Στη σεβάσμια μονή των Ιβήρων, κατά την ετήσια αγρυπνία της πανήγυρης της σεπτής εικόνας της Παναγίας Πορταΐτισσας (15 Αυγούστου), είχε κληθεί να ψάλει ο περίφημος Ρουμάνος μουσικός και καλήφωνος Νεκτάριος, ο λεγόμενος Βλάχος.
Η μονή, για να τιμήσει τον επισκέπτη, όπως ήταν συνήθεια, του παραχώρησε το δεξιό αναλόγιο. Αυτό δεν άρεσε στους ψάλτες της μονής, οι οποίοι ήθελαν να επιδείξουν τη μουσική τους κατάρτιση και τις ψαλτικές τους ικανότητες. Γι’ αυτό δυσαρεστήθηκαν.
Παρακινούμενοι από φθόνο του διαβόλου, σκέφτηκαν την εξόντωση του Ρουμάνου ψάλτου. Έτσι, κάποιος από αυτούς, έριξε δηλητήριο στο ποτό του.
Ο ευλογημένος αυτός μοναχός Νεκτάριος, μόλις αισθάνθηκε τους πρώτους πόνους από την επίδραση του δηλητηρίου, αντελήφθη τι είχε συμβεί.
Οπλισμένος με ακράδαντη πίστη στο Θεό και την εορτάζουσα Παναγία Πορταΐτισσα, αμέσως έτρεξε στη θαυματοποιό Παναγία, πήρε το κανδήλι Της και ήπιε ολόκληρο το περιεχόμενό του και με πολύ πόνο ψυχής είπε: «Παναγία μου, σώσε με. Με δηλητηρίασαν».
Η ταχεία αντίληψη και έτοιμη βοηθός και ιατρός των νοσούντων, Κυρία Θεοτόκος, άκουσε τον πιστό δούλο Της, προσέτρεξε και τον θεράπευσε.
Ο ίδιος αργότερα ομολογούσε: «Ποτέ δεν έψαλα τόσο καλά στην Παναγία, με τόσο καθαρό λαρύγγι και ψυχική διάθεση, καθώς την τραγική εκείνη αγρυπνία της σώτειράς μου Παναγίας Πορταΐτισσας».