύσσεται μέσα σου. «Βλέπε με σωφροσύνη» (Παρ. 4:25), και δεν θα νιώσεις αισχρή επιθυμία. Να θυμάσαι τη μέλλουσα κρίση, και ούτε πορνεία ούτε μοιχεία ούτε φόνος ούτε άλλη παρανομία θα σε κυριέψει ποτέ. Όταν όμως ξεχάσεις το Θεό, τότε θ' αρχίσεις να σκέφτεσαι πονηρά και να ενεργείς παράνομα.

Στην αμαρτία σε σπρώχνει ο παγκάκιστος διάβολος. Σε σπρώχνει, μα δεν μπορεί να σε αναγκάσει ν' αμαρτήσεις, αν εσύ αντιδράσεις. Δεν μπορεί να σε βλάψει, ακόμα κι αν χρόνια σε σκανδαλίζει, αν εσύ έχεις την καρδιά σου κλειστή. Αν όμως χωρίς αντίδραση δεχθείς κάποια κακή επιθυμία, που σου σπέρνει, θα σε αιχμαλωτίσει και θα σε ρίξει σε βάραθρο αμαρτιών.

Ίσως όμως να πεις: "Είμαι δυνατός στην πίστη και δεν θα με κυριέψει η αισχρή επιθυμία, όσο συχνά κι αν τη δεχθώ". Αγνοείς, φαίνεται, ότι και την πέτρα ακόμα την κομματιάζει πολλές φορές μια ρίζα που είναι μέσα στη γη. Μη δέχεσαι λοιπόν το σπόρο της αμαρτίας, γιατί θα σου διαλύσει την πίστη. Ξερίζωσε το κακό πριν ανθήσει, μήπως, δείχνοντας στην αρχή ραθυμία, αργότερα τιμωρηθείς και δοκιμάσεις το τσεκούρι και τη φωτιά. Φρόντισε να γιατρευτείς έγκαιρα, όταν βρίσκεται στην αρχή η βλάβη του ματιού, για να μη γυρεύεις άσκοπα γιατρούς, όταν θα έχεις πια τυφλωθεί.

Ο διάβολος, που αμάρτησε πρώτος, δημιουργεί όλα τα κακά. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά ο Κύριος: «Ο διάβολος αμαρτάνει εξαρχής» (Α' Ιω. 3:8). Κανείς δεν είχε αμαρτήσει πριν απ' αυτόν. Αμάρτησε ο διάβολος χωρίς τίποτα να τον αναγκάσει, γιατί τότε υπεύθυνος για την αμαρτία θα ήταν ο Θεός. Απ' Αυτόν πλάστηκε αγαθός. Αμάρτησε όμως με τη δική του προαίρεση, και, από το έργο του, ονομάστηκε "διάβολος". Γιατί, ενώ πρώτα ήταν αρχάγγελος, κατάντησε ύστερα να διαβάλει, δηλαδή να συκοφαντήσει το Θεό στους πρωτοπλάστους. Επίσης, ενώ στην αρχή ήταν πιστός υπηρέτης του Θεού, έπειτα έγινε σατανάς, δηλαδή εχθρός και αντίπαλός Του. Γιατί η λέξη "σατανάς" ερμηνεύεται "αντικείμενος", δηλαδή αυτός που βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, ο αντίπαλος.

Ο διάβολος, μετά την πτώση του, οδήγησε πολλούς στην αποστασία. Αυτός σπέρνει τις αμαρτωλές επιθυμίες σε όσους τον ακολουθούν. Απ' αυτόν προέρχονται η μοιχεία, η πορνεία και κάθε άλλο κακό. Αυτός οδήγησε τον προπάτορα στην παρακοή και στην εξορία. Εξαιτίας του ο Αδάμ, αντί για τον παράδεισο, που καρποφορούσε θεσπέσιους καρπούς, κληρονόμησε τη γη, που έβγαζε αγκάθια.

***

Τί θα γίνει τώρα;

Απατηθήκαμε και χάσαμε τον παράδεισο. Δεν υπάρχει άραγε σωτηρία;

Τυφλωθήκαμε. Δεν θα ξαναδούμε άραγε το φως;

Γίναμε ανάπηροι. Δεν θα ξανασταθούμε άραγε στα πόδια μας;

Με μια λέξη, πεθάναμε. Άραγε δεν θ' αναστηθούμε;

Αδελφέ μου, Αυτός που ανέστησε από τον τάφο τον δίκαιο Λάζαρο, δεν έχει τη δύναμη ν' αναστήσει πολύ ευκολότερα εσένα, που είσαι ακόμα ζωντανός; Αυτός που έχυσε το αίμα Του για μας, δεν θα μας σώσει από την αμαρτία; Ας μην απελπιστούμε. Ας μη βυθιστούμε στην απόγνωση. Είναι φοβερό να χάσουμε την ελπίδα της συγχωρήσεως. Όποιος δεν προσδοκά τη σωτηρία, αμαρτάνει ασυλλόγιστα. Όποιος όμως ελπίζει σ' αυτήν, σπεύδει να μετανοήσει.

Το φίδι εγκαταλείπει το παλιό του δέρμα. Εμείς δεν θα εγκαταλείψουμε την αμαρτία; Η άκαρπη γη, αν καλλιεργηθεί με επιμέλεια, μεταβάλλεται σε καρποφόρα. Εμείς δεν μπορούμε να διορθωθούμε;

Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, απέραντα φιλάνθρωπος. Γι' αυτό μη λες: "Πόρνευσα, μοίχευσα, αμάρτησα. Και μάλιστα όχι μια φορά, αλλά πολλές. Άραγε θα με συγχωρήσει; Άραγε θα με απαλλάξει από την καταδίκη;". Άκουσε τί λέει ο ψαλμωδός: «Πόσο μεγάλη, Κύριε, είναι η αγαθότητά σου!» (Ψαλμ. 30:20).

Τα αμαρτήματά σου ποτέ δεν νικούν το μέγεθος της ευσπλαχνίας του Θεού. Τα τραύματά σου ποτέ δεν ξεπερνούν τη θεραπευτική Του δύναμη. Μόνο παραδόσου σ' Αυτόν με πίστη. Εξομολογήσου το πάθος σου. Πες κι εσύ μαζί με τον προφήτη Δαβίδ: «Θα εξομολογηθώ με ειλικρίνεια την ανομία μου στον Κύριο». Θ' ακολουθήσει τότε αυτό που αναφέρει στη συνέχεια ο ίδιος στίχος: «Κι εσύ, Κύριε, συγχώρεσες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31:5).

Θέλεις να γνωρίσεις τη φιλανθρωπία του Θεού και το μέγεθος της μακροθυμίας Του; Άκουσε τί έγινε με τον Αδάμ: Έκανε παρακοή ο πρωτόπλαστος. Δεν μπορούσε ο Θεός να τον παραδώσει αμέσως στο θάνατο; Και βέβαια μπορούσε. Τί κάνει όμως ο Φιλάνθρωπος; Τον εξορίζει από τον παράδεισο, αφού ήταν ανάξιος να παραμένει πια εκεί, αλλά τον βάζει να κατοικήσει απέναντι, για να βλέπει από που ξέπεσε και τί έχασε και που κατάντησε, ώστε να μετανοήσει και να σωθεί.

Ο Κάιν, ο πρώτος άνθρωπος που γεννήθηκε, έγινε αδελφοκτόνος, εφευρέτης κακών, πρόδρομος όλων των φθονερών και των φονιάδων. Ενώ όμως σκότωσε τον αδελφό του, σε τί καταδικάστηκε; «Θα ζεις πλέον στενάζοντας και τρέμοντας» (Γεν. 4:12). Φοβερό το έγκλημα. Μικρή όμως η καταδίκη.

Πραγματικά, μεγάλη είναι η φιλανθρωπία που έδειξε ο Θεός στον Κάιν. Μεγαλύτερη όμως είναι τούτη: Θυμήσου την εποχή του Νώε. Αμάρτησαν οι γίγαντες και απλώθηκε στη γη υπερβολική παρανομία. Τιμωρία της θα ήταν ο κατακλυσμός. Μ' αυτόν απειλεί ο Θεός. Τον εξαπολύει όμως ύστερ' από εκατόν είκοσι ολόκληρα χρόνια (Γεν. 6:3)!

Βλέπεις το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού; Αυτό που πραγματοποίησε ύστερ' από εκατόν είκοσι χρόνια, δεν μπορούσε να το πραγματοποιήσει αμέσως; Παράτεινε όμως τόσο πολύ τον καιρό της τιμωρίας, για να δώσει χρόνο μετάνοιας. Αν μετανοούσαν οι αμαρτωλοί, ο Θεός δεν θα έστελνε την τρομερή και δίκαιη τιμωρία.

Ας έρθουμε τώρα και σε παραδείγματα αμαρτωλών που σώθηκαν με τη μετάνοια.

Ίσως κάποια από τις γυναίκες να πει: "Μόλυνα την ψυχή και το σώμα μου με κάθε είδους ακολασίες. Άραγε μπορώ να σωθώ;". Θυμήσου, γυναίκα, τη Ραάβ την πόρνη, και προσδόκησε κι εσύ τη σωτηρία. Γιατί αν εκείνη, που αμάρτανε φανερά και μπροστά σε όλους, σώθηκε με τη μετάνοια, δεν θα σωθείς κι εσύ με τον ίδιο τρόπο;

Ζήτησε να μάθεις πως σώθηκε εκείνη. Αυτό μόνο είπε: «Ο Θεός σας είναι ο μόνος αληθινός Θεός στον ουρανό και στη γη» (Ιησ. Ναυή 2:11). Από τη βαθειά συναίσθηση της ακολασίας της, δεν τόλμησε να πει, "ο Θεός μου", αλλά "ο Θεός σας". Ολοφάνερη έχει τη μαρτυρία της σωτηρίας της στο στίχο των Ψαλμών: «Θα θυμηθώ τη Ραάβ και τη Βαβυλώνα και θα τις συγκαταλέξω ανάμεσα σ' εκείνους που μ' αναγνωρίζουν» (Ψαλμ. 86:4).

Πόσο μεγάλη είναι η φιλανθρωπία του Θεού! Μνημονεύει και την πόρνη μέσα στην Αγία Γραφή. Και μάλιστα δεν λέει απλά, «Θα θυμηθώ τη Ραάβ και τη Βαβυλώνα», αλλά προσθέτει «που μ' αναγνωρίζουν», οι οποίες δηλαδή με γνωρίζουν και με λατρεύουν.

Υπάρχει λοιπόν σωτηρία και για τους άνδρες και για τις γυναίκες. Σωτηρία, την οποία προκαλεί η μετάνοια.

Αλλά κι αν ακόμα ένας ολόκληρος λαός αμαρτήσει, η αμαρτωλότητά του δεν ξεπερνάει τη φιλανθρωπία του Θεού. Ο ισραηλιτικός λαός στην έρημο του Σινά λάτρεψε το χρυσό μοσχάρι. Ο Θεός όμως δεν έπαψε τις εκδηλώσεις της φιλανθρωπίας Του. Οι άνθρωποι Τον αρνήθηκαν. Ο Ίδιος όμως δεν αρνήθηκε τον εαυτό Του. Μολονότι λάτρεψαν το είδωλο, δεν σταμάτησε να τους ευεργετεί.

Και τότε δεν αμάρτησε μόνο ο λαός. Αμάρτησε μαζί του και ο Ααρών, ο αρχιερέας! Αναφέρει ο προφήτης Μωυσής: «Ήταν πάρα πολύ οργισμένος ο Κύριος και εναντίον του Ααρών. τόσο, που ήθελε να τον εξοντώσει. Τότε, στη δύσκολη αυτή ώρα, προσευχήθηκα και για τον Ααρών, και ο Θεός τον συγχώρησε» (πρβλ. Δευτ. 9:20).

***
 [ Συνεχίζεται... ]

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Δοξαστικόν Αγίου Πνεύματος (συνεορτάζεται το Γενέσιον του Τιμίου Προδρόμου Ιωάννου)


(Ζωντανή ηχογράφηση εις τον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης)
(Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, 24 Ιουνίου 2013)

Δόξα... Ἦχος πλ. β'

Ἀστὴρ ἀστέρων Πρόδρομος, στειρωτικῆς ἐκ νηδύος, ἐπὶ γῆς τίκτεται σήμερον, Ἰωάννης ὁ θεοπόθητος, καὶ Χριστοῦ ἐπιφαίνει τὴν αὐγὴν ἀνατολὴν τὴν ἐξ ὕψους, εἰς εὐθεῖαν πιστοῖς διάβασιν.


Και Νυν...

Γλῶσσαι ποτὲ συνεχύθησαν, διὰ τὴν τόλμην τῆς πυργοποιΐας, γλῶσσαι δὲ νῦν ἐσοφίσθησαν, διὰ τὴν δόξαν τῆς θεογνωσίας. Ἐκεῖ κατεδίκασε Θεὸς τοὺς ἀσεβεῖς τῷ πταίσματι, ἐνταῦθα ἐφώτισε Χριστὸς τοὺς ἁλιεῖς τῷ Πνεύματι. Τότε κατειργάσθη ἡ ἀφωνία, πρὸς τιμωρίαν, ἄρτι καινουργεῖται ἡ συμφωνία, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Καταβασίαι Αγ. Πνεύματος (Ωδή θ')


(Ζωντανή ηχογράφηση εις τον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης)
(Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, 24 Ιουνίου 2013)

Καταβασίαι

ᾨδὴ θ' Ὁ Εἱρμὸς

«Μὴ τῆς φθορᾶς διαπείρᾳ κυοφορήσασα, καὶ παντεχνήμονι Λόγῳ σάρκα δανείσασα, Μῆτερ ἀπείρανδρε, Παρθένε Θεοτόκε, δοχεῖον τοῦ ἀστέκτου, χωρίον τοῦ ἀπείρου πλαστουργοῦ σου, σὲ μεγαλύνομεν». (Δίς)


Ἐπιπαφλάζοντος πάλαι πυρίνου ἅρματος, ὁ ζηλωτὴς καὶ πυρίπνους χαίρων ὀχούμενος, τὴν νῦν ἐκλάμψασαν ἐπίπνοιαν ἐδήλου, ἐξ ὕψους Ἀποστόλοις, ὑφ' ἧς καταλαμφθέντες, τὴν Τριάδα πᾶσιν ἐγνώρισαν.

Νόμου τῶν φύσεων δίχα ξένον ἠκούετο· τῶν Μαθητῶν τῆς μιᾶς γὰρ φωνῆς ἀπηχουμένης, Πνεύματος χάριτι, ποικίλως, ἐνηχοῦντο, λαοί, φυλαὶ καὶ γλῶσσαι, τὰ θεῖα μεγαλεῖα, τῆς Τριάδος γνῶσιν μυούμενοι.


Εἱρμὸς ἄλλος

«Χαίροις Ἄνασσα, μητροπάρθενον κλέος.
Ἄπαν γὰρ εὐδίνητον εὔλαλον στόμα,
Ῥητρεῦον, οὐ σθένει σε μέλπειν ἀξίως.
Ἰλιγγιᾷ δὲ νοῦς ἅπας σου τὸν τόκον
Νοεῖν· ὅθεν σε συμφώνως δοξάζομεν». (Δίς)

Ὕδειν ἔοικε τὴν φυσίζωον Κόρην.
Μόνη γὰρ ἐν δίνησι κεκρύφει Λόγον
Νοσοῦσαν ἀλθαίνοντα τὴν βροτῶν φύσιν.
Ὃς δεξιοῖς κλισμοῖσι νῦν ἱδρυμένος
Πατρός, πέπομφε τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος.

Ὅσοις ἔπνευσεν ἡ θεόρρυτος χάρις,
Λάμποντες, ἀστράπτοντες, ἠλλοιωμένοι,
Ὀθνείαν ἀλλοίωσιν εὐπρεπεστάτην
Ἰσοσθενοῦσαν τὴν ἄτμητον εἰδότες,
Σοφὴν τρίφεγγον οὐσίαν δοξάζομεν.

Λόγος Ηθικός Ε' (μέρος β')


 
[ ... ] 


Όταν, λοιπόν, επί πολύ χρόνο πενθή και κλαίει και προσπίπτει εις τον Θεόν και ταπεινώνεται, αρχίζει λίγο-λίγο πλέον να γνωρίζη τα του Θεού. Και όταν φθάση σ' αυτό το σημείο, τότε μαθαίνει «το θέλημα Αυτού το άγιον και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. 12, 2). 

Εάν δεν Τον δη, το λέγω πάλι, δεν μπορεί να Τον γνωρίση. Και αν δεν Τον γνωρίση, πώς θα μπόρεση να ξέρη το άγιον θέλημά Του; Εάν αυτό είναι αδύνατον όσον αφορά αν­θρώπους, πολύ περισσότερο είναι αδύνατον για τον Θεό. Γι' αυτό, όσο προκόβει πνευματικά και όσο περισσότε­ρο πλησιάζει τον Θεό, τότε, από εκείνα που του συμβαί­νουν εκ του Θεού, μαθαίνει τι έκανε ο Θεός με όλους τους προηγουμένους αγίους και όσα θα κάνη με τους μεταγενεστέρους αγίους. 

Και διδάσκεται από τον ίδιον τον Θεόν και μαθαίνει για τους στεφάνους και τις αμοιβές που θα λάβουν οι Άγιοι εις την μέλλουσα ζωή, ότι αυτά υπερβαίνουν την ανθρώπινη λογική και τον νου και την διάνοια. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και αντιλαμβάνεται καθαρά τι είδους θα είναι μετά την Ανάστασι των νε­κρών, και αυτός και όλοι οι Άγιοι που θα είναι μαζί του.

Όμως, δεν τα απολαμβάνει αυτά εις την παρούσα ζωή, αν και κάποιοι, πολύ κακώς, εσκέφθησαν για μας ότι κάτι τέτοιο υποστηρίζομε. Διότι αν δεχόμασταν ότι εις αυτήν την ζωήν απολαμβάνομε τα πάντα, σύμφωνα με αυτούς, αρνούμαστε αυτήν την ίδια την Ανάστασι των νεκρών, την μέλλουσα κρίσι και την ανταπόδοσι και απορρίπτομε με την θέλησί μας την ελπίδα των μελ­λόντων αγαθών. Αλλά εμείς όχι μόνο δεν πιστεύομε και δεν υποστηρίζομε κάτι τέτοιο, αλλά και όσοι τα πι­στεύουν αυτά, τους αναθεματίζομε. 

Εμείς λέγομε και ο­μολογούμε ότι τώρα, εις την παρούσα ζωή, απολαμβάνο­με μετρίως τους αρραβώνες (Β' Κορ. 1, 22) όλων των μελλόντων αγαθών, όμως το όλον και τέλειον μετά τον θάνατο ελπίζομε ότι θα το λάβομε, καθώς έχει γραφή: «Νυνί μεν γινώσκω, φησίν, εκ μέρους. Όταν δε έλθη το παν, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται» (Α' Κορ. 3, 12 και 10). Και σε άλλο σημείο: «Και νυν τέκνα Θεού εσμέν και ούπω εφανερώθη τι εσόμεθα. οίδαμεν δε ότι, ε­άν φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα» (Α' Ιω. 3, 2).

Και δια να μετατρέψω τον λόγο σε ερώτησι και απάντησι, θα ερωτήσω εκείνον που τα είπε αυτά: «Από πού, αγαπητέ και φίλε του Χριστού, γνωρίζεις ότι θα γίνης ό­μοιός Του; Πες μας, από πού;». «Από το Πνεύμα, απαντά το οποίον μας έδωσε (Α' Ιω. 3, 24), από αυτό γνωρί­ζομε ότι είμεθα παιδιά του Θεού και Αυτός ο Ίδιος ο Θεός είναι εν ημίν, επειδή και ο Ίδιος μου το είπε, με μυστική φωνή». Αλλά ας έλθωμε πάλι εις την υπόθεσί μας.

Είπαμε προηγουμένως ότι νοήματα πρέπει να λέγο­νται εκείνα, όταν γεννηθή εις τον νου ο λόγος (δηλ. σκέψις, ενθύμησις) κάποιου καλού ή κακού πράγματος, ό­πως π.χ. να αποκτήσω κάτι ή να κάνω κακό ή καλό σε κάποιον, ενώ διήγησις και όχι νόημα πρέπει να λέγεται ο λόγος για πράγματα που έχουν ήδη γίνει ή τα έχομεν ιδή. 

Επίσης, είπαμε προηγουμένως ότι για πράγματα που δεν έχομε δη, πόλεις, θέατρα ή ανθρώπους, πώς εί­ναι δυνατόν να διηγηθούμε και να μιλήσωμε γι' αυτά την όψι, την μορφή και την θέσι τους; Και αν επιχειρή­σει κανείς να μιλήση, όσοι τον ακούσουν, δικαίως θα τον χαρακτηρίσουν μυθολόγο. Αυτοί, όμως, που μίλη­σαν για την ημέρα της ελεύσεως του Κυρίου και για την ένδοξη και φρικτή Δευτέρα Παρουσία Του, Προφήται και Απόστολοι, ότι σαν κλέπτης εν νυκτί (Β' Πέτρ. 3, 10. Α' Θεσσ. 5, 2) και σαν τον πόνο του τοκετού (Α' Θεσσ. 5, 3) και ότι εν πυρί αποκαλύπτεται (Α' Κορ. 3, 13), από πού άραγε τα έμαθαν αυτά και τα είπαν; Από κάπου βέβαια ή από κάποιον θα τα άκουσαν, ή θα έγιναν αυτόπτες παρατηρητές της ημέρας εκείνης. Πώς θα ήτο δυνατόν να πουν κάτι που δεν είδαν οι ίδιοι ή κάτι που δεν άκουσαν άλλος να το λέγη; Εάν, όμως, άκουσαν, πες, από ποιον; 

Επειδή δεν λέγω ακόμη ότι είδαν και τα είπαν αλλά ότι τα άκουσαν. Λέγε, λοιπόν, εάν ξέρης, α­πό πού τα έμαθαν; Και αν δεν ξέρης τι να απάντησης, ά­κουσε και γνώρισε ότι από το Άγιον Πνεύμα τα έμαθαν, καθώς ο Κύριος τους έλεγε: «Όταν δε έλθη ο Παράκλητος (Ιω. 15, 26), το Πνεύμα το Άγιον ο πέμψει ο Πατήρ εν τω ονόματί μου, εκείνος υμάς διδάξει πάντα και υπομνήσει υμάς πάντα α είπον υμίν» (Ιω. 14, 26).

Και όσα δεν τους είπε ο Χριστός, το Άγιον Πνεύμα ήλθε και τα εδίδαξε στους Αποστόλους. Και ο Ίδιος το λέγει: «Έτι πολλά έχω λέγειν υμίν, αλλ' ου δύνασθε βαστάζειν άρτι. Όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν. Ου γαρ λαλήσει αφ' εαυτού, αλλ' όσα αν ακούση λαλήσει και τα ερχόμενα αναγγελεί υμίν. Εκείνος εμέ δοξάσει, ότι εκ του εμού λήψεται και αναγγελεί υμίν» (Ιω. 16, 12-14). 

Έμαθες τώρα πλέον από που διδάχθηκαν και έγραψαν περί της ημέρας εκείνης και περί της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου και για όσα μελλοντικά θα επακολουθήσουν και περιμέ­νουν τους δικαίους και τους αμαρτωλούς. Έτσι και για όλα τα υπόλοιπα, που εμείς δεν βλέπομε, αυτοί φωτίσθη­καν από το Άγιον Πνεύμα, τα είδαν και έγραψαν.

Απάντησε μου τώρα, στην ερώτησι που θα σου κά­νω: Το Άγιον Πνεύμα τι είναι; Είναι Θεός, εκπορεύεται από τον αληθινό Θεό και ομολογούμε ότι είναι Θεός α­ληθινός. Καθώς βλέπεις, λοιπόν, ονομάζεις το Άγιον Πνεύμα Θεόν, ακολουθώντας τα δόγματα της Εκκλησίας. 

Επομένως, λέγοντας το αυτό και πιστεύοντας ότι είναι Θεός αληθινός που εκπορεύεται από τον αληθινό Θεό, δέχεσαι ότι όσοι έχουν το Άγιον Πνεύμα, έχουν αυτόν τον Ίδιον τον Θεό να μένη πάντοτε μαζί τους, ό­πως είπε ο Χριστός στους Αποστόλους: «Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσετε και εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ' υμών εις τον αιώνα» (Ιω. 14, 15-16). 

Να, λοιπόν, δι­δάχθηκες ότι και μένει και θα κατοική εις τους ατελείω­τους αιώνες. Η φράσι «ίνα μένη μεθ' υμών εις τον αιώ­να» αυτό φανερώνει, ότι θα είναι αιωνίως και δίχως τέ­λος μαζί τους και θα είναι αχώριστο από αυτούς και στον παρόντα καιρό και στον μέλλοντα. Και ότι έβλε­παν οι θείοι Απόστολοι το Άγιον Πνεύμα και όσοι α­ξιώθηκαν να Το λάβουν άκουσε τα παρακάτω: 

«Το Πνεύμα της αληθείας ο ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ούτε γινώσκει αυτό, υμείς δε γινώσκετε αυτό, ότι παρ' υμίν μένει» (Ιω. 14, 17). Και δια να μάθης ότι και τον Χριστόν βλέπουν όσοι Τον αγαπούν και φυ­λάσσουν τις εντολές Του, άκουσε τον ίδιον τον Κύριο που λέγει: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος έστιν ο αγαπών με. ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανί­σω αυτώ εμαυτόν» (Ιωάν. 14, 21).

Λοιπόν, ας γνωρίσουν όλοι οι Χριστιανοί ότι ο Χρι­στός είναι Θεός αψευδής και αληθινός και ότι εμφανίζε­ται βεβαιότατα εις αυτούς που Τον αγαπούν και φανερώ­νουν την αγάπη τους με την τήρησι των εντολών Του, καθώς ο Ίδιος υπεσχέθη. Και δια της εμφανίσεώς Του, ο Χριστός τους χαρίζει το Άγιον Πνεύμα και δια του Α­γίου Πνεύματος πάλι, Αυτός και ο Πατήρ μένουν αχώρι­στοι, μαζί τους. 

Αυτοί οι πνευματοφόροι άνθρωποι δεν λέγουν τίποτε δικό τους. Και όποιος ισχυρίζεται ότι μι­λούν από τον εαυτό τους, αυτός πιστεύει ότι μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίση τα του άλλου ανθρώπου και οι άν­θρωποι ομοίως να γνωρίσουν τα του Θεού. Εάν δεν το δέχεται αυτό, ασφαλώς αποκαλεί ψεύτες και μυθολόγους αυτούς που ομιλούν δια του Αγίου Πνεύματος, ότι δεν διδάσκονται από Αυτό, αλλά ότι διδάσκουν τους άλλους πράγματα που δεν άκουσαν και δεν είδαν, από τον εαυτό τους και την δική τους λογική. Αλλά πρέπει να καταλάβωμε ότι αν μιλούν αυτοί σύμφωνα με την διδασκαλία των θεοφόρων Πατέρων που προηγήθηκαν, δια του ιδίου Αγίου Πνεύματος και αυτοί τώρα μιλούν. Και όσοι απιστούν ή τους συκοφαντούν, αμαρτάνουν εις Εκείνον που ομιλεί δια του στόματός των.

Διδάχθηκες, λοιπόν, αγαπητέ μου ότι η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα σου (Λουκ. 17, 21) εάν θέλης, και όλα τα αιώνια αγαθά είναι στα χέρια σου. Τρέξε να δης και να πάρης, να απόκτησης τα αιώνια αγαθά που σε περιμένουν και μη τα στερηθής όλα αυτά με την αυταπάτη ότι δήθεν τα έχεις. 

Κλάψε, πέσε γονάτισε και παρακάλεσε, όπως κάποτε ο τυφλός (Λουκ. 18, 35 κ.ε.), έτσι τώρα κι εσύ και πες: «Ελέησέ με, Υιέ του Θεού και άνοιξε τους οφθαλμούς της ψυχής μου, για να δω το φως του κόσμου (Ίω. 9, 5), Εσένα τον Θεό μου και να γίνω υιός ημέρας (Α' Θεσσ. 5, 5) θείας κι εγώ. Μη με εγκατά­λειψης, Αγαθέ, στερημένο της Θείας Σου Χάριτος, ως α­νάξιο. Εμφάνισέ μου, Κύριε, τον Εαυτό Σου για να γνω­ρίσω ότι με αγάπησες, επειδή τήρησα, Δέσποτα, τις θείες Εντολές Σου. Στείλε μου Οικτίρμον, τον Παράκλητο, για να με διδάξη Αυτός για Σένα και να μου φα­νέρωση τα δικά Σου, Θεέ του παντός. Λάμψε εις εμέ το φως το αληθινόν (Ιω. 1, 9), Εύσπλαγχνε, για να δω την δόξαν που είχες κοντά εις τον Πατέρα Σου, πριν δημιουργηθή ο κόσμος (Ιω. 17, 5). Μείνε, όπως είπες, μαζί μου, για να γίνω κι εγώ άξιος να μείνω μαζί Σου και τό­τε να εισέλθω εις Εσένα εν επιγνώσει και εν επιγνώσει να Σε αποκτήσω μέσα μου. Θέλησε, Αόρατε, να σχηματίσης μέσα μου την μορφή Σου (Γαλ. 4, 19), δια να βλέ­πω το ανέκφραστον κάλλος Σου και να φορέσω (Α' Κορ. 15, 49), Επουράνιε, την Εικόνα Σου και να λησμονήσω όλα τα ορατά πράγματα. Δος μου, Εύσπλαγχνε, την δό­ξαν που Σου έδωσε ο Πατέρας Σου δια να γίνω όμοιός Σου όπως όλοι οι δούλοι Σου, θεός κατά Χάριν, και να είμαι αιωνίως μαζί Σου τώρα και πάντοτε και εις τους α­πέραντους αιώνας, αμήν».

Ναι αδελφέ μου αγαπητέ, πίστεψε και παραδέξου ότι έτσι είναι τα πράγματα και ότι αυτή είναι η πίστις μας. Αυτό είναι, πίστεψε, αδελφέ, το να αναγεννηθής (Ιω. 3, 4) και να ανακαινισθής και να ζήσης την εν Χριστώ ζωή (Β' Κορ. 4, 16. Β' Τιμ. 1, 1 κ.ε.). Δεν ακούς τον Μέγαν Βασίλειον που λέγει εις τον προτρεπτικόν λόγον του εις τα Φώτα: 

«Ουκ επιθυμείς σεαυτόν ιδείν, άνθρωπε, από γέροντος νέον γινόμενον;» και τον απόστ. Παύλον: «Ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις. τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε τα πάντα καινά» (Β' Κορ. 5, 17). Ποια είναι τα πάντα, που λέγει; Πες εσύ, πες μας. Μήπως άλλαξε ο ου­ρανός; Μήπως η γη; Μήπως ο ήλιος ή τα αστέρια ή η θάλασσα ή κάτι άλλο από όσα βλέπομε έγινε καινούργιο και νέο; Αλλά δεν μπορείς να το πης αυτό. Διότι ο Από­στολος το είπε σ' εμάς και για μας. Διότι ήμασταν νε­κροί και αναστηθήκαμε εις την ζωή. Φθαρτοί και μεταβαλλόμεθα και γινόμεθα άφθαρτοι. Είμαστε θνητοί και μετατρεπόμεθα εις αθανάτους. Γήινοι και γινόμεθα επουράνιοι. Σαρκικοί, έχοντας την γέννησι από σάρκα, και γινόμεθα πνευματικοί με την αναγέννησί μας και την ανάπλασί μας από το Άγιον Πνεύμα.

Αυτή είναι, αδελφοί μου, η εν Χριστώ νέα κτίσις (Β' Κορ. 5, 17). Αυτά κάθε ήμερα συμβαίνουν και γίνονται εις τους αληθινούς πιστούς και εκλεκτούς. Και καθώς εί­παμε πολλές φορές, από όλα αυτά μόνον ένα μέρος απο­κτούν και γεύονται, με επίγνωσι και αίσθησι, διότι ευρί­σκονται ακόμη μέσα εις το σώμα. Αλλά ελπίζουν ότι με­τά τον θάνατο, οπωσδήποτε θα κληρονομήσουν τα αγα­θά αυτά ολοκληρωμένα και τέλεια. Δηλ. θα απολαύσουν ολόκληροι, ψυχή τε και σώματι, όλα τα αγαθά που απήλαυσαν εδώ μερικώς. 

Διότι, εάν διδασκώμεθα συνεχώς ότι τον Χριστόν τρώγομεν και πίνομεν και Τον ενδυόμεθα και Τον βλέπομε και μας βλέπει. Ότι γνωρίζομε πως Τον έχομε μέσα μας και ότι μένομε εις Αυτόν και Αυτός μένει εις εμάς, και κατοικούμε εντός Του, ότι δηλ. Αυτός είναι για μας οικία και εμείς πάλι είμεθα οικία δική Του. Έπειτα, ότι γινόμεθα παιδιά Του, και Αυτός Πατέρας μας και ότι Εκείνος είναι Φως (Ιω. 1, 5) που λάμπει εις το σκοτάδι, και εμείς λέγομε ότι Τον βλέπομε σύμ­φωνα με το «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέ­γα» (Ησ. 9, 1. Ματθ. 4, 16). Εάν, λοιπόν, όλα αυτά και τα υπόλοιπα, όπως έχει λεχθή, όσα δηλ. διδάσκουν οι θείες Γραφές ότι γίνονται εντός μας στον παρόντα καιρό αυτής της επίγειας ζωής, αν πούμε ότι δεν συμβαίνουν καθόλου εις εμάς, ή ότι γίνονται, αλλά με τρόπο μυστι­κό που δεν καταλαβαίνομε τίποτε, χωρίς να γνωρίζωμε τίποτε από αυτά, σε τι διαφέρομε από νεκρούς;

Μην αφήνετε τους εαυτούς σας στην απιστία και κα­τεβαίνετε στον βυθό της απωλείας. Αλλά ακόμη και εάν μέχρι τώρα δεν ελπίσατε ότι θα λάβετε αίσθησι αυτών των αγαθών και γι' αυτό δεν τα ζητήσατε, έστω και τώ­ρα, από αυτήν την στιγμήν πληροφορηθήτε και πιστεύσετε πρώτα ότι αυτά είναι αληθινά και σύμφωνα με τις θείες Γραφές. Διαβάσετε όλες τις θείες Γραφές με προ­σοχή και πληροφορηθήτε ότι εις την παρούσα ζωή δίδε­ται εις εμάς τους πιστούς, με επίγνωσι, η σφραγίς του Α­γίου Πνεύματος (Εφεσ. 1, 13). Και αφού τα πιστεύσετε, μετά να επιδιώξετε να τα αποκτήσετε (Φιλ. 3, 12), αγωνισθήτε όχι σαν άνθρωποι που δέρουν αέρα (Α' Κορ. 9, 26). 

Και επί πλέον «αιτείτε και δοθήσεται υμίν. κρούετε και ανοιγήσετε υμίν» (Ματθ. 7, 7), είτε εδώ είτε εις τον μέλλοντα αιώνα. Ακόμη να διδάσκεσθε, να μετανοήτε, να υποτάσσεσθε, να νηστεύετε, να κλαίετε, να προσεύχεσθε. 

Και έτσι με αυτά και όλα τα παρόμοια, τρέχετε, πυγμαχείτε, επιδιώκετε, ζητείτε, κρούετε, παρακαλείτε, προς τίποτε άλλο να μη συγκατατίθεσθε, έως ότου απο­κτήσετε, έως ότου δράξετε, έως ότου λάβετε, έως ότου σας ανοιχθή η θύρα και εισέλθετε, έως ότου ιδήτε τον νυμφίον Χριστόν μέσα εις τον νυμφώνα, έως ότου ακού­σετε: «Ευ, δούλε αγαθέ και πιστέ, επί ολίγα ης πιστός, ε­πί πολλών σε καταστήσω» (Ματθ. 25, 21), έως ότου γίνε­τε υιοί του φωτός και υιοί της ημέρας (Α' Θεσσ. 5, 5). Αλλά πριν να δήτε και να τα λάβετε και να τα πάθετε, μην πλανάτε τον εαυτό σας και νομίζετε, παραλογιζόμενοι, ότι είσθε κάτι, ενώ δεν είσθε τίποτε (Γαλ. 6, 3). Και εξαπατώντας την συνείδησί σας νομίζετε ότι είσθε πνευματοφόροι πριν να λάβετε μέσα σας το Άγιον Πνεύμα και δι' αυτό βιάζεσθε αλόγιστα να εξομολογείτε και να δέχεσθε λογισμούς των άλλων, και αναρριχάσθε σε ηγουμενίες και εξουσίες και τολμάτε άφοβα να δέχεσθε την ιερωσύνη και με αναίδεια μηχανεύεσθε χίλιους δύο τρόπους, πώς θα καταλάβετε μητροπόλεις και επισκοπές και να ποιμαίνετε τον λαόν του Κυρίου. Αλλά σας πα­ρακαλώ, να προσέξετε τον εαυτόν σας (Δευτ. 4, 9), τα ά­νω φρονείτε, τα άνω ζητείτε (Κολοσ. 3, 1), τα άνω ποθεί­τε, να μη φροντίζετε δια τίποτε επίγειο πριν να λάβετε τα ουράνια.

Ναι, ας καταφρονήσωμε όλα τα ορατά και γήινα, ζη­τώ από την αγάπη σας. Ας αποτινάξωμε από επάνω μας όλα τα ανθρώπινα, όλα τα εμπαθή και βλαβερά ας τα αποστραφώμε και ας τα μισήσωμε, δια να επιτύχωμε και τα παρόντα αλλά και τα μέλλοντα αγαθά, εν Χριστώ Ιη­σού τω Κυρίω ημών, ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις συν τω ανάρχω Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, εις το Ένα Τρισάγιον Φως, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


Το κείμενο είναι από τον Β' τόμον των έργων του Αγίου 
Λόγοι - Κεφάλαια - Διάλογος, 
έκδοσις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ, Θεσσαλονίκη 1989.


Πηγή: ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ 
ΛΟΓΟΣ ΗΘΙΚΟΣ Ε' ΕΚΔΟΣΙΣ

«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1999