Μια γερόντισσα Καππαδόκισσα από το Τασλίκ που έζησε στην Θηριόπετρα Αριδαίας, η Αθηνά Γεωργίου Γαλανόπουλου, διηγήθηκε το εξής όπως το άκουσε από την γιαγιά της:
«Οι νοικοκυρές του χωριού όταν γινόταν Λειτουργία πήγαιναν τα πρόσφορα στην Εκκλησία την ώρα που ο παπάς «έπαιρνε καιρό» (προετοιμαζόταν για να φορέση την ιερατική του στολή) και μετά γύριζαν σπίτι για να προετοιμάσουν τα παιδιά τους να πάνε όλοι μαζί για την Θεία Λειτουργία».
Κάποια χρονιά, ήταν παραμονή Φώτων κατά την οποία γίνεται η Θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, η γιαγιά μου ξύπνησε μεν, αλλά παρέμεινε στο κρεββάτι της και καθυστερούσε να πάει στην Εκκλησία.
Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα του κελαριού και μπήκε μέσα ο Άγιος Βασίλειος, ψηλός, φορώντας άσπρα άμφια, και της είπε: «Τέτοια μέρα βρήκες;» και της έδωσε ένα χαστούκι.
Τα αποτυπώματα των δάκτυλων παρέμειναν στο μάγουλο της σ” όλη την ζωή της.
«Από τότε η γιαγιά μου αυτήν την ημέρα την τιμούσε ιδιαιτέρα και συμβούλευε και τις άλλες να μην καθυστερούν να πηγαίνουν στην Εκκλησία».
Από το βιβλίο-
ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΟΣΜΟ
-Άγιον Όρος