Τὴν Παναγία τὴν προετοίμαζαν γιὰ τὸν Ναό, τὴν προσέφεραν στὸν Ναὸ καὶ διατηρήθηκε μέσα στὸν Ναό. Ἐὰν ὁ ναὸς καὶ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων ἦταν ἕνας τόπος φοβερός τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πόσο μᾶλλον τὸ θυσιαστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀφοῦ μέσα δὲν ἔχει συνήθη σύμβολα, ὅπως εἶναι ἡ κιβωτὸς τῆς Διαθήκης καὶ ἡ λυχνία, ἀλλὰ τὸν ἴδιον τὸν Κύριον, στὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τῆς Εὐχαριστίας. Στὸν Ναὸν λοιπὸν βρισκόμαστε μαζὶ μὲ τὸν Κύριον.
Ἕνα ἄλλο σημεῖο. Ἡ Παναγία ἀνεχώρησε ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ εἰσῆλθε στὸν Ναό· τὸ ἴδιο νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς· νὰ ἀναχωρήσουμε ἀπὸ τὴν τρυφή, τὶς σαρκικὲς ἡδονές, ἀπὸ τὶς ἐγωϊστικές μας διαθέσεις, ἀπὸ τὸ μῖσος καὶ τὴν ταραχή, ἀπὸ τοὺς ἐνεδρεύοντες δαίμονες, καὶ νὰ πᾶμε στὸν ἀσφαλῆ τόπο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Νὰ ὑψώσουμε τὴν φύσι μας καὶ τὸν ἑαυτό μας στὰ οὐράνια, ἐκεῖ ποὺ κατοικεῖ ἡ Θεοτόκος.
Ἀκόμη, ἐπειδὴ ἡ Θεοτόκος εἶχε μεγάλες ἐμπειρίες ἀπὸ τὸν Ναό, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν Ἰησοῦν, ὅταν αὐτὸς ἔγινε δώδεκα ἐτῶν, τὸν πῆγε στὸν Ναό. Μέσα στὸν Ναὸ γαλουχήθηκε ἡ Θεοτόκος, μέσα στον Ναό καὶ ὁ Χριστός. Ἡ Παναγία εἶναι τοῦ Χριστοῦ.
Κέντρο τῆς ζωῆς μας εἶναι ὁ Ναός. Νὰ προετοιμαζόμαστε μὲ ἄσκησι καὶ προσευχή, γιὰ νὰ πᾶμε στὸν Ναό. Καὶ νὰ φεύγουμε ἀπὸ τὸν Ναό γεμάτοι ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ, κυοφορώντας μέσα μας τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ Θεοτόκος.
Ἐὰν ἡ γυναῖκα ἐκείνη ποὺ ἁπλῶς ἄκουσε τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ἀνεφώνησε· «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε» (Λουκ. 11, 27), τότε καὶ ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἀκούσαμε ἁπλῶς τὰ ῥήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἀλλὰ γευθήκαμε καὶ γνωρίσαμε τὴν Σταύρωσι καὶ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἔγερσιν τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τὴν ζωὴ τὴν ἀθάνατον, ποὺ προέρχονται ὅλα αὐτὰ ἀπὸ τὸν τόκον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τὶ πρέπει νὰ ἀναφωνήσουμε;
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν σύλληψιν, τὴν γέννησιν, καὶ τὴν εἴσοδόν της μὲ τὰ ἴδια λόγια: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὕς ἐθήλασας». Tέλος.