Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Το κλειδί της πνευματικής ζωής


Ἡ πρώτη Κυριακή τοῦ Τριωδίου εἶναι ἡ Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Ἐκεῖ ὁ Κύριος ξεκάθαρα μᾶς δείχνει ἕναν ἄνθρωπο γεμάτο ἁμαρτία, τελείως ἀνήθικο, ὁ ὁποῖος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δικαιώνεται. Ταυτόχρονα μᾶς δείχνει καί ἕναν ἠθικό ἄνθρωπο, εὐσεβῆ καί «θρῆσκο», ὁ ὁποῖος τηρεῖ ὅλες τίς διατάξεις τοῦ νόμου, ἀλλά ἀντί νά δικαιωθεῖ ἀπό τόν Θεό κατακρίνεται, γιατί δέν βρῆκε το κλειδί μέ τό ὁποῖο ἀνοίγει τή θύρα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. 

Αὐτό τό κλειδί εἶναι τό κλειδί τῆς μετάνοιας καί τῆς ταπείνωσης. Αὐτά πᾶνε μαζί. Ἔτσι δέν μπορεῖ κανένας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δέν ἔχει ταπείνωση νά ἔχει μετάνοια, ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ να μετανοήσει. 

Μόνο ὁ ταπεινός μετανοεῖ πραγματικά, γιατί μετάνοια σημαίνει συντριβή τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, καί μέσα ἀπ’ αὐτή τη συντριβή ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἐπικαλεσθεῖ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι τό μόνο πού μπορεῖ νά τόν σώσει.


Ἡ μετάνοια εἶναι ὀδύνη, πόνος. Ἔτσι ὅμως μπορεῖς νά ἀναμορφωθεῖς. Ἡ μετάνοια εἶναι τό κλειδί πού ἀνοίγει τή θύρα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι τέτοια πού δέν μπορεῖ νά ἐπιτύχει ποτέ τήν ἀναμαρτησία.

Μόνο ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος ἦταν ἀναμάρτητος και κατά χάριν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία ἔλαβε αὐτό τό χάρισμα ἀπό τόν Θεό. Δεν μποροῦμε νά ἔχουμε ἕνα ὅραμα ὅτι κάποτε θά γίνουμε ἀναμάρτητοι, γιατί εἶναι ἀδύνατο.

Ἀφοῦ λοιπόν ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνα δεδομένο ἀναπόφευκτο, πρακτικά γιά ἐμᾶς, ἐκεῖνο το ὁποῖο θά μπορέσει νά μᾶς παραστήσει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι τά ἔργα μας καί ἡ ἀρετή μας ἀλλά ἡ πραγματική μετάνοιά μας. Ἔτσι καταρρίπτουμε τόν μύθο ὅτι θά γίνουμε μόνο ἠθικοί καί ἐνάρετοι, γιατί ὅσο ἠθικοί καί ἄν εἴμαστε, σίγουρα ἔχουμε καί ἁμαρτίες. Ἔτσι τή σχέση μας μέ τόν Θεό δέν μποροῦμε νά τήν οἰκοδομήσουμε πάνω στό ὅτι θά ξεφύγουμε ἀπό τήν ἁμαρτία ἀλλά στό γεγονός τῆς μετάνοιας. Μαθαίνουμε νά μετανοοῦμε καί νά στεκόμαστε σωστά μπροστά στόν Θεό μέσα σ’ ἕνα πνεῦμα μετάνοιας.

Ἡ μετάνοια λοιπόν γεννᾶται ἀπό τήν ταπείνωση. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος μετανοεῖ και δέν δικαιολογεῖται. Ἀπό τή στιγμή πού δικαιολογεῖται κάποιος δέν μπορεῖ νά μετανοήσει. Ὅταν παρέχει στόν ἑαυτό του ἐλαφρυντικά, μειώνει ταυτόχρονα τή φλόγα τῆς μετάνοιας. 

Γι’ αὐτό οἱ πατέρες δέν δεχόντουσαν καμία δικαιολογία, ὄχι πώς δέν ὑπάρχει δικαιολογία ὅταν ἁμαρτάνει κάποιος, ἀφοῦ ὅλοι μας ὅταν ἁμαρτάνουμε ὑποκείμεθα σέ κάποιο γεγονός.

Ὡστόσο, ἄν ἀντιμετωπίσει κανείς την ἁμαρτία μέ πόνο καί στέκεται ὅπως οἱ Ἅγιοι χωρίς δικαιολογία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μαθαίνει τό ἦθος τοῦ Τελώνου, τότε αὐτό εἶναι ἡ βάση τῆς ἐπιτυχίας. Ὅλα τά ἄλλα μᾶς ὁδηγοῦν πρός αὐτή τήν κατάσταση.


Μητροπολίτη Λεμεσοῦ Ἀθανασίου