Δειλινό στο Όρος. Και ενώ ο ήλιος πήγαινε να βασιλεύση, εγώ ανέβαινα για ν' ανατείλω! Η δύσι του ήλιου με βρήκε ν' ανεβαίνω με πολύ κόπο ένα στενό και δυσκολοδιάβατο μονοπάτι προς την ... ανατολή!
Εμείς με την μικρή πίστι δυσκολευόμαστε πολύ σε τέτοιες αναβάσεις, που είναι χαρά για τους πιστούς που έκαναν πράξι την ηρωική τους απόφασι ν' απαρνηθούν τον κόσμο με όλα του τα θέλγητρα και τις χαρές και αγάπησαν την άσκησι.
Ανέβαινα λοιπόν κάπου στην βόρεια πλευρά του Όρους. Ήθελα να εφαρμόσω τον λόγο του Ιερού Χρυσοστόμου: «ως έστι σοι θερμός ούτος ο έρως (καθώς είναι θερμή ακόμη η επιθυμία σου) άπελθε προς αυτούς εκείνους τους αγγέλους, ανάκρασον αυτόν πλέον (θέρμανε περισσότερο την επιθυμία, την αγάπη). Ού γαρ ούτως ο παρ' ημών λόγος δυνήσεταί σε ανάψαι, ως η των πραγμάτων θέα».
Δεξιά και αριστερά υψωνόταν απροσπέλαστοι βράχοι με τις κοφτερές κορυφές τους, σαν να έσχιζαν τον ουρανό, όπως και η φωνή και η ζωή των «οικητόρων» τού Όρους. Βάδιζα σκυφτός με την «ευχή» στα χείλη, την καρδιά και τον νου, γιατί έτσι πρέπει κανείς να επισκέπτεται το αγιώνυμο Όρος· με αισθήματα απλού προσκυνητού. Μέσα στους βράχους, σε μικρή απόστασι από το δρομάκι, βλέπει κανείς μερικά σπιτάκια που είναι τα κελλιά των μοναχών - ερημιτών πατέρων.
Το ένα μέσα στην σπηλιά, το άλλο προεξέχει λιγάκι και νομίζεις, καθώς το βλέπεις, θα πέση στην θάλασσα. Μέσα σ' αυτές τις μικρές σπηλιές ζουν οι μέλισσες οι πνευματικές, που κάνουν το γλυκύτατο μέλι της ησυχίας. Θυμήθηκα το Δοξαστικό που συνέταξε ο άγιος Νικόδημος για τους αγιορείτας Πατέρας και άρχισα να το ψάλλω· «Ω μελισσών θεοσύλλεκτε, ο εν οπαίς και σπηλαίοις του Όρους καθάπερ εν σίμβλοις νοητοίς το γλυκύτατον μέλι της ησυχίας κηροπλαστήσας». Παρόμοια κελλιά υπάρχουν και στην νότια πλευρά του Όρους στα λεγόμενα Καρούλια.
Εκεί το θέαμα είναι ασύγκριτα πιο υποβλητικό. «Επάνω στην κοκκινωπήν επιφάνειαν των βράχων, οι οποίοι νομίζει κανείς είναι αλειμμένοι με σκωρίας, έρπουν εις φρικτόν ύψος πλήθος κατοικιών μέχρι της οφρύος των βράχων. Άλλαι είναι σπήλαια, των οποίων την είσοδον έφραξαν με τοίχους, αφήνοντες μόνον μικράν τινα θύρα. Αλλού, μικρή προεξοχή του βράχου επέτρεψε είς κάποιον τολμηρόν ερημίτην να κτίση ολόκληρον εκκλησίδριον με τρούλλον, ένα ή δυο κελλία και κηπάριον από χώμα κουβαλητόν, από το οποίον αναθρώσκει θαυμασία ανθοδέσμη από καταπράσινα δενδρύλλια, η οποία δίδει εις το τοπίον πλέον όψιν εξωτικήν.
Το δε άσπιλον χρώμα, δια του οποίου είναι χρισμένα όλα αυτά τα κρυσφύγετα, συντελεί, ώστε να τα παρομοιάζη κανείς με φωλεάς γλάρων. Οι ασκηταί συγκοινωνούν μεταξύ των με ακροσφαλή μονοπάτια, τα οποία δεν διακρίνονται εκ της θαλάσσης. Αλλά η αναρρίχησις είναι απόφασις πολύ τολμηρά. Υπάρχουν πολλοί εξ αυτών των ασκητών, οι οποίοι επί έτη δεν εξήλθον εκ του στενού προαυλίου των.
Δια τούτο εις τα ευρυχωρότερα από αυτά τα ασκητήρια υπάρχουν και μικρά νεκροταφεία και εντός των σπηλαίων κοιμητήρια, όπου φυλάσσονται τα οστά των αδελφών· επί δε του μετώπου εκάστου κρανίου είναι χαραγμένον το όνομά του και η ημερομηνία καθ' ήν εκοιμήθη» (Φώτης Κόντογλου).
Εγκατεσπαρμένοι δεξιά και αριστερά βρίσκονται αυτοί οι πνευματικοί γλάροι, τα περιστέρια του ουρανού, που ζουν τον Θεόν και ανέρχονται μέχρι τρίτου ουρανού. Αυτό το θέαμα παρατηρεί και όποιος ανεβαίνει εκείνο το στενό μονοπάτι της βόρειας πλευράς του Όρους, που ανέβαινα εκείνο το δειλινό. Και τον συγκλονίζει σύγκορμα. Αισθάνεται κοντά του την Χάρι του Θεού, που τον δροσίζει, αλλά και τον κατακαίει σαν την «καταφλεγομένην και μη καιομένην» βάτο του Μωϋσέως.
Η θύμησι τού φέρνει σκηνές από προγενέστερους Πατέρας, που πέρασαν από τον τόπο εκείνο και τώρα κοιμούνται ήσυχα και ήρεμα, περιμένοντας την αρχαγγελική φωνή και την έλευσι του Νυμφίου που θα νυμφευθούν και ομολογουμένως του αποκόπτει την καρδιά από τον κόσμο μ' όλα τα καλά του. Μια ολόκληρη ζωή εδώ αγωνίστηκαν για να ειρηνεύσουν και ειρήνευσαν. Τώρα αναπαύονται στους κόλπους του Αβραάμ. Η φωνή του Χριστού «ουκ απέθανε αλλά καθεύδει» αντηχεί δυνατά σ' εκείνους τους απόμερους χώρους.
Ανέβαινα με σκέψεις και αισθήματα αλλοιώτικα. Η ησυχία ήταν ο κανόνας της περιοχής. Κάπου - κάπου ακούς μερικά αγριοπούλια να πετούν και να φωνάζουν ή και αηδόνια να κελαϊδούν. «Ο Άθως αηδόνας τρέφει πολλάς και καλάς» (Άγ. Νικόδημος). Κάπου-κάπου ακουγόταν ένα δυνατό κτύπημα. Καθώς προχωρούσα έφθασα σ' ένα σπιτάκι και εκεί είδα ένα γαλήνιο ερημίτη ν' αγωνίζεται να σπάση ένα μεγάλο βράχο.
—Ευλογείτε, Γέροντα, του είπα.
— Ο Κύριος, απάντησε.
Αυτός είναι ο χαιρετισμός του Όρους. Όταν ζητάς ευλογίες σού απαντούν, ο Κύριος (να σ' ευλογήση). Γνωρίζουν καλά την σημασία του Χριστού για την πνευματική ζωή. Ξέρουν και την ιδική τους αδυναμία. Ο Κύριος είναι ο πόθος τους και η νοσταλγία. Το όνομά Του συχνά το επαναλαμβάνουν, αφού ζουν την παρουσία Του. Αυτός είναι «συγκοιταζόμενος, συνανιστάμενος, γλυκαίνων και ευφραίνων την καρδίαν τή παρακλήσει του Αγίου Πνεύματος».
— Τι κάνετε εκεί, Γέροντα;
— Να, παιδί μου. Προσπαθώ να σπάσω αυτόν τον βράχο, για να κάνω μια μικρή δεξαμενή και να συγκεντρώσω το βρόχινο νερό, για να πίνω λιγάκι. Πέρυσι υπέφερα πολύ από την δίψα.
— Μα είναι πολύ δύσκολη εργασία! Και μάλιστα με την έλλειψι των καταλλήλων εργαλείων.
— Τι να κάμω; Αφού το σώμα έχει την ανάγκη του νερού. Ο Θεός θα με βοηθήση. Τίποτε να μην έχουμε εδώ στην έρημο, αλλά λίγο νεράκι είναι απαραίτητο. Πέρασε μέσα στο κελλί για να μας το ευλογήσης! Να ευλογήσω εγώ το κελλί του ευλογημένου, σκέφθηκα!! Ο ρυπαρός τον κεκαθαρμένο!
Μπήκα διακριτικά, με πολύ σεβασμό μέσα στο κελλί. Στο κελλί ενός ερημίτου μπαίνεις με δέος σαν σε χώρο μυστηρίου. Ήταν ακαθάριστο, απεριποίητο. Αυτά όμως είναι λεπτομέρειες για τον πνευματικό αθλητή. Πού υπάρχει ώρα για τέτοιες δουλειές! Μου έφερε λίγο νερό και ένα λουκούμι, δείγματα της αγάπης του. Πράγματι εκεί στην έρημο καταλαβαίνεις την άδολη και ειλικρινή αγάπη.
Μέσα σε ένα μικρό δίσκο με το λίγο νερό και το μικρό γλυκό υπάρχει ολόκληρη η καρδιά του μοναχού! Σου προσφέρει τα πάντα.
— Απ' τον κόσμο έρχεσαι;
— Ναι.
— Τι γίνεται ο κόσμος;
Είναι μια συνηθισμένη ερώτησι, που ακούς στο Όρος. Αυτή την φορά όμως έχει μεγάλη σημασία. Γιατί ο ερωτών μοναχός έχει πενήντα χρόνια που έφυγε από τον «δυσώνυμο» κόσμο και δεν ξαναγύρισε. Επίσης γνωρίζει καλά ο ασκητής τι θα πη κόσμος. Είναι το κτίσμα του Θεού, που συγχρόνως γίνεται και απάτη του πονηρού. Μήπως με τα κτίσματα δεν ξεγέλασε ο Σατανάς και τον Αδάμ; Πόσοι από μας δεν παθαίνουμε το ίδιο;
— Ο κόσμος, Γέροντα, ξέφυγε πολύ από τον Θεό, δεν τον θυμάται καθόλου και ούτε ζη θεοπρεπώς. Άδειασαν οι Εκκλησιές και γέμισαν όλα τα στέκια του διαβόλου. Έφυγε από τους πνευματικούς και γέμισε τα ψυχιατρεία. Έχει άγχος από τις δουλειές και οι απασχολήσεις του είναι όλο γήινες.
Σήμερα έχουμε εκλογές, αύριο πτώση της κυβερνήσεως, μεθαύριο συνέδρια κ.λπ. Μόνο εφημερίδες διαβάζουν οι άνθρωποι και έχουν άγνοια της Γραφής. Ώρες ολόκληρες παρακολουθούν τις προβολές του σατανά, που τους αποκοιμίζουν και δεν βλέπουν την ζωή των αγίων...
— Ω! ο ταλαίπωρος κόσμος, είπε ο άγιος ασκητής. Τον κυβερνά ο σατανάς! Φέρνει καθημερινά περιπτώσεις και γεγονότα για να του κλέβη το ενδιαφέρον για την ενθύμησι του Ιησού. Να παύση να βλέπη τον εαυτό του και τις εσωτερικές του πληγές. Αντικείμενο του ενδιαφέροντος να είναι οι άλλοι και όχι ο εαυτός του. Αυτή η φυγή δημιουργεί και το άγχος που είπατε προηγουμένως.
Ο Αδάμ αμάρτησε, κρύφτηκε, έφυγε από τον Θεό και ήλθαν έπειτα όλα τα δεινά. Το ίδιο κάνουν και οι άνθρωποι. Προσεύχομαι εκτενώς για την σωτηρία όλου του κόσμου. «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με και τον κόσμον σου». Όλη την νύκτα προσεύχομαι για να τον λυπηθή ο Θεός. Αυτή είναι η αποστολή μας σ' αυτή την ταραγμένη εποχή. Σ' εμάς έπεσε ο κλήρος να γίνουμε μάρτυρες...
Πολλά μου είπε ο ασκητής εκείνος. Τέτοιες σοφίες θα ακούσης σε κάθε σου βήμα σαν επισκεφθής το Όρος. Τον ευχαρίστησα, ζήτησα την ευχή του, τον παρακάλεσα να με θυμάται στις προσευχές του και βγήκα σκεπτικός από το κελλί, που είναι τώρα ο τάφος του, αλλά από κει θα αναστηθή στην αληθινή ζωή.
------------------------------------------------------
Α.Ι.Β., Μια βραδυά στην έρημο του Αγίου Όρους,
Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 15η έκδοση, σελ. 28-33.