Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Λόγος Ηθικός Ε' (μέρος β')


 
[ ... ] 


Όταν, λοιπόν, επί πολύ χρόνο πενθή και κλαίει και προσπίπτει εις τον Θεόν και ταπεινώνεται, αρχίζει λίγο-λίγο πλέον να γνωρίζη τα του Θεού. Και όταν φθάση σ' αυτό το σημείο, τότε μαθαίνει «το θέλημα Αυτού το άγιον και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. 12, 2). 

Εάν δεν Τον δη, το λέγω πάλι, δεν μπορεί να Τον γνωρίση. Και αν δεν Τον γνωρίση, πώς θα μπόρεση να ξέρη το άγιον θέλημά Του; Εάν αυτό είναι αδύνατον όσον αφορά αν­θρώπους, πολύ περισσότερο είναι αδύνατον για τον Θεό. Γι' αυτό, όσο προκόβει πνευματικά και όσο περισσότε­ρο πλησιάζει τον Θεό, τότε, από εκείνα που του συμβαί­νουν εκ του Θεού, μαθαίνει τι έκανε ο Θεός με όλους τους προηγουμένους αγίους και όσα θα κάνη με τους μεταγενεστέρους αγίους. 

Και διδάσκεται από τον ίδιον τον Θεόν και μαθαίνει για τους στεφάνους και τις αμοιβές που θα λάβουν οι Άγιοι εις την μέλλουσα ζωή, ότι αυτά υπερβαίνουν την ανθρώπινη λογική και τον νου και την διάνοια. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και αντιλαμβάνεται καθαρά τι είδους θα είναι μετά την Ανάστασι των νε­κρών, και αυτός και όλοι οι Άγιοι που θα είναι μαζί του.

Όμως, δεν τα απολαμβάνει αυτά εις την παρούσα ζωή, αν και κάποιοι, πολύ κακώς, εσκέφθησαν για μας ότι κάτι τέτοιο υποστηρίζομε. Διότι αν δεχόμασταν ότι εις αυτήν την ζωήν απολαμβάνομε τα πάντα, σύμφωνα με αυτούς, αρνούμαστε αυτήν την ίδια την Ανάστασι των νεκρών, την μέλλουσα κρίσι και την ανταπόδοσι και απορρίπτομε με την θέλησί μας την ελπίδα των μελ­λόντων αγαθών. Αλλά εμείς όχι μόνο δεν πιστεύομε και δεν υποστηρίζομε κάτι τέτοιο, αλλά και όσοι τα πι­στεύουν αυτά, τους αναθεματίζομε. 

Εμείς λέγομε και ο­μολογούμε ότι τώρα, εις την παρούσα ζωή, απολαμβάνο­με μετρίως τους αρραβώνες (Β' Κορ. 1, 22) όλων των μελλόντων αγαθών, όμως το όλον και τέλειον μετά τον θάνατο ελπίζομε ότι θα το λάβομε, καθώς έχει γραφή: «Νυνί μεν γινώσκω, φησίν, εκ μέρους. Όταν δε έλθη το παν, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται» (Α' Κορ. 3, 12 και 10). Και σε άλλο σημείο: «Και νυν τέκνα Θεού εσμέν και ούπω εφανερώθη τι εσόμεθα. οίδαμεν δε ότι, ε­άν φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα» (Α' Ιω. 3, 2).

Και δια να μετατρέψω τον λόγο σε ερώτησι και απάντησι, θα ερωτήσω εκείνον που τα είπε αυτά: «Από πού, αγαπητέ και φίλε του Χριστού, γνωρίζεις ότι θα γίνης ό­μοιός Του; Πες μας, από πού;». «Από το Πνεύμα, απαντά το οποίον μας έδωσε (Α' Ιω. 3, 24), από αυτό γνωρί­ζομε ότι είμεθα παιδιά του Θεού και Αυτός ο Ίδιος ο Θεός είναι εν ημίν, επειδή και ο Ίδιος μου το είπε, με μυστική φωνή». Αλλά ας έλθωμε πάλι εις την υπόθεσί μας.

Είπαμε προηγουμένως ότι νοήματα πρέπει να λέγο­νται εκείνα, όταν γεννηθή εις τον νου ο λόγος (δηλ. σκέψις, ενθύμησις) κάποιου καλού ή κακού πράγματος, ό­πως π.χ. να αποκτήσω κάτι ή να κάνω κακό ή καλό σε κάποιον, ενώ διήγησις και όχι νόημα πρέπει να λέγεται ο λόγος για πράγματα που έχουν ήδη γίνει ή τα έχομεν ιδή. 

Επίσης, είπαμε προηγουμένως ότι για πράγματα που δεν έχομε δη, πόλεις, θέατρα ή ανθρώπους, πώς εί­ναι δυνατόν να διηγηθούμε και να μιλήσωμε γι' αυτά την όψι, την μορφή και την θέσι τους; Και αν επιχειρή­σει κανείς να μιλήση, όσοι τον ακούσουν, δικαίως θα τον χαρακτηρίσουν μυθολόγο. Αυτοί, όμως, που μίλη­σαν για την ημέρα της ελεύσεως του Κυρίου και για την ένδοξη και φρικτή Δευτέρα Παρουσία Του, Προφήται και Απόστολοι, ότι σαν κλέπτης εν νυκτί (Β' Πέτρ. 3, 10. Α' Θεσσ. 5, 2) και σαν τον πόνο του τοκετού (Α' Θεσσ. 5, 3) και ότι εν πυρί αποκαλύπτεται (Α' Κορ. 3, 13), από πού άραγε τα έμαθαν αυτά και τα είπαν; Από κάπου βέβαια ή από κάποιον θα τα άκουσαν, ή θα έγιναν αυτόπτες παρατηρητές της ημέρας εκείνης. Πώς θα ήτο δυνατόν να πουν κάτι που δεν είδαν οι ίδιοι ή κάτι που δεν άκουσαν άλλος να το λέγη; Εάν, όμως, άκουσαν, πες, από ποιον; 

Επειδή δεν λέγω ακόμη ότι είδαν και τα είπαν αλλά ότι τα άκουσαν. Λέγε, λοιπόν, εάν ξέρης, α­πό πού τα έμαθαν; Και αν δεν ξέρης τι να απάντησης, ά­κουσε και γνώρισε ότι από το Άγιον Πνεύμα τα έμαθαν, καθώς ο Κύριος τους έλεγε: «Όταν δε έλθη ο Παράκλητος (Ιω. 15, 26), το Πνεύμα το Άγιον ο πέμψει ο Πατήρ εν τω ονόματί μου, εκείνος υμάς διδάξει πάντα και υπομνήσει υμάς πάντα α είπον υμίν» (Ιω. 14, 26).

Και όσα δεν τους είπε ο Χριστός, το Άγιον Πνεύμα ήλθε και τα εδίδαξε στους Αποστόλους. Και ο Ίδιος το λέγει: «Έτι πολλά έχω λέγειν υμίν, αλλ' ου δύνασθε βαστάζειν άρτι. Όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν. Ου γαρ λαλήσει αφ' εαυτού, αλλ' όσα αν ακούση λαλήσει και τα ερχόμενα αναγγελεί υμίν. Εκείνος εμέ δοξάσει, ότι εκ του εμού λήψεται και αναγγελεί υμίν» (Ιω. 16, 12-14). 

Έμαθες τώρα πλέον από που διδάχθηκαν και έγραψαν περί της ημέρας εκείνης και περί της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου και για όσα μελλοντικά θα επακολουθήσουν και περιμέ­νουν τους δικαίους και τους αμαρτωλούς. Έτσι και για όλα τα υπόλοιπα, που εμείς δεν βλέπομε, αυτοί φωτίσθη­καν από το Άγιον Πνεύμα, τα είδαν και έγραψαν.

Απάντησε μου τώρα, στην ερώτησι που θα σου κά­νω: Το Άγιον Πνεύμα τι είναι; Είναι Θεός, εκπορεύεται από τον αληθινό Θεό και ομολογούμε ότι είναι Θεός α­ληθινός. Καθώς βλέπεις, λοιπόν, ονομάζεις το Άγιον Πνεύμα Θεόν, ακολουθώντας τα δόγματα της Εκκλησίας. 

Επομένως, λέγοντας το αυτό και πιστεύοντας ότι είναι Θεός αληθινός που εκπορεύεται από τον αληθινό Θεό, δέχεσαι ότι όσοι έχουν το Άγιον Πνεύμα, έχουν αυτόν τον Ίδιον τον Θεό να μένη πάντοτε μαζί τους, ό­πως είπε ο Χριστός στους Αποστόλους: «Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσετε και εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ' υμών εις τον αιώνα» (Ιω. 14, 15-16). 

Να, λοιπόν, δι­δάχθηκες ότι και μένει και θα κατοική εις τους ατελείω­τους αιώνες. Η φράσι «ίνα μένη μεθ' υμών εις τον αιώ­να» αυτό φανερώνει, ότι θα είναι αιωνίως και δίχως τέ­λος μαζί τους και θα είναι αχώριστο από αυτούς και στον παρόντα καιρό και στον μέλλοντα. Και ότι έβλε­παν οι θείοι Απόστολοι το Άγιον Πνεύμα και όσοι α­ξιώθηκαν να Το λάβουν άκουσε τα παρακάτω: 

«Το Πνεύμα της αληθείας ο ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ούτε γινώσκει αυτό, υμείς δε γινώσκετε αυτό, ότι παρ' υμίν μένει» (Ιω. 14, 17). Και δια να μάθης ότι και τον Χριστόν βλέπουν όσοι Τον αγαπούν και φυ­λάσσουν τις εντολές Του, άκουσε τον ίδιον τον Κύριο που λέγει: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος έστιν ο αγαπών με. ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανί­σω αυτώ εμαυτόν» (Ιωάν. 14, 21).

Λοιπόν, ας γνωρίσουν όλοι οι Χριστιανοί ότι ο Χρι­στός είναι Θεός αψευδής και αληθινός και ότι εμφανίζε­ται βεβαιότατα εις αυτούς που Τον αγαπούν και φανερώ­νουν την αγάπη τους με την τήρησι των εντολών Του, καθώς ο Ίδιος υπεσχέθη. Και δια της εμφανίσεώς Του, ο Χριστός τους χαρίζει το Άγιον Πνεύμα και δια του Α­γίου Πνεύματος πάλι, Αυτός και ο Πατήρ μένουν αχώρι­στοι, μαζί τους. 

Αυτοί οι πνευματοφόροι άνθρωποι δεν λέγουν τίποτε δικό τους. Και όποιος ισχυρίζεται ότι μι­λούν από τον εαυτό τους, αυτός πιστεύει ότι μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίση τα του άλλου ανθρώπου και οι άν­θρωποι ομοίως να γνωρίσουν τα του Θεού. Εάν δεν το δέχεται αυτό, ασφαλώς αποκαλεί ψεύτες και μυθολόγους αυτούς που ομιλούν δια του Αγίου Πνεύματος, ότι δεν διδάσκονται από Αυτό, αλλά ότι διδάσκουν τους άλλους πράγματα που δεν άκουσαν και δεν είδαν, από τον εαυτό τους και την δική τους λογική. Αλλά πρέπει να καταλάβωμε ότι αν μιλούν αυτοί σύμφωνα με την διδασκαλία των θεοφόρων Πατέρων που προηγήθηκαν, δια του ιδίου Αγίου Πνεύματος και αυτοί τώρα μιλούν. Και όσοι απιστούν ή τους συκοφαντούν, αμαρτάνουν εις Εκείνον που ομιλεί δια του στόματός των.

Διδάχθηκες, λοιπόν, αγαπητέ μου ότι η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα σου (Λουκ. 17, 21) εάν θέλης, και όλα τα αιώνια αγαθά είναι στα χέρια σου. Τρέξε να δης και να πάρης, να απόκτησης τα αιώνια αγαθά που σε περιμένουν και μη τα στερηθής όλα αυτά με την αυταπάτη ότι δήθεν τα έχεις. 

Κλάψε, πέσε γονάτισε και παρακάλεσε, όπως κάποτε ο τυφλός (Λουκ. 18, 35 κ.ε.), έτσι τώρα κι εσύ και πες: «Ελέησέ με, Υιέ του Θεού και άνοιξε τους οφθαλμούς της ψυχής μου, για να δω το φως του κόσμου (Ίω. 9, 5), Εσένα τον Θεό μου και να γίνω υιός ημέρας (Α' Θεσσ. 5, 5) θείας κι εγώ. Μη με εγκατά­λειψης, Αγαθέ, στερημένο της Θείας Σου Χάριτος, ως α­νάξιο. Εμφάνισέ μου, Κύριε, τον Εαυτό Σου για να γνω­ρίσω ότι με αγάπησες, επειδή τήρησα, Δέσποτα, τις θείες Εντολές Σου. Στείλε μου Οικτίρμον, τον Παράκλητο, για να με διδάξη Αυτός για Σένα και να μου φα­νέρωση τα δικά Σου, Θεέ του παντός. Λάμψε εις εμέ το φως το αληθινόν (Ιω. 1, 9), Εύσπλαγχνε, για να δω την δόξαν που είχες κοντά εις τον Πατέρα Σου, πριν δημιουργηθή ο κόσμος (Ιω. 17, 5). Μείνε, όπως είπες, μαζί μου, για να γίνω κι εγώ άξιος να μείνω μαζί Σου και τό­τε να εισέλθω εις Εσένα εν επιγνώσει και εν επιγνώσει να Σε αποκτήσω μέσα μου. Θέλησε, Αόρατε, να σχηματίσης μέσα μου την μορφή Σου (Γαλ. 4, 19), δια να βλέ­πω το ανέκφραστον κάλλος Σου και να φορέσω (Α' Κορ. 15, 49), Επουράνιε, την Εικόνα Σου και να λησμονήσω όλα τα ορατά πράγματα. Δος μου, Εύσπλαγχνε, την δό­ξαν που Σου έδωσε ο Πατέρας Σου δια να γίνω όμοιός Σου όπως όλοι οι δούλοι Σου, θεός κατά Χάριν, και να είμαι αιωνίως μαζί Σου τώρα και πάντοτε και εις τους α­πέραντους αιώνας, αμήν».

Ναι αδελφέ μου αγαπητέ, πίστεψε και παραδέξου ότι έτσι είναι τα πράγματα και ότι αυτή είναι η πίστις μας. Αυτό είναι, πίστεψε, αδελφέ, το να αναγεννηθής (Ιω. 3, 4) και να ανακαινισθής και να ζήσης την εν Χριστώ ζωή (Β' Κορ. 4, 16. Β' Τιμ. 1, 1 κ.ε.). Δεν ακούς τον Μέγαν Βασίλειον που λέγει εις τον προτρεπτικόν λόγον του εις τα Φώτα: 

«Ουκ επιθυμείς σεαυτόν ιδείν, άνθρωπε, από γέροντος νέον γινόμενον;» και τον απόστ. Παύλον: «Ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις. τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε τα πάντα καινά» (Β' Κορ. 5, 17). Ποια είναι τα πάντα, που λέγει; Πες εσύ, πες μας. Μήπως άλλαξε ο ου­ρανός; Μήπως η γη; Μήπως ο ήλιος ή τα αστέρια ή η θάλασσα ή κάτι άλλο από όσα βλέπομε έγινε καινούργιο και νέο; Αλλά δεν μπορείς να το πης αυτό. Διότι ο Από­στολος το είπε σ' εμάς και για μας. Διότι ήμασταν νε­κροί και αναστηθήκαμε εις την ζωή. Φθαρτοί και μεταβαλλόμεθα και γινόμεθα άφθαρτοι. Είμαστε θνητοί και μετατρεπόμεθα εις αθανάτους. Γήινοι και γινόμεθα επουράνιοι. Σαρκικοί, έχοντας την γέννησι από σάρκα, και γινόμεθα πνευματικοί με την αναγέννησί μας και την ανάπλασί μας από το Άγιον Πνεύμα.

Αυτή είναι, αδελφοί μου, η εν Χριστώ νέα κτίσις (Β' Κορ. 5, 17). Αυτά κάθε ήμερα συμβαίνουν και γίνονται εις τους αληθινούς πιστούς και εκλεκτούς. Και καθώς εί­παμε πολλές φορές, από όλα αυτά μόνον ένα μέρος απο­κτούν και γεύονται, με επίγνωσι και αίσθησι, διότι ευρί­σκονται ακόμη μέσα εις το σώμα. Αλλά ελπίζουν ότι με­τά τον θάνατο, οπωσδήποτε θα κληρονομήσουν τα αγα­θά αυτά ολοκληρωμένα και τέλεια. Δηλ. θα απολαύσουν ολόκληροι, ψυχή τε και σώματι, όλα τα αγαθά που απήλαυσαν εδώ μερικώς. 

Διότι, εάν διδασκώμεθα συνεχώς ότι τον Χριστόν τρώγομεν και πίνομεν και Τον ενδυόμεθα και Τον βλέπομε και μας βλέπει. Ότι γνωρίζομε πως Τον έχομε μέσα μας και ότι μένομε εις Αυτόν και Αυτός μένει εις εμάς, και κατοικούμε εντός Του, ότι δηλ. Αυτός είναι για μας οικία και εμείς πάλι είμεθα οικία δική Του. Έπειτα, ότι γινόμεθα παιδιά Του, και Αυτός Πατέρας μας και ότι Εκείνος είναι Φως (Ιω. 1, 5) που λάμπει εις το σκοτάδι, και εμείς λέγομε ότι Τον βλέπομε σύμ­φωνα με το «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέ­γα» (Ησ. 9, 1. Ματθ. 4, 16). Εάν, λοιπόν, όλα αυτά και τα υπόλοιπα, όπως έχει λεχθή, όσα δηλ. διδάσκουν οι θείες Γραφές ότι γίνονται εντός μας στον παρόντα καιρό αυτής της επίγειας ζωής, αν πούμε ότι δεν συμβαίνουν καθόλου εις εμάς, ή ότι γίνονται, αλλά με τρόπο μυστι­κό που δεν καταλαβαίνομε τίποτε, χωρίς να γνωρίζωμε τίποτε από αυτά, σε τι διαφέρομε από νεκρούς;

Μην αφήνετε τους εαυτούς σας στην απιστία και κα­τεβαίνετε στον βυθό της απωλείας. Αλλά ακόμη και εάν μέχρι τώρα δεν ελπίσατε ότι θα λάβετε αίσθησι αυτών των αγαθών και γι' αυτό δεν τα ζητήσατε, έστω και τώ­ρα, από αυτήν την στιγμήν πληροφορηθήτε και πιστεύσετε πρώτα ότι αυτά είναι αληθινά και σύμφωνα με τις θείες Γραφές. Διαβάσετε όλες τις θείες Γραφές με προ­σοχή και πληροφορηθήτε ότι εις την παρούσα ζωή δίδε­ται εις εμάς τους πιστούς, με επίγνωσι, η σφραγίς του Α­γίου Πνεύματος (Εφεσ. 1, 13). Και αφού τα πιστεύσετε, μετά να επιδιώξετε να τα αποκτήσετε (Φιλ. 3, 12), αγωνισθήτε όχι σαν άνθρωποι που δέρουν αέρα (Α' Κορ. 9, 26). 

Και επί πλέον «αιτείτε και δοθήσεται υμίν. κρούετε και ανοιγήσετε υμίν» (Ματθ. 7, 7), είτε εδώ είτε εις τον μέλλοντα αιώνα. Ακόμη να διδάσκεσθε, να μετανοήτε, να υποτάσσεσθε, να νηστεύετε, να κλαίετε, να προσεύχεσθε. 

Και έτσι με αυτά και όλα τα παρόμοια, τρέχετε, πυγμαχείτε, επιδιώκετε, ζητείτε, κρούετε, παρακαλείτε, προς τίποτε άλλο να μη συγκατατίθεσθε, έως ότου απο­κτήσετε, έως ότου δράξετε, έως ότου λάβετε, έως ότου σας ανοιχθή η θύρα και εισέλθετε, έως ότου ιδήτε τον νυμφίον Χριστόν μέσα εις τον νυμφώνα, έως ότου ακού­σετε: «Ευ, δούλε αγαθέ και πιστέ, επί ολίγα ης πιστός, ε­πί πολλών σε καταστήσω» (Ματθ. 25, 21), έως ότου γίνε­τε υιοί του φωτός και υιοί της ημέρας (Α' Θεσσ. 5, 5). Αλλά πριν να δήτε και να τα λάβετε και να τα πάθετε, μην πλανάτε τον εαυτό σας και νομίζετε, παραλογιζόμενοι, ότι είσθε κάτι, ενώ δεν είσθε τίποτε (Γαλ. 6, 3). Και εξαπατώντας την συνείδησί σας νομίζετε ότι είσθε πνευματοφόροι πριν να λάβετε μέσα σας το Άγιον Πνεύμα και δι' αυτό βιάζεσθε αλόγιστα να εξομολογείτε και να δέχεσθε λογισμούς των άλλων, και αναρριχάσθε σε ηγουμενίες και εξουσίες και τολμάτε άφοβα να δέχεσθε την ιερωσύνη και με αναίδεια μηχανεύεσθε χίλιους δύο τρόπους, πώς θα καταλάβετε μητροπόλεις και επισκοπές και να ποιμαίνετε τον λαόν του Κυρίου. Αλλά σας πα­ρακαλώ, να προσέξετε τον εαυτόν σας (Δευτ. 4, 9), τα ά­νω φρονείτε, τα άνω ζητείτε (Κολοσ. 3, 1), τα άνω ποθεί­τε, να μη φροντίζετε δια τίποτε επίγειο πριν να λάβετε τα ουράνια.

Ναι, ας καταφρονήσωμε όλα τα ορατά και γήινα, ζη­τώ από την αγάπη σας. Ας αποτινάξωμε από επάνω μας όλα τα ανθρώπινα, όλα τα εμπαθή και βλαβερά ας τα αποστραφώμε και ας τα μισήσωμε, δια να επιτύχωμε και τα παρόντα αλλά και τα μέλλοντα αγαθά, εν Χριστώ Ιη­σού τω Κυρίω ημών, ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις συν τω ανάρχω Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, εις το Ένα Τρισάγιον Φως, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


Το κείμενο είναι από τον Β' τόμον των έργων του Αγίου 
Λόγοι - Κεφάλαια - Διάλογος, 
έκδοσις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ, Θεσσαλονίκη 1989.


Πηγή: ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ 
ΛΟΓΟΣ ΗΘΙΚΟΣ Ε' ΕΚΔΟΣΙΣ

«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1999