
Ὁ Παππούλης προσηύχετο πολύ. Καὶ ἤθελε καὶ τὰ δικά του πνευματικὰ παιδιὰ νὰ κάνουν τὸ ἴδιο. Ἰδιαίτερα σὲ ἐμένα ἤθελε, μὲ κάθε τρόπο, νὰ μὲ πείσει νὰ τὸ κάνω. Γι’ αὐτὸ συνεχῶς μου μιλοῦσε, γιὰ τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς.
Προσευχή, παιδί μου, Ἀνάργυρε, ἔλεγε, σημαίνει συνομιλία μὲ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ὁ Πλάστης, εἶναι ὁ Δημιουργός του Σύμπαντος!
Εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή Του. Εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ ἐφτίαξε αὐτὰ ποὺ βλέπουμε, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνα ποὺ δὲν βλέπουμε μὲ τὰ ἀνθρώπινα μάτια μας. Τέλος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀρνιέται ποτὲ νὰ συνομιλήσει μαζὶ μά, ἀρκεῖ νὰ τοῦ τὸ ζητήσουμε ἐμεῖς, ὅποτε θέλουμε καὶ ὅσες φορὲς θέλουμε.
Δὲν πρόκειται νὰ μᾶς πεῖ ποτὲ ὄχι. Ἀντίθετα, εἶναι πάντα πρόθυμος νὰ μᾶς ἀκούσει μὲ προσοχὴ καὶ μὲ ἀγάπη ὅπως κάνει κάθε καλὸς Πατέρας, ὅταν τοῦ τὸ ζητᾶ τὸ παιδί του. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ νὰ μᾶς δώσει ὅτι τοῦ ζητήσουμε, ἀρκεῖ νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ τοῦ ζητᾶμε πρὸς τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς μας.