Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Ὁ῎Αγγελος ἐβόα


(Ζωντανά ηχογραφημένο από την Αναστάσιμη ακολουθία
της Κυριακής του Πάσχα στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης)

Ὁ῎Αγγελος ἐβόα τῇ Κεχαριτωμένῃ· ῾Αγνή, Παρθένε χαῖρε, καί πάλιν ἐρῶ χαῖρε, ὁ σός Υἱός ἀνέστη, τριήμερος ἐκ τάφου.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νῦν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.

Τριών ειδών προβλήματα – Μία λύση!


Αββά Ησύχιου


Μερικοί βασανίζονται από τριών ειδών προβλήματα.

Από εκείνα που είχαν κάποτε. Από εκείνα που έχουν τώρα και από εκείνα που περιμένουν ότι θα έχουν.

Οι λύπες, βέβαια, θα έρθουν, αλλά τι θα κερδίσουμε, αν βιαστούμε και τρέξουμε να τις προϋπαντήσουμε;

Θα έχουμε αρκετό καιρό να λυπηθούμε, όταν έρθουν.

Στο μεταξύ ας ελπίζουμε για καλύτερα πράγματα και ας μένουμε σταθεροί ως το τέλος. 

Άφησε το παρελθόν στο έλεος του Θεού, το παρόν στην αγάπη Του και το μέλλον στην Πρόνοιά Του.

Μήν ἀμελοῦμε τήν ἐξομολόγηση

1. Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός


«Ὁ ἀνεξομολόγητος ἄνθρωπος εἶναι ὅμοιος μέ ἕναν ἀβάπτιστον καί εἶναι ἀδύνατον νά σωθῇ. Καί ἀνίσως ἕνας ὅπου ἀπέθανεν ἐάν μέν καί ἐπρόφθασε νά ἐξομολογηθῇ καί ἄς μή κοινώνησεν εἶναι ἐλπίδα εἰς αὐτόν. 

Ἐάν δέ καί δέν ἐξομολογηθῇ, ἄς κοινωνήσει ὅσες φορές θέλει, τίποτες δέν ὠφελεῖται, μάλιστα βλάπτεται, ἐπειδή καί κοινωνεῖ ἀνάξια καί ἀλλοίμονον εἰς αὐτόν. 

Πρῶτον πρέπει νά γίνεται ἡ ἐξομολόγησις, ἔπειτα ἡ Ἁγία Κοινωνία. Πρῶτον νά πλύνωμε καί νά καθαρίσωμεν τό ἀγγεῖον καί ὕστερα νά βάλωμεν τό πολύτιμον πρᾶγμα μέσα».




2. Γέρων Πορφύριος

Μοῦ ἔλεγε ὁ Παππούλης:

“Ὅσο πιὸ μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιὸ πολὺ στενοχωριέται καὶ ταλαιπωρεῖται ἀπὸ διάφορα πράγματα. Πρέπει νὰ πηγαίνουμε στὸν πνευματικό μας ὅταν ἔχουμε κάτι ποὺ μᾶς βασανίζει”.

“Νὰ ἐξομολογεῖσαι τακτικὰ καὶ καλά, γιατὶ καὶ Πατριάρχης νὰ εἶσαι, ἂν δὲν ἐξομολογεῖσαι, δὲν σώζεσαι”, μοῦ εἶπε μιὰ ἄλλη φορά.

Ἔλεγε πώς, μὲ τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως ὅ,τι εἶναι πεσμένο χάμω ἀνορθώνεται. Μᾶς εἶπε κάποτε τὴ συγκινητικὴ περίπτωση ἑνὸς μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε πάει μικρὸς στὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ εἶχε πολλὰ χαρίσματα, ποὺ τὸν ἔκαμναν νὰ νιώθει ὅτι ζοῦσε μέσα στὸν παράδεισο.

Μιὰ ἡμέρα δὲν ἔκανε ὑπακοὴ σὲ κάτι, ποὺ τοῦ εἶπε ὁ Γέροντάς του, καὶ τοῦ ἔφυγε τότε ὅλη αὐτὴ ἡ χαριτωμένη κατάσταση. Ὅταν γύρισε ὁ Γέροντάς του κι ἔκανε ἐξομολόγηση καὶ διαβάστηκε ἡ συγχωρητικὴ εὐχή, ἀμέσως ἐπανῆλθε ἡ κατάσταση ἐκείνη τῆς χάριτος, τὴν ὁποία εἶχε ἀπολέσει.


Ὁ Γέρων Πορφύριος τόνιζε πάντοτε ὅτι, ὅταν εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅταν συμμετέχουμε στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, εἴμαστε μέσα στὸν παράδεισο. Καὶ ὅτι, ὅσο πιὸ πολὺ συμμετέχουμε στὰ Μυστήρια, τόσο πιὸ πολὺ εἴμαστε στὴν αἰώνια ζωή. Γι’ αὐτὸ καὶ πάντοτε μᾶς θύμιζε τὴ ρήση τοῦ Κυρίου μας:

“Ὁ πιστεύων εἰς τὸν Υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον”.

Γονείς, εμείς πρώτοι θα γευθούμε τους καρπούς της κακίας τους

Δεν είναι αξιοπερίεργο το ότι στέλνουμε τα παιδιά μας στο σχολείο να μάθουν γράμματα και τέχνες και εξαντλούμε όλες μας τις δυνατότητες για την επιτυχία αυτού του σκοπού και δεν ενδιαφερόμαστε να τα αναθρέψουμε συγχρόνως και σύμφωνα με το θέλημα του Θεού;

Ε, λοιπόν να ξέρετε ότι, όταν ανατρέφουμε τα παιδιά μας, έτσι ώστε να γίνουν, αναιδή, ακόλαστα, απειθάρχητα, βάναυσα, τότε, εμείς πρώτοι θα γευθούμε τους καρπούς της κακίας τους.

Ας προσέξουμε λοιπόν αυτό το θέμα κι ας υπακούσουμε σε αυτά που μας διδάσκει ο μακάριος Απόστολος Παύλος, ο οποίος μας συμβουλεύει να ανατρέφουμε τα παιδιά μας και να τα παιδαγωγούμε, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

Να τους δίνουμε πάντα εμείς πρώτοι το καλό παράδειγμα και να τα συνηθίσουμε από μικρά στην μελέτη των θείων Γραφών.



Ιωάν. Χρυσόστομος: P.G. 61,150, κ. εξ.

Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Τότε που η ηλικία ήταν ακόμα τρυφερή τότε έπρεπε να είχες ξεριζώσει τα αγκάθια

Αν πρόκειται να μας ζητηθούν ευθύνες για τους άλλους ανθρώπους - εφόσον μας έχει πει ο απόστολος Παύλος : κανένας να μην ζητάει το δικό του, αλλά καθένας να φροντίζει για το συμφέρον του άλλου. (Α Κορ. 10, 24) - πόσο περισσότερο θα είμαστε υπόλογοι για την έλλειψη της φροντίδα μας προς τα παιδιά μας;

Θα μας πει ο Θεός: Δεν το 'χες το παιδί κοντά σου από βρέφος; Δεν σε έχω ορίσει δάσκαλό του, προστάτη, κηδεμόνα και οδηγό του; Δεν το είχα αφήσει ολοκληρωτικά στα χέρια σου;

Σου έχω δώσει εντολή, να το διαπλάσεις από πολύ μικρό και να το παιδαγωγήσεις σωστά. Νομίζεις ότι θα βρεις έλεος, αν αδιαφορήσεις και το αφήσεις να χαθεί;

Τι έχεις να απαντήσεις πάνω σ αυτά άνθρωπέ μου;

Μήπως θα μου πεις, ότι τώρα που μεγάλωσε το παιδί, είναι για μένα δύσκολο αυτό το έργο και σκληρό; Αυτό άνθρωπέ μου έπρεπε να το είχες υπολογίσει από τότε, που το παιδί ήταν μικρό και εύπλαστο και μπορούσε εύκολα να υπακούει.

Από τότε έπρεπε να το διαπαιδαγωγήσεις προσεκτικά και να το συνηθίσεις να κινείται και να σκέπτεται σωστά. Από τότε έπρεπε να το διορθώνεις και να κόβεις τις αδυναμίες του. Τότε που η ηλικία ήταν ακόμα τρυφερή και όλα ήταν πιο εύκολα. Τότε έπρεπε να είχες ξεριζώσει τα αγκάθια.

Αν δεν τα παραμελούσες τότε που αναπτύσσονταν τα πάθη, δεν θα είχαν τώρα ριζώσει και δεν θα ήσαν σήμερα δυσκολοθεράπευτα. 

Γι'  αυτό ακριβώς μας παραγγέλει η Αγ. Γραφή και μας λέει: Κάνε το παιδί σου, να σκύψει το κεφάλι, από τη μικρή του κιόλας ηλικία, τότε που είναι πιο εύκολη η διαπαιδαγώγησή του (Σοφ. Σειρ. 7, 23).



Ιωάν. Χρυσόστομος: P.G. 51, 327 κ. εξ.

Πες μου, αξίζει τέτοιος που είσαι, να ονομάζεσαι πατέρας;

Πες μου άνθρωπέ μου, αν έβλεπες το παιδί σου να λειώνει από την πείνα, θα το άντεχε η ψυχή σου και θα αγνοούσες την κατάστασή του; Δεν θα έτρεχες να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου, για να το χορτάσεις και να το αναπαύσεις;

Ε, λοιπόν, αν έλειωνε το παιδί σου από την πείνα και την έλλειψη της υλικής τροφής, δεν θα το παράβλεπες. Τώρα, που καταστρέφεται από την έλλειψη της διδασκαλίας των θείων Γραφών, το σηκώνει η ψυχή σου και το προσπερνάς απαρατήρητο;

Πες μου, αξίζει τέτοιος που είσαι, να ονομάζεσαι πατέρας;

Αυτή η πείνα είναι φοβερώτερη από την έλλειψη της τροφής, εφόσον καταλήγει στον μεγαλύτερο, τον πνευματικό θάνατο. Γι'  αυτό πρέπει να ενδιαφερόμαστε, περισσότερο γι αυτήν και να την αντιμετωπίζουμε πιο άμεσα. 

Ο απ. Παύλος λέει: Να μεγαλώνετε τα παιδιά σας, νουθετώντας και παιδαγωγώντας τα, με το νόμο του Θεού (Εφ. στύ, 4). Αυτή είναι η πιο καλή πατρική φροντίδα. Αυτή είναι η πιο γνήσια πατρική κηδεμονία.

Έτσι εγώ κατανοώ την πατρική σχέση με το παιδί, όταν δηλαδή ο πατέρας φροντίζει περισσότερο από την υλική, την πνευματική τροφή του παιδιού του.



Ιωάν. Χρυσόστομος: P.G. 51, 100 - 101

Θέλεις να αφήσεις άνθρωπέ μου, πλούτο στο παιδί σου;

Θέλεις να αφήσεις άνθρωπέ μου, πλούτο στο παιδί σου; Δίδαξέ το να είναι τίμιο.

Γιατί έτσι θα μπορέσει να διαφυλάξει τον πλούτο του. Έτσι, ακόμα κι αν δεν αποκτήσει άλλα κτήματα, τουλάχιστον δεν θα σκορπίσει όσα έχει.

Αν όμως το παιδί σου είναι πονηρό, τότε δεν θα το αφήσεις φύλακα του πλούτου σου, αλλά θα το κάνεις χειρότερο κι από τον τελευταίο φτωχό της γης.

Για όσους δεν έχουν αναθρέψει σωστά τα παιδιά τους, είναι γι' αυτό προτιμότερη, από τον πλούτο, η τέλεια φτώχεια.

Γιατί η φτώχεια θα τα διατηρήσει στην αρετή, ακόμα και παρά τη θέλησή τους, ενώ ο πλούτος δεν θα τα αφήσει στον ίσιο δρόμο, ακόμα κι αν τα ίδια το θέλουν.

Η πλούσια ζωή θα τα παρασύρει στο κακό, θα τα καταστρέψει και θα τα οδηγήσει σε αμέτρητα δεινά.



Ιωάν. Χρυσόστομος: P.G. 61, 546 κ. εξ.

Αν το παιδί διδαχτεί από μικρό να σκέπτεται με σωστό τρόπο

Μέχρι πότε θα είμαστε κάτω από το σαρκικό φρόνημα; Μέχρι πότε θα σκύβουμε και θα επικεντρώνουμε όλο το ενδιαφέρον μας πάνω στα γήινα πράγματα;

Όταν πρόκειται, για την φροντίδα της ανατροφής και την παιδαγωγία των παιδιών μας, ας παίρνουν όλα τα άλλα δεύτερη θέση και σημασία.

Αν το παιδί διδαχτεί από μικρό να σκέπτεται με σωστό τρόπο, τότε έχει ήδη αποκτήσει μεγάλο πλούτο και δόξα.

Δεν θα έχεις κατορθώσει τίποτα το σπουδαίο, αν έχεις μάθει το παιδί σου κάποια τέχνη ή την αρχαία φιλοσοφία, με την οποία θα κερδίσει ενδεχομένως χρήματα. 

Το σπουδαίο θα είναι αν το έχεις διδάξει την τέχνη να περιφρονεί τα χρήματα. Αν θέλεις να το κάνεις πλούσιο, έτσι να το κάνεις. Γιατί πλούσιος δεν είναι όποιος έχει ανάγκη από πολλά χρήματα ή εκείνος που έχει όλα τα αγαθά, αλλά εκείνος που δεν έχει ανάγκη από τίποτα. Αυτό να διδάξεις το παιδί σου. Αυτό να του μάθεις. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος πλούτος.

Μην κοιτάζεις, πως θα το κάνεις να προκόψει -με την έννοια βέβαια, που το κοσμικό φρόνημα θεωρεί την προκοπή- γιατί έτσι θα το καταντήσεις φιλόδοξο. Φρόντισε καλύτερα να του μάθεις πως να περιφρονεί, σε τούτη εδώ τη ζωή, την ανθρώπινη δόξα. Έτσι μπορεί να γίνει και πιο ένδοξος και πιο σπουδαίος.

Αυτά είναι πράγματα, που είναι εύκολα και είναι δυνατόν να γίνουν εξ ίσου, και από τον πλούσιο και από το φτωχό. Αυτά δεν τα διδάσκεται κανείς από δάσκαλο, ούτε του τα μαθαίνει καμμιά τέχνη. Αυτά είναι πράγματα που τα μαθαίνει κανείς ζώντας σύμφωνα με το νόμο του Θεού.

Μην φροντίζεις μόνο, να ζήσει το παιδί σου πολλά χρόνια εδώ στη γη. Φρόντισε να αξιωθεί να ζήσει την ατέλειωτη και αιώνια ζωή.



Ιωάν. Χρυσόστομος: P.G. 61,150, κ. εξ.

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Ποιές είναι οι συνέπειες της μαγείας;

Ποιες είναι οι συνέπειες της μαγείας; 

– Όσοι ασχολούνται με τα μάγια ή τρέχουν στις μαγείες, διαπράττουν μεγάλη αμαρτία ενώπιον του Θεού και εναντίον του Αγίου Πνεύματος, διότι αφήνουν το Θεό και ζητούν βοήθεια από το διάβολο. 

Αρνούνται τις προσευχές της Εκκλησίας και μπαίνουν στα σπίτια των μάγων.
Εγκαταλείπουν τους λειτουργούς του Χριστού και πηγαίνουν στους υπηρέτες του σατανά. 

Δηλαδή, αφήνουν το ζων ύδωρ, τον ιερέα και τη σωτήρια χάρη της Εκκλησίας και για τα εμπαθή και ανθρώπινα ενδιαφέροντά τους ζητούν τη συμπαράσταση των μάγων, που είναι εχθροί του Χριστού. 

Αρνούνται την αλήθεια και δέχονται το ψεύδος, διότι όλα τα μαγικά λόγια και επικλήσεις είναι ψεύδη και δαιμονικές απάτες. 

Μια τέτοια μεγάλη αμαρτία δε συγχωρείται στους ενόχους ούτε στον παρόντα αιώνα ούτε στο μέλλοντα, όπως λέγει ο Χριστός, εάν δεν μετανοήσουν σ’ όλη τους τη ζωή. Εναντίον αυτών των μάγων ξεσπούν κάθε είδους κακίες και κίνδυνοι.

Πρώτα πρώτα τους ελέγχει η συνείδηση, διότι άφησαν το Θεό και ακολούθησαν το διάβολο. Κατόπιν κανονίζονται να απέχουν από τη Θεία Κοινωνία πολλά έτη, από 7 έως 15, και ακόμη μέχρι 20. Εκτός εάν τους οικονομήσει διαφορετικά ο πνευματικός, ανάλογα με την ειλικρίνεια της μετάνοιάς τους.

Αυτοί που τρέχουν στους μάγους, αποβάλλουν από την ψυχή τους τη χάρη του Χριστού και βάζουν στο σπίτι της καρδιάς τους το πνεύμα του σατανά. Αρνούνται το Χριστό και ενώνονται με το διάβολο. Όλοι αυτοί δεν πρέπει να ονομάζονται χριστιανοί, αλλά αποστάτες. Τιμωρούνται από το Θεό με ασθένειες, και μάλιστα ανίατες, με οικογενειακά προβλήματα, με ζημιές και διενέξεις, με πτωχεία και φοβερό θάνατο. Και εάν δεν εξομολογηθούν με δάκρυα, δε θα σωθούν. 

Ενώ από την Εκκλησία αποβάλλονται τελείως, δηλαδή χωρίζονται από το Χριστό και παραδίνονται με τη θέλησή τους στα χέρια του νοητού εχθρού. Εάν πεθάνουν στην αμαρτία τους αυτή, δεν κηδεύονται από ορθόδοξο ιερέα, αλλά όπως οι ειδωλολάτρες και οι αρνητές της πίστεως, οδηγούνται στην αιώνια τιμωρία τους, στα βάσανα της κολάσεως. Αυτές λοιπόν είναι ο φοβερές συνέπειες της μαγείας. 


(Γέρων Κλεόπας) 



Έλεγε ο π. Κλεόπας: «Να μη κάνεις κανένα έργο, χωρίς να το σφραγίζεις με τον Τίμιο Σταυρό! Όταν αναχωρείς για ταξίδι, όταν αρχίζεις το έργο σου, όταν πηγαίνεις να διδάξεις στο σχολείο σου, όταν είσαι μόνος σου ή και με άλλους μαζί, σφράγισε με τον παντοδύναμο Σταυρό το μέτωπό σου, το σώμα σου, την καρδιά σου, τα χείλη σου, τα μάτια σου, τα αυτιά σου και όλα τα μέλη σου να τα σφραγίζεις με το σημείο της νίκης του Χριστού επί του Άδου. 

Και τότε μη φοβάσαι από τα μαγικά ή τα ξόρκια και τους μάγους. Διότι όλα αυτά λύνονται από τη δύναμη του Σταυρού, όπως το κερί λιώνει μπροστά στη φλόγα της φωτιάς και όπως φεύγει η σκόνη στον άνεμο!» 


Γεροντικό Ρουμάνων Πατέρων Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη

Άλλο μεταμέλεια και άλλο μετάνοια


Γέροντας Μακάριος του Μαρουδά 


Άλλο η μεταμέλεια και άλλο η μετάνοια. 

Μεταμέλεια για τα σφάλματα μου είναι η προσπάθεια να αποκαταστήσω την εικόνα μου μέσα μου και γύρω μου. 

Ενώ η μετάνοια είναι η επιστροφή του νου μου στον Θεό.


Θυμώνω παραδείγματος χάριν με κάποιον και μεταμελούμαι γιατί χάλασε η εικόνα του εαυτού μου στον αντίδικο μου και μέσα μου. Πως έφτασα σε τέτοιο σημείο να εκτεθώ; Τι θα λέει για μένα αυτός ο άνθρωπος; πως το φέρθηκα έτσι; 

 Ο εγωισμός μας δεν σηκώνει αυτήν την έκθεση του εγώ μας, και προσπαθούμε μεταμελούμενοι ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο να αποκαταστήσουμε την εικόνα μας. 

Ενώ μετάνοια είναι η επιστροφή της καρδιάς μου στο Θεό παρόλα τα σφάλματα μου. Δηλαδή ελπίδα.

Δυσάρεστο, ἀλλὰ εὐεργετικό

Ἅγιος Τύχων (Ἐπίσκοπος Ζαντόνκ)


Μεγάλο κακό ἡ κακογλωσσιά. Μεγάλο κακό νά ὁρμοῦν ἐπάνω σου ἄλλοι, νά σέ σπιλώσουν!

Συμβαίνει. Ξαφνικά. Ἀπότομα. Καί ἄλλοτε εἶναι μιά δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς· καί ἄλλοτε ὄχι.

•Στήν πρώτη περίπτωση, ὅταν εἴχαμε καί ἐμεῖς φταίξει, ὅταν εἴχαμε ὑποπέσει σέ κακές πράξεις καί «ἐνέργειες», ἀποδίδοντας σέ ἄλλους μομφές, ἀνάλογες μέ ἐκεῖνες πού μᾶς ἀποδίδουν, ἔχομε χρέος νά μή κολλᾶμε στό πόσο ὑποφέρομε, ἀλλά νά φροντίζωμε, καί νά διορθώσωμε τά «πράγματα», ἀλλά καί νά διορθωθοῦμε. Καί τότε ἡ καταφορά ἐναντίον μας θα σταματήσει.

•Στήν περίπτωση, πού μᾶς κακολογοῦν μέ λόγια σκληρά, ἒνῶ ἐμεῖς δέν θυμόμαστε νά εἴχαμε ποτέ κάμει τέτοια λάθη σέ βάρος ἄλλων, εἶναι φυσικό νά αἰσθανόμαστε πολύ ἄσχημα.

* Μήπως ὅμως ἔχομε καί τότε, ὑποχρέωση νά κάνωμε τήν σκέψη, ὅτι μπορεῖ νά μήν εἴμαστε τόσο ἀθῶοι, ὅσο τό φανταζόμαστε;

* Μήπως ἐφέρθηκα καί ἐγώ σέ ἄλλους ἄσχημα, χωρίς νά τό καταλάβω, χωρίς νά τό θέλω;

* Μήπως, καί ἔκρινα καί κατέκρινα ἄλλους;

•Μήν τό ξεχνᾶτε ποτέ:

* Μέ τό μέτρο πού μετρᾶτε, θά σᾶς μετρήσουν.

* Μέ βάση τίς ἁμαρτίες σας, θά κριθῆτε.


* * *

Παράλληλα θά πρέπει, νά μή ξεχνᾶμε καί κάτι ἄλλο:

Ἡ κάθε σέ βάρος μας καταδρομή, δέν εἶναι μόνο κάτι κακό. Εἶναι, ταυτόχρονα, καί εὐεργεσία. Μᾶς βοηθάει, νά γίνωμε καλύτεροι· νά ἀποκτήσωμε ταπείνωση. Ἡ κακή γλῶσσα, ἡ γλῶσσα δηλητήριο, εἶναι ἕνας «ἄγγελος σατάν», ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Β΄ Κορ. 12, 7), πού τόν στέλνει ὁ Θεός νά μᾶς «κολαφίζει», γιά νά μή ἐπαιρόμαστε. Γιά νά μᾶς βοηθήσει, νά περιορίζωμε τήν ἔπαρσή μας, τήν μεγάλη καί καλή ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας, τήν αὐταρέσκειά μας.

Κάτι τέτοια τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός, γιά νά μᾶς κάμει νά ἀσχοληθοῦμε μέ τόν ἑαυτό μας. Γιατί, μόνο ὅταν σκύψωμε στόν ἔσω ἑαυτό μας, στόν ἐσωτερικό μας κόσμο, στόν τρόπο πού ἀντιδρᾶμε σέ κάτι τέτοια, θά μπορέσωμε νά καταλάβωμε, τί κρύβεται μέσα μας: θυμός καί ὀργή, ἤ καλωσύνη καί πραότητα;

Ἀπαντᾶς στίς βρισιές εἰς βάρος σου καί στίς κακολογίες μέ μνησικακία καί πικρία; Εἶναι φανερό, ὅτι μέσα σου ἔχεις ὀργή καί θυμό.

Ἀπαντᾶς μέ ὑπομονή καί μακροθυμία; Μέσα σου ἔχεις εἰρήνη καί πραότητα.

Ποτέ λοιπόν ἄς μή τό ξεχνᾶμε:

Οἱ βρισιές, οἱ συκοφαντίες, ἡ κακογλωσσιά, μᾶς βοηθοῦν νά καταλάβωμε, τί ἔχομε μέσα μας· μᾶς βοηθοῦν νά ἰδοῦμε τόν ἐσωτερικό μας κόσμο.

Λίγο τό ἔχεις;

Διηγήματα του πνευματοφόρου Γέροντος Δανιήλ

Έλεγεν ο Γερό – Δανιήλ ότι, στην Ιερά Σκήτη του Ξενοφώντος, ο Γέροντας της Καλύβας “Εισόδεια της Θεοτόκου” Γρηγόριος Ιερομόναχος, είχε υποτακτικό πολύ απλό, αγαθό και άκακο, Θεοφύλακτο ονομαζόμενον. 

Ο Μοναχός Θεοφύλακτος, κατά την εορτή των Θεοφανείων, που γίνεται ο μεγάλος Αγιασμός, όταν άκουσε τα τροπάρια και τις ευχές που ψάλλει η Εκκλησίας μας και τα οποία λένε: “Σήμερον αγιάζεται η φύσις των υδάτων….”, του φάνηκε κάπως περίεργο και όταν τελείωσε η τελετή, ρώτησε το Γέροντά του Παπα-Γρηγόρη:

 “Γέροντα, άκουσα στα τροπάρια και στις ευχές να λέτε πώς “Σήμερον αγιάζεται η φύσις των υδάτων…”, πώς γίνεται αυτό το πράγμα και όλα τα νερά αγιάζονται; Αγιάζονται και τα νερά της θαλάσσης;”

Ο Γέροντας του Παπα-Γρηγόρης σ’αυτά απάντησε: 

“Αδερφέ Θεοφύλακτε, ο Πανάγαθος Θεός, με τις προσευχές των ανθρώπων, που γίνονται με ταπείνωσι, από αδιάκριτη και ακλόνητη πίστι, με την επιφοίτησι της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος, επενεργεί επί των εμψύχων και αψύχων ακόμη μεταβάλλει αυτά και τα αγιάζει, για να καθαρίσει και αγιάσει μ’ αυτά τους πιστούς δούλους του.

Όπως, επί παραδείγματι, αγιάζει το νερό και το λάδι στο Βάπτισμα, και απαλλάσει τον άνθρωπο, και καθαρίζει αυτόν από το προπαρτορικό αμάρτημα και από κάθε είδους άλλης αμαρτίας και έτσι βγαίνει από την Αγία Κολυμβήθρα αγνός, καθαρός και τέλειος χριστιανός.

Όπως μεταβάλλει το ψωμί και το κρασί, που προσφέρει θυσία των χριστιανών ο ιερεύς και με την επιφοίτηση του Παναγίου Πνεύματος, τα κάνει απο ψωμί–Σώμα και από κρασί–Αίμα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και γίνονται τα Τίμια Δώρα, που μεταλαμβάνουν οι πιστοί, και μ’αυτά όταν άξιοι και καθαροί, με τη μετάνοια και εξομολόγησι τα παίρνουν, αγιάζονται και θεοποιούνται.

Όπως μεταβάλλει το λάδι του ευχελαίου και γίνεται θεραπευτικό μέσο στους μετά πίστεως χριωμένους. Έτσι αγαπητέ Θεοφύλακτε, μεταβάλλεται με τη χάρι του Αγίου Πνεύματος και η φύσι των υδάτων .

Ο Μοναχός Θεοφύλακτος για δεύτερη φορά ρώτησε το Γέροντα του και του είπε:
- Πάτερ και το νερό της θαλάσσης αγιάζεται κι αυτό;

- Ναι αδερφέ, άκουσε και γι’αυτό: Όταν ο πρωτάγγελος Εωσφόρος, από την υπερηφάνειά του, ξέπεσε από τους ουρανούς και σαν αστραπή βρέθηκε στα κατώτερα μέρη, στα κατάβαθα της γης, εκεί που είναι τα τάρταρα του Άδη, τότε πέφτωντας αυτός, παρέσυρε με την πτώσι του το ένα τρίτο (1/3) από τους Αγγέλους, που κι αυτοί έγιναν όπως κι ο αρχηγός τους Δαίμονες.

Πέφτωντας αυτοί, οι πρώην Άγγελοι, από τους ουρανούς πρός τη γη και επειδή εξακολοθούσαν να πέφτουν συνέχεια κι άλλοι άγγελοι, τότε στάθηκε στην πύλη του ουρανού ο μέγας Αρχάγγελος Μιχαήλ με την πύρινη ρομφαία, φώναξε προς όλους τους Αγγέλους και είπε: “Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού” και με τη φωνή αυτή συνήλθαν οι Άγγελοι και σταμάτησαν να πέφτουν.

Εκείνοι όμως που είχαν πέσει, με το πρόσταγμα αυτό του Αρχιστράτηγου Μιχαήλ, σταμάτησαν εκεί που βρέθηκαν, άλλοι στον αέρα κι έγιναν τα εναέρια Τελώνια, άλλοι στη γη, κι έγιναν οι πειρασμοί και εξουσιαστές της γης, κι άλλοι στα ύδατα των ποταμών της γης και της θαλάσσης, όπου πειράζουν, δοκιμάζουν και πνίγουν τους διερχομένους επειδή, κατά το λόγο του Κυρίου “Απ’αρχής ο διάβολος ανθρωποκτόνος έστι” (Ιωάν. Η΄ 44).

Όταν όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, όπως λέγουν οι άγιοι Απόστολοι και το ιερό Ευαγγέλιο, και ο Υιός και Λόγος του Θεού έγινεν άνθρωπος, με το μέγα και ανερμήνευτο μυστήριο της θείας ενσάρκου Αυτού οικονομίας, με τη κάθοδο Του από τους ουρανούς αγιάσε τον αέρα, τη γη, τη θάλασσα, τα ύδατα και πάντα “τα εν αυτοίς”, και με τον αγιασμόν και τη χάρι του Αγίου Πνεύματος κατήργησε την δύναμι και την εξουσία του Σατανά που είχε, πριν να σαρκωθεί ο Δεσπότης Χριστός επάνω στους ανθρώπους, στα ζώα και στα στοιχεία της φύσεως, και έτσι ο αέρας, η γη και το νερό αγιάσθηκαν, από την παρουσία του Δεσπότη Χριστού του Θεού ημών.

Η ημέρα αυτή των Θεοφανείων, πάτερ Θεοφύλακτε, όπου γίνεται ο Μεγάλος Αγιασμός, γίνεται η ανάμνησις της του Χριστού παρουσίας και της θεοφανείας του τρισυπόστατου και τρισηλίου Θεού των χριστιανών, του Ποιητού και Δημιουργού των όλων, που σαν σήμερα στη βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό, παρουσιάστηκε ο ουράνιος Πατέρας με τη φωνή και ο οποίος με την επιφοίτησι του Αγίου Πνεύματος, που το έστειλε σαν ένα περιστέρι επάνω στο κεφάλι του Χριστού, μ’αυτό δείχνοντάς μας, το Χριστό, είπε: “Ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός ενώ ηυδόκησα….” δηλαδή αυτό είναι το αγαπημένο μου παιδί, ο μονογενής, με τον οποίον, όπως δημιουργήσαμε μαζί μ’ αυτόν και το Άγιον Πνεύμα τον κόσμο όλον, έτσι και τώρα ευδόκησα, μέσον Αυτού να σωθεί ο κόσμος και να αναγεννηθεί ανακαινιζόμενος με το άγιο Βάπτισμα.

Εάν λοιπόν θέλεις να δοκιμάσεις την αλήθεια όλων αυτών που σου είπα, πήγαινε πάτερ Θεοφύλακτε, κάτω στη θάλασσα σήμερα, να ιδείς πως το νερό είναι γλυκό και πίνεται.

Ο απλός κι αγαθός Μοναχός Θεοφύλακτος, παρ’ όλο τον κόπο της αγρυπνίας, μόλις άκουσε αυτά τα πράγματα για να βεβαιωθεί, πήρε ένα μικρό δοχείο και πήγε αμέσως στη θάλασσα, η οποία από τη Σκήτη αυτή απέχει περισσότερο από μια ώρα πεζοπορία, έσκυψε με ταπείνωσι και τυφλή υπακοή, πήρε νερό από τη θάλασσα, ήπιε και μετά θαυμασμού είδε πως το νερό ήταν γλυκό και πίνονταν με ευχαρίστησι. Γέμισε το δοχείο του και γύρισε στο Γέροντά του, τον οποίον αφού ευχαρίστησε του έδωκε να πιεί κι αυτός από το νερό της θάλασσας, ήπιε κι εκείνος και δόξασαν “τον θαυμαστόν Θεόν εν τοις έργοις και τοις αγίοις αυτού” (Ψαλμ. ΞΖ΄ 36).

Πέρασαν περισσότερα από τριάντα χρόνια, ο Γέροντας Παπα-Γρηγόρης, πλήρης ημερών, αρρώστησε λίγο και κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο. Ο υποτακτικός του Θεοφύλακτος συνέχιζε να παίρνει κάθε χρόνο την ημέρα των Θεοφανείων, νερό από τη θάλασσσα και συνεχίζονταν το ίδιο θαύμα, το νερό να είναι γλυκό και πόσιμο.

Τρία χρόνια μετά το θάνατο του γέροντά του, ο πάτερ Θεοφύλακτος, μετά την αγρυπνία των Θεοφανείων, όταν βγήκαν οι Πατέρες από το “Κυριακό” βλέπουν τον αδερφό Θεοφύλακτο να πηγαίνει περισσότερο κάτω από την Καλύβα που έμενε. 

Οι άλλοι Πατέρες της Σκήτης τότε τον ρώτησαν: 
-Για που πηγαίνεις πάτερ Θεοφύλακτε; Δε θα πάς να ξεκουραστείς σπίτι σου;

Ο πάτερ Θεοφύλακτος για απάντησι, τους φανέρωσε το μέχρι άγνωστο στους άλλους Πατέρες της Σκήτης θαύμα, πως δηλαδή την ημέρα του μεγάλου Αγιασμού το νερό της θαλάσσης γίνεται γλυκό και πίνεται.

Οι πατέρες, επειδή γνώριζαν πως ο αδερφός αυτός ήταν απλός και άκακος, δεν πίστεψαν τα λόγια του και τον ειρωνεύτηκαν. 

– Άϊντε καημένε να ξεκουραστείς και πάς μετά να μας φέρεις κι εμάς να πιούμε… θάλασσα! Ο πάτερ Θεοφύλακτος όμως δεν έδωκε καμία σημασία στα λόγια τους, πήγε στη θάλασσα ήπιε, όπως έκανε μέχρι τότε, νερό που ήταν γλυκό, γέμισε και το δοχείο του και το πήγε να πιούν και οι άλλοι Πατέρες.

Εκείνοι με ειρωνία και δυσπιστία πήραν το νερό αυτό να πιούν, αλλά το μέχρι τότε κείνη τη στιγμή γλυκό νερό, για την απιστία τους έγινε αλμυρώτερο και πικρότερο από το νερό της θάλασσας.

Τότε ο αδερφός Θεοφύλακτος τους φανέρωσε πως επί τριάντα και πλέον χρόνια πίνανε με το Γέροντά του το γλυκύτατο και νοστιμώτατο, για την ημέρα εκείνη νερό της θαλάσσας. Και έτσι από την ημέρα εκείνη για την απιστία των Πατέρων σταμάτησε να γίνεται το θαύμα αυτό!

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Η κατάκριση είναι εγωϊσμός


Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης


Να αγαπάτε ο ένας τον άλλο και να μην πικραίνεσθε λόγω εγωισμού. Η ταπείνωση είναι ασφαλής οδηγός «δεν αφήνει αυτόν που την έχει να προσκρούσει σε υφάλους απροσεξίας και να συντριβεί» αλλά ως οδηγός φωτεινός οδηγεί άπταιστα επί του ασφαλούς.

Ο εγωισμός είναι το κάκιστο των κακών «αυτός μας δημιουργεί όλα τα σφάλματα, με τους ανυπότακτους λογισμούς. Φοβηθείτε τον και προσπαθείτε να απαλλαγείτε απ' αυτόν, καθώς όσο μένει μέσα μας αχτύπητος, τόσο θα μας πληγώνει με ανάλογους πόνους».

«Παρακαλώ μην κατακρίνετε ο ένας τον άλλο, διότι είναι πέρα για πέρα εγωισμός» ας δικαιολογεί ο αδελφός του αδελφού το σφάλμα, κι αυτό είναι μαρτυρία ταπεινώσεως και αγάπης. Αυτός ο αδελφός που το κάνει αυτό θα βρει πολλή τη χάρη του Θεού «εκείνος όμως που κρίνει και σκανδαλίζει τον πλησίον του, πρέπει να γνωρίζει ότι όχι χάρη δε θα βρει, αλλά και αν κάτι έχει θα το χάσει, για να μάθει το μάθημα της ταπείνωσης διά του παθήματος».

Φοβηθείτε περισσότερο την εσωτερική κατάκριση, αυτή που γίνεται με τους λογισμούς κι αυτό, γιατί δεν έρχεται στο φως με τον προφορικό λόγο, που ενδέχεται να διορθωθεί απ' αυτόν που την ακούει. 

Προσέξτε, λέω, την ένδοθεν κατάκριση, που ανεπαίσθητα μας ενοχοποιεί θανάσιμα και μας στερεί τη ζωή της θείας χάριτος και μας προσφέρει ως ποτό πικρότατο, την ψυχική νέκρωση.

Πόσα και πόσα δε μας λένε το ιερό Ευαγγέλιο και οι Πατέρες περί κατακρίσεως. Καλύτερα να πέσει από ψηλά, παρά από τη γλώσσα.

Εύχομαι η αγάπη και η ακατακρισία να βασιλεύουν σε όλες τις εκδηλώσεις μεταξύ σας, ώστε το Άγιο Πνεύμα να αναπαύεται στις ψυχές σας.


(από τις «Πατρικές Νουθεσίες» του Γέροντος Εφραίμ, 
Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Φιλοθέου)

Η δόκιμη μοναχή

Σε ένα γυναικείο μοναστήρι, πήγε ως δόκιμος Μοναχή μία νέα. Έδειξε τόσο καλή διαγωγή, που γρήγορα την έκαναν μοναχή. 

Από όλες τις άλλες καλόγριες ξεχώριζε. Διακρινόταν για την αδιάκριτον υπακοή της, τη νηστεία, την αγρυπνία, την προσευχή, την εξυπηρέτιση και ιδιαιτέρως στα δάκρυα – σπανίως εβλέπετο να μη κλαίη. 

Είχε κατακτήσει την αγάπη ιδίως της ηγουμένης, αλλά και όλων των μοναζουσών. Η ηγουμένη την είχε πάντοτε ως παράδειγμα και έλεγε στις νεώτερες: ” Βλέπετε την χαριτωμένη αδελφή σας και ό,τι κάμνει, να κάμνετε και σεις”.

Δεν πέρασαν όμως πολλά χρόνια και από την πολύ άσκηση απέθανε. Έφυγε από τούτον τον κόσμο η μοναχή αυτή. Εις τα μοναστήρια υπάρχει η ευλογημένη συνήθεια, όταν αποθάνη μέλος της αδελφότητας να του κάνουν σαρανταλείτουργο, δια την ανάπαυση της ψυχής, που έφυγε από τον κόσμο αυτό. Έτσι λοιπόν και στο μοναστήρι αυτό έγινε σαρανταλείτουργο.

Και όταν ετελείωνε, την τελευταία βραδυά, η ηγουμένη βλέπει σε όραμα τη μοναχή, η οποία της είπε:

- Μητέρα μου, όσα μνημόσυνα και αν μου κάμετε, εγώ κολάστηκα, έχασα τη ψυχή μου.

- Παιδί μου, λέει η ηγουμένη, …. εάν εσύ κολάστηκες, ποιός θα σωθή; Αλοίμονο στον ταλαίπωρο άνθρωπον!!!

Απαντά η μοναχή:

- Εγώ προτού έλθω εις την ευλογημένη συνοδεία σας, εξαπατήθηκα από ένα νέο, ο οποίος μου υποσχέθηκε, οτι θα με έπερνε, αλλά το φοβερό ήταν ότι με κατέστησε έγκυο.

Μετά δε απ’ αυτό το φρικτό, φέρθηκε άνανδρα και με εγκατέλειψε την δυστυχισμένη. Τότε εγώ πάνω στην απελπισία μου έκανα έκτρωση, φόνο, σκότωσα και έρριξα το παιδί, που είχα μέσα μου. Γι’ αυτά τα δύο ανόσια αμαρτήματα μου έκλαψα πικρά, μετανόησα, συχάθηκα τότε τον κόσμο και τα του κόσμου, γι’ αυτό και αποφάσισα να γίνω μοναχή, να δώσω την καρδιά μου στον Χριστό και εκεί να θρηνώ τις αμαρτίες μου. 

Γι’ αυτές τις αμαρτίες έκλαψα, γι’ αυτές έκανα ό,τι έκανα, για τα οποία όλες σας με μακαρίζατε. Πλήν όμως δεν εξομολογήθηκα τα φρικτά αυτά αμαρτήματα σε ιερέα, από ντροπή και γι’ αυτό κολάσθηκα!

Ω! Θεέ μου! Τι φοβερόν! Βλέπεις αναγνώστα μου; Βλέπεις παιδί μου, ούτε τα δάκρυα, ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι αγρυπνίες, μηδέ η βασίλισσα των αρετών της Μοναχικής πολιτείας, η υπακοή λέγω, ούτε τίποτε άλλο από όσα καλά έκαμε, δεν την έσωσε – εφ όσον έλλειψε η καθαρά εξομολόγησις. Δεν αρκεί να μετανοήση κανείς για τις πράξεις του και να σωθή, αλλά απαραιτήτως θα πρέπει και να εξομολογηθή τα αμαρτήματα για τα οποία μετανόησε.

Χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι με φοβερά ακατονόμαστα και πάμπολλα αμαρτήματα, δια της μετάνοιας και καθαρής εξομολογήσεως σώθησαν και μάλιστα πολλοί απ’ αυτούς, που απέδωσαν καρπούς μετανοίας άξιους, αγίασαν και τους αντιδόξασεν ο Θεός. 

Όπως τον άγιο Κυπριανό τον άλλοτε μάγο, τον Μωυσή τον Αιθίοπα τον άλλοτε αρχιληστή, την οσία Μαρία την Αιγυπτία, Πελαγία, Ευδοκία, Μαρίαν του Αβραμίου, που ήσαν πρώτα γυναίκες “κοινές” του υποκόσμου και τόσοι άλλοι που διαβάζουμε στο Συναξαριστή. Ενώ τόσοι, με πάμπολλα αμαρτήματα, ηγίασαν και εθαυματούργησαν διότι καθαρά εξομολογήθηκαν, η δυστυχισμένη εκείνη μοναχή, που αναφέρουμε προηγουμένως, για δύο αμαρτήματα εκολάσθη.

Γι’ αυτό μη ξεθαρρεύης λοιπόν αδελφέ μου και στηρίζης την ελπίδα σου στις ελεημοσύνες ή σε ό,τι άλλο καλό και αν είναι αυτό και μη ελπίζης να σωθής, εάν δεν καθαρίσης την ψυχή σου πρωτίστως, στο Μέγα Μυστήριο της εξομολογήσεως, σε ιερέα Ορθοδόξου Εκκλησίας και να τα πεις όλα, χωρίς ν’ αφίσης τον παραμικρό λεκέ, που θα σκιάζη την αθάνατη ψυχή σου. Τότε μόνο θα αισθανθής ανακούφιση και τότε μόνο θα δικαιωθής από τον Θεό, όταν τα εξομολογηθής όλα.

Μη διστάζης, εάν είναι πολλά και φοβερά – όσα περισσότερα και μεγαλύτερα είναι τόσο μεγαλύτερη χαρά θα δώσης στον Θεό και στους Αγγέλους.

Η Γραφή μας λέγει, ότι οι Άγγελοι πανυγηρίζουν στον ουρανό ” για ένα αμαρτωλόν μετανοημένο”

Εβδομαδιαίο Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών


Κυριακάτικο Κήρυγμα (Κυριακή του Θωμά)


Κυριακή τοῦ Θωμᾶ
(Ἰω. κ΄ 19-31)


Ζοῦμε ἐντὸς τῆς Ἀναστάσιμης περιόδου. Ἑορτάζουμε τὴν Λαμπρὴ καὶ γινόμαστε δέκτες τοῦ φωτός της. Γευόμαστε τὴν μεγάλη χαρά, ποὺ δωρεῖται στοὺς ἀνθρώπους καὶ βιώνουμε μέσα μας τὴ ζωή, ποὺ παρέχεται μὲ πλουσιότητα καὶ ἀφθονία.

Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἡ πεμπτουσία τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιατὶ δίχως αὐτή, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει οἱανδήποτε ἄλλη ἑορτή. Καὶ ὄχι μόνο· μὰ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἡ ἴδια ἡ πίστη μας. Συνεπῶς δὲ καὶ ἡ Ἐκκλησία παύει νὰ ὑφίσταται καὶ τὰ πάντα καταντοῦν μάταια καὶ ψευδῆ.

Μὰ ἡ Ἀνάσταση εἶναι πιὰ γεγονὸς ἱστορικό. Ἔτσι ἄλλωστε παραδόθηκε καὶ ἔτσι βιώνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ὁ ἴδιος δὲ ὁ Χριστὸς δὲν ἄφησε ἐτοῦτο τὸ γένος μετέωρο καὶ θολό. Οἱ ἀλλεπάληλες ἐμφανίσεις Του αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ἐξυπηρετοῦν. Νὰ βεβαιώσουν τὸ γεγονὸς καὶ νὰ πείσουν τοὺς ἀνθρώπους, ἰδιαιτέρως δὲ τοὺς Μαθητές, γιὰ τὴν πραγμάτωσή του.

Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στοὺς Μαθητὲς γίνεται σὲ δύο φάσεις. Ἡ μία δίχως τὸν ἀπόστολο Θωμᾶ καὶ ἡ δεύτερη μ᾿ αὐτόν. Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ἐπιθυμεῖ νὰ μὴν ἀφήσει κάποιον μέσα στὴν ἀμφιβολία καὶ τὴ σύγχυση. Ἐπιθυμεῖ νὰ ξεκαθαρίσει τὰ πράγματα.

Γι᾿ αὐτὴ τὴ δεύτερη ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στοὺς Μαθητὲς καὶ τὸν Θωμᾶ, ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης θὰ σημειώνει στὸ σημερινὸ Εὐάγγελιό του, τὰ ἀκόλουθα: «Καὶ ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες, ποὺ ἦταν πάλι οἱ μαθητὲς μέσα στὸ σπίτι καὶ μαζί τους κι ὁ Θωμᾶς, ξαναμπῆκε ὁ Χριστὸς, ἐνῶ οἱ πόρτες ἦταν κλειστὲς καὶ στάθηκε ἀνάμεσά τους κι εἶπε· Εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ ὕστερα λέγει στὸ Θωμᾶ· Ἀκούμπησε ἐδῶ τὸ δάκτυλό σου καὶ δὲς τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου στὸ πλευρό μου καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος ἀλλὰ πιστός».

Μιὰ παρουσία θεϊκῆς συγκαταβάσεως. Καὶ μιὰ πράξη ἀγάπης πρὸς τὸν Μαθητή, ποὺ ζητεῖ νὰ ἰδεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὸ Διδάσκαλο. Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ἀγαπᾶ τὸν Μαθητή του, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους, καὶ θέλει νὰ τὸν διασώσει ἀπὸ τὶς ἀμφιβολίες του. Γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἀξιώνει ἀγάπη, ἀλλὰ τὴ δωρίζει ὁ ἴδιος σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ θὰ τὸν ἀναζητήσει.

Ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς ἀναζητεῖ καὶ ἐπιδιώκει νὰ ἰδεῖ, ὅσα καὶ οἱ ἄλλοι Μαθητὲς εἶδαν. Γι᾿ αὐτὸ ἐνσαρκώνει τὴν καλοπροαίρετη ἀναζήτηση κι ὑπογραμμίζει τὴν ἀνάγκη τῆς ἀνθρώπινης ἱκανοποίησης. Νὰ ἰδεῖ, ν᾿ ἀκούσει καὶ ἴσως νὰ ψηλαφίσει τὸ Διδάσκαλο.

Καὶ ὁ Χριστὸς ἱκανοποιεῖ τὶς ἐπιθυμίες του, ἀποδεικνύοντας σ᾿ αὐτόν, πὼς δὲν ὑστερεῖ τῶν ἄλλων. Μήτε ἐκλαμβάνεται ὡς κατώτερος, μὰ εἶναι κι αὐτὸς Ἀπόστολος καὶ Μαθητής Του. Γι᾿ σὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι εὐτυχὴς καὶ νὰ αἰσθάνεται τὸν ἑαυτόν του ὡς τὸν εὐλογημένο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἀντίδραση δὲ τοῦ ἀποστόλου Θωμᾶ σηματοδοτεῖ ἕναν ἐσωτερικὸ συγκλονισμό. Ἕνα ξέσπασμα πίστεως καὶ ἀγάπης πρὸς τὸ Διδάσκαλο καὶ μιὰ ὁμολογία τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ. «Καὶ ἀποκρίθηκεν ὁ Θωμᾶς καὶ τοῦ εἶπε· Σὺ εἶσαι ὁ Κύριος μου καὶ ὁ Θεός μου».

Σχετικὰ μ᾿ αὐτὴ τὴν ὁμολογία, ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, θὰ γράφει: «Γιατὶ ὄχι ἁπλῶς εἶπε ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου... ἀλλὰ ἕνα Κύριο τὸν αὐτὸν καὶ Θεὸ, ποὺ γεννήθηκε κατὰ τὴν αὐτὴ φύση ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ Θεό». Δηλαδὴ, ὄχι ὅμοιον μὲ τὸν Πατέρα, μὰ ὁ αὐτὸς ὡς πρὸς τὴν φύση. Θεὸς ὁ Πατέρας, Θεὸς καὶ ὁ Χριστός. Ἡ αὐτὴ θεϊκὴ φύση στὸν Πατέρα. ἡ αὐτὴ θεϊκὴ φύση καὶ στὸν Υἱό, τὸν Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ ἀποκαλοῦμε τὸν Χριστὸ ὁμοούσιο μὲ τὸν Πατέρα, ὅπως ἄλλωστε διατυπώνεται καὶ στὸ Σύμβολο τῆς πίστεώς μας.

Ὁ Χριστὸς δέ, ἀποκαλύπτοντας τὸν ἑαυτόν Του στοὺς καλοπροαίρετους καὶ ἄδολους ἀνθρώπους, τονίζει τὸ γεγονὸς πὼς μιὰ γνήσια, ἁπλὴ καὶ ἀληθινὴ ὕπαρξη, μπορεῖ νὰ μεταβληθεῖ σὲ δοχέα τῆς χάριτός Του.

Νὰ αἰσθανθεῖ τὸν συγκλονισμὸ πὼς ὁ Χριστὸς τὸν ἀποδέχεται καὶ συνομιλεῖ μαζί του. Καὶ βιώνοντας αὐτὸν τὸν συγκλονισμὸ καὶ αἰσθανόμενος τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ δίπλα του, ἀνακράζει μὲ ἱερὸ δέος, ἀλλὰ θερμὴ πίστη: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι πιὰ ἕνα ἱστορικὸ γεγονός. Μὲ μάρτυρες τοὺς ἴδιους τοὺς Μαθητὲς, ποὺ βίωσαν ἐπανειλημμένες φορὲς τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Μίλησαν μαζί Του· περπάτησαν δίπλα-δίπλα· ἔφαγαν. Πῆραν τέλος ὡς δῶρο τὴν εἰρήνη Του.

Ὅπως καὶ ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς, ποὺ σήμερα ξαναθυμώμαστε τὴν ἐπιθυμία του νὰ ἰδεῖ τὸν Χριστό. Νὰ συνομιλήσει μαζί Του· νὰ τὸν ἐγγίξει· νὰ τὸν ὁμολογήσει. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ τὰ ἔδωσε ὅλα. Ἔτσι γιὰ νὰ αἰσθανθεῖ καὶ πάλι ὅπως πρῶτα Μαθητὴς καὶ Ἀπόστολος τοῦ Εὐαγγελίου Του.

Ἐμεῖς σήμερα ζοῦμε μέσα στὴν Ἀναστάσιμη περίοδο, λέμε καὶ ψάλλουμε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη». Γνωρίζουμε ὅμως πῶς ἀποτελοῦμε τοὺς μάρτυρες καὶ τοὺς ὁμολογητὲς τῆς Ἀναστάσεώς Του. Καὶ καλούμαστε νὰ βιώσουμε ἐτοῦτο τὸ γεγονὸς ὡς ἐσωτερικὸ συγκλονισμὸ καὶ ὡς ὁμολογία στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὴν πίστη πὼς Αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριός μας καὶ ὁ Θεός μας.


Ἀρχιμ. Ν.Π.
imml.gr

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

† Κυριακή 27 Απριλίου 2014 (Κυριακῇ τοῦ Ἀντιπάσχα ἢ τοῦ Θωμᾶ)

Ευαγγελική Περικοπή,

Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην
Κεφ. κ' : 19-31

Ο
ὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ Μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν ᾿Ιουδαίων, ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ τοῦτο εἰπὼν, ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν· καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ Πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν, ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ῞Αγιον. Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς· ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ, εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ᾿ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ᾿ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ Θωμᾶς μετ᾿ αὐτῶν· ἔρχεται ὁ ᾿Ιησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· Εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε, καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου· καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός· Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ. Ταῦτα δὲ γέγραπται, ἵνα πιστεύσητε, ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες, ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.



Απόστολος,

Πράξεων τῶν Ἀποστόλων
Κεφ. ε' : 12-20

ν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ Σολομῶντος· τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ᾿ ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός· μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων εἰς ῾Ιερουσαλὴμ, φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες. ᾿Αναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ. Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ τῆς νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· Πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ῥήματα τῆς ζωῆς ταύτης.



Εἰς τόν Ὄρθρον
Τὸ Α΄ Ἑωθινόν Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον
Κεφ. κη' : 16-20

Τ
ῷ καιρῷ ἐκείνῳ, οἱ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὸ ὄρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν αὐτῷ, οἱ δὲ ἐδίστασαν. Καὶ προσελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς, ἐλάλησεν αὐτοῖς λέγων· Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς. Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ, ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν.

Διδαχές Αγίου Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου


• Ευτυχία μέσα στο γάμο υπάρχει, αλλά απαιτεί μία προϋπόθεση: να έχουν αποκτήσει οι σύζυγοι πνευματική περιουσία, αγαπώντας το Χριστό και τηρώντας τις εντολές Του. Έτσι θα φτάσουν να αγαπιούνται αληθινά μεταξύ τους και να είναι ευτυχισμένοι.

• Είναι προτιμότερο να αποτύχεις σαν λαϊκός, παρά σαν μοναχός.

• Ο ορθόδοξος ασκητισμός δεν είναι μόνο για τα μοναστήρια, αλλά και για τον κόσμο.

• Πολλοί λένε ότι η χριστιανική ζωή είναι δυσάρεστη και δύσκολη, εγώ λέω ότι είναι ευχάριστη και εύκολη, αλλά απαιτεί δύο προϋποθέσεις: ταπείνωση και αγάπη.

• Αν έρθει η χάρη του Θεού, όλοι και όλα αλλάζουν, έλα όμως που για να έρθει, χρειάζεται πρώτα να ταπεινωθούμε!


• Δεν πρέπει να πολεμάτε τα παιδιά σας, αλλά τον σατανά που πολεμά τα παιδιά σας.

• Να τους λέτε λίγα λόγια και να κάνετε πολλή προσευχή.

• Η προσευχή κάνει θαύματα. Δεν πρέπει η μητέρα να αρκείται στο αισθητό χάδι στο παιδί της, αλλά να ασκείται στο πνευματικό χάδι της προσευχής.

• Η σωτηρία του παιδιού σας περνάει μέσα από τον εξαγιασμό το δικό σας.

• Ο αγιασμός δεν είναι ακατόρθωτο πράγμα, είναι μάλιστα εύκολος, φθάνει εσείς να αποκτήσετε ταπείνωση και αγάπη.

• Αν θέλεις μπορείς να αγιάσεις και μέσα στην Ομόνοια.

Γιατί προσευχόμαστε στραμμένοι πρὸς ἀνατολὰς;


Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός




Α. Ἐπειδὴ ἔχουμε διπλὴ φύσι, προσφέρουμε διπλὴ προσκύνησι

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός (1) μᾶς διδάσκει, ὅτι δὲν προσκυνοῦμε πρὸς ἀνατολὰς ἁπλῶς καὶ ὡς ἔτυχε, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ φύσις μας εἶναι σύνθετος, δηλαδὴ ὁρατὴ καὶ ἀόρατος, νοητὴ καὶ αἰσθητή, προσφέρουμε στὸν Δημιουργὸ διπλὴ καὶ τὴν προσκύνησι: ἡ ψυχὴ εἶναι στραμμένη νοερὰ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ταυτόχρονα τὸ σῶμα προσκυνεῖ πρὸς ἀνατολάς.

Αὐτὸς ὁ διπλὸς τρόπος, νοητὸς καὶ αἰσθητός, τῆς ἀναφορᾶς μας πρὸς τὸν Κύριο φαίνεται καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις: ψάλλουμε μὲ τὸν νοῦ μας, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ μὲ τὰ σωματικὰ χείλη μας• βαπτιζόμεθα καὶ στὸ ὕδωρ καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δηλαδὴ ἐνούμεθα μὲ τὸν Κύριό μας μὲ δύο τρόπους: μετέχοντες στὰ Ἱερὰ Μυστήρια καὶ στὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.



Β. Ὁ Χριστὸς μας ὀνομάζεται «Ἀνατολὴ»

Ὁ Κύριός μας καὶ Θεὸς μας εἶναι τὸ νοητὸ Φῶς: «ὁ Θεὸς φῶς ἐστιν» (2)• ἐπίσης εἶναι ὁ «ἥλιος τῆς δικαιοσύνης» (3)• εἶναι τὸ «φῶς τοῦ κόσμου» (4), τὸ «μέγα φῶς» (5) καὶ ἡ «Ἀνατολὴ» (6), ἡ ὁποία «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους» (6) καὶ μὲ τὴν Χάρι καὶ τὴν Ἀλήθειά Του ἐφώτισε τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἦσαν καθήμενοι «ἐν σκότει» ἀγνωσίας, «ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου» (5) τῆς ἁμαρτίας.

Ἀκριβῶς γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν πρέπει νὰ ἀφιερώνουμε στὸν Χριστό μας τὴν ἀνατολὴ γιὰ τὴν προσκύνησι, διότι τὸ κάθε τί ὡραῖο πρέπει νὰ τὸ ἀποδίδουμε στὸν Θεό, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο προέρχεται κάθε ἀγαθό.

Καὶ ὁ θεῖος Δαβὶδ λέγει: «Αἱ Βασιλεῖαι τῆς γῆς, ἄσατε τῷ Θεῷ, ψάλατε τῷ Κυρίῳ τῷ ἐπιβεβηκότι ἐπὶ τὸν οὐρανὸν τοῦ οὐρανοῦ κατὰ ἀνατολάς» (7), διότι ὁ Κύριος ἄρχισε τὰ ἔργα Του ἀπὸ δυσμῶν ἡλίου καὶ τελειώνει αὐτὰ «κατὰ ἀνατολάς», στὴν πηγὴν τοῦ φωτός• ἐπίσης ἡ Ἁγία Γραφὴ λέγει: «ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολάς, ἔνθα τὸν ἄνθρωπον, ὅν ἐπλασεν, ἔθετο» (8) καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος παρέβη τὴν ἐντολή, ἐξωρίσθη «ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς» (9), δηλαδὴ στὰ δυτικά.



Γ. Ἀναζητοῦμε τὴν ἀρχαία Πατρίδα μας πρὸς ἀνατολάς

Προσκυνοῦμε λοιπὸν τὸν Θεό, ἀναζητώντας τὴν ἀρχαία Πατρίδα μας καὶ ἀτενίζοντας πρὸς Αὐτήν• αὐτὸ μᾶς ὑπενθυμίζει καὶ ἡ Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ποὺ εἶχε στραμμένο τὸ «Καταπέτασμα» (10) καὶ τὸ «Ἰλαστήριον» (11) πρὸς τὴν ἀνατολή. Καὶ ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, ἐπειδὴ ἦταν τιμιωτέρα, ἦταν παρατεταγμένη «κατὰ ἀνατολάς» (12). Καὶ στὸν περιώνυμο Ναὸ τοῦ Σολομῶντος ἡ πύλη τοῦ Κυρίου εὑρίσκετο κατὰ ἀνατολάς (13).

Ἀλλ’ ὅμως καὶ ὁ Κύριός μας, ὅταν ἦταν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, ἔβλεπε πρὸς τὰ δυτικά, καὶ ἔτσι ἐμεῖς ὅταν προσκυνοῦμε Αὐτόν, ἀτενίζουμε πρὸς Αὐτόν, δηλαδὴ στραμμένοι πρὸς τὰ ἀνατολικά. Καὶ ὅταν κατὰ τὴν Ἀνάληψί Του ἐφέρετο ἐπάνω πρὸς ἀνατολάς, καὶ ἔτσι προσεκύνησαν Αὐτὸν οἱ Ἀποστολοι (14)• καὶ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο θὰ ἔλθη, ὅπως εἶδαν Αὐτὸν νὰ κατευθύνεται στὸν Οὐρανὸ (15), ὅπως εἶπε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος: «ὥσπερ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (16).

Προσμένοντες λοιπὸν κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τὸν Σωτήρα μας, «ἐπὶ ἀνατολὰς προσκυνοῦμεν».



Δ. Ἄγραφος Παράδοσις

Αὐτὴ ἡ Παράδοσις εἶναι ἄγραφος καὶ προέρχεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, διότι «πολλὰ ἀγράφως ἡμῖν παρέδωκαν».

Βάσει ἄλλωστε αὐτῆς τῆς ἀγράφου Παραδόσεως, οἱ Ναοὶ τῶν Ὀρθοδόξων ἔχουν τὸ Ἱερὸ Βῆμα πρὸς ἀνατολὰς οὕτως, ὥστε τόσον ὁ Ἱερεὺς ὅσο καὶ οἱ πιστοὶ προσευχόμενοι νὰ εἶναι στραμμένοι ἀνατολικά, εἰκονίζοντες τὸν νέο Λαὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐξερχόμενος ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο τῶν παθῶν καὶ τὸ κοσμικὸ σκότος, πορεύεται πρὸς τὴν κατὰ ἀνατολὰς Γῆν τῆς Ἐπαγγελίας, τὴν ἐπουράνια Πατρίδα, ἐνῶ προπορεύεται, ὡς ὁδηγός, ὁ νέος Μωυσῆς, ὁ Ἱερεὺς-Ποιμὴν δεόμενος ἐνώπιόν τοῦ Θυσιαστηρίου, τοῦ νοητοῦ αὐτοῦ Θρόνου τῆς Θείας Μεγαλωσύνης.

Γιὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο ἐπικρατεῖ ἡ καλὴ καὶ ὡραία καὶ συμβολικὴ συνήθεια νὰ τοποθετοῦμε τοὺς νεκροὺς καὶ κατὰ τὶς ἐπικήδειες Ἀκολουθίες στὸν Ἱερὸ Ναό, ἀλλὰ καὶ στὰ μνήματα οὕτως, ὥστε νὰ εἶναι στραμμένοι πρὸς ἀνατολάς.

Ἀλλὰ καὶ οἱ εὐλαβεῖς Ὀρθόδοξοι, τουλάχιστον ἔτσι ἔκαμαν οἱ παλαιότεροι, φροντίζουν, ὅταν κατακλίνωνται γιὰ νὰ κοιμηθοῦν, νὰ βλέπουν πρὸς ἀνατολάς: ἀναπολοῦντες τὸν «Παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολάς» (8) καὶ προσευχόμενοι, παραδίδονται μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν Θεία Πρόνοια καὶ τὴν ἀνάπαυσι τοῦ ὕπνου.


---------------------------------------------------------------

1. Ἰ. Δαμασκηνοῦ, PG τ. 94, σέλ. 1133Β-1136Β/Ε.Α.Ο.Π., L. IV, Κεφάλ. ΙΒ΄.
2. Α΄ Ἰωάν. α΄ 5.
3. Μαλαχ. δ΄ 2.
4. Ἰωάν. η΄ 12.
5. Ἠσ. θ΄ 2• Ματθ. δ΄ 16.
6. Ἱερεμ. κγ΄ 5• Ζαχαρ. γ΄ 8• Λουκ. α΄ 78.
7. Ψαλμ. ξζ΄ 33-34.
8. Πρβλ. Γένεσ. β΄ 8.
9. Γένεσ. γ΄ 24.
10. Ἔξοδ. λζ΄ 5.
11. Λευϊτ. ιστ΄ 14.
12. Ἀριθμ. β΄ 3.
13. Ἰεζεκ. μδ΄ 1 ἑ.
14. Λουκ. κδ΄ 52.
15. Πράξ. α΄ 11.
16. Ματθ. κδ΄ 27.

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Ο Γέροντας που γνώρισα ήταν 112 χρονών. Εδώ στο Όρος έχει 99 χρόνια

Είναι πια σκοτάδι... Ή πράσινη ασπίδα πού μας σκεπάζει δέχεται τα ορμητικά βέλη της μπόρας. Μια θαμπωτή λάμψη, με ένα τεράστιο όγκο βροντής, πού κομματιάζεται και σβήνει σφυρίζοντας σκιάζει και μας και το μουλάρι πού αρνιέται να προχώρηση. Του κακού το τραβάει ο αγωγιάτης, κι’ εγώ χτυπώ από πίσω. Ρουθουνίζει και μας απειλεί. Ό αγωγιάτης βλαστημάει τους πατέρες που τον στείλανε σ’ αύτη τη δουλειά, αφού τούς είπε πώς δεν ήξερε το δρόμο.

Ξαφνικά όμως στέκεται και χαμογελάει. Σηκώνοντας το χέρι του, «μια καλύβα» φωνάζει. Στο βάθος της χαράδρας μόλις ξεχωρίζει ανάμεσα στη πυκνή βροχή, μια στέγη, ένα τζάκι πού καπνίζει. Κρίμα! Ή ελπίδα να βρούμε ένα τέτοιο άσυλο με διασκέδαζε περισσότερο παρά το γεγονός πώς το βρήκαμε. Και με δυνατότερες φωνές ο αγωγιάτης κάνει γρηγορότερο το κατρακύλισμα του μουλαριού.

Κάτω από ένα ξύλινο γιοφύρι, τα νερά του ρυακιού τρέχουν βουίζοντας θολά. Δεξιά από το γιοφύρι ανασηκώνεται η στέγη της καλύβας πάνω σε παλιούς γυρμένους τοίχους με πυκνά στρώματα κισσού από πάνω.

Χτυπούμε την πόρτα. «Δι’ ευχών σας» φωνάζω, «Αμήν» απαντά μια φωνή από μέσα μαζί με το τρίξιμο του σύρτη.

Ή πόρτα ανοίγει. Ό Γεροντάκος πού μας δέχεται κάνει το σταυρό του. «Ταλαίπωροι αδελφοί, που σας ήρθε η Θεομηνία;» ρωτάει και συγχρόνως με δείχνει να περάσω από το στενό διάδρομο πού είναι κατασκότεινος. Βρίσκομαι σε ένα δωμάτιο με καναπέδες ολόγυρα και ένα τζάκι. Το παραθύρι είναι μια μικρή τρύπα με ένα σιδερένιο σταυρό, ανάμεσα. Ό Γέροντας σβέλτος και γελαστός ρωτάει να μάθη πώς είμαι. Με λέει εξοχότατο, και στενοχωρούμαι πού δεν μπορεί το κακορίζικο ύφος μου να ανταποκριθεί αύτη τη στιγμή στον τίτλο πού χαρίζει ο Γεροντάκος, έναν τίτλο άλλωστε πού δεν φιλοδόξησα ποτέ.

Το τζάκι εν τω μεταξύ γεμίζει ξύλα και ένας δίσκος με ρακί κάνει τη βόλτα του. Βγάζω το βρεμένο πουκάμισο μου. Ύστερα παρακαλώ να μου επιτραπεί να βγάλω και το παντελόνι μου. Έχω παγώσει μέσα στα μουσκεμένα ρούχα μου. Και ο Γέροντας γελάει χτυπώντας τα χέρια του.

«Ευχαρίστως, αλλά να φύγω και να σάς κλείσω τη πόρτα». Μένω μόνος και καθίζω πλάι στη φωτιά. Τα ρούχα μου στεγνώνουν κρεμασμένα στην καρέκλα. Σε λίγο φωνάζει απ’ έξω ο Γέροντας. «Εξοχότατε να σάς φέρω ένα ράσο, για να φορέσατε;» Μου φέρνει πράγματι το Ράσο και το φορώ. Όταν με βλέπουν αρχίζουν τα γέλια. «Δεν μένετε να σας κάνουμε Καλόγηρο;»

Πιστεύω πώς δεν είναι και τόσο εύκολο. Μπορεί το ράσο να μου φέρνει αυτή τη στιγμή μια γλυκεία ζεστασιά, χρειάζεται όμως ένα είδος ηρωισμού να το κράτηση κανείς για πάντα.

Τα ρούχα μου αχνίζουν και στεγνώνουν σιγά σιγά. Τα ξύλα τριζοβολούν, ανάμεσα στις φλόγες. Εγώ ζητώντας και ένα σκούφο, σκιτσάρω τη φάτσα μου μπρος σ’ έναν μικρό καθρέφτη της τσέπης. Και αφού τελείωσα, μου λέει ο Καλόγηρος: «Κρύψετε αυτό το καθρεφτάκι μήπως το δη ο Γέροντας μου, γιατί τέτοια τα απαγορεύει, και θα σας νομίσει για Μ α σ σ ώ ν ο».

Τον κοίταξα με απορία. «Μάλιστα» τόνισε. «Εγώ είμαι υποτακτικός του και ο Γέροντας μου είναι 112 χρονών. Είναι πολύ ευλαβής έδώ στο Όρος έχει 99 χρόνια».

Ή επιθυμία να γνωρίσω τώρα έναν Μαθουσάλα δεν μ’ αφήνει καιρό να λυπηθώ για τους περιορισμούς πού μου θέτουν. Συμμορφώνομαι και στέκω προσοχή καθώς αναγγέλλει τον ερχομό του. Μόλις τον βλέπω, σηκώνομαι, και τον υποδέχομαι από την πόρτα.

«Ό άγιος Θεός προνοεί για τα πλάσματα του- φώτισε εμάς τού αμαρτωλούς να κτίσουμε το κελί μας εδώ για να σωθείτε από τη Θεομηνία» μουρμουρίζει ο Μαθουσάλας. Τα μάτια του είναι χωμένα κάτω από τις παχιές τούφες των άσπρων του φρυδιών. Ένα κουρελιασμένο ράσο, δεμένο στη μέση με ένα σπάγκο, ξυπόλυτος και στο χέρι του ένα ραβδί. Το κεφάλι του γέρνει προς το στήθος του, τα μαλλιά του αχτένιστα και κολλημένα γύρω στο σκουφί του. Με κοιτάζει από πάνω ως κάτω. Δεν με ρωτάει για το ράσο πού φορώ. Φαίνεται πώς το ξέρει.

«Είσαι σπανός εκ Θεού ή ξυρίζεσαι;» με ρωτάει, γιατί ακούεται πώς στον Κόσμο γίνονται πολλά τέτοια μασονικά αμαρτήματα. «Έκ Θεού, γέροντα μου» προλαμβάνει ο υποτακτικός, και μού κάνει νεύμα να σωπάσω.

«Στα μάτια των ανθρώπων διακρίνεται η ασέβεια και η απιστία προς τον Θεόν. Μόνον απολαύσεις. Λησμονούν ότι είναι θρήνος και αλαλαγμός δια το προπατορικό αμάρτημα.

“Έχετε νυμφευθή;» «Όχι, άγιε γέροντα»- του λέω. «Και εάν επιθυμήσεις το θήλυ; Καταφεύγεις εις πόρνες;» Με φέρνει σε αμηχανία. 

Αχ τί μας έκανε το μπουρίνι. Ό αγωγιάτης κάτω από το μουστάκι του λέει ψιθυριστά. «Είναι ηθικός και ενάρετος, γέροντα» ο δέ υποτακτικός του συμπληρώνει∙ «Την σάρκα θεωρεί εχθρό της ψυχής του, και τα πάθη της σαρκός είσοδο της κολάσεως». Κι’ εγώ με κλεισμένο το στόμα φέρνω γύρους με τα μάτια μου με αμηχανία στην αδειανή κάμαρα.

Φάγαμε ντομάτες, ελιές, σκόρδα, και ψωμί. Είμαι κυριολεκτικά τρομοκρατημένος, γιατί, αν θέλω να φύγω, δεν μπορώ. Ή βροχή συνεχίζεται δυνατότερα. Τα νύχια του Αγίου Μαθουσάλα καθώς είναι μακριά και μαύρα σχίζουν και κομματιάζουν τα σκόρδα. Τρώει με πολλή όρεξη, λέει δέ και από κανένα αστείο. Κοροϊδεύει τους ανθρώπους τούς μάταιους και ασύνετους πού περιφρονούν τα φυσικά μέσα της ζωής και ασχολούνται με σατανικές εφευρέσεις. «Καταργήσατε, όπως μαθαίνω, τα βουβάλια, τα άλογα, και τρέχετε με αυτοκινίσματα, πώς τα λένε;

Πετάτε στον αέρα σαν τούς Προφήτες, και τούς άγιους, χα χα χα χα. Και τυπώνετε τα μούτρα σας στο χαρτί. Θέλετε να γίνετε μεγαλύτεροι από το Θεό. Και σπουδάζετε και γίνεστε γιατροί, και γιατρεύετε κόντρα στο θέλημα του Θεού. 

Εκείνος πού δίνει τις αρρώστιες στον Κόσμο έχει το λόγο του. Κύριε, ελέησον. Να ασεβούν και να μη υποτάσσονται στο θέλημα του. Έμαθα πώς γεννήθηκε και Αντίχριστος. Ή Αποκάλυψις λέει, πώς μετά τη γέννηση του Αντίχριστου, θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και τότες θα τα πούμε. Τότες δεν θα μπορείτε να φύγετε, ούτε με τα αυτοκίνητα ούτε με τ’ άγεροπλάνα σας.

Ό Σατανάς έχει πολλά ποδάρια, εσάς σας κολάζει έτσι, εμάς αλλιώτικα. Ένα καιρό, μας έφερνε βόλτα κάθε βράδυ. Για να με φέρει στην αλαζονεία, μου έλεγε πώς είμαι άγιος. ‘Εγώ τον εξόρκιζα, και αυτός γελούσε βροντερά και έκανε να σείονται τα ουρμάνια. Άλλες βραδιές, ρίχνανε κοτρόνια και γιόμιζαν την αυλή.

Κάθε πρωί πετούσαμε στο δρόμο τις πέτρες. Και τί πέτρες; ασήκωτες τέκνον μου. Το βράδυ πάλι τα ίδια. Κάθε Παρασκευή βράδυ γινότανε γυναίκα, και ερχόταν γυμνή στο γιατάκι μου να με ξεμυαλίση. Τον καταραμένο το Σατανά! 

Όμως εν ονόματι της Αγίας Τριάδος τον έκανα άφαντο. Να σού πω. Από τα 99 χρόνια πού δεν βγήκα από το Όρος τα 40 είχα τον πειρασμό κοντά μου. Δόξα σοι, ο Θεός, είμαστε πού είμαστε αμαρτωλοί. Τότες είχα μεγάλη ευλάβεια. Μόνον τις Κυριακές έτρωγα λάδι. Τώρα βλέπεις και τα χρόνια περνούν και ήρθαν τα γερατειά.

Ένοιωσα όμως τη στιγμή αυτή πώς ζητούσε κάποιο κομπλιμέντο. «Ακόμα δα έχετε καιρό», του λέω. «Έτσι το λογαριάζω κι’ εγώ, μα να δούμε τη θέληση τού άγιου Θεού» μου άπαντα γιομίζοντας το ποτήρι μου κρασί. 

«Πώς ήθελα να ζήσω τα χρόνια σας γέροντα;» κάνω. «Δεν πρέπει να λέει ο άνθρωπος «θέλω», γιατί αμαρτάνει. Πρέπει μόνον να λέει «αν θέλει ο Ύψιστος» γιατί όλα είναι δική του πρόνοια. Και τί να ζει κανείς τόσα χρόνια! Ή ζωή είναι δοκιμασία. Οι αμαρτωλοί ζούνε περισσότερα χρόνια». Και εγώ συλλογιέμαι πώς να γινόμουνα ο αμαρτολώτερος της γης, αν επρόκειτο να ζούσα ανάλογα με την ποσότητα των αμαρτιών μου.

Διαβάσαμε απόδειπνο. Και όταν πήγα να κοιμηθώ, ήμουν κάπως ανήσυχος. Τη νύχτα με ξύπνησε ένα τρομαχτικό όνειρο. Είδα πώς με τραβούσαν οι Σατανάδες για να με ρίξουν από ένα Γκρεμό. Και όταν ξανακοιμήθηκα, είδα πώς ένας Σατανάς είχε γίνει ένα ωραίο πλάσμα, κι’ ήρθε στο κρεβάτι μου και με φιλούσε, εγώ όμως δεν τον έδιωξα εν ονόματι της Αγίας Τριάδος.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΝΙΚΟΥ ΦΩΤΑΚΗ, ΜΕΡΟΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΟΡΟΣ.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1959

Μετάνοια, αυτή προνοεί για τη σωτηρία...

Δεν πρέπει να απογοητευθούμε για την σωτηρία μας, αδερφοί, εφόσον έχουμε μητέρα την μετάνοια. 

Δεν πρέπει να απελπισθούμε για την σωτηρία μας, αγαπητοί, εφόσον μας παρακαλεί μια τέτοια μητέρα. Αυτή τα θηριάλωτα για τον Θεό τα οδήγησε στον παράδεισο και θα αρνηθεί εμάς;

Σπλαχνίσθηκε εκείνους που ήταν έξω από την Εκκλησία και δε θα λυπηθεί εμάς; Παροτρύνει εκείνους που ακόμη δεν πίστευσαν
, και θα απορρίψει αυτούς που πίστευσαν πια; 

Κανείς δεν χάνει αυτό που έχει, ενώ δεν θέλει να λάβει αυτό που δεν έχει. Τότε πως ο Θεός και ο Πατέρας θα εγκαταλείψει εύκολα αυτούς που απέκτησε με το αίμα του Υιού του; Κανείς δεν σκορπίζει εύκολα αυτό που μαζεύει με κόπο. 

Τότε πως ο Θεός θα απορρίψει εύκολα αυτούς από τα έθνη, που δέχθηκε με τον κόπο των Αποστόλων; Μήπως δηλαδή αποφάσισε ανώφελα τον ερχομό του Υιού του, ή περιφρόνησε την έκχυση του αίματος του, ή θέλει να διαγράψει την οικονομία του θανάτου του, ή θεώρησε ασήμαντη την δόξα της ανάστασης του, για να απαρνηθεί εύκολα εμάς που σωθήκαμε με αυτά τα μυστήρια; Αυτός ο ίδιος έστειλε το Άγιο Πνεύμα και αγίασε την Εκκλησία.

Απέστειλε τους Αποστόλους στα έθνη να κηρύξουν το Ευαγγέλιο. Αν δεν θέλει να σωθούμε εμείς, άσκοπα πρόσφερε τις τόσο μεγάλες δωρεές; Διότι ή δεν ήξερε την κατάσταση μας, ή περιγέλασε τα έθνη. 

Όμως και το ένα και το άλλο είναι άδικο, ακόμη και να το σκεφθεί κανείς. Διότι ούτε αγνόησε την κατάσταση μας, ούτε έκανε κάτι άχρηστο. Μας έχει μάλιστα ποίμνη του, και είναι ποιμένας μας και ΤΩΡΑ και στον ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ!



Οσίου Σεραφείμ Σύρου

"Περί Ἐκκλησίας - Μέρος 4"

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς



Ἐκκλησία Θεάνθρωπος παρατεινόμενος εἰς τούς αἰώνας

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι, ὁ Θεάνθρωπος Χριστός παρατεινόμενος εἰς ὅλους τούς αἰώνας καί εἰς ὅλην τήν αἰωνιότητα. Ἀλλά μαζί μέ τόν ἄνθρωπον καί διά τόν ἄνθρωπον, ἀνήκει εἰς τήν Ἐκκλησίαν καὶ ὁλόκληρος ἡ κτίσις τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ πᾶν τὸ δὴμιουργηθὲν ἀπὸ τὸν Θεὸν Λόγον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐπὶ τῆς γῆς· πάντα ταῦτα ἀποτελοῦν τὴν Ἐκκλησίαν, ὡς τὸ σῶμα της, τοῦ ὁποίου ἡ κεφαλὴ εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.

Ἡ κεφαλὴ εἶναι κεφαλὴ τοῦ σώματος καὶ τὸ σῶμα εἶναι σῶμα τῆς κεφαλῆς οὕτως ὥστε νά εἶναι ἀχώριστα τὸ ἕν ἀπὸ τὸ ἄλλο καὶ τὸ ἕν πλήρωμα τοῦ ἄλλου: «τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» (Εφ. 1, 23).

Κάθε χριστιανός, γινόμενος διὰ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος μέλος τῆς Ἐκκλησίας, γίνεται ἀναπόσπαστον μέρος τοῦ πληρώματος «τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου», πληρούμενος καὶ ὁ ἴδιος «εἰς πᾶν τὸ πλήρωμα τοῦ Θεοῦ» (Εφ. 3,19). Τοιουτοτρόπως ἀποκτᾷ τὸ ὑπερτέλειον πλήρωμα τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι του, τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου του.

Αὐτὸ τὸ πλήρωμα ἀποκτᾷ κάθε χριστιανὸς διὰ τῶν ἁγίων μυστηρίων καὶ τῶν ἁγίων ἀρετῶν, κατὰ τὸ μέτρον τῆς πίστεώς του καὶ τῆς ἐν χάριτι ζωῆς του ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦτο ἰσχύει δι' ὅλους τοὺς χριστιανοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν.

Ὅλοι εἶναι πεπληρωμένοι μὲ τὸ πλήρωμα «τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου»: οἱ ἄνθρωποι καὶ οἱ ἄγγελοι, καὶ τὰ ἄστρα καὶ τὰ πτηνὰ καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ ὀρυκτά, μὲ μίαν λέξιν ὅλα τὰ θεόκτιστα ὄντα. Τοιουτοτρόπως ἐμεὶς οἱ ἄνθρωποι ἔχομεν ἀποκτήσει συγγένειαν καὶ δὴ θείαν μὲ ὅλα τὰ θεόκτιστα ὄντα καὶ δημιουργήματα.

Διότι ὅπου εἶναι ἡ θεότης τοῦ Θεανθρώπου ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ ἀνθρωπότης Του, ἐκεῖ εἶναι, ὅλοι οἷ πιστοὶ ὅλων τῶν αἰώνων καὶ ὅλων τῶν ὄντων: καὶ οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἄνθρωποι.



Θεανθρώπινον πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας

Τοιουτοτρόπως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πληρούμεθα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μὲ «πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος» (Κολ. 2, 9): Τὸ θεανθρώπινον πλήρωμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὁ Θεάνθρωπος ἡ κεφαλὴ της, αὐτὴ τὸ σῶμα Του, ἡμεῖς δὲ κατὰ πάντα ἐν πλήρει ἐξαρτήσει ἀπ' Αὐτόν, ὡσὰν τὸ σῶμα ἀπὸ τὴν κεφαλήν. Ἑξ Αὐτοῦ, ὡς ἀθανάτου Κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, ῥέουν διὰ μέσου ὅλου τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας ῥεύματα τῶν ζωηφόρων κεχαριτωμένων δυνάμεων καὶ μας ζωογονοῦν μὲ τὴν ἀθανασίαν καὶ τὴν αἰωνιότητα.

Ὅλαι αἱ θεανθρώπιναι αἰσθήσεις τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀπ' Αὐτόν, ἐν Αὐτῷ καὶ δι' Αὐτοῦ. Ὅλα τὰ ἅγια μυστήρια καὶ αἱ ἅγιαι ἀρεταὶ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μὲ τάς ὁποίας καθαριζόμεθα, ἀναγεννώμεθα, μεταμορφωνόμεθα, ἁγιαζόμεθα, χριστοποιούμεθα, θεανθρωποιούμεθα, θεούμεθα, τριαδοποιούμεθα, σῳζόμεθα, γίνονται ἐκ τοῦ Πατρὸς διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀκριβῶς λόγῳ τῆς καθ' ὑπόστασιν ἑνώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου μὲ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν μας ἐν τῷ θαυμαστῷ Προσώπῳ τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου Ἰησοῦ.

Διατὶ ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς, τὸ δεύτερον Πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἶναι τὸ πᾶν ἐν τῇ Ἐκκλησία: καὶ ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ σῶμα Του; Διὰ νά ἠμπορέσωμεν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας νά «αὐξήσωμεν εἰς αὐτὸν τὰ πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός...», «μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4, 15.13).

Τοῦτο σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεανθρώπινον ἐργαστήριον εἰς τὸ ὁποῖον οἱ ἄνθρωποι θεανθρωποποιοῦνται, χριστοποιοῦνται, θεοῦνται, δηλαδὴ μεταμορφώνονται εἰς θεανθρώπους κατὰ χάριν, εἰς χριστοὺς κατὰ χάριν, εἰς θεοὺς κατὰ χάριν.

Πάντα ταῦτα πραγματοποιοῦνται καὶ συμβαίνουν διὰ τοῦ Θεανθρώπου, ἐν τῷ Θεανθρώπῳ καὶ κατὰ τὸν Θεάνθρωπον, δηλαδὴ μέσα εἰς τὴν κατηγορίαν τοῦ θεάνθρωπου καὶ τοῦ θεανθρωπίνου.

Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, διὰ τοῦ θεανθρωπίνου Προσώπου Του, συμπεριλαμβάνει, διαπερᾶ, πληροῖ ὅλους τοὺς κόσμους ἐντὸς τῶν ὁποίων ζῇ καὶ κινεῖται ὁ ἄνθρωπος: καταβαίνει εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς, εἰς αὐτὴν τὴν κόλασιν, εἰς τὸ βασίλειον τοῦ θανάτου· ἀναβαίνει ὑπεράνω ὅλων τῶν οὐρανῶν «ἵνα πληρώσῃ τὰ πάντα» (Ἐφ. 4, 8 -10. Πρβλ. Ρωμ. 10. 6-7).



Ὁ Θεάνθρωπος αὐξάνει

Τὰ πάντα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ λειτουργοῦν ὁδηγούμενα καὶ καθοδηγούμενα ἀπὸ τὴν Κεφαλὴν τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Καὶ οὕτω τὸ θεανθρώπινον σῶμα αὐξάνει. Ὁ Θεάνθρωπος αὐξάνει! Καὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ γίνεται ἀκαταπαύστως δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν καὶ χριστοποίησιν. Αὐξάνει τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία. Αὐξάνει μὲ κάθε ἄνθρωπον ὁ ὁποῖος γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ συστατικὸν μέρος τοῦ θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ αὔξησις αὐτὴ τοῦ προσώπου τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ γίνεται ἀπὸ τὴν Κεφαλὴν τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Χριστόν· ἀπ' Αὐτὸν διὰ μέσου τῶν ἁγίων καὶ χριστοφόρων συνεργῶν του.

Ὁ παμφιλάνθρωπος Κύριος ἔδωσε τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς προφήτας, καὶ τοὺς εὐαγγελιστὰς καὶ τοὺς ποιμένας καὶ τοὺς διδασκάλους, «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4, 11.12). Καὶ ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦν ὡς τὴν Κεφαλὴν τῆς Ἐκκλησίας αὐξάνει ὅλον τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας «συναρμολογούμενον καὶ συμβιβαζόμενον διὰ πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας κατ' ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνὸς ἑκάστου μέρους» (Ἐφ. 4. 16).

Εἰς τὶ ἔγκειται ἡ ἐλπὶς τῆς χριστιανικῆς μας κλήσεως; Εἰς τὴν ἕνωσίν μας μὲ τὸν Κύριον Ἰησοῦν, μέσῳ δὲ Αὐτοῦ μὲ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται ἐντὸς Του, δηλαδή, μέσα εἰς τὸ θεανθρώπινον σῶμα Του, τὴν Ἐκκλησίαν. Τὸ δὲ σῶμα Του εἶναι «ἕν σῶμα» (Ἐφ. 4, 4), τὸ σῶμα τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου· καὶ τὸ πνεῦμα εἰς τὸ σῶμα αὐτὸ εἶναι «ἕν πνεῦμα» (Ἐφ. 4, 4), τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.

Ἡ θεανθρωπίνη αὐτὴ ἕνωσις εἶναι τελειοτέρα καὶ πληρεστέρα πάσης ἄλλης ἑνώσεως. Εἰς τὸν ἐπίγειον κόσμον δεν ὑπάρχει πιὸ πραγματικὴ καὶ πιὸ περιεκτικὴ καὶ ἀθάνατος ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸν καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ μὲ ὅλα τὰ κτίσματα. Τὰ δὲ μέσα μὲ τὰ ὁποῖα εἰσέρχεται κανεὶς εἰς αὐτὴν τὴν ἕνωσιν εἶναι προσιτά εἰς ὅλους: τὰ ἅγια μυστήρια καὶ αἱ ἅγιαι ἀρεταί.

Τὸ πρῶτον ἅγιον μυστήριον εἶναι τὸ Βάπτισμα, ἡ δὲ πρώτη ἀρετὴ ἡ πίστις. «Μία πίστις» (Ἐφ. 4, 5) καὶ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴν δεν ὑπάρχει ἄλλη· «εἷς Κύριος» (πρβλ· Α΄ Κορ. 8, 16. 12, 5. Ἰουδ. 3) ἐκτὸς τοῦ ὁποίου δεν ὑπάρχει ἄλλος (Ἐφ. 4, 5) καὶ «ἕν βάπτισμα» καὶ δεν ὑπάρχει ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό.

Μόνον εἰς τὴν ὀργανικὴν ἕνωσιν μὲ τὸ θεανθρώπινον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς «σύσσωμος» αὐτοῦ τοῦ θαυμαστοῦ ὀργανισμοῦ, ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾷ τὴν πλήρη αἴσθησιν καὶ ἐπίγνωσιν καὶ πεποίθησιν ὅτι ὄντως ὑπάρχει μόνον «εἷς Κύριος», ἡ Παναγία Τριάς· μόνον «μία πίστις», ἡ πίστις εἰς τὴν Παναγίαν Τριάδα (Ἐφ. 3, 6· 4, 13· 4, 5. Ἰουδ. 3)· μόνον «ἕν βάπτισμα», τὸ βάπτισμα εἰς τὴν Παναγίαν Τριάδα (Ματθ. 28,19) καὶ μόνον «εἷς Θεὸς καὶ Πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν» (Ἐφ. 4, 6). 

«Εἷς ὁ ἐπὶ πάντων Πατὴρ ὃς καὶ διὰ πάντων διὰ τὸν ἐξ αὐτοῦ Λόγον καὶ ἐν πᾶσι διὰ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος». Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τὸ αἰσθάνεται καὶ ζῇ μὲ αὐτὸ σημαίνει ὅτι διάγει τὸν βίον ἀξίως τῆς χριστιανικῆς κλήσεως (Ἐφ. 4, 1. πρβλ. Ρωμ. 12, 2. Κολ. 3, 8-17. Α' Θεσσ. 2, 7)· μὲ μίαν λέξιν, σημαίνει ὅτι εἶναι χριστιανός.

Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Στον νεόφυτο στην πίστη, για τους καρπούς της πίστης

Όσο για σας ήταν κάποτε η αμαρτία γλυκιά, τόσο σας είναι τώρα απεχθής. Διαβάσατε πολλή φιλοσοφία, από τον Πλάτωνα ως τον Μπέρκλεϋ. 

Είναι πολύ. Δεν ξέρατε πού να σταματήσετε. Η μια φιλοσοφική κοσμοθεωρία αναιρούσε την άλλη. Ό,τι ένας φιλόσοφος πίστευε ως αλήθεια, ο άλλος το παρουσίαζε ως ψέμα. Ό,τι ο ένας έβαφε άσπρο, ο άλλος το επάλειφε μαύρο.

Δεν ξέρατε πού βρίσκεται η αλήθεια και αυτό σας καταπίεζε σφοδρά. Τελικά συνέβη ένα «ατυχές» συμβάν (στην πραγματικότητα, σωτήριο για σας! ) : πέσατε κάτω από ένα αμάξι στον δρόμο, και οι τροχοί πέρασαν πάνω από τα πόδια σας. Ξαπλωμένος στο νοσοκομείο συμμαζεύατε τις σκέψεις σας, αναρωτώμενος ασταμάτητα τί είναι η αλήθεια. 

Δίπλα σας κείτονταν κάποιος ασθενής μ’ ένα βιβλιαράκι κάτω από το μαξιλάρι, το οποίο διάβαζε συχνά. Όταν τον ρωτήσατε με περιέργεια, αυτός σας πρόσφερε σιωπηλά το βιβλιαράκι. Κι έτσι έπεσε στα χέρια σας για πρώτη φορά στη ζωή σας η Καινή διαθήκη. 

Όταν διαβάσατε όλο το βιβλιαράκι, το κλείσατε και είπατε στον εαυτό σας : εδώ είναι η τελεία και από εδώ αρχίζει για μένα η νέα ζωή. Αναβλέψατε και είδατε ότι η πτώση κάτω από το αμάξι, η παραμονή στο νοσοκομείο και η τυχαία συνάντηση με τη Βίβλο της ζωής ήταν σημαντικές. Ξαφνικά είδατε ξεκάθαρα το χέρι του Θεού που σας αγαπά και σας σώζει. Όταν βγήκατε από το νοσοκομείο, αρχίσατε να ζείτε τη ζωή του χριστιανού.

Αλλά τώρα έχετε κάποια δυσαρέσκεια. Σας φαίνεται, ότι δεν το προχωράτε, ότι δεν αυξάνεσθε πνευματικά. Μη βιάζεσθε νεότατε Σαύλε! Και σ’ εκείνον τον πρώτο Σαύλο τα μάτια ήταν τυφλωμένα από το υπέρλαμπρο φως του Χριστού, ώστε πρέπει να αισθανόταν πόνο, ώσπου συνήθισε εκείνο το θεϊκό φως. 

«Καὶ εὐθέως ἀπέπεσον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ὡσεὶ λεπίδες, ἀνέβλεψέ τε» ( Πράξ. 9, 18 ). Αργά μόνο, και με υπομονή. 

Η Βασιλεία του Θεού δεν έρχεται αμέσως για να φαίνεται. Και ο σπορέας, που χθες έσπειρε τον σπόρο, δεν βγαίνει σήμερα για συγκομιδή. Ενώ ο Κύριος είπε, ότι και η Βασιλεία του Θεού μέσα μας αυξάνεται όπως ο σπόρος του σιταριού. 

Ο νοικοκύρης, λέει, έσπειρε τον σπόρο «καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρηται νύκτα καὶ ἡμέραν, καὶ ὁ σπόρος βλαστάνῃ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ οἶδεν αὐτός.» ( Μαρκ.4 ,27 ). 

Έτσι πρέπει να γίνει και μ’ εσάς. Αφού η αλήθεια δεν είναι μόνο για να γνωρίζεται, αλλά η αλήθεια είναι σαν τον σπόρο που θέλει να αυξάνεται και να φέρει καρπό. Εσείς δεχθήκατε τον σπόρο της θεϊκής αλήθειας στον αγρό της ψυχής σας. Να έχετε τώρα υπομονή. 

Μην προσπαθείτε, να γίνετε αμέσως απόστολος και προφήτης. Αφήστε τον σπόρο να μεγαλώνει. Κάθε σας προσευχή ζεσταίνει τούτο τον σπόρο, κάθε δάκρυ τον ποτίζει, κάθε αναστεναγμός τον τραβά προς τα πάνω. Και ο σπόρος φυτρώνει και μεγαλώνει, ενώ εσείς δεν το ξέρετε καν.

Αλλά ο Χριστός ξέρει. Και όταν έρθει η ώρα της συγκομιδής, κι εσείς θα ξέρετε και θα ευφραίνεστε.



Πηγή: «ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄»
Εκδόσεις «εν πλώ», Σελ. 160-161