Κυριακή Πρό τῶν Φώτων
«Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ» (Μαρκ. α’ 3).
Αὐτό ἦταν τό συγκλονιστικό ἄγγελμα τοῦ προφήτου Ἡσαΐα 800 χρόνια π.Χ. Καί ἀπεκάλυπτε ὅτι ὁ Πρόδρομος τοῦ Μεσσία θά κραυγάζει μέσα στήν ἔρημο λέγοντας: «Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Ἑτοιμάστε τό δρόμο, γιά νά ἔλθει ὁ Μεσσίας, κάντε ἴσια τά μονοπάτια, γιά νά περάσει.
Καί ἡ μεγάλη ὥρα ἦρθε. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατέβηκε στή γῆ μας· μιά γῆ πού καιγόταν ἀπό τή λάβα τοῦ κακοῦ. Πού κατάξερη λαχταροῦσε τό ζωογόνο νερό τῆς ζωῆς. Ἀλλά, ὅπως τίς βροχές τοῦ φθινοπώρου τίς προμηνύουν οἱ ἀστραπές πού σχίζουν τόν ἀέρα καί οἱ βροντές πού συγκλονίζουν τήν κτίση, ἔτσι καί τόν ἐρχομό τοῦ Λυτρωτῆ θά τόν προμηνοῦσε ἕνας μοναδικός ἄνθρωπος, ὁ Ἰωάννης. Διότι ὁ Ἰωάννης ἦταν προορισμένος μέσα στό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ νά ἐπιτελέσει ἕνα ἔργο μοναδικό, νά γίνει ὁ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου μας. «Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ».
Πῶς, λοιπόν, ὁ Ἰωάννης ἑτοίμασε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου; Πρῶτα μέ τήν ἁγία ζωή του. Διότι ὁ Ἰωάννης ἦταν πλημμυρισμένος μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα «ἐκ κοιλίας μητρός», ὅπως τό εἶχε προαναγγείλει ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ. Ὁ νοῦς του καί ἡ καρδιά του ἦταν στραμμένα στό Θεό. Νωρίς ἄφησε τόν κόσμο καί ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο. Ἐκεῖ ζοῦσε μόνος μέ τό Θεό· χωρίς ἀνέσεις, χωρίς στέγη, φορώντας ἕνα σκληρό ἔνδυμα ἀπό τρίχες καμήλας καί τρώγοντας ἀκρίδες καί μέλι ἄγριο. Σάν ἄγγελος ζοῦσε. Ἡ καρδιά του φλεγόταν ἀπό ἀγάπη γιά τό Θεό. Ἡ προσευχή του ἀνέβαινε σάν λάβα στό θρόνο του. Κι ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «ὁ Ἰωάννης ζοῦσε μόνο γιά τό Θεό, τό Θεό ἔβλεπε, τό Θεό εἶχε μόνη ἀπόλαυση καί χαρά του».
Καί ἦρθε ἡ ὥρα πού ἡ μυστική φωνή τοῦ Θεοῦ τόν κάλεσε ν’ ἀφήσει τήν ἔρημο, νά ἐξέλθει στόν Ἰορδάνη. Κι αὐτός στάθηκε σέ μιά ἄκρη τῆς γῆς, κι ἔγινε τό κέντρο τῆς γῆς. Ὅπως λέει καί πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «ἔπρεπε νά εἶναι τόσο μεγάλη ἡ ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου πού θά ὑπηρετοῦσε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὅσο μεγάλη ἦταν ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων καί ὅσο ἀσύλληπτη ἡ συγκατάβαση καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο θά προσέλκυε ὅσους θά τόν ἔβλεπαν, ὅπως καί ἔγινε».
Ἀμέτρητοι ἄνθρωποι ἀφήνουν τά σπίτια τους καί τίς δουλειές τους καί τρέχουν στήν ἔρημο. Γιατί τρέχουν; Τί πᾶνε νά δοῦν; Δέν ἔκανε θαύματα ὁ Πρόδρομος! Δέν ἀνάσταινε νεκρούς! Δέν θεράπευε παραλύτους! Ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἔτρεχαν διαρκῶς κοντά του. Ἤθελαν νά δοῦν ἕνα πρόσωπο πού ἀκτινοβολοῦσε τό φῶς τοῦ Θεοῦ· νά ἀκούσουν τή βροντερή προφητική του φωνή. Καί τί ἔβλεπαν; Ἕναν ἐξαϋλωμένο ἀσκητή, ἕναν φλογερό κήρυκα, ἕναν οὐράνιο ἄνθρωπο.
Κι ὁ Ἰωάννης ἄνοιγε δρόμο στίς ψυχές τους ὄχι μόνο μέ τήν ἁγία ζωή του, ἀλλά καί μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας πού ἔκανε. Μετανοεῖτε, κραύγαζε, ἀλλάξτε σκέψη καί ζωή. «Ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Μέσα στό πυκνό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας ὁ Ἰωάννης ἦταν τό ἀστέρι τῆς αὐγῆς πού προμηνοῦσε τήν Ἀνατολή, τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Ἔρχεται! φώναζε. Ἀνοῖξτε δρόμο στίς καρδιές σας, γιά νά περάσει ὁ Κύριος. Ἔρχεται Ἐκεῖνος πού θά σώσει τόν κόσμο ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἀφῆστε τίς ἀδικίες καί τίς πλεονεξίες. Καθαρίστε τίς ψυχές σας ἀπό κάθε κακία. Ἐξομολογηθεῖτε τίς ἁμαρτίες σας καί βαπτισθεῖτε, κάνοντας ἔργα πού νά δείχνουν τή μετάνοιά σας. «Πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται». Κάθε δένδρο πού δέν ἔχει καρπό, θά κοπεῖ καί θά καεῖ.
Καί ἀξιώθηκε ὁ Ἰωάννης ὄχι μόνο νά βαπτίσει τόν Κύριο, ἀλλά καί νά τόν δείξει στούς μαθητές του: «Ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου». Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας. Ὁ δρόμος πλέον εἶχε ἀνοίξει. Ὁ Ἰωάννης, ὅμως, δέν εἶχε ἀκόμη ὁλοκληρώσει τήν προδρομική ἀποστολή. Ἔτσι, ἀφοῦ φυλακίσθηκε καί παρέδωσε τήν τίμια του κεφαλή, ἔφυγε γιά τόν Ἅδη, γιά ν’ ἀνοίξει κι ἐκεῖ τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, συνεχίζοντας τό κήρυγμα τῆς μετανοίας στίς ψυχές πού περίμεναν μέ ἀδημονία τή λύτρωση.
«Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ».
Πῶς θά ἑτοιμάσουμε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου στήν ψυχή μας; Ὁ δρόμος τῆς ψυχῆς μας εἶναι δύσβατος, γεμάτος χαράδρες καί γκρεμούς, ἐξογκώματα καί ἐμπόδια. Τί, λοιπόν, πρέπει νά κάνουμε;
«Πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται» μᾶς παραγγέλλει ὁ Τίμιος Πρόδρομος. Κάθε χαράδρα νά γεμίσει καί κάθε βουνό νά χαμηλώσει, γιά νά γίνει τό ἔδαφος τῆς ψυχῆς μας ὁμαλό, νά ἰσιώσει· νά καθαρίσει ἀπό πέτρες κι ἀγκάθια. Νά πετάξουμε μακριά τά λιθάρια τοῦ ἐγωισμοῦ, νά ξεριζώσουμε τά ἀγκάθια τῶν παθῶν. Νά μετανοήσουμε. Νά ἐπισημάνουμε τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας καί νά τά μισήσουμε.Νά ἀγωνισθοῦμε νά τά ἐξαλείψουμε. Κι ἔπειτα μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά γεμίσουμε τά πνευματικά χάσματα μέσα μας μέ τήν ἀρετή. Ἔτσι ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου θά γίνει βατή, εὐθεία, λεωφόρος. Καθώς θά πάψουν νά ὑπάρχουν ἐμπόδια καί κενά, ἡ ὁδός τῆς ψυχῆς μας θά εἶναι ἕτοιμη νά ὑποδεχθεῖ τόν βασιλέα τῶν ὅλων, γιά νά κυβερνήσει τή ζωή μας.
Πῶς, ὅμως, θά γίνουν ὅλα αὐτά; Ἐμεῖς εἴμαστε παράλυτοι κι ἀνίκανοι νά ἀνοίξουμε τό δρόμο τῆς ψυχῆς μας. Γι’ αὐτό ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο νά κάνει Ἐκεῖνος τή διάνοιξη. Ἐμεῖς νά τοῦ προσφέρουμε τή διάθεσή μας καί τόν ἀγώνα μας. Καί νά τόν ἱκετεύσουμε αὐτός νά ἐνεργήσει μέσα μας. Αὐτός νά μᾶς χαρίσει μετάνοια. Νά γκρεμίσει τούς ἐγωισμούς μας καί νά μᾶς γεμίσει μέ τή χάρη του. Κι ἀφοῦ σκηνώσει μέσα μας νά μεταμορφώσει τή ζωή μας. Κι ἐμεῖς νά αἰσθανόμαστε τόν βηματισμό καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στήν ψυχή μας.
«Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ».
Ἀδελφοί, ξεκινώντας τή νέα χρονιά ἄς ἀκολουθήσουμε τό δρόμο πού μᾶς ἄνοιξε ὁ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου. Ἄς μιμούμαστε τήν ἀρετή του καί ἄς νεκρώνουμε τά πάθη μας. Ἄς ἀντηχεῖ διαρκῶς μέσα μας ἡ φωνή του. «Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ».