«Εν τούτω φανερά εστι τα τέκνα του Θεού και τα τέκνα του διαβόλου∙ πας ο μη ποιών δικαιοσύνην ουκ έστιν εκ του Θεού και ο μη αγαπών τον αδελφόν αυτού (Α’ Ιωάν. 3,10).»
Από το δίκαιο και την αγάπη διακρίνονται τα τέκνα του Θεού σ’ αυτόν τον κόσμο από τα τέκνα του διαβόλου. Ενώ τα τέκνα του διαβόλου διακρίνονται από την αδικία και τομίσος, από την αμαρτία και την ανομία.
Στην πραγματικότητα υπάρχουν στον κόσμο δύο οικογένειες: του Θεού και του διαβόλου. Κάθε άνθρωπος ανήκει σε μία απ’ αυτές. Εάν είναι φιλοδίκαιος, ανήκει στου Θεού. Εάν είναι φιλάμαρτος – στου διαβόλου.
«Ουκ έστιν εκ του Θεού» όχι μόνο όποιος πράττει αδικία, αλλά και «πας ο μη ποιών δικαιοσύνην»∙ «ουκ έστιν εκ του Θεού» όχι μόνο όποιος μισεί τον αδελφό του, αλλά και «ο μη αγαπών τον αδελφόν αυτού».
Είναι το αλάνθαστο ευαγγελικό θεανθρώπινο μέτρο που σωστά δείχνει σε ποια από τις δύο οικογένειες ανήκει κάθε άνθρωπος: στου Θεού ή στου διαβόλου. Το δίκαιο και η αγάπη: το δίκαιο ως σύνολο όλων των ευαγγελικών αρετών, η αγάπη ως θεϊκή δύναμη που τις πραγματώνει,είναι το σημάδι των παιδιών του Θεού, των υιών του Θεού σ’ αυτόν τον κόσμο.
Γι’ αυτά και δι’ αυτών εκείνοι ζουν και λόγω αυτών πεθαίνουν. Το ανθρώπινο ον μπαίνει στην οικογένεια του Θεού, στη βασιλεία του Θεού, μόνο εάν η δικαιοσύνη του είναι «πλείον των γραμματέων και Φαρισαίων» (Ματθ. Ε΄, 20), δηλαδή εάν είναι θεϊκή, θεανθρώπινη, καιόχι ανθρώπινη, ουμανιστική, ανθρωποπρεπής.
π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου,
εκδόσεις εν Πλώ