Βρήκε επιτέλους τη λύση στο πρόβλημα του ο πλούσιος κτηματίας. Βασανίστηκε, έστυψε το μυαλό του, νύχτες ολόκληρες έμεινε άγρυπνος. Και τώρα, μετά από τόσους υπολογισμούς, αφήνει κάτω το μολύβι. Ένας αναστεναγμός ανακουφίσεως βγαίνει από μέσα του.
«Αυτό θα κάνω μονολογεί, θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω πολύ πιο μεγάλες. Θα συγκεντρώσω εκεί τα αγαθά μου, και θα περάσω ξένοιαστα και χαρούμενα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου».
Πόσο έπεσε έξω στους υπολογισμούς του ο δυστυχής. Την ίδια στιγμή που πίστεψε πως βρήκε την λύση, όλα γκρεμίζονται! Η φωνή του Θεού, τον προσγειώνει στην πραγματικότητα και μένει άναυδος. «Άφρον, (άμυαλε και ανόητε) αυτήν την νύκτα ζητούν χωρίς άλλο να πάρουν την ψυχή σου. Αυτά που ετοίμασες τίνος θα είναι και ποιος θα τα κληρονομήσει;»
Ο αφρων πλούσιος της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής είναι τύπος πολύ συνηθισμένος στα χρόνια μας! Είναι εκείνος που περιορίζει τα όνειρα και τις προσδοκίες του στα λίγα χρόνια της επίγειας ζωής. Δεν τον ενδιαφέρει τίποτε περισσότερο. Οι βιοτικές μέριμνες είναι το καθημερινό του πρόβλημα και σ΄ αυτές εξαντλείται όλος ο δυναμισμός του.
Αιχμάλωτος από το πάθος της υλικής προόδου, να δημιουργήσει όσο γίνεται μεγαλύτερη περιουσία, ο σημερινός άνθρωπος δεν σκέφτεται ότι το ταξίδι του θανάτου θα το κάνει χωρίς αποσκευές, χωρίς καταθέσεις και βιβλιάρια, χωρίς περιουσιακά στοιχεία, χωρίς τα υλικά αγαθά τα οποία ίδρωσε να αποκτήσει.
Και το πιο θλιβερό είναι ότι το πνεύμα αυτό το υλιστικό, το κληροδοτούμε και στα παιδιά μας. Τα κάνουμε υλιστές και συμφεροντολόγους, απομακρύνοντάς τα από ιδέες,αξίες και ιδανικά. Το ερώτημα που βασανίζει τους νέους σήμερα δεν είναι «τι θα προσφέρω» αλλά το «πόσα θα παίρνω».
Έτσι και κείνα, μαζί με μας περιορίζουν τα όνειρα τους, στο τι θα φάνε, τι θα πιούνε, πως θα κάνουν χρήματα και πως θα περνούν όσο γίνεται πιο καλά χωρίς κούραση και στενοχώριες. Και ακόμη το πιο θλιβερό είναι το ότι για να πετύχουμε όλα αυτά χρειάζεται να γίνουν συμβιβασμοί ένοχοι με την συνείδηση μας, ανέντιμοι ελιγμοί, ύποπτες συνεννοήσεις, σκοτεινές συναλλαγές και αν χρειασθεί να πατήσουμε πάνω σε πτώματα, να γίνουμε «ατσίδες» για να εξυπηρετήσουμε τα συμφέροντά μας.
Έρχεται όμως η ώρα να εγκαταλείψουμε τα γήινα. Είτε το θέλουμε είτε όχι αργά η γρήγορα θα φύγουμε από αυτήν την ζωή χωρίς να μπορούμε να πάρουμε μαζί μας τίποτε από αυτά που αποκτήσαμε με αίμα και ιδρώτα. Όταν βρεθούμε μπροστά στο Ουράνιο Κριτήριο δεν θα ερωτηθούμε για τις περιουσίες μας, ούτε για τα σπίτια μας, ούτε για τα κτήματά μας, ούτε για την υλική μας προκοπή.
Θα δώσουμε λόγο για κάθε τι που κάναμε, για την ψυχή μας, για κάθε τι που κάναμε η δεν κάναμε για τον ελάχιστο αδελφό μας. Τότε πραγματικά αν δεν θα έχουμε τι να απαντήσουμε, η καταδίκη μας θα είναι όμοια με εκείνη του άφρονα σκλάβου της ύλης και όχι πλουσίου της παραβολής.
Ένας ασκητής συνομιλούσε με έναν νέο, ο οποίος αποκάλυπτε τα όνειρά του :
– Σκέπτομαι να σπουδάσω Αρχιτέκτων.
Και ύστερα; Του λέει ο Ασκητής.
– Ύστερα θα πάρω υποτροφία στο εξωτερικό.
Και ύστερα ;
– Θα ανοίξω ένα Αρχιτεκτονικό Γραφείο, θα παντρευτώ, θα δημιουργήσω οικογένεια θα είμαι πλούσιος!
Και ύστερα ; Ξαναρωτά ο Γέροντας.
– Θα γεράσω και όταν έλθει η ώρα θα πεθάνω!
Και ύστερα; Επιμένει ο ερημίτης.
Ο νέος έσκυψε το κεφάλι!
Αλήθεια και ύστερα ;….
Το ίδιο ερώτημα του ερημίτη απευθύνεται προς όλους μας. Ας αφήσουμε ελεύθερη την φωνή της ψυχής μας να δώσει την απάντηση!