Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού, που έγινε την έκτη ημέρα της δημιουργίας, κατά την διήγηση του θεόπτου Μωυσέως.
Είναι η περίληψη όλης της δημιουργίας, γιατί αποτελείται από ψυχή και σώμα και έχει και το νοερό, που συγγενεύει με τους αγγέλους, και το αισθητό που συνδέεται με την κτίση. Συγχρόνως, ο πρώτος άνθρωπος είχε και στα δύο στοιχεία την Χάρη και ενέργεια του Θεού, δηλαδή το πνεύμα. Αυτή η δισύνθετη ύπαρξη του ανθρώπου, πέραν του ότι είναι αποκαλυπτική αλήθεια που δόθηκε από τον Θεό, δια του Μωυσέως και δια του Χριστού, συγχρόνως είναι και προσωπική εμπειρία του θεουμένου ανθρώπου.
Η διήγηση του βιβλίου της Γενέσεως μας περιγράφει τον τρόπο δημιουργίας του ανθρώπου, αλλά ακόμη και πριν γραφή το βιβλίο από τον θεόπτη Μωυσή, οι θεόπτες γνώριζαν ότι ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή και σώμα.
Για το σώμα είχαν και έχουν την επιβεβαίωση των αισθήσεων και της υπάρξεώς του σε ιδιαίτερο χώρο και χρόνο, αλλά για την ύπαρξη της ψυχής απέκτησαν την βεβαιότητα με την γνώση του εαυτού τους εν Χάριτι.
Αισθάνονταν την κίνηση της ψυχής που ενεργοποιούσε τις δυνάμεις του σώματος, είχαν εμπειρία της ενέργειας του νου στην καρδιά, γνώριζαν εκ πείρας την έλευση του Αγίου Πνεύματος μέσα στην ψυχή, αλλά και την άρση της ενεργείας του Θεού από την ψυχή, οπότε η ίδια βιώνει τον πνευματικό θάνατο.
Στην συνέχεια θα δούμε τα σχετικά με την δημιουργία του ανθρώπου και την λειτουργία της ψυχοσωματικής υπάρξεώς του, μέσα από την εμπειρική διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας.
Ο άνθρωπος είναι το τελειότερο δημιούργημα του Θεού και δημιουργήθηκε την έκτη ημέρα της δημιουργίας μετά τους αγγέλους και την κτίση. «Και είπεν ο Θεός ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν, και αρχέτωσαν των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και των κτηνών και πάσης της γης και πάντων των ερπετών των ερπόντων επί της γης. Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς, και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός… » (Γεν. α', 26-28).
Η διδασκαλία ότι ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού είναι βασική σε όλη την βιβλικοπατερική παράδοση, ήτοι στην διδασκαλία των θεουμένων. Αυτή την αλήθεια την βλέπουν οι Θεούμενοι μέσα από την αγιοπνευματική τους εμπειρία.
Υφίσταται διαφορά μεταξύ των εκφράσεων «εικών Θεού» και «κατ’ εικόνα Θεού». Η πραγματική εικών του Θεού Πατρός είναι ο Λόγος, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος κατά τον Απόστολο Παύλο: «ος (ο Χριστός) εστίν εικών του Θεού» (Β΄ Κορινθίους δ', 4) · «ος εστίν εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (Κολοσσαείς α', 15). Ο άνθρωπος που δημιουργήθηκε υπό του Πατρός δια του Υιού εν Πνεύματι Αγίω είναι κατ’ εικόνα του Λόγου και πρέπει να φθάση στο καθ’ ομοίωση.
«Οι Πατέρες τονίζουν ότι ο άνθρωπος δεν είναι εικόνα του Θεού. Εικόνα του Θεού απαράλλακτος είναι μόνον ο Λόγος, ο Υιός. Ο Λόγος είναι η εικών του Πατρός. Γι' αυτό, επειδή ο Λόγος είναι η εικών του Πατρός, ο Χριστός (ο ενανθρωπήσας) είναι η εικόνα του Πατρός ως Λόγος. Άλλα και από την αντίδοση των ιδιωμάτων και ο σαρκωμένος Λόγος, δηλαδή η ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι και αυτή η εικών του Πατρός. Δηλαδή, και η ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι εικόνα του Πατρός εξ αίτιας της ενανθρωπήσεως.
Ο άνθρωπος δεν είναι εικόνα του Θεού. Λέγεται, βέβαια, ο άνθρωπος εικόνα του Θεού, καταχρηστικώς όμως. Κυριολεκτικώς ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος και όχι εικόνα του Θεού».
Ο άνθρωπος από το κατ’ εικόνα έπρεπε να φθάση στο καθ’ ομοίωση, δηλαδή στην θέωση, με την ενέργεια του Θεού και την δική του συνέργεια. Ο άγιος Ειρηναίος Επίσκοπος Λουγδούνου (Λυώνος) γράφει: «Δια ταύτης… της τάξεως, και των τοιούτων ρυθμών, και της τοιαύτης αγωγής, ο γεννητός και πεπλασμένος άνθρωπος κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του αγεννήτου γίνεται Θεού· του μεν Πατρός ευδοκούντος και κελεύοντος, του δε Υιού πράσσοντος και δημιουργούντος, του δε Πνεύματος τρέφοντος και αύξοντος, του δε ανθρώπου ήρεμα προκόπτοντος, και προς τέλειον ανερχομένου. Τέλειος γαρ ο αγέννητος ούτος δε εστί Θεός».
Μέσα στον άνθρωπο υπήρχε μια «ορμή» για να οδηγηθή από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση, όπως λέγει πάλιν ο άγιος Ειρηναίος: «Έδει δε τον άνθρωπον πρώτον γενέσθαι, και γενόμενον αυξήσαι, και αυξήσαντα ανδρωθήναι, και ανδρωθέντα πληθυνθήναι, και πληθυθέντα ενισχύσαι, και ενισχύσαντα δοξασθήναι, και δοξασθέντα ιδείν τον εαυτού Δεσπότην. Θεός γαρ ο μέλλων οράσθαι· όρασις δε Θεού περιποιητική αφθαρσίας».
Ο άνθρωπος που δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού έχει πνοή ζωής που τον έκανε ψυχικό άνθρωπο, αλλά και πνεύμα ζωοποιούν που τον έκανε πνευματικό. Ο άγιος Ειρηναίος γράφει: «Έτερον εστί πνοή ζωής, η και ψυχικόν απεργαζομένη τον άνθρωπον·και έτερον πνεύμα ζωοποιούν, το και πνευματικόν αυτόν αποτελούν… Η ουν πνοή πρόσκαιρος, το δε πνεύμα αένναον».
Έτσι πνευματικός άνθρωπος είναι αυτός που μέσα του έχει την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
«Ο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Θεού πνευματικός άνθρωπος δεν είναι εκείνος που ζη με το φυσικό άυλο στοιχείο της φύσεώς του, δηλαδή την ψυχή, αλλά εκείνος που ζη σύμφωνα με το Άγιον Πνεύμα που τον ζωοποιεί και αφθαρτοποιεί και έτσι μετέχει της θείας αθανασίας».
Ο άνθρωπος μετά την δημιουργία του είχε ψυχή και σώμα, αλλά μετείχε και του Αγίου Πνεύματος.
«Μόνον ο άνθρωπος εκείνος που είναι ναός του Πνεύματος είναι εικών και ομοίωση Θεού».
Βεβαίως, «οι Πρωτόπλαστοι εκτίσθηκαν νήπιοι ώστε να αυξηθούν, ανδρωθούν και γίνουν τέλειοι σωματικώς και ψυχικώς».
«Η ζωοποιός ενέργεια του Πνεύματος δεν δίνεται στον άνθρωπο κατά αυτόματο και μαγικό τρόπο. Απαιτείται η συνεργός προσπάθεια του ανθρώπου να ζήση δια της πίστεως και αγάπης σύμφωνα με τον αρχικό και τελικό προορισμό του. Όταν όμως ο άνθρωπος δεν ακολουθεί το Πνεύμα, στερείται της ζωοποιού ενεργείας του Θεού και καθίσταται ψυχικός».
Η αληθής έννοια της φράσεως «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωση» αποκαλύφθηκε πλήρως με την ενανθρώπηση του Χριστού και βιώνεται από τους θεουμένους. Επομένως δεν είναι μία φιλοσοφική και διανοητική διδασκαλία.
«Το τι ακριβώς είναι το κατ’ εικόνα του Θεού, που αναφέρεται στην Αγία Γραφή ότι επλάσθη ο άνθρωπος, απεκαλύφθη πλήρως μόνον στην ενσάρκωση. Διότι ο προορισμός του ανθρώπου ήταν απ’ αρχής να γίνη σαν τον Χριστό, δηλαδή έπρεπε να γίνη κατά Χάριν Θεός. Να φθάση στο καθ’ ομοίωση. Ενεργεία το κατ’ εικόνα σημαίνει ομοίωση με τον Χριστό κατά την ευσπλαγχνία. Οπότε, ο άνθρωπος ως μιμητής πλέον του Χριστού γίνεται και εκείνος εικόνα του Πατρός κατά Χάριν μετέχων της δόξης του Χριστού. Έτσι, όταν κάποιος φθάση στην θέωση (δηλαδή στο καθ’ ομοίωση), τότε γίνεται κατά Χάριν Χριστός, δηλαδή κατά Χάριν Θεός».
Η ανθρωπολογία των Αγίων Πατέρων στηρίζεται στην βιβλική διδασκαλία περί της κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δημιουργίας του ανθρώπου και όχι σε κάποια φιλοσοφική διδασκαλία περί προσώπου. Και όταν κάποτε στους Πατέρες γίνεται αναφορά στον άνθρωπο ως πρόσωπο, εννοείται το κατ’ εικόνα και, κυρίως, το καθ’ ομοίωση Θεού.
Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Αγίου Μαξίμου του ομολογητού: «Πρόσωπον, ήτοι υπόστασις· φύσις, ήτοι ουσία. Ουσία γαρ, το κατ’ εικόνα, ο λόγος, το καθ’ ομοίωσιν δε ο βίος, υπόστασίς εστίν, εξ ων αμφοτέρων η αρετή συμπεπλήρωται». Έτσι, το κατ’ εικόνα είναι η ουσία, ήτοι ο λόγος, ενώ το καθ’ ομοίωση είναι η υπόσταση, ήτοι ο βίος, η θέωση. Μέσα σε αυτήν την προοπτική πρέπει να ερμηνευθή ο λόγος του Αποστόλου Παύλου: «μέτοχοι γαρ γεγόναμεν του Χριστού, εάνπερ την αρχήν της υποστάσεως μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν» (Εβραίους Γ', 14).
Οι Πρωτόπλαστοι, ο Αδάμ και η Εύα, είχαν ψυχή και σώμα, αλλά και την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία χαρίτωνε τον όλο άνθρωπο. Με αυτό δεν εννοείται κάποιο τρισύνθετο, αφού το Άγιον Πνεύμα φώτιζε την ψυχή και το σώμα και έτσι ο άνθρωπος ήταν πνευματικός. Αυτό το γνωρίζουν επαρκώς οι Θεούμενοι, που βλέπουν εκ πείρας την διαφορά μεταξύ ψυχικού και πνευματικού ανθρώπου.
"Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας
κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄
Τού Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιεροθέου