Ὅταν πρόκειται ν᾿ ἀρχίσεις τήν ἐργασία τῆς ἀγρυπνίας καί γιά νά γίνει δεκτή ἡ προσευχή σου στό Θεό, θά κάμεις τά ἑξῆς:
Πρῶτα θά γονατίσεις καί μετά θ᾿ ἀρχίσεις τήν προσευχή σου, ἀφοῦ προηγουμένως σφραγίσεις τήν καρδιά σου καί τά μέλη σου μέ τό ζωοποιό τύπο τοῦ σταυροῦ.
Κατόπιν θά καθίσεις λίγη ὥρα μέ σιωπή, ἕως ὅτου ἠρεμήσουν οἱ αἰσθήσεις σου καί οἱ λογισμοί σου. Ὕστερα ἀπ᾿ αὐτά θά ὑψώσεις τά χέρια καί τήν καρδιά πρός τόν Κύριο καί θά Τόν παρακαλέσεις νά δυναμώσει τήν πνευματική σου ἀσθένεια, γιά νά γίνει δεκτή ἡ προσευχή τῆς ἀγρυπνίας σου. Τά λόγια τῆς προσευχῆς σου ἄς εἶναι τά ἀκόλουθα:
«Κύριε Ἰησού Χριστέ ὁ Θεός μου, Σύ πού φροντίζεις γιά ὅλη τήν κτίση, σοῦ εἶναι γνωστά τά πάθη μου καί ἡ ἀρρώστια τῆς φύσεώς μου. Γνωρίζεις πόσο ἀδύναμος εἶμαι καί πόσο εὔκολα Σ᾿ ἐγκαταλείπω καί κάνω τό κακό.
Κύριε, λυπᾶμαι γι᾿ αὐτό.
Τό ἀναγνωρίζω.
Ἁμαρτάνω σέ Σένα πού μ᾿ ἔσωσες καί ἔχυσες τό πανάγιό Σου αἷμα πάνω στόν Σταυρό.
Εἶμαι ἕνας ταλαίπωρος πού μέ χτυπάει ὁ σατανᾶς ἀπο παντοῦ.
Ποῦ νά καταφύγω, Κύριε;
Στούς ἀνθρώπους;
μά κι αὐτοί εἶναι ἀδύνατοι.
Μόνο Ἐσύ εἶσαι ὁ Δυνατός, ὁ Ἰσχυρός.
Ἡ δύναμή Σου εἶναι μεγάλη.
Ἐσύ λοιπόν Ἀγαθέ, πού γνωρίζεις τήν ἀσθένεια τῆς φύσεώς μου καί μ᾿ ἐνισχύεις στήν ἀδυναμία μου, φύλαξέ με ἀπο τίς ταραχές τῶν λογισμῶν πού μοῦ φέρνει ὁ σατανᾶς.
Κατάστειλε τά πάθη μου, πού μέ κατακλύζουν ὅπως τά κύματα τό ναυαγό, καί ἀξίωσέ με νά προσευχηθῶ ἀπερίσπαστος ἀπό κάθε γήϊνο, πονηρό καί φθαρτό.
Νέκρωσε τίς κακές μου ἐπιθυμίες καί ἀφαίρεσε ἀπό μέσα μου κάθε κακό, ὥστε νά γευθῶ τή γλυκύτητα τῆς ἀγρυπνίας πού θά κάνω γιά νά ἑνωθῶ μαζί Σου».
Ἡ νυκτερινή προσευχή πρέπει νά γίνεται ἐλεύθερα, μέ τή συνείδηση ὅτι ἐπιτελοῦμε σπουδαῖο πνευματικό ἔργο γιά τήν ψυχή μας. Εἶναι μεγάλη εὐλογία καί πνευματική εὐφροσύνη νά συνομιλεῖ κανείς ὅλη τή νύχτα μέ τόν Θεό. Καί εἶναι καλύτερα νά παραλείψουμε κάτι ἀπό τούς ψαλμούς, παρά νά τά ποῦμε ὅλα γρήγορα καί νά μήν τά καταλάβουμε.
Ἄν κατά τήν ὥρα τῆς νυκτερινῆς προσευχῆς σοῦ κρυφομιλήσει ὁ λογισμός, λέγοντάς σου “πέστα λίγο γρήγορα, γιατί ἔχεις μεγάλο ἀγώνα να διανύσεις”, μήν τόν ἀκούσεις, γιατί προέρχεται ἀπό τόν σατανᾶ πού θέλει νά μᾶς κλέψει τόν καρπό τῆς προσευχῆς.
Κι ἄν συνεχίσει νά σ᾿ ἐνοχλεῖ, ἐσύ περισσότερο καί μέ μεγαλύτερη δύναμη νά προσεύχεσαι στόν Κύριο. Κι ἄν πάλι σέ πολεμήσει, τότε νά γονατίσεις καί νά προσευχηθεῖς μέ τά παρακάτω λόγια:
«Χριστέ μου, δέν ἔχω σκοπό νά Σοῦ πῶ ὡραῖα καί πολλά λόγια.
Τό μόνο πού θέλω εἶναι νά μ᾿ ἐλεήσεις.
Νά καταλάβω τήν ἁμαρτωλότητά μου.
Νά γνωρίσω τήν ἐλεεινότητά μου.
Θέλω νά φτάσω κοντά Σου».
Μ᾿ αὐτά τά λόγια θά ὑποχωρήσει ὁ πειρασμός καί θά νικήσει ὁ Χριστός, ὁ ὁποίος δέχεται μέ πολλή χαρά τήν προσευχή ἐκείνων πού προσεύχονται τή νύχτα. Ἡ προσευχή τῆς νύχτας εἶναι μιά θυσία. Τήν ὥρα πού ἡ φύση μας ζητάει τόν ὕπνο καί ὅλος ὁ κόσμος κοιμᾶται, ὁ ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς σκέφτεται ὅτι περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα ἔχει ἀξία ἡ προσευχή. Ὄχι ὅτι ὁ Θεός δέν δέχεται τήν προσευχή τῆς ἡμέρας, ἀλλά γιατί ἡ προσευχή τῆς ἀγρυπνίας εἶναι θυσία τοῦ ὕπνου.
Ἄν κουράσθεις τήν ὥρα τῆς ἀγρυπνίας, μήν ἀπελπισθεῖς. Αὐτό θά τό ἐκμεταλλευθεῖ ὁ κακομήχανος διάβολος καί ὅπως κρυφομίλησε στήν Εὔα καί τήν παρέσυρε, ἔτσι θά σοῦ πεῖ καί σένα:
«Φτάνει πιά! Τόσες ὥρες προσεύχεσαι. Δέν βλέπεις πού δέν μπορεῖς νά σταθεῖς ὄρθιος;». Ἐσύ στά δόλια ψιθυρίσματα τοῦ διαβόλου θ᾿ ἀπαντήσεις μέ τό ὄχι. «Ὄχι δέν σταματῶ! Ἄς εἶμαι κουρασμένος. Και ἄν ἡ γλώσσα μου δέν μπορεῖ νά προσευχηθεῖ, ἡ καρδιά μου βρίσκεται μαζί μέ τόν Θεό».
Τήν ὥρα αὐτή τοῦ πειρασμοῦ χρειάζεται «ἐγρήγορση», γιατί ὁ σατανᾶς χτυπάει μέ μανία, γνωρίζοντας τό κέρδος πού θά ἔχουμε ἀπό τήν ἀγρυπνία εἴτε αὐτή εἶναι μικρή εἴτε μεγάλη.
Ἕνας ἅγιος, σαράντα ὁλόκληρα χρόνια, προσευχόταν μέ τά ἀκόλουθα λόγια:
«Ἐγώ μέν Κύριε, ὡς ἄνθρωπος ἥμαρτον, σύ δέ ὡς Θεός συγχώρησον».
Καί ὅταν ἔλεγε τά λόγια αὐτά ἔκλαιγε συνέχεια. Εἴτε εὐχαριστώντας εἴτε παρακαλώντας εἴτε δοξολογώντας, νά προσεύχεσαι ὅσο μπορεῖς ὄρθιος ὅλη τή νύχτα καί ὁ μισθός σου θά εἶναι μεγάλος.
Ἀπό τό βιβλίο: “Ἡ ἄσκηση στή ζωή μας”
Βασισμένο στούς Ἀσκητικούς Λόγους
τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου
Ἐκδόσεις : ''Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὡρωποῦ Ἀττικῆς"