Τρίτη 28 Απριλίου 2020

Σημεία του αληθώς μετανοούντος κατά τον Όσιο Ιωάννη της Κλίμακος

Σχετική εικόνα

Καίριο σημείο και αψευδές κριτήριο της αληθούς μετανοίας μέσα μας είναι η έλλειψη βιασύνης, η απουσία της ανυπομονησίας. Αυτός που «επίασε» σωστά τα πράγματα γνωρίζει πως η αλλαγή του ανθρώπου απαιτεί αγώνα χρόνιο, υπομονή και χάρη από τον Θεό. 

Δεν είναι μηχανιστικό αποτέλεσμα εφαρμογής κανονισμών. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος αναγνώρισε αληθινή μετάνοια σ’ εκείνους που αντίκρισε «κατακαμπτόμενους έως τέλους της εαυτών ζωής». 

Έσκυβαν με καρτερία τον αυχένα τους έως τέλους της ζωής τους. Πολλοί από εμάς απελπιζόμαστε, διότι εγωιστικά κινούμενοι θέλουμε να δοκιμάσουμε ταχύτατα και δίχως πολλούς πόνους και κόπους τους γλυκούς καρπούς της μετανοίας.

Πολλάκις δε αγανακτούμεκαι διαμαρτυρόμαστε, όταν δεν απολαμβάνουμε οφέλη από τα φτωχά ψήγματα μιας εξωτερικού τύπου μετανοίας μας. Ο όσιος Ιωάννης, όμως, επιμένει ότι μετάνοια είναι «η εκούσιος πάντων των θλιβερών υπομο­νή». 

Αντιθέτως, χαρακτηριστικό του μη υγιώς μετανοούντος είναι η βιασύνη. Αυτοί που θέλουν να αποφύγουν κόπο, χρόνο, και την χαριτοπάροχο ταπείνωση «πιάνουν» την εύκολη, αλλά αδιέξοδο οδό δηλαδή διορθώνουν την εξωτερική τους εμφάνιση και συμπεριφορά και επιδίδονται στη στείρα τυπολατρεία και τον συντηρητισμό. 

Θέλουν μέσα σε λίγο χρόνο να χτίσουν και να αποκτήσουν, όσα γκρέμιζαν και απώλεσαν μέσα σε χρόνια ολόκληρα. Πάντως ας γνωρίζουμε πως αυτός που βιάζεται στα πνευματικά, δεν αγαπά αληθινά τον Θεό.

H ταπείνωση είναι η ψυχή της μετανοίας, η διήκουσα διάθεσή της. Όσοι πραγματικά μετανοούν «τον νουν εν τη αβύσσω της ταπεινώσεως κατέδυσαν». Μετανοούμε γνήσια, όταν βυθίζουμε το νου μας στην άβυσσο της ταπείνωσης. Και πρώτος καρπός αυτής της σωτήριας κατάδυσης είναι η απόλυτη απροθυμία μας να κρίνουμε κάποιον. 

Οι γνησίως μετανοούντες κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος «Πού κρίναι τινά των ανθρώπων; Ουδαμού». Είναι αδύνατον να τους δεις να κρίνουν κάποιον συνάνθρωπό τους. «Ο εαυτόν θρηνών, ου γνώσεται θρήνον ή πτώμα άλλου ή μέμψιν». Όταν κάποιος ζει εντός του την τραγωδία της αποτυχίας του, και αλλοίμονο αν δεν ζούμε κάτι τέτοιο, πώς είναι δυνατόν να έχει διάθεση να παρατηρεί και να κρίνει την αποτυχία του συνανθρώπου του; 

Μάλιστα η μετάνοια, όταν ωριμάσει μέσα μας τόσο μας ομορφαίνει και μας κάνει ευαίσθητους, που προσέχουμε να μην προκαλέσουμε τον παραμικρό πόνο στον πλησίον. Γνωρίσαμε ανθρώπους γνήσια πνευματικούς και πραγματικά χαριτωμένους που παρουσίαζαν τον εαυτό τους καθ’ υπερβολήν αδύναμο για να μη φέρουν σε δύσκολη θέση τον πλησίον τους. Αυτό αποτελεί και ένα από τα πολύτιμα αρώματα της αγιότητας.

Αυτοί που μετανοούν αληθινά δεν θλίβονται τόσο για τη δική τους κατάντια, όσο διότι ελύπησαν τον Θεό και φάνηκαν ανάξιοι του θείου καλέσματος. Ο πόνος τους είναι βαρύς, διότι γνωρίζουν πως εμόλυναν τον εαυτό τους «μετά την προτέραν φιλανθρωπίαν και άφεσιν», όπως λέει ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης. 

Όχι διότι χάλασαν την εξωτερική τους «βιτρίνα», όχι διότι εξετέθηκαν στα μάτια του κόσμου, όχι διότι εξευτελίστηκαν ενώπιον πολλών, αλλά διότι ελύπη­σαν τον Θεό.Καρπός αυτού του πόνου είναι ο εσωτερικός επαναπροσδιορισμός και όχι η συμπεριφορική βελτίωση. 

Σε πολλούς η μετάνοια χαρακτηρίζεται από έντονη διανοητικότητα δηλαδή είναι δι­αδικασία «ψυχο»-λογικής ανακούφισης, συναισθηματικής εκφόρτισης και ξερή γνώση και εφαρμογή των εξωτερικών τύπων μετανοίας. Δυστυχώς το φαινόμενο αυτό είναι πολύ συχνό και έντονο στην εποχή μας. 

Εκεί που δεν «δουλεύει» η καρδιά παρά μόνο η ξηρά και αφώτιστη, και κατά βάθος, εγωιστική λογική, εκεί απαραιτήτως γεννάται η δυσκαμψία, η στενοκεφαλιά, η υποκρισία, το πνευματικό «μακιγιάρισμα». Απότοκο των παραπάνω αποτελεί το ανικανοποίητο της ψυχής, η έλλειψη ειρήνης και χαράς και ο εσωτερικός μαρασμός.

Η αληθινή μετάνοια, όπως μας διδάσκει ο Σιναΐτης αββάς, είναι «ανανέωση του βαπτίσματος, συμφωνία με τον Θεό για νέα ζωή, συμφιλίωση με τον Κύριο, καθαρισμός της συνειδήσεως». Όπως λέει η Εκκλησία μας «Πηγή της ζωής και θύρα παραδείσου».


(Περιοδικό «ΕΡΩ», τεύχος Ιανουαρίου – Μαρτίου 2014)