Δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ μακάριο καὶ πιὸ εἰρηνικὸ πράγμα, οὔτε στὴ γῆ οὔτε στὸν οὐρανό, ἀπὸ τὸ νὰ κάνει κανεὶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἑωσφόρος ἦταν στὸν οὐρανό. Ἐπειδὴ δὲν ἤθελε ὅμως νὰ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γκρεμίστηκε στὸν Ἅδη. Ὁ Ἀδὰμ ἦταν μέσα στὸν Παράδεισο καὶ τὸν τιμοῦσε σὰν βασιλιὰ ὅλη ἡ κτίση. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν φύλαξε τὴ θεϊκὴ ἐντολή, ἔπεσε στὴν ἐσχάτη ταλαιπωρία.
Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ δὲν θέλει νὰ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι καθολικὰ ὑπερήφανος. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ προφήτης Δαβὶδ μὲ τὸ δίκιο του, κατὰ κάποιο τρόπο, καταριέται αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους καὶ λέει: «Ἐπέπληξες, Κύριε, τοὺς ὑπερήφανους, ποὺ ἀρνοῦνται νὰ ὑπακούσουν στὸ νόμο Σου. Καταραμένοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ παρεκκλίνουν ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν σου».
Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ἀναφέρει: «Οἱ ὑπερήφανοι κάνουν πολλὲς παρανομίες καὶ παραβάσεις».
Μὲ ὅλα αὐτὰ ὁ Προφήτης ἀποδεικνύει ὅτι αἰτία τῆς παρανομίας εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Καὶ τὸ ἀντίθετο, αἰτία τῆς ὑπερηφάνειας, εἶναι ἡ παρανομία. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ βρεῖ κανεὶς ἄνθρωπο ταπεινὸ ἀνάμεσα στοὺς παράνομους ἢ ἄνθρωπο νὰ φυλάττει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσα στοὺς ὑπερήφανους, διότι ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἀρχὴ καὶ τέλος κάθε κακίας.
Θέλημα ὅμως τοῦ Θεοῦ εἶναι νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ νὰ κάνουμε τὰ καλά, καθὼς μᾶς τὸ λέει καὶ ὁ προφήτης: «Ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν». Δηλαδὴ «παραμέρισε τὸ κακὸ καὶ κᾶνε τὸ καλό». Καλὰ δὲ εἶναι, ὅσα ἀναφέρονται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ὅσα μᾶς ἔχουν παραδώσει οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ὄχι ὅσα ὁ καθένας μας ἀσύνετα διακηρύττει, τὰ ὁποῖα πολλὲς φορὲς εἶναι βλαβερὰ γιὰ τὶς ψυχὲς καὶ ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπώλεια.
Ἂν ὅμως ἀκολουθοῦμε τὶς συνήθειες τοῦ κόσμου ἢ ἂν ὁ καθένας κινεῖται ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπιθυμίες του, τότε, καὶ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, δὲν θὰ ἔχουμε καμιὰ διαφορὰ ἀπὸ τοὺς ἄπιστους, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν οὔτε ἐφαρμόζουν τὶς Γραφές. Ἐπίσης δὲν θὰ διαφέρουμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς ποὺ ζοῦσαν τὴν περίοδο ἐκείνη τῆς ἀναρχίας, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στὸ βιβλίο τῶν Κριτῶν. Ἐκεῖ λοιπὸν λέει: «Ὁ καθένας ἔκανε ἐκεῖνο ποὺ ἔκρινε ὅτι εἶναι καλὸ γιὰ τὰ δικά του μάτια καὶ τὰ δικά του κριτήρια, διότι δὲν ὑπῆρχε βασιλιᾶς νὰ κυβερνήσει τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες».
Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο καὶ οἱ Ἑβραῖοι, ἤθελαν νὰ θανατώσουν τὸν Κύριό μας ἀπὸ τὸ φθόνο τους, ἐνῶ ὁ Πιλάτος ἤθελε νὰ τὸν ἀπολύσει, διότι δὲν ἔβρισκε σ’ Αὐτὸν αἰτία θανάτου. Ἐκεῖνοι ὅμως πῆραν τὸ λόγο καὶ εἶπαν: «Ἐμεῖς ἔχουμε νόμο, καὶ σύμφωνα μὲ τὸ νόμο μας, πρέπει νὰ πεθάνει, ἐπειδὴ ὀνόμασε τὸν ἑαυτὸ του Υἱὸ τοῦ Θεοῦ». Αὐτὰ ὅμως ἦταν ὅλα ψέματα. Γιατί ποῦ βρίσκεται στὸ νόμο ὅτι πρέπει νὰ πεθάνει ὅποιος θὰ ὀνομάσει τὸν ἑαυτὸ του υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον μάλιστα ἡ Ἁγία Γραφὴ ὀνομάζει τοὺς ἀνθρώπους θεοὺς καὶ υἱοὺς τοῦ Θεοῦ; «Ἐγὼ εἶπα ὅτι εἶσθε ὅλοι θεοὶ καὶ υἱοὶ τοῦ ὕψιστου Θεοῦ». Ὁπότε, λέγοντας οἱ Ἑβραῖοι «νόμο ἔχουμε», λένε ψέματα, διότι τέτοιος νόμος δὲν ὑπάρχει.
Βλέπεις, ἀγαπητέ, ὅτι ἔκαναν νόμο τὸ φθόνο καὶ τὴν κακία τους; Σ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἀναφέρεται ὁ σοφὸς Σολομώντας, ὅταν λέει: «Ἂς κάνουμε νόμο τὴ δύναμή μας, γιὰ νὰ παγιδεύσουμε κρυφὰ τὸν δίκαιο». Ὁ νόμος βέβαια καὶ οἱ Προφῆτες ἔγραφαν ὅτι θὰ ἔλθει ὁ Χριστὸς καὶ θὰ σαρκωθεῖ καὶ θὰ πεθάνει γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, ὄχι ὅμως γιὰ τὸ σκοπὸ ποὺ ἔθεταν ἐκεῖνοι, οἱ παράνομοι.
Λοιπόν, ἂς προσπαθήσουμε νὰ μὴν πάθουμε κι ἐμεῖς ὅτι ἔπαθαν οἱ Ἑβραῖοι. Ἂς φροντίσουμε νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου μας καὶ ἂς μὴν πορευόμαστε ἔξω ἀπὸ ὅσα εἶναι γραμμένα στὴν Ἁγία Γραφή. Καὶ «οἱ ἐντολές Του δὲν εἶναι βαριές», καθὼς τὸ λέει καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Κύριός μας ἔκανε τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα Του ἀνελλιπῶς στὴ γῆ, γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν παρακαλοῦμε νὰ δίνει δύναμη καὶ σέ μᾶς καὶ νὰ μᾶς φωτίζει νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς τὸ ἅγιό Του θέλημα στὴ γῆ, καθὼς τὸ κάνουν οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι στὸν Οὐρανό.
Διότι «χωρὶς τὴ δική Του συνέργεια, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτε». Καὶ ἔτσι ὅπως ὑποτάσσονται οἱ Ἄγγελοι χωρὶς ἀντιλογία σ’ ὅλα τὰ θεῖα προστάγματά Του, ἔτσι πρέπει νὰ ὑποτασσόμαστε κι ἐμεῖς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὸ θεῖο θέλημά Του, τὸ ὁποῖο περιέχεται μέσα στὶς Ἅγιες Γραφές, γιὰ νὰ ὑπάρχει εἰρήνη στὴ γῆ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ὅπως καὶ στὸν Οὐρανὸ μεταξὺ τῶν Ἀγγέλων καὶ γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ λέμε μὲ παρρησία πρὸς τὸν Θεὸ Πατέρα μας: «Τὸν ἄρτον «ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον».