Οι διάφοροι κατήγοροι του χριστιανισμού λένε ότι δήθεν ο Θεόδοτος Αγκύρας είπε το «πίστευε και μη ερεύνα». Η αλήθεια είναι ότι είπε κάτι παρόμοιο…… το οποίο όμως δεν έχει καμία σχέση με την ερμηνεία που δίνουν κάποιοι.
«Ομολογώ τοιγαρούν τόν αυτόν θεόν καί άνθρωπον, θεόν μέν πρό αιώνων, άνθρωπον δέ γενόμενον εκ τού τόκου αρξάμενον, ου δύο, αλλ’ ένα, ου φραζόμενον ως ένα, διττόν δέ επινοούμενον: ουδέ γάρ μάχεσθαι δεί τώ λόγω τήν έννοιαν. Ου νοούμεν δύο, ομολογούμεν δέ ένα: τό γάρ οικονομίαι καί θαύματι συνημμένον ουδέ λόγος διίστησιν ουδέ έννοια. Ει δέ τις επινοίαι διαστήσειε τό συνημμένον, διαλελυμένον ενόησε καί ψευδής η έννοια γίνεται, διαστήσασα <δηλονότι> τό συνημμένον αεί. Δεί ούν συνομολογούσαν έχειν τώ λόγω τήν έννοιαν. Ένα λέγεις Χριστόν, τόν αυτόν θεόν καί άνθρωπον; Ουκούν ένα καί νόει. Ει δέ λέγεις μέν ένα, επινοείς δέ δύο, τώ λόγω σου πολεμούσαν έχεις τήν έννοιαν. Μή ούν λέγε δύο διαφοραί τινι διιστάμενα. Ει γάρ ενοίς τώ λόγω, μή τέμης τή εννοίαι: ει δέ τέμνεις ταίς εννοίαις, τήν ένωσιν ήρνησαι. Μή ούν πρός φύσεις διισταμένας καταγάγης τόν λογισμόν, θεού τήν άκραν θαυματουργήσαντος ένωσιν.
Πίστευε τώ θαύματι καί μή ερεύνα λογισμοίς τό γενόμενον. μή καταλύσης τό θαύμα, ευρείν τόν λόγον φιλονεικών: ου γάρ μένει τό θαύμα ού ο λόγος γνωρίζεται. Ει τού γενομένου γνώριμος ο λόγος, ουκέτι σημείον ουδέ θαύμα τό γεγονός: ει δέ σημείον καί θαύμα, καταλιπών λογισμούς τήν πίστιν ανάλαβε, ομολογών ένα κύριον ‘Ιησούν Χριστόν καί θεόν καί άνθρωπον τόν αυτόν ουδέ επινοίαις ουδέ λογισμοίς διιστάμενον, ίνα μή τά ενωθέντα λογισμοίς διαστήσαντες οικονομίαν σωτήριον αρνησώμεθα. Ει γάρ ένωσις θεού καί ανθρώπου διά τής οικονομίας γνωρίζεται, ο τήν ένωσιν διαστήσας τήν οικονομίαν ηρνήσατο. Πιστεύσωμεν ούν τής οικονομίας τοίς θαύμασιν, ίνα πιστευθείς ο Χριστός τοίς ομολογούσι ταύτην τήν χάριν βασιλείαν ουρανών δωρήσηται, ής γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι τού Χριστού, ώ η δόξα εις τούς αιώνας. Αμήν».
Ο Θεόδοτος μιλάει για τις δυο φύσεις του Ιησού. Την θεία και την ανθρώπινη. Κάτι που μαρτυρείται τόσο στην Καινή όσο και στην Παλαιά Διαθήκη. Και λέει ότι αυτό είναι ένα θαύμα, ένα ανεξήγητο γεγονός. Η ενανθρώπηση του Θεού. Κάτι ανάλογο είχε γράψει και ο απόστολος Παύλος.
Ουδέποτε ο χριστιανισμός υποστήριξε κάτι τέτοιο. Μην ξεχνάμε ότι πολλά έργα μη χριστιανών διασώθηκαν από τους χριστιανούς. Ούτε όμως ο Θεόδοτος είπε ποτέ αυτό που εννοούν οι αρνησίχριστοι διαστρεβλωτές των πάντων…..κυριολεκτικά των πάντων. Και αυτό θα το δείτε και εσείς απο το κείμενο που επικαλούνται……..
Γ’ Οικουμενική Σύνοδος, Έφεσος 431
Γ’ Οικουμενική Σύνοδος, Έφεσος 431
«Ομολογώ τοιγαρούν τόν αυτόν θεόν καί άνθρωπον, θεόν μέν πρό αιώνων, άνθρωπον δέ γενόμενον εκ τού τόκου αρξάμενον, ου δύο, αλλ’ ένα, ου φραζόμενον ως ένα, διττόν δέ επινοούμενον: ουδέ γάρ μάχεσθαι δεί τώ λόγω τήν έννοιαν. Ου νοούμεν δύο, ομολογούμεν δέ ένα: τό γάρ οικονομίαι καί θαύματι συνημμένον ουδέ λόγος διίστησιν ουδέ έννοια. Ει δέ τις επινοίαι διαστήσειε τό συνημμένον, διαλελυμένον ενόησε καί ψευδής η έννοια γίνεται, διαστήσασα <δηλονότι> τό συνημμένον αεί. Δεί ούν συνομολογούσαν έχειν τώ λόγω τήν έννοιαν. Ένα λέγεις Χριστόν, τόν αυτόν θεόν καί άνθρωπον; Ουκούν ένα καί νόει. Ει δέ λέγεις μέν ένα, επινοείς δέ δύο, τώ λόγω σου πολεμούσαν έχεις τήν έννοιαν. Μή ούν λέγε δύο διαφοραί τινι διιστάμενα. Ει γάρ ενοίς τώ λόγω, μή τέμης τή εννοίαι: ει δέ τέμνεις ταίς εννοίαις, τήν ένωσιν ήρνησαι. Μή ούν πρός φύσεις διισταμένας καταγάγης τόν λογισμόν, θεού τήν άκραν θαυματουργήσαντος ένωσιν.
Πίστευε τώ θαύματι καί μή ερεύνα λογισμοίς τό γενόμενον. μή καταλύσης τό θαύμα, ευρείν τόν λόγον φιλονεικών: ου γάρ μένει τό θαύμα ού ο λόγος γνωρίζεται. Ει τού γενομένου γνώριμος ο λόγος, ουκέτι σημείον ουδέ θαύμα τό γεγονός: ει δέ σημείον καί θαύμα, καταλιπών λογισμούς τήν πίστιν ανάλαβε, ομολογών ένα κύριον ‘Ιησούν Χριστόν καί θεόν καί άνθρωπον τόν αυτόν ουδέ επινοίαις ουδέ λογισμοίς διιστάμενον, ίνα μή τά ενωθέντα λογισμοίς διαστήσαντες οικονομίαν σωτήριον αρνησώμεθα. Ει γάρ ένωσις θεού καί ανθρώπου διά τής οικονομίας γνωρίζεται, ο τήν ένωσιν διαστήσας τήν οικονομίαν ηρνήσατο. Πιστεύσωμεν ούν τής οικονομίας τοίς θαύμασιν, ίνα πιστευθείς ο Χριστός τοίς ομολογούσι ταύτην τήν χάριν βασιλείαν ουρανών δωρήσηται, ής γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι τού Χριστού, ώ η δόξα εις τούς αιώνας. Αμήν».
Ο Θεόδοτος μιλάει για τις δυο φύσεις του Ιησού. Την θεία και την ανθρώπινη. Κάτι που μαρτυρείται τόσο στην Καινή όσο και στην Παλαιά Διαθήκη. Και λέει ότι αυτό είναι ένα θαύμα, ένα ανεξήγητο γεγονός. Η ενανθρώπηση του Θεού. Κάτι ανάλογο είχε γράψει και ο απόστολος Παύλος.
Στην Α’ προς Τιμόθεον επιστολή το αναφέρει. «Και ομολογουμένως μέγα εστιν το της ευσεβειας μυστήριον θεός εφανερωθη εν σαρκι εδικαιωθη εν πνευματι ωφθη αγγέλοις εκηρυχθη εν εθνεσιν επιστευθη εν κοσμω ανεληφθη εν δοξη». (Α’ Τιμοθεου 3, 16)
Σε αυτό το μέγα μυστήριο αναφέρεται ο Θεόδοτος και λέει ότι δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε λογικά. Είναι μυστήριο. Και μάλιστα της ευσεβείας. Εκεί αποδίδεται και το «πίστευε τώ θαύματι καί μή ερεύνα λογισμοίς τό γενόμενον», και όχι γενικά και αόριστα.
Σε αυτό το μέγα μυστήριο αναφέρεται ο Θεόδοτος και λέει ότι δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε λογικά. Είναι μυστήριο. Και μάλιστα της ευσεβείας. Εκεί αποδίδεται και το «πίστευε τώ θαύματι καί μή ερεύνα λογισμοίς τό γενόμενον», και όχι γενικά και αόριστα.