Οκτώ ηµέρες µετά τη γέννηση του µικρού Χριστού, -σύµφωνα µε τα θρησκευτικά έθιµα της εποχής εκείνης- έγινε µία τελετή, στην οποία του δόθηκε το όνοµα Ιησούς, που θα πει «ο Θεός σώζει».
Αυτό το όνοµα ζήτησε να δωθεί στο παιδί, ο αρχάγγελος Γαβριήλ, από την Παναγία την ηµέρα του Ευαγγελισµού και τον Ιωσήφ, τον µνηστήρα της, λίγο αργότερα.
Έπειτα από σαράντα ηµέρες, όταν έφτασε ο καιρός του καθαρισµού της µητέρας, έπρεπε σύµφωνα µε το Μωσαϊκό νόµο, να πάνε το παιδί στα Ιεροσόλυµα, στο ναό του Σολοµώντα για να αφιερωθεί στο Θεό, µια που ήτανε το πρώτο παιδί της Μαριάµ και µάλιστα αγόρι.
Θα πρόσφεραν µάλιστα και θυσία στο Θεό ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο µικρά περιστέρια. Έτσι ο Ιωσήφ παρέλαβε το παιδί και τη µητέρα Του και ξεκίνησαν για την αγία πόλη.
Εκεί στα Ιεροσόλυµα, ζούσε ένας πολύ ενάρετος άνθρωπος, ο Συµεών, που είχε µεγάλη πίστη στο Θεό και παρακαλούσε σε όλη του τη ζωή για τον ερχοµό του Μεσσία. Γι’ αυτό και το Άγιο Πνεύµα είχε πληροφορήσει την καρδιά του πως δεν θα πέθαινε πριν δει µε τα ίδια του τα µάτια τον Χριστό. Την ηµέρα λοιπόν εκείνη που θα έφταναν στον ναό ο Ιωσήφ µε την Παναγία και τον µικρό Ιησού, το Άγιο Πνεύµα του είπε να πάει εκεί και να τους περιµένει.
Όταν λοιπόν η αγία οικογένεια έφτασε στο ναό, ο Συµεών φωτισµένος από το Άγιο Πνεύµα αναγνώρισε τον µικρό Μεσσία και Τον πήρε µε πολύ συγκίνηση στην αγκαλιά του. Τα µάτια του, γεµάτα δάκρυα χαράς και ευγνωµοσύνης, κοίταζαν µε λαχτάρα το Θείο βρέφος. Τα χείλη του τρεµάµενα από συγκίνηση δοξολογούσαν το Θεό:
“Τώρα Κύριε µπορείς να αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα µάτια µου είδαν το σωτήρα που ετοίµασες για όλους τους λαούς…”. Έπειτα ευλόγησε τον Ιωσήφ και την Παναγία στην οποία είπε πως το παιδί θα ήταν σηµείο αντιλεγόµενο, για να φανερωθούν οι πραγµατικές διαθέσεις πολλών ανθρώπων.
Τότε ξεπρόβαλε µέσα από το πλήθος και µια αγία γριούλα, η Άννα, που η ασκητική ζωή της την είχε αξιώσει να λάβει από το Θεό το προφητικό χάρισµα. Εκείνη βλέποντας τον µικρό Χριστό, άρχισε να δοξολογεί το Θεό και µιλούσε για το παιδί σε όλους όσους περιµένανε τη λύτρωση. Επιτέλους ο Σωτήρας του κόσµου βρισκόταν ανάµεσά τους!
Λίγα λόγια για τον σαραντισμό των βρεφών:
Οι μητέρες, κατά το πρότυπο της Παναγίας, όταν τα νεογέννητα μωρά τους γίνουν σαράντα ημερών τα φέρνουν στην Εκκλησία για να τους διαβάσει ο ιερέας μια ευχή που ονομάζεται ευχή του σαραντισμού.
Ο σαραντισμός του βρέφους έχει τις ρίζες του στην εποχή του Μωϋσή. Λέγοντας «σαραντισμό», εννοούμε ότι η μητέρα προσφέρει το νεογέννητο στο Ναό προς δόξα του τριαδικού Θεού.
Αφού διαβάσει ο ιερέας την ευχή στον πρόναο, παίρνει το βρέφος στα χέρια του και το πηγαίνει στον κυρίως ναό μπροστά στην ωραία πύλη (και μετά στο ιερό βήμα, αν είναι αγόρι) όπου το σηκώνει με τα χέρια του στον ουρανό και το προσφέρει ως δώρο στο Θεό και ακολουθεί η μητέρα του παιδιού που φιλάει με ευλάβεια τις εικόνες. Όλα αυτά γίνονται προς μίμηση του «σαραντισμού», δηλαδή, της Υπαπαντής του Χριστού.