Δευτέρα 15 Ιουνίου 2015

Ο άθεος και η γριούλα

Αποτέλεσμα εικόνας για Ο άθεος και η γριούλα

Στις δώδεκα τα μεσάνυκτα χτύπησαν την πόρτα. Ήταν μια γριούλα και ζητούσε παπά, να πάει να κοινωνήσει έναν άρρωστο. 

Ο Ιερέας ετοιμάστηκε και βγήκε αμέσως μαζί της. Πλησιάζουν σε ένα φτωχό σπιτάκι, τύπου παράγκας. Η γριούλα ανοίγει την πόρτα και μπάζει τον Ιερέα σε ένα δωμάτιο. Και να, ξαφνικά ο παπάς ευρίσκεται εκεί μόνος με τον άρρωστο. Ο άρρωστος του δείχνει με χειρονομίες την πόρτα και σκούζει. 

- Φύγε από εδώ! Ποιός σε κάλεσε; Εγώ είμαι άθεος. Και άθεος θα πεθάνω.

Ο παπάς τα έχασε. 
- Μά δεν ήλθα από μόνος μου! με κάλεσε η γριά! 
- Ποιά γριά; Εγώ δεν ξέρω καμιά γριά!

Ο παπάς, καθώς στέκει απέναντί του, βλέπει επάνω από το κεφάλι του άρρωστου, μια φωτογραφία με την γυναίκα που τον κάλεσε.

Του λέει, ενώ του δείχνει το πορτραίτο. 
- Να αυτή! 
- Ποιά αυτή; Ξέρεις, τί λες, παπά; Αυτή είναι η μάνα μου. Και έχει πεθάνει χρόνια τώρα! 

 Για μια στιγμή πάγωσαν και οι δύο. Αισθάνθηκαν δέος.

Ο άρρωστος άρχισε να κλαίει. Και αφού έκλαψε, ζήτησε να εξομολογηθεί. Και μετά, κοινώνησε. Η μητέρα του, είχε φροντίσει από τον ουρανό, να του δείξει το δρόμο της σωτηρίας.

Από το Γεροντικό