Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Κυριακάτικο Κήρυγμα (Β' Νηστειών)

Κυριακή Β΄ Νηστειῶν
(Μαρκ. β΄, 1-12)



Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ὁ παραλυτικὸς προσκομίζεται στὸν Χριστὸ κατὰ ἕνα παράδοξο τρόπο. Ἐπειδὴ ὑπῆρχε πολὺς κόσμος καὶ ἦταν ἀδύνατο νὰ προσεγγίσουν, γι᾿ αὐτὸ ἀνέβηκαν στὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ ποὺ βρισκόταν ὁ Χριστός, ξηλώνουν ἕνα μέρος ἀπ᾿ αὐτὴ καὶ κατεβάζουν τὸ κρεβάτι μὲ τὸν παραλυτικὸ μπροστὰ στὸν Χριστό.

Ὅμως τὰ παράδοξα αὐτῆς τῆς Εὐαγγελικῆς περιοκῆς, δὲν σταματοῦν ἐδῶ. Τὸ ἕνα διαδέχεται τὸ ἄλλο. Ποιό ἄλλο δηλαδή; Τὸ πῶς ἀντιμετωπίζεται τὸ πρόβλημα τοῦ παραλυτικοῦ; Ὁ Χριστὸς ἀντικρύζοντας τὸν ασθενή, δὲν ἀναφέρεται στὴν σωματική του ἀσθένεια, ὥσαν νὰ μὴν ὑπάρχει. Ἀλλὰ ἀπευθυνόμενος πρὸς αὐτὸν τοῦ λέγει πὼς οἱ ἁμαρτίες του εἶναι συγχωρεμένες.

Πόσο παράξενα καὶ παράδοξα ἐνεργεῖ ὁ Χριστός! Ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κατανοήσει. Ἀφοῦ δὲν ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἑρμηνεύσει τὸν τρόπο ἐνεργείας Του. Εἶναι ἄλλος ὁ δρόμος καὶ ὁ τρόπος λειτουργίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἄλλος τοῦ ἀνθρώπου.


Καὶ συγκεκριμένα ἐδῶ στὸν παραλυτικό, ὁ Χριστὸς ἐνεργεῖ μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο, γιατὶ ἐπιθυμεῖ νὰ καταδείξει τὸ στενὸ δεσμὸ ποὺ ὑπάρχει μεταξὺ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀσθένειας. Γνωρίζει δὲ πὼς ἐτοῦτος ὁ ἄνθρωπος, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει σὲ κάθε ἄνθρωπο, ἔχει διαπράξει ἁμαρτωλὲς καὶ ἄδικες πράξεις.

Ἐπιθυμώντας νὰ ἀποκαθάρει τὸν ψυχικὸ κόσμο του μὲ τὴν συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του, ὑπογραμμίζει τὸ γεγονὸς τῆς ἐπιδράσεως τῆς ψυχῆς, στὸ σῶμα. Καὶ τὸ ἀντίθετο. Ἐπειδὴ ὅμως τὰ πάντα ἐκπορεύονται ἀπὸ τὴν ψυχή· καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖ ὅλα προγραμματίζονται καὶ σχεδιάζονται, γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ εἶναι χῶρος καθαρότητας καὶ ἁγιότητας.

Ὕστερα ἔρχεται τὸ σῶμα, ὡς ὑπηρετικὸ ὄργανο τῆς ψυχῆς καὶ ἐκτελεῖ ὅσα ἤδη ἔχουν σχεδιαστεῖ καὶ ἀποφασιστεῖ. Ἡ ψυχὴ λοιπόν, ὡς κυρίαρχο ὄργανο καθοδηγεῖ τὸ σῶμα νὰ πράξει τὸ καλὸ ἢ τὸ κακό.

Ὁ Χριστὸς ἀναφερόμενος στὶς ἁμαρτίες καὶ ὄχι στὴν ἀσθένεια τοῦ σώματος, αποδεικνύει μὲ παρρησία πὼς ἔχει ἐξουσία Θεϊκή. Καὶ μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ. Γιατὶ τὶς ἀσθένειες τοῦ σώματος ὁ ἄνθρωπος πολλὲς φορὲς μπορεῖ νὰ θεραπεύσει καὶ κάποτε ἀποτελεσματικὰ. Ὅμως τὶς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς «εἶν᾿ ἀνήμπορος νὰ τὶς γιατρέψει».

Καὶ ἐπειδὴ ἡ εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὶς πράξεις ποὺ διαπράττει καθημερινὰ εἶναι καθοριστική, ἕνας μονάχα τρόπος ὑπάρχει γιὰ νὰ τὸν ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ βάρος τους. Ἡ συγχώρηση. Μὲ τὴν συγχώρηση, ὅπως καὶ πιὸ πάνω ἀναφέραμε, μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ τὴ δώσει.

Ὁ Θεὸς δὲ παρέχοντας τὴν συγχώρηση, ξεπερνάει ἀκόμη καὶ τὰ ὅρια τῆς δημιουργίας Του. Γιατὶ δίνοντας ἄφεση καὶ διαγράφοντας πράξεις καὶ ἔργα ἁμαρτωλά, «δὲν ἐπιτελεῖ μονάχα ἔργο δικαιοσύνης, ἀλλὰ... πραγματώνει ἔργο ἀγάπης, ποὺ δὲν εἶναι πιὰ δημιουργία, ἀλλ᾿ ὑπερδημιουργία».

Οἱ γραμματεὶς ποὺ κατηγόρησαν τὸν Χριστὸ πὼς ξεστόμισε βλασφημία μὲ τὸ λόγο Του ὅτι συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ, κρίνουν μὲ ἀνθρώπινα μέτρα. Καὶ στέκονται ἀδύναμοι μπροστὰ στὴ Θεϊκὴ βούληση. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς, ξεπερνώντας τὰ ἀνθρώπινα μέτρα, ἐπιθυμώντας νὰ δείξει ποιὸς εἶναι, τοὺς ἀπευθύνει τὸ ἐρώτημα: «Τί εἶναι εὐκολότερο νὰ πῶ στὸν παραλυτικό, ἂς εἶναι συγχωρεμένες οἱ ἁμαρτίες σου ἢ νὰ τοῦ πῶ, σήκω καὶ πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα;»

Γιατὶ καὶ τὰ δύο φαντάζουν ἀδύναμα γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Μήτε νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες μπορεῖ καὶ μήτε νὰ γιατρέψει τὸν παραλυτικό. Μὰ ὁ Χριστὸς ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ πράξει καὶ τὰ δύο, γιατὶ εἶναι Θεὸς καὶ ἀγαπᾶ τὰ πλάσματά Του.

Ἐκφράζοντας τὸ Θεϊκὸ κύρος καὶ τὴ Θεϊκὴ ἀγάπη, προστάζει τὸν παραλυτικό: «Σοὺ λέγω, σήκω καὶ πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου». Ὁ Χριστὸς ὡς ὁ ἰατρὸς τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, θεραπεύει καὶ τὰ δύο.

Καὶ ἔτσι ὁ παραλυτικὸς ἐξῆλθε μπροστὰ σὲ ὅλους θεραπευμένος ψυχικὰ καὶ σωματικά. Διπλὴ ἡ θεραπεία του καὶ διπλὸ τὸ δῶρο τοῦ Χριστοῦ σ᾿ αὐτόν.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, δὲν πρέπει ποτὲ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ μυαλό μας, πὼς εἴμαστε ἔξω ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς ἁμαρτίας. Δηλαδὴ πὼς δὲν ἔχουμε διαπράξει ἁμαρτίες. Γιατὶ κάτι τέτοιο δὲν εἶναι ἀλήθεια. Ἀντίθετα μάλιστα, ἡ ἀλήθεια εἶναι πὼς ζοῦμε μέσα στὸ χῶρο τῆς ἁμαρτίας καὶ διαπράττουμε ποιὸς λίγες καὶ ποιὸς πολλὲς καθημερινά.

Ὁ Χριστὸς ὅμως ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ σηκώσει στοὺς ὤμους Του τὰ δικά μας ἀτοπήματα καὶ ἁμαρτήματα. Αὐτὸς ἄλλωστε ἔχυσε τὸ αἷμα Του ἐπάνω στὸ Σταυρό, γιὰ νὰ μποροῦμε ἐμεῖς νὰ γευμόμαστε τὴ δική Του ζωή.

Γιὰ νὰ πάρουμε τελικὰ τὸ διπλὸ δῶρο Του, ὅπως ὁ παραλυτικὸς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Τὴν συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ τὴ θεραπεία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν μας. Καὶ νὰ ἐγερθοῦμε, παίρνοντας τὸ κρεβάτι τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀρρώστιας, γιὰ νὰ τὸ κάνουμε χῶρο χαρᾶς καὶ μακαριότητας, πορευόμενοι νὰ ζήσουμε τὴν ἀγάπη Του στὴ βασιλεία Του.


Ἀρχιμ. Ν.Π.
imml.gr