Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων (555-619) διετέλεσε ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, ἐπί μία δεκαετία, τήν τελευταία τῆς ζωῆς του.
Τότε, λοιπόν, μερικοί ἀνευλαβεῖς εἶχαν τήν ἑξῆς κακή συνήθεια. Μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγελίου, στήν θεία Λειτουργία, ἔβγαιναν ἀπό τήν ἐκκλησία, καί τό ἔριχναν στήν κουβέντα. (Ἦταν ἡ ὥρα πού γινόταν τό κήρυγμα!) Μετά, ἔμπαιναν πάλι, στό Χερουβικό. Βλέποντας τήν κατάσταση ἀδιόρθωτη, ὁ ἅγιος Ἰωάννης, βγαίνει καί αὐτός μαζί τους, ντυμένος τήν ἀρχιερατική του στολή. Καί κάθεται μαζί τους! Μόλις τόν εἶδαν ἐκεῖνοι ἐξεπλάγησαν. Τούς λέει ὁ ἅγιος:
-Μήν ἀπορεῖτε. Ὅπου εἶναι τά πρόβατα, ἐκεῖ πρέπει νά εἶναι καί ὁ ποιμένας. Ἤ πηγαίνουμε ὅλοι μέσα, ἤ κάθομαι καί ἐγώ μαζί σας. Καί Σᾶς διδάσκω ἐδῶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ! Ἔτσι, κατάφερε νά διορθώσει τήν κακή αὐτή συνήθεια.
Ποιό εἶναι, ὅμως, τό χερουβικό ἤ χερουβικός ὕμνος, πού ἀκόμη καί τότε οἱ ἀνευλαβεῖς τό ἐσέβοντο καί ξανάμπαιναν στήν ἐκκλησία γιά νά τό ἀκούσουν;
Η Μεγάλη Είσοδος συμβολίζει την πορεία του Χριστού προς την Ιερουσαλήμ, όπου έπρεπε να θυσιαστεί. Τότε καθισμένος "επί πώλου όνου", έμπαινε στην Αγία Πόλη, συνοδευόμενος και υμνούμενος από τα πλήθη.
Ο λειτουργός θα προχωρήσει πλέον στη θυσία, και πρέπει τα δώρα που πρόκειται να προσφερθούν για τη Θυσία, να τοποθετηθούν στην Aγία Τράπεζα. Για αυτό έρχεται τώρα στην Πρόθεση, παίρνει τα τίμια δώρα, τα κρατάει στο ύψος του κεφαλιού του και βγαίνει από το Ιερό.
Προχωρώντας με πολλή κοσμιότητα και με βήμα αργό, τα περιφέρει στο ναό, ανάμεσα στο πλήθος, συνοδευόμενος από λαμπάδες και θυμιάματα. Τελικά εισέρχεται στο θυσιαστήριο και τα αποθέτει στην Αγία Τράπεζα.
Στο πέρασμα του ιερέα οι πιστοί ψάλλουν και προσκυνούν με κάθε σεβασμό παρακαλώντας να τους μνημονεύει την ώρα που θα προσφέρει στο Θεό τα τίμια δώρα. Γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει αποτελεσματικότερη ικεσία από τούτη τη φρικτή θυσία, που καθάρισε δωρεάν όλες τις αμαρτίες του κόσμου.
Χαρακτηριστικό λειτουργικό στοιχείο της Μεγάλης Εισόδου είναι ο Χερουβικός Ύμνος, που ψάλλεται σε αργό μέλος από το χορό:
«Οι τα Χερουβίμ μυστικώς εικονίζοντες και τη ζωοποιώ Τριάδι τον τρισάγιον ύμνον προσάδοντες, πάσαν νυν βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν, ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι, ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν. Αλληλούια».
Δηλαδή:
«Εμείς που μυστικά εικονίζουμε τα Χερουβείμ και ψάλλουμε στη ζωοποιό Τριάδα τον τρισάγιο ύμνο, ας αφήσουμε κάθε βιοτική μέριμνα, για να υποδεχθούμε τον Βασιλιά των όλων, που αόρατα συνοδεύεται από τα αγγελικά τάγματα. Αλληλούια»
«Ο Χερουβικός Ύμνος καθώς ψάλλεται από τους ψάλτες και από το λαό, φανερώνει πως μαζί με τους ανθρώπους ψάλλουν και οι Άγγελοι στον ουρανό».
Αν στη Μικρή Είσοδο, προσευχόμαστε και ψάλλουμε οι άνθρωποι μαζί με τις ουράνιες Δυνάμεις και ζητήσαμε «συν τη εισόδω ημών είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι», τώρα οι άνθρωποι μαζί με τους Αγγέλους τελούμε τη θεία Λειτουργία, εκείνη που γίνεται και στον ουρανό.
Γιατί, καθώς γράφει ο άγιος Συμεών ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Ιησούς Χριστός ένωσε την ουράνια και την επίγεια Εκκλησία.
Αυτό το λέμε πάντα, κι ίσως πολλοί να το ακούνε παράξενα, ότι δηλαδή ο Ιησούς Χριστός δεν ίδρυσε καμία θρησκεία ούτε καν την Εκκλησία. Η Εκκλησία υπάρχει πριν από τον κόσμο, κι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία, και το έργο του είναι ότι φανέρωσε στον κόσμο το μυστήριο της Εκκλησίας, κι όπως γράφει ο άγιος Συμεών, ένωσε τον ουρανό και τη γη σε μία Εκκλησία, «δια γαρ του Χριστού μία γέγονεν Εκκλησία».
Ο Χερουβικός Ύμνος δεν είναι από τους ύμνους της αρχέγονης Εκκλησίας. Άρχισε να ψάλλεται πεντακόσια χρόνια αργότερα σ’ αυτή τη θέση της θείας Λειτουργίας, σαν ένας εισαγωγικός ύμνος, τώρα που πλησιάζουμε και φτάνουμε όλο και πιο κοντά στις μεγάλες στιγμές του θείου μυστηρίου. Όλα όσα προηγήθηκαν στην ιερή ακολουθία, ήταν η αρχή και μία κλιμακωτή προετοιμασία, αλλά τώρα φτάσαμε στην τελευταία ώρα.
Ο Χερουβικός Ύμνος μας φέρνει στο νου τι είμαστε τώρα, τι κάνουμε αυτή τη στιγμή και πως και με ποιούς λογισμούς πρέπει να στεκόμαστε μέσα στο ναό και στη λειτουργική σύναξη.
Εικονίζουμε μυστικά τους Αγγέλους, και όπως εκείνοι έτσι κι εμείς ψάλλουμε στην αγία Τριάδα τον Τρισάγιο Ύμνο, γι’ αυτό και πρέπει να αφήσουμε κάθε σκέψη μας και έγνοια, για να υποδεχθούμε τον Βασιλέα Χριστό, που τον συνοδεύουν οι αόρατες αγγελικές στρατιές.
Ο λειτουργός αρχίζει με μια συντριπτική ομολογία, με την οποία κάθε ιερέας τοποθετείται ενώπιον του Θεού. Το να υπηρετεί κανένας το Θεό και να τελεί τη θεία Λειτουργία είναι μεγάλο και φοβερό όχι μόνο σε κάθε άνθρωπο, αλλά και σ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις.
«Ουδείς άξιος των συνδεδεμένων ταις σαρκικαίς επιθυμίαις και ηδοναίς προσέρχεσθαι ή προσεγγίζειν ή λειτουργείν σοι, Βασιλεύ της δόξης· το γαρ διακονείν σοι μέγα και φοβερόν και αυταίς ταις επουρανίαις δυνάμεσιν». Κανένας, από εκείνους που είναι δεμένοι με τις σαρκικές επιθυμίες και ηδονές, δεν είναι άξιος να έρχεται και να πλησιάζει και να σε λειτουργεί, ένδοξε Βασιλέα. Γιατί να σε υπηρετεί κανένας είναι μεγάλο και φοβερό και σ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις.
Κανένας ιερέας ποτέ δεν πλησιάζει στην αγία Τράπεζα, για να κάνει τη θεία Λειτουργία, πιστεύοντας στην αγιότητά του. Αν γελαστεί και το πιστέψει πως είναι άγιος, δεν πρέπει να λειτουργεί. Αλλά εδώ δεν κάνει να λέμε πολλά, γιατί όσο περισσότερα λέμε, τόσο χειρότερα για μας. Εδώ κάνουμε το σταυρό μας, σιωπούμε και ζητούμε το έλεος του Θεού.
Γιατί ο Θεός, γνωρίζοντας την αξία του ανθρώπου, κι όταν ο άνθρωπος πέφτει και αμαρτάνει, και άνθρωπος έγινε καί αρχιερέας υπήρξε και το θείο μυστήριο της Ευχαριστίας σύστησε, και αντί για Αγγέλους εδώ στη γη ανθρώπους έβαλε για να τον υπηρετούν.
«Αλλ’ όμως διά την άφατον και αμέτρητόν σου φιλανθρωπίαν ατρέπτως και αναλλοιώτως γέγονας άνθρωπος και αρχιερεύς ημών εχρημάτισας και της λειτουργικής ταύτης και αναιμάκτου θυσίας την ιερουργίαν παρέδωκας ημίν, ως Δεσπότης των απάντων». Αλλ’ όμως για την ανέκφραστη και αμέτρητη φιλανθρωπία σου, χωρίς να πάψεις να είσαι Θεός και χωρίς να αλλάξεις, έγινες άνθρωπος και υπήρξες αρχιερέας μας και μας ἄφησες αυτήν εδώ τη λειτουργία και την ιερουργία της αναίμακτης θυσίας, σαν Δεσπότης που είσαι των όλων. Μέσα σε ό,τι κάνει ο Θεός για το ανθρώπινο γένος, αν τίποτε άλλο δεν μπορούμε να εξηγήσουμε, όμως ένα καταλαβαίνουμε, την αξία του ανθρώπου, για την οποία η αγάπη του Θεού κάνει τα πάντα.
Ο Θεός είναι πραγματικά ο Δεσπότης και κυρίαρχος όλων όσα υπάρχουν στον ουρανό και στη γη. Όχι σαν δυνάστης, αλλά η δύναμη που κρατάει τα πάντα· η πρόνοια που συντηρεί και κυβερνάει τον κόσμο, ο Βασιλέας του λαού του, που είναι η Εκκλησία, ο μόνος άγιος και μακάριος, που χαίρει και βρίσκει ανάπαυση, Όταν οι άνθρωποι επιτελούν αγιοσύνη μέσα στο σωτήριο φόβο του.
«Συ γαρ μόνος, Κύριε ο Θεός ημών, δεσπόζεις των επουρανίων και των επιγείων, ο επί θρόνου χερουβικού εποχούμενος, ο των Σεραφείμ Κύριος και βασιλεύς του Ισραήλ, ο μόνος άγιος και εν αγίοις αναπαυόμενος». Γιατί εσύ μόνος, Κύριε και Θεέ μας, εξουσιάζεις τα επουράνια και τα επίγεια, εσύ που έχεις το θρόνο σου επάνω στα Χερουβείμ, που είσαι ο Κύριος των Σεραφείμ κι ο Βασιλέας του Ισραήλ, ο μόνος άγιος, που βρίσκεις ανάπαυση μέσα στους αγίους, Τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και ο Ισραήλ και οι άγιοι ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται ο Θεός, είναι η ουράνια και η επίγεια Εκκλησία στη λειτουργική της τώρα σύναξη.
Στο σημείο αυτό, να πούμε έτσι, γίνεται η μετάβαση από το πρώτο στο δεύτερο μέρος της ευχής. «Σε τοίνυν δυσωπώ τον μόνον αγαθόν και ευήκοον επίβλεψον επ’ εμέ τον αμαρτωλόν και αχρείον δούλον σου, και καθάρισόν μου την ψυχήν και την καρδίαν από συνειδήσεως πονηράς· και ικάνωσόν με τη δυνάμει του Αγίου σου Πνεύματος, ενδεδυμένον την της ιερατείας χάριν, παραστήναι τη αγία σου ταύτη τραπέζη και ιερουργήσαι το άγιον και άχραντον σώμα σου και το τίμιον αίμα».
Εσένα λοιπόν θερμά παρακαλώ, που εσύ μόνο είσαι όλο καλωσύνη και πρόθυμος να ακούσεις· ρίξε τη ματιά σου επάνω σε μένα τον αμαρτωλό και τιποτένιο δούλο σου, και καθάρισε την ψυχή και την καρδιά μου από κάθε πονηρία μέσα μου, και κάνε με ικανό, ντυμένο με τη χάρη της ιερωσύνης, να σταθώ μπροστά σε τούτη την αγία σου Τράπεζα και να ιερουργήσω το άγιο και άχραντο σώμα σου και το τίμιο αίμα.
Αυτά τα λόγια είναι μόνο για τον ιερέα και μόνο ο ιερέας τα ζει και τα καταλαβαίνει. Αυτός, που με τη χάρη του Θεού και με την εντολή του λαού πλησιάζει, τώρα ένα βήμα ακόμα πιο κοντά στην αγία Τράπεζα.
«Σοι γαρ προσέρχομαι κλίνας τον εμαυτόν αυχένα και δέομαι σου μη αποστρέψης το πρόσωπόν σου απ’ εμού, μηδέ αποδοκιμάσεις με εκ παίδων σου, αλλ’ αξίωσον προσενεχθήναί σοι υπ’ εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου τα δώρα ταύτα».
Γιατί σε σένα έρχομαι, σκύβω την κεφαλή μου και σε παρακαλώ· μη μου γυρίσεις το πρόσωπό σου και μη με ξεχωρίσεις από τα παιδιά σου, αλλά αξίωσέ με τον αμαρτωλό και ανάξιο δούλο σου να σου προσφέρω αυτά τα δώρα. Κάπου στα προηγούμενα είπαμε για τα λειτουργικά βιβλία, που κάποιοι κρατάνε στα χέρια τους, όταν γίνεται η θεία Λειτουργία. Άραγε τί διαβάζουν τώρα και τί σκέφτονται, όταν ο ιερέας «καθ’ εαυτόν» και «υπέρ εαυτόν» κάνει μπροστά στο Θεό αυτή την εξομολόγηση;
Τα τελευταία λόγια, με τα οποία κλείνει η ευχή, είναι η εκφώνηση, που κι αύτη λέγεται μυστικά· «Συ γαρ ει ο προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος, Χριστέ ο Θεός ημών, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, συν τω ανάρχω σου Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνευματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
Γιατί εσύ είσαι εκείνος που προσφέρεις και προσφέρεσαι, εκείνος που δέχεσαι τα δώρα και ο ίδιος που μοιράζεσαι Χριστέ Θεέ μας, κι εμείς εσένα δοξάζομε μαζί με τον άναρχο Πατέρα σου και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες Αμήν. Στην εκφώνηση αυτή κλείνεται όλη η θεολογία για την ιερωσύνη του Ιησού Χριστού, που είναι η ιερωσύνη της Εκκλησίας. Ο Ιησούς Χριστός στη θεία Λειτουργία είναι και ο ιερέας που λειτουργεί και ο αμνός που προσφέρεται· και εκείνος που δέχεται τα δώρα και εκείνος που διανέμεται στο λαό.
Η ευχή του Χερουβικού Ύμνου είναι μια από τις τέσσερις ευχές της θείας Λειτουργίας, που αναφέρονται στον Ιησού Χριστό.
Η μία είναι η ευχή πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου, οι άλλες δύο είναι προς το τέλος της θείας Λειτουργίας.
Όπως είπαμε, είναι προπαρασκευαστική ευχή του ιερέα, μια ταπεινή δηλαδή εξομολόγηση του λειτουργού, που πολλές φορές κι όταν δεν θα ήθελε, πρέπει να λειτουργήσει, γιατί πρέπει να κοινωνήσουν οι πιστοί.
Εδώ δεν μπορεί να καταλάβει κανείς την αγωνία του ανθρώπου ενώπιον του χρέους του παρά μόνο αν είναι ιερέας. Θα ξαναθυμηθούμε εδώ τα λόγια της πρώτης ευχής των πιστών, ότι δηλαδή οι ιερείς λειτουργούμε «υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων». Αυτό θα πει πως ο ιερέας κρίνεται κι ο λαός σώζεται.
Μα αυτή είναι η πίστη ενός καλού και ταπεινού ιερέα, πως θα σωθεί κι αυτός μαζί μ’ εκείνους, για τη σωτηρία των οποίων, μαζί με τους οποίους και με την εντολή τους λειτουργεί. Και κάθε φορά που στέκεται μπροστά στην αγία Τράπεζα κι ετοιμάζεται για να προσφέρει τα τίμια δώρα με αληθινή ταπείνωση και συντριβή εξομολογείται «καθ’ εαυτόν» και «υπέρ εαυτόν»· «επίβλεψον επ’ εμέ τον αμαρτωλόν και αχρείον δούλον σου και καθάρισόν μου την ψυχήν και την καρδίαν από συνειδήσεως πονηράς». Αμήν.
Στη διάρκεια του Χερουβικού ο ιερέας διαβάζει τη σχετική ευχή και την ώρα που θυμιάζει ψάλλει τον 50ό ψαλμό (της Μετανοίας). Αν είναι Κυριακή, ο ιερέας λέγει, μυστικά πάντα, και τον αναστάσιμο ύμνο "Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι...".
Υπάρχουν (ψάλλονται) τέσσερις χερουβικοί ύμνοι: "Οἱ τα Χερουβείμ μυστικῶς εικονίζοντες καί τῇ Ζωοποιῷ Τριάδι τὸν Τρισάγιον ὕμνον προσᾴδοντες πᾶσαν νυν βιωτικήν ἀποθώμεθα μέριμναν ὠς τόν βασιλέα τῶν ὃλων ὑποδεξόμενοι ταῖς ἀγγελικαῖς ἀοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν• Ἀλληλούϊα.", που ψάλλεται σ' όλες τις λειτουργίες.
"Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ σήμερον, Υἱέ Θεοῦ κοινωνόν με παράλαβε• οὐ μή γάρ τοῖς ἐχθροῖς σου τό Μυστήριον εἴπω• οὐ φίλημά σοι δώσω καθάπερ ὁ Ἰούδας• ἀλλ' ὡς ὁ ληστής ὁμολογῶ σοι• Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.", που ψάλλεται στη λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης.
"Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία, καί στήτω μετά φόβου και τρόμου, καί μηδέν γήϊνον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω• ὁ γάρ Βασιλεύς τῶν Βασιλευόντων, καί Κύριος τῶν κυριευόντων προσέρχεται σφαγιασθῆναι καί δοθῆναι εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς• προηγοῦνται δέ τούτου οἱ Χοροὶ τῶν Ἀγγέλων μετά πάσης ἀρχῆς καί ἐξουσίας, τά πολυόμματα Χερουβείμ καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, τάς ὄψεις καλύπτοντα καί βοῶντα τόν ὕμνον• Ἀλληλούϊα.", που ψάλλεται στη Λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου και στη Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου.
"Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σύν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν• ἰδού γάρ εἰσπορεύεται ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης. Ἰδού θυσία μυστική τετελειωμένη δορυφορεῖται• πίστει καί πόθῳ προσέλθωμεν, ἵνα μέτοχοι ζωῆς ἀιωνίου γενώμεθα. Ἀλληλούϊα." που ψάλλεται στη Λειτουργία των Προηγιασμέων Δώρων τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ο οποίος είναι και ο αρχαιότερος πάντων.