Τώρα ἄς ἰδοῦμε τὴν εἴσοδό της στὸν Ναό. Πρῶτα-πρῶτα ἡ Παναγία εἰσῆλθε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ποὺ παρομοιάζονται μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ τὸν παράδεισον. Ἦταν ἡ μόνη ἀξία νὰ εἰσέλθει μέσα στὸν χῶρον αὐτόν, γιατὶ ἡ ἴδια ἔγινε παράδεισος καὶ ἅγια ἁγίων, ἀφοῦ μέσα της ἐπὶ ἐννέα ὁλόκληρους μῆνες κράτησε τὸν Χριστόν, ποὺ εἶναι ὁ νοητὸς παράδεισος. Μὲ τὸν παράδοξον τόκο της χάρισε τὶς οὐράνιες μονὲς τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ Παναγία εἰσῆλθε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπως εἰσέρχεται ἡ νύμφη στὴ νυμφικὴ παστάδα της. Πράγματι μέσα στὴν κοιλία τῆς Θεοτόκου ἔγινε ὁ πιὸ παράδοξος γάμος. Ἔγινε ὁ γάμος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἀνθρωπίνη φύσι. Καὶ ὁ καρπὸς τῆς ἑνώσεως αὐτῆς εἶναι ὁ καινούργιος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος.
Ἡ Θεοτόκος εἰσέρχεται σήμερα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ ἡ εἴσοδός της εἶναι προμήνυμα μεγάλης χαρᾶς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἀπ’ αὐτὴ θὰ γεννηθεῖ σὲ λίγο αὐτὸς ποὺ θὰ σταματήσει τὸ μαρτύριο τῆς ἐξορίας τοῦ ἀνθρώπου. Θὰ ξαναφέρει πάλι τὸ ἀνθρώπινο γένος στὸν Παράδεισο. Γι’ αὐτὸ μαζὶ μὲ τὴν εἴσοδο τῆς Παρθένου σήμερα γίνεται καὶ ἡ εἴσοδος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Μέσα στὸν Ναὸ ὑπῆρχε ἡ χρυσῆ λυχνία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ κεχρυσωμένη ἐν Πνεύματι λυχνία, τῆς ὁποίας ἡ λαμπάδα φώτισε τὰ σύμπαντα. Διὰ τῆς Θεοτόκου ἄναψαν τὰ ἑπτὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ φώτισαν τὸν κόσμον.
Ἡ παραμονὴ της στὸν Ναὸ εἶναι παράδοξος. Ἐτρέφετο δι’ ἀγγέλου (Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία εἰς τὴν εἴσοδον, ΕΠΕ τόμ. 11, σελ. 316). Ἐκεῖ μέσα εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων ἡ Παρθένος «τὰς ὑψηλὰς ἀναβάσεις ἐν τῇ καρδίᾳ διέθετο», ὅπως λέγει ὁ Δαυΐδ (Ψαλμ. 83, 5). Ἀνέβαιναν οἱ διαλογισμοί της μέχρι τὸν οὐρανόν. Ἐκεῖ βρισκόταν «πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως ἔσωθεν» (Ψαλμ. 44, 14). Ὅλη ἡ δόξα καὶ ἡ εὐτρέπειά της φυλασσόταν ἐκεῖ μέσα μυστικά, γιὰ νὰ δοθεῖ στὸν Χριστόν, σὰν θησαυρὸς πολύτιμος. Ἐκεῖ μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων κατασκευαζόταν τὸ δῶρο τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεόν (Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὁμιλία εἰς τὴν Εἴσοδον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ τόμ. 11, σέλ. 254).
Ἦλθε ὁ Θεός, ὅπως λέγει ὁ Λέων ὁ Στ΄ ὁ σοφός νὰ δώσει τὴν σωτηρία στὸν ἄνθρωπον. Ἀλλὰ ἤθελε ἡ σωτηρία αὐτὴ νὰ μὴν εἶναι χάρισμα. Θὰ λέγαμε, ἤθελε καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ προσφέρει κάτι (Λέοντος Σοφοῦ, λόγος εἰς τὴν προσαγομένην εἰς τὰ Ἅγια, PG 107, 16 B). Φαινομενικὰ παίρνει τὸ δῶρο τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννης, δηλαδὴ τὴν Παναγία, κατ’ οὐσίαν ὅμως στὸ πρόσωπο της λαμβάνει τὴν ἀνθρωπίνην φύσι.
Ἡ Παναγία εἰσῆλθε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπως εἰσέρχεται ἡ νύμφη στὴ νυμφικὴ παστάδα της. Πράγματι μέσα στὴν κοιλία τῆς Θεοτόκου ἔγινε ὁ πιὸ παράδοξος γάμος. Ἔγινε ὁ γάμος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἀνθρωπίνη φύσι. Καὶ ὁ καρπὸς τῆς ἑνώσεως αὐτῆς εἶναι ὁ καινούργιος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος.
Ἡ Θεοτόκος εἰσέρχεται σήμερα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ ἡ εἴσοδός της εἶναι προμήνυμα μεγάλης χαρᾶς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἀπ’ αὐτὴ θὰ γεννηθεῖ σὲ λίγο αὐτὸς ποὺ θὰ σταματήσει τὸ μαρτύριο τῆς ἐξορίας τοῦ ἀνθρώπου. Θὰ ξαναφέρει πάλι τὸ ἀνθρώπινο γένος στὸν Παράδεισο. Γι’ αὐτὸ μαζὶ μὲ τὴν εἴσοδο τῆς Παρθένου σήμερα γίνεται καὶ ἡ εἴσοδος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Μέσα στὸν Ναὸ ὑπῆρχε ἡ χρυσῆ λυχνία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ κεχρυσωμένη ἐν Πνεύματι λυχνία, τῆς ὁποίας ἡ λαμπάδα φώτισε τὰ σύμπαντα. Διὰ τῆς Θεοτόκου ἄναψαν τὰ ἑπτὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ φώτισαν τὸν κόσμον.
Ἡ παραμονὴ της στὸν Ναὸ εἶναι παράδοξος. Ἐτρέφετο δι’ ἀγγέλου (Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία εἰς τὴν εἴσοδον, ΕΠΕ τόμ. 11, σελ. 316). Ἐκεῖ μέσα εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων ἡ Παρθένος «τὰς ὑψηλὰς ἀναβάσεις ἐν τῇ καρδίᾳ διέθετο», ὅπως λέγει ὁ Δαυΐδ (Ψαλμ. 83, 5). Ἀνέβαιναν οἱ διαλογισμοί της μέχρι τὸν οὐρανόν. Ἐκεῖ βρισκόταν «πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως ἔσωθεν» (Ψαλμ. 44, 14). Ὅλη ἡ δόξα καὶ ἡ εὐτρέπειά της φυλασσόταν ἐκεῖ μέσα μυστικά, γιὰ νὰ δοθεῖ στὸν Χριστόν, σὰν θησαυρὸς πολύτιμος. Ἐκεῖ μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων κατασκευαζόταν τὸ δῶρο τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεόν (Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὁμιλία εἰς τὴν Εἴσοδον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ τόμ. 11, σέλ. 254).
Ἦλθε ὁ Θεός, ὅπως λέγει ὁ Λέων ὁ Στ΄ ὁ σοφός νὰ δώσει τὴν σωτηρία στὸν ἄνθρωπον. Ἀλλὰ ἤθελε ἡ σωτηρία αὐτὴ νὰ μὴν εἶναι χάρισμα. Θὰ λέγαμε, ἤθελε καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ προσφέρει κάτι (Λέοντος Σοφοῦ, λόγος εἰς τὴν προσαγομένην εἰς τὰ Ἅγια, PG 107, 16 B). Φαινομενικὰ παίρνει τὸ δῶρο τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννης, δηλαδὴ τὴν Παναγία, κατ’ οὐσίαν ὅμως στὸ πρόσωπο της λαμβάνει τὴν ἀνθρωπίνην φύσι.
Τὰ Ἅγια τῶν ἁγίων ἔγιναν τὸ καλύτερο θησαυροφυλάκιον, γιὰ νὰ διατηρήσουν τὸ δῶρο τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεόν, ποὺ εἶναι ἡ Θεοτόκος. Ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιό του ὁμιλεῖ περὶ τοῦ πιστοῦ δούλου καὶ φρονίμου, τὸν ὁποῖον ὁ κύριός του τὸν ἄφησε «ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ», γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἔκανε κύριο σὲ ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα (Λουκ. 12, 42). Ὁ πιστὸς καὶ φρόνιμος οἰκονόμος, αὐτὸς ποὺ διατήρησε τὴν περιουσία τοῦ Θεοῦ, ὄχι ζῶντας ἄσωτα, εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Αὐτὴ μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ τὸν ἑαυτόν της διετήρησε καὶ τὴν ἔλευσι τοῦ Χριστοῦ περίμενε.