• Η αγάπη είναι μίμηση του Χριστού, διότι “αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς”. Επομένως, όταν αγαπώ, σημαίνει ότι έχω πάρει δωρεά, έχω πάρει χάρι από τον Θεό και ότι μιμούμαι τον Χριστόν.
• Η αγάπη αποσκοπεί στο να μπορή ο ένας να δίνη χαρά στον άλλον· να στερούμαι εγώ εκουσίως, για να έχη περισσότερα ο άλλος· να θυσιάζω τον εαυτό μου, για να νοιώθη ο άλλος άνετα, να νιώθη ασφάλεια στην ζωή.
• Ο Θεός θέλει να είμεθα στην καθημερινή μας ζωή τέτοιοι, ώστε να μας αγαπούν οι άλλοι και να μας νοιώθουν ευχάριστους. Να μπορούν να επικοινωνούν μαζί μας, να πουν τη χαρά τους, τη λύπη τους, τα προβλήματά τους. Να νοιώθουν ότι είμαστε καρδιές που ζούμε κοντά η μία στην άλλη και μπορούμε να βοηθούμε ο ένας τον άλλον.
• Να ανεχώμεθα λοιπόν τον άλλον όπως είναι. Ο ένας θα με υβρίση μάλιστα. Ο άλλος θα με επαινέση μάλιστα. Ο ένας θα μου δώση μισό ποτήρι νερό· μάλιστα. Να μην μπερδευώμαστε στην ζωή του άλλου. Μόνον, όταν μας ζητήσουν την αγάπη μας, να την δώσωμε, όπως την δίνει ο Θεός “επί δικαίους και αδίκους”. Να τηρούμε “την ενότητα του Πνεύματος”, ήτοι την πίστι την αγία πού μας έδωσε ο Θεός. Αυτά είναι ο προκείμενος αγώνας μας, τον οποίον αγαπάει ο Θεός…
• Όπως εις την θάλασσαν της Τιβεριάδος, όταν ήγρευσαν οι μαθηταί πλήθος ιχθύων, είπεν ο Ιωάννης εις τον Πέτρον “Ο Κύριός εστιν”, ούτω και ημείς, όταν απλώνομεν τα δίχτυα της προσευχής, ημπορούμεν να επαναλαμβάνωμεν “ο Κύριός εστι” μετά πλήρους πεποιθήσεως, διότι μας το βεβαιοί η Εκκλησία μας, ότι εκεί υπάρχει Αυτός. Να ‘τος Παρών, ο ίδιος ο Θεός!
Διά να φωταγωγήται όμως και να λαμπρύνεται διά της παρουσίας του Κυρίου ο πιστός με την ευχήν, πρέπει να προσέχη ο ίδιος να είναι ο βίος του ανάλογος με την ζωήν πού αρμόζει εις τον Θεόν. Αφού θέλει τον Θεόν, πρέπει να ζή θεοπρεπώς. Να επιδιώκη να ξεφεύγη από την ανθρωπίνην μιζέρια και την κακομοιριά, να ενδυναμώνη τον εαυτόν του διά της θείας δυνάμεως, να ασκήται, να γίνεται σκευος χωρητικόν των θείων χαρισμάτων.
Ακόμη, να επιθυμή την κάθαρσίν του από πάσης αμαρτίας, πληροφορούμενος από τον λόγον της αληθείας ότι αυτό είναι κατορθωτόν. Με την έμπρακτον θέλησίν του και την ευδοκίαν του Θεού να φέρεται προς την δυνατήν απάθειαν ο ίδιος, και μάλιστα γινόμενος ολονέν θεοειδέστερος.
• …Διά να προσεύχεσαι πρέπει να έχης εν στοιχείον, το οποίον είναι ανάγκη να το καλλιεργής. Όπως προσέχομεν την υγείαν του σώματός μας, έτσι να προσέχωμεν και την υγείαν της ψυχής. Είναι άνάγκη να είμεθα χαρούμενοι. Όταν συνηθίζωμεν να προσευχώμεθα, μας χαρίζεται η χαρά του Χριστού και περισσότερον ακόμη. Αν προσευχόμενος θλίβεσαι, αν βαρυθυμής, κάτι μέσα σου δεν πηγαίνει καλά. Να το κοιτάξης, να δώσης προσοχή, διότι ο χαρακτήρ του ανθρώπου επιδρά πολύ.
• … Ο μοναχισμός είναι μία πραγματική κοινωνία, μία σύναξις. Στο μοναστήρι οι μοναχοί δεν είμαστε άτομα και απλά ονόματα, αλλά όλοι μαζί αποτελούμε μία καρδιά, ένα σώμα. Δεν ξεχωρίζουμε.
Και καθώς τα μοναστήρια, ως επί το πλειστον, έχουν περισσότερους μοναχούς και λιγώτερα κελλιά, ο ένας είναι πλάϊ στον άλλον και αναπνέει την αγάπη της καρδιάς του. Ό, τι υπάρχει στον μοναχισμό είναι υπόδειγμα του ουρανού. Η Εκκλησία παίρνει τα υποδείγματα αυτά και τα προσφέρει στους πιστούς, όπως έκαναν και οι Πατέρες.
• Ο κόσμος νομίζει ότι, όταν κάποιος πάη στο μοναστήρι, φεύγει από την κοινωνία και αγριεύει. Το λέγουν αυτό, διότι αγνοούν ότι οι μοναχοί είναι οι περισσότερο κοινωνικοί άνθρωποι. Θα ξεύρετε ότι κανείς δεν μπορεί να γίνει μοναχός, εάν δεν είναι κοινωνικός, εάν δηλαδή δεν μπορή να επικοινωνή με τους ανθρώπους και να αντιμετωπίζη όλες τις κοινωνικές δυσκολίες. Αν δυσκολεύεται να παντρευθή, να δημιουργήση οικογένεια, επίσης δεν μπορεί να γίνει μοναχός. Πρέπει να νοιώθη ασφαλής στην ζωή του. Δεν είναι καταφύγιο τα μοναστήρια. Επομένως, ο μοναχός μπορεί να επιτύχη όλα τα προηγούμενα, τα οποία αγαπά, δεν τα αρνείται, δεν τα κατηγορεί, δεν τα περιφρονεί, αλλά προτιμά κάτι ανώτερο για τον εαυτό του…
• … Ο γάμος είναι ένας δρόμος· αρχίζει από την γη και τερματίζει στον ουρανό. Είναι μία σύναψις, ένας σύνδεσμος μαζί με τον Χριστόν, πού μας βεβαιώνει ότι θα πάμε κάποτε στον ουρανό….
• …Πάνω από την αγάπη, πάνω από τον άνδρα σου, πάνω από την γυναίκα σου, πάνω από τα καθημερινά σου γεγονότα, να θυμάσαι ότι προορίζεσαι για τον ουρανό, ότι μπήκες στον δρόμο πού πρέπει οπωσδήποτε να σε βγάλη εκεί. Η νύμφη και ο γαμπρός δίνουν τα χέρια τους, τους πιάνη ο ιερεύς και ακολουθούν γύρω από το τραπέζι χορεύοντας και ψάλλοντας. Αυτό σημαίνει ότι ο γάμος είναι η πορεία, το ταξίδι πού θα καταλήξη στον ουρανό, στην αιωνιότητα.
• Στον γάμο φαίνονται ότι παντρεύονται δύο. Δεν είναι όμως δύο αλλά τρεις. Παντρεύεται ο άνδρας την γυναίκα και η γυναίκα τον άνδρα, αλλά και οι δύο μαζί υπανδρεύονται τον Χριστόν. Τρεις επομένως λαμβάνουν μέρος στο μυστήριο και τρεις πλέον παραμένουν στην ζωή τους.
• Όλα όσα χρησιμοποιούνται, κατά την τέλεσι του γάμου, είναι σκιές και σύμβολα πού δείχνουν ότι εκεί είναι ο Χριστός. Όταν κάθεσαι και βλέπεις ξαφνικά μια σκιά, καταλαβαίνεις ότι κάποιος έρχεται. Δεν τον βλέπεις· το ξεύρεις όμως. Πρωί πρωί σηκώνεσαι και βλέπεις κατακόκκινο τον ορίζοντα στην ανατολή. Θα βγη, λες, σε λίγο ο ήλιος…
• Όταν βλέπης τον γάμο σου, τον άνδρα σου, την γυναίκα σου, όταν βλέπεις τις στεναχώριές σου, τα πάντα μέσα στο σπίτι σου, να ξεύρης ότι είναι σημάδια της παρουσίας του Χριστού. Είναι σαν να ακούς τα βήματά του, σαν να έρχεται, σαν να πρόκειται να ακούσης τώρα και την φωνή του. Σκιές είναι όλα αυτά πού δείχνουν ότι μαζί μας είναι ο Χριστός. Είναι αλήθεια ότι εξ αιτίας των μεριμνών μας τον νοιώθομε ως απόντα. Τον βλέπομε όμως μέσα στις σκιές και είμαστε βέβαιοι ότι είναι μαζί μας….. Η ζωή μας είναι πλέον μαζί με τον Χριστόν…
Αναδημοσίευση από: Διμηνιαίο Περιοδικό «Μοναχική Έκφραση»,
Τεύχος 28, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2008