(Ζ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ)
(Ματθ. θ’ 27-35)
Δύο τυφλοί παρουσιάζονται, ἀδελφοί, στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή τῶν ὁποίων οἱ φωνές ἀντηχοῦν ἐπίμονες: «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυιδ». Λυπήσου μας, θεράπευσέ μας, ἔνδοξε ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ. Ἀλλὰ τί περίεργο! Ὁ Κύριος δὲν φαίνεται νὰ δίνει σημασία στὶς φωνὲς τῶν πονεμένων ἀνθρώπων.
Φτάνει τώρα στὸ σπίτι ποὺ ἔμενε καὶ ἐκεῖ ἡ συμπεριφορὰ Του ἀλλάζει. Δέχεται κοντά Του τοὺς τυφλοὺς καὶ τοὺς ρωτᾶ: -Πιστεύετε ὅτι αὐτὸ πού ζητᾶτε μπορῶ νὰ τὸ κάνω; -Ναὶ Κύριε, ἀπαντοῦν ἀμέσως οἱ τυφλοί. Καὶ ὁ Κύριος ἀγγίζοντας τὰ μάτια τους λέει: -Ἂς γίνει λοιπὸν σύμφωνα μὲ τὴν πίστη σας! «Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν». Καὶ ἀμέσως τὰ μάτια τους ἄνοιξαν. Ξαφνικὰ ὅμως τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου γίνεται αὐστηρὸ καὶ σοβαρό. Προσέξτε, λέει στοὺς δυὸ τυφλοὺς ἔντονα, κανείς νὰ μὴ μάθει τὸ θαῦμα αὐτὸ πού σᾶς ἔκανα.
Προσέξτε! Νὰ μὴν τὸ μάθει κανείς. Βέβαια, οἱ δυὸ τυφλοί, εὐγνώμονες καθὼς ἦταν, τὸ διακήρυξαν σὲ ὅλη τὴν περιοχὴ ἐκείνη. Ὅμως ἡ παραγγελία τοῦ Κυρίου δείχνει σὲ ὅλους μας ἕνα μεγάλο μυστικὸ τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Καὶ εἶναι αὐτὸ τὸ μυστικὸ ἡ ἀποφυγὴ τῆς προβολῆς καὶ ἐπιδείξεως, ἡ ἀφάνεια. Τώρα κατανοοῦμε καὶ γιὰ ποιὸ λόγο ὁ Κύριος ἔκανε πὼς δὲν ἄκουγε τὶς παρακλήσεις τῶν τυφλῶν καθὼς βάδιζε.
Τὸ ἔκανε, διότι ἤθελε νὰ τοὺς πάρει παράμερα, γιὰ νὰ μὴν ἀντιληφθοῦν τὸ θαῦμα τὰ τόσα πλήθη τῶν ἀνθρώπων ποὺ Τὸν ἀκολουθοῦσαν. Διότι ἤθελε ἔτσι νὰ διδάξει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀφάνειας, τῆς ἀποφυγῆς τῆς ἐπιδείξεως. Πόσο βρισκόμαστε μακριά ἀπό τόν Κύριο! Ἐμεῖς θὰ κοιτάζαμε νὰ μαζέψουμε ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο κόσμο, νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν ὅσο γίνεται πιὸ πολλοί.
Ἐμεῖς! Οἱ ἐλάχιστοι καὶ μηδαμινοί. Πού σηκωνόμαστε στὶς μύτες τῶν παπουτσιῶν μας, γιὰ νὰ μᾶς βλέπουν οἱ ἄλλοι ἀπὸ παντοῦ. Τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἄπειρος Θεός χαμηλώνει, κρύβεται, ζεῖ στὴ σιωπὴ καὶ τὴν ἀφάνεια.
Ἀδελφοί! Καταλαβαίνουμε τώρα ποιὸ εἶναι τὸ πιὸ μεγάλο μυστικὸ τῆς πνευματικῆς ζωῆς; Καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ ἐπίδειξη καὶ ἡ προβολὴ καταστρέφουν ὅλους τους κόπους μας; Καταλαβαίνουμε ὅτι πνευματικοὶ ἀγῶνες πολλῶν ἐτῶν μποροῦν νὰ πᾶνε χαμένοι, ὅταν τοὺς δημοσιεύουμε, ὅταν τοὺς ἀνακοινώνουμε στοὺς ἄλλους; Καταλαβαίνουμε ὅτι ἀρετὲς καὶ καλωσύνες γίνονται στάχτη καὶ καπνός, ὅταν ζητᾶμε τὴν ἀναγνώριση τῶν ἀνθρώπων;
Ἂς μὴ ζοῦμε μὲ ψευδαισθήσεις. Τὰ πνευματικά μας ἀγωνίσματα, ὅταν τὰ φανερώνουμε στοὺς ἀνθρώπους - ἔστω καὶ γιὰ νὰ τοὺς ὠφελήσουμε - χάνονται! Κι ἂν θέλουμε νὰ βροῦμε τὴν αἰτία γιὰ τὴν ὁποία, ἐνῶ περνοῦν τὰ χρόνια, δὲν προοδεύουμε πνευματικά, ἐδῶ κυρίως νὰ ψάξουμε. Νὰ δοῦμε μήπως τοὺς ὅποιους θησαυροὺς τῆς ψυχῆς μας τοὺς βγάζουμε στὶς βιτρίνες τοῦ κόσμου, τοὺς ἐκθέτουμε στὰ βλέμματα τῶν ἀνθρώπων.
Λοιπόν, νὰ ἀγαπήσουμε τὴν ἀφάνεια. Θόρυβο κάνουν μόνον οἱ ἄδειοι τενεκέδες. Ὁ ἀληθινὰ πνευματικὸς ἄνθρωπος περνάει ἀπαρατήρητος ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ πολὺ κοντινὸ περιβάλλον του. Καὶ μόνον λίγοι μὲ ἀνεπτυγμένα πνευματικὰ αἰσθητήρια ἀντιλαμβάνονται τὸν πνευματικὸ πλοῦτο ποὺ κρύβει.
Δὲν εἶχαν βγεῖ καλά-καλὰ ἀπὸ τὸ σπίτι οἱ δυὸ πρώην τυφλοί, ὅταν φάνηκαν καινούργιοι ἐπισκέπτες. Κάποιοι ὁδηγοῦσαν μπροστά στόν Κύριο ἕναν ἄνθρωπο δαιμονισμένο, ποὺ ἐξαιτίας αὐτοῦ ἦταν καὶ κουφὸς καὶ ἄλαλος. Μὲ ἕνα πρόσταγμα τοῦ Κυρίου ἀμέσως ὁ ἄνθρωπος ἔγινε καλά. Τὸ θαῦμα ἔγινε ἀμέσως γνωστὸ καὶ οἱ ἄνθρωποι δόξαζαν τὸ Θεό, ἐκτὸς ἀπό τους φθονεροὺς Φαρισαίους, ποὺ ἔλεγαν ὅτι μὲ τὴ βοήθεια τοῦ ἄρχοντος τῶν δαιμονίων βγάζει τὰ δαιμόνια.
Ἀνεπηρέαστος ἐντούτοις ὁ Κύριος ἀπὸ τὶς φαρμακερὲς ἐπικρίσεις συνέχισε νὰ περιοδεύει σὲ ὅλες τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά, διδάσκοντας στὶς συναγωγὲς καὶ κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θεραπεύοντας κάθε ἀρρώστια καὶ ταλαιπωρία τοῦ λαοῦ.
Τί διαστροφή, ἀλήθεια, αὐτὴ τῶν ἀρχόντων τοῦ Ἰσραήλ! Μοιάζει ἀπίστευτο. Ἄνθρωποι ποὺ μελετοῦσαν τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ νὰ φτάσουν στὸ κατάντημα νὰ ἀποδίδουν τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου στὸ σατανᾶ! Σκοτισμένοι πράγματι. Δὲν λείπουν βέβαια καὶ ἀπὸ τὴν ἐποχή μας τέτοιοι διεστραμμένοι ἄνθρωποι, ποὺ παρουσιάζουν τὸ φῶς γιὰ σκοτάδι καὶ συκοφαντοῦν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν πιστῶν Του. Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτό τὸ σημεῖο ποὺ κυρίως μᾶς ἐνδιαφέρει.
Ἐκεῖνο στὸ ὁποῖο θὰ πρέπει τώρα κυρίως νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας. Νὰ δοῦμε δηλαδὴ μήπως μερικὲς φορὲς κάνουμε καὶ ἐμεῖς κάτι ἀνάλογο. Ποιὰ ἦταν ἡ οὐσία τοῦ σφάλματος τῶν Φαρισαίων; Ἦταν τὸ ὅτι ἀπέδιδαν στὸν Κύριο αἰσθήματα καὶ σκέψεις καὶ διαθέσεις, ποὺ ἦταν τελείως ξένες πρὸς αὐτόν. Λοιπόν, τὸ καταλαβαίνουμε τώρα.
Ὅταν καὶ ἐμεῖς ἀποδίδουμε σὲ κάποιον αἰσθήματα καὶ σκέψεις καὶ διαθέσεις ποὺ ποτὲ δὲν εἶχε, οὐσιαστικὰ στὸ ἴδιο λάθος πέφτουμε. Καὶ πότε τὸ κάνουμε αὐτό; Ἤ μᾶλλον, πότε κινδυνεύουμε νὰ τὸ πάθουμε; Ἂς μή μᾶς φανεῖ παράξενο, κινδυνεύουμε νὰ βρεθοῦμε στὴν ἴδια θέση μὲ τοὺς Φαρισαίους, ὅταν ἐκφέρουμε ἐμπαθεῖς κρίσεις γιὰ τοὺς ἄλλους, ὅταν κατακρίνουμε.
Ἄς τὸ σκεφθοῦμε λίγο βαθύτερα. Γνωρίζουμε ἄραγε ποτὲ μὲ ἀπόλυτη βεβαιότητα τί ἔχει ὁ ἀδελφός μας στὴν καρδιά του; Ὄχι ἀσφαλῶς. Αὐτό μόνο ἕνας τὸ γνωρίζει, ὁ καρδιογνώστης Κύριος. Ἐμεῖς ἁπλῶς ὑποθέτουμε. Λέμε, ὁ τάδε μὲ ἀντιπαθεῖ ἤ ἐκείνη θέλει τὸ κακό μου. Ὅλα ὅμως αὐτά ποὺ σήμερα τὰ θεωροῦμε ἀποδείξεις ἀλάθητες, αὔριο μπορεῖ νὰ ἀποδειχθοῦν ἀνύπαρκτα. Ἐν τῷ μεταξὺ βέβαια τὸν ἄνθρωπο τὸν ἔχουμε διασύρει, τὸν ἔχουμε συκοφαντήσει σὲ συγγενεῖς καὶ γνωστούς.
Νὰ προσέχουμε ἑπομένως, ἀδελφοί. Ὅλοι μας. Μὴ σπεύδουμε, παρασυρόμενοι ἀπὸ αἰσθήματα ξένα πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ καταδικάσουμε κανένα. Διότι κινδυνεύουμε νὰ κάνουμε ὅ,τι καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Καὶ κάτι τέτοιο θὰ εἶναι φοβερό!