ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ (Λκ. 15, 11-32)
«Τὴν τοῦ Ἀσώτου φωνὴν προσφέρω σοι Κύριε. Ἥμαρτον ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν σου ἀγαθέ, ἐσκόρπισα τὸν πλοῦτον τῶν χαρισμάτων σου, ἀλλὰ δέξαι με μετανοοῦντα, Σωτὴρ καὶ σῶσόν με.»
(Ιδιόμελο, ήχος Β΄)
Την προηγούμενη Κυριακή, είδαμε την επίκριση του εγωισμού από το Θεό διά μέσου της παραβολής του τελώνου και του φαρισαίου.
Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου, προβάλλει την μεγάλη αγάπη του Θεού προς τους ανθρώπους από την παραβολή του ασώτου και είναι αφιερωμένη στη μετάνοια.
Από τον Ευαγγελιστή Λουκά, λαμβάνουμε την ακόλουθη παραβολή: ένας άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος λέει προς τον πατέρα: πατέρα, δωσ΄ μου το μερίδιο της περιουσίας που μου ανήκει και έφυγε σε μακρινές χώρες που έζησε άσωτα, σπαταλώντας όλη την περιουσία του. Χωρίς να έχει τίποτα, έπεσε μεγάλη πείνα στην περιοχή, δούλευε ως βοσκός χοίρων, τρώγοντας τις τροφές τους.
Μέσα στη δύσκολη επιβίωσή του, σκέφτηκε τη ζωή κοντά στον πατέρα του, αφού και οι δούλοι ζούσαν καλύτερα από αυτόν. Αποφάσισε να επιστρέψει πίσω και να ζητήσει συγχώρεση από τον πατέρα του και να δουλεύει ως δούλος, αλλά τον δέχτηκε ως γιο του και τον φρόντισε. Με την επιστροφή του, διαμαρτυρήθηκε ο μεγάλος γιος αλλά ο πατέρας του τού είπε ότι: «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη» (Λουκ.15,32).
Θα μπορούσε να μην υπάρχει όλο το Ευαγγέλιο, παρά μόνο αυτή η συγκεκριμένη παραβολή, και πάλι θα ήταν ικανή να γίνει η ελπίδα και η σωτηρία όλων των ανθρώπων.
Ο Θεός-πατέρας του δίνει το μερίδιο της περιουσίας του· «εἶναι ἄρχοντας ἀγάπης» (Η παραβολή του άσωτου υιού, Ἀρχιμ. Βασιλείου). Δεν τον ενδιαφέρει να κρατήσει τίποτα για τον εαυτό του· μόνο ένα πράγμα τον ενδιαφέρει. Να σώσει τον άνθρωπο.
Αφού, ο άνθρωπος φύγει από το Θεό, και περιπλανηθεί στα ψεύδη και στις πλάνες, αποφασίζει να ξαναπάει κοντά Του. Μήπως ο Θεός δεν ήξερε την πορεία του; Φυσικά και την ήξερε. Αλλά δεν ήθελε μέσα από λόγια να μείνει κοντά Του· ήθελε να είναι κοντά Του με τη δική του θέληση. Τον ακολουθούσε, όμως, πάντα η αγάπη του Πατέρα. «Γιατί όλες οι αρετές είναι καρπός ελεύθερης προαίρεσης και όχι εξαναγκασμού» (Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος).
Και, όταν, τελείωσε όλη η περιουσία του, είπε: «πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου».
Αποφασίζει να επιστρέψει κοντά στον Πατέρα του, ομολογώντας ότι έκανε λάθη και αθέτησε προς τον Πατέρα του. Αφού επιστρέφει πίσω στο σπίτι, ο Πατέρας τρέχει και τον αγκαλιάζει. Η πρώτη κουβέντα του γιου είναι «Πατέρα» γιατί; Γιατί ελπίζει στο έλεός Του· και όπως όλοι μας.
Κυρίαρχο στοιχείο στην παραβολή αυτή, είναι η μετάνοια του γιού. Τι σημαίνει, όμως, πραγματικά μετάνοια; Αλλάζω τρόπο ζωής. Προσπαθώ να πάω πιο κοντά στο Θεό. Άραγε, εμείς μετανοούμε πραγματικά; Αφού εξομολογήσουμε τις αμαρτίες μας, προσπαθούμε να αλλάξουμε τρόπο ζωής ή συνεχίζουμε στον ίδιο άσωτο βίο;
Μάλλον, οι περισσότεροι -και πρώτος- εγώ, συνεχίζουμε την ίδια ζωή που είχαμε. Αντί να φτάσουμε πιο κοντά στο Θεό, απομακρυνόμαστε χιλιόμετρα πίσω. Δεν μας γεμίζει η αγάπη Του, γιατί - ίσως- τη θεωρούμε δεδομένη. Περιπλανιόμαστε σαν τον άσωτο, χωρίς προορισμό, σε μέρη επικίνδυνα, μας προειδοποίει ο προφήτης «θα σε τιμωρήσει η ίδια η απόστασία σου» (Ιερεμ.β΄19).
Ο Θεός θα μας περιμένει πάντοτε. Θα περιμένει να γυρίσουμε κοντά Του και να μας υποδεχθεί όπως τον άσωτο!
Πάτερ ἀγαθέ, ἐμακρύνθην ἀπὸ σοῦ μὴ ἐγκαταλίπῃς με, μηδὲ ἀχρεῖον δείξῃς τῆς βασιλείας σου· ὁ ἐχθρὸς ὁ παμπόνηρος ἐγύμνωσέ με, καὶ ᾖρέ μου τὸν πλοῦτον· τῆς ψυχῆς τὰ χαρίσματα ἀσώτως διεσκόρπισα, ἀναστὰς οὖν, ἐπιστρέψας πρὸς σὲ ἐκβοῶ· Ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου, ὁ δι ἐμὲ ἐν Σταυρῷ τὰς ἀχράντους σου χεῖρας ἁπλώσας, ἵνα τοῦ δεινοῦ θηρὸς ἀφαρπάσῃς με, καὶ τὴν πρώτην καταστολὴν ἐπενδύσῃς με, ὡς μόνος πολυέλεος.
Σωτήριος Θεολόγου
Φοιτητής Α.Ε.Α.Θ.