Τρίτη 21 Μαΐου 2013

Πρὸς τὸν Θεοδοῦλο, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς (ΙΙΙ)

141. Ὁ Κύριος μαζὶ μὲ ὅλα τὰ ἄλλα ἀγαθὰ μᾶς δίδαξε καὶ αὐτό, ὅταν ἦταν νὰ ἀναστήσει τὸ Λάζαρο: νὰ καταστέλλομε μὲ ἐπιβολὴ τὴν ἔλλειψη ἀνδρείας καὶ τὴν ἀστάθεια τῆς ψυχῆς καὶ νὰ ἔχομε ἕνα αὐστηρὸ ἦθος μὲ αὐτομεμψία. αὐτὸ ἐλευθερώνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν φιλαυτία, τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ὑπερηφάνεια.

142. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νὰ περάσει κανεὶς μεγάλο πέλαγος χωρὶς μεγάλο πλοῖο, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ διώξει κανεὶς μία προσβολὴ ἑνὸς πονηροῦ λογισμοῦ χωρὶς τὴν ἐπίκληση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

143. Ἡ ἀντίρρηση ἀποστομώνει, ἐνῶ ἡ ἐπίκληση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ διώχνει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοὺς πονηροὺς λογισμούς. Ὅταν ἡ προσβολὴ τοῦ πονηροῦ λογισμοῦ διαμορφωθεῖ στὴν εἰκόνα ἑνὸς αἰσθητοῦ πράγματος μέσα στὴν ψυχή, π.χ. μὲ τὸ πρόσωπο ἐκείνου ποὺ μᾶς ἔχει λυπήσει ἢ στὴ φαντασία γυναικείας ὀμορφιᾶς ἢ χρυσοῦ ἢ χρημάτων, τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ ὅταν ἐμφανιστεῖ στὴ διάνοιά μας, ἀμέσως γίνονται φανεροὶ οἱ λογισμοὶ τῆς μνησικακίας, τῆς πορνείας καὶ τῆς φιλαργυρίας ποὺ τὸ προκάλεσαν. Καὶ ἂν ὁ νοῦς μᾶς εἶναι πεπειραμένος καὶ ἐκπαιδευμένος καὶ ἔχει συνηθίσει στὴν τήρηση τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ στὸ νὰ βλέπει καθαρὰ καὶ μὲ διαύγεια τὶς θελκτικὲς εἰκόνες καὶ τὶς ἀπάτες τῶν πονηρῶν πνευμάτων, εὔκολα, μόλις ἐμφανιστοῦν, μὲ τὴν ἀντίρρηση καὶ μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ σβήνει ἀμέσως τὰ πυρωμένα βέλη τοῦ διαβόλου. Δὲν ἐπιτρέπει στὴν ἐμπαθῆ φαντασία νὰ εἰσχωρήσει στὴν καρδιά, οὔτε ἐπιτρέπει στοὺς λογισμούς μας νὰ συμμορφωθοῦν ἐμπαθὼς μὲ τὴν πονηρὴ φαντασία ἢ νὰ συνομιλήσουν μαζί της φιλικὰ ἢ νὰ τὴ σκεφτοῦν πολὺ καὶ νὰ δώσουν τὴ συγκατάθεσή τους, πράγματα στὰ ὁποῖα ἐπακολουθοῦν τὰ πονηρὰ ἔργα μὲ κάποια ἀναγκαιότητα, ὅπως ἐπακολουθοῦν οἱ νύχτες στὶς ἡμέρες.

144. Ἂν ὅμως ὁ νοῦς μᾶς εἶναι ἄπειρος καὶ δὲν ἔχει τὴν εὐχέρεια τῆς νήψεως, ἀμέσως ἀνακατώνεται μὲ τὴν ἐμπαθῆ εἰκόνα, ὅποια καὶ νὰ εἶναι, καὶ συνομιλεῖ μὲ αὐτὴ καὶ δέχεται κακὲς ἐρωτήσεις καὶ δίνει ἀπαντήσεις. Καὶ τότε ἀνακατώνονται οἱ λογισμοί μας μὲ τὴ δαιμονικὴ φαντασία, ἡ ὁποία ὅσο πάει μεγαλώνει καὶ πληθύνεται γιὰ νὰ φανεῖ ἀξιαγάπητη καὶ ὡραία καὶ θελκτικὴ στὸ νοῦ ποὺ τὴ δέχεται καὶ αἰχμαλωτίζεται. Συμβαίνει τότε στὸ νοῦ, ὅπως ὅταν φανεῖ σὲ ἄκακα ἀρνιὰ ἕνας σκύλος, ἐκεῖ ποὺ βόσκουν σὲ πεδινὸ μέρος. καὶ νομίζουν αὐτὰ ὅτι εἶναι ἡ μητέρα τους καὶ τρέχουν κοντά του, χωρὶς νὰ κερδίσουν τίποτε μὲ τὸ νὰ πλησιάσουν τὸν σκύλο παρὰ μόνο τὴν ἀκαθαρσία καὶ τὴ δυσωδία του. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ οἱ λογισμοί μας, ὡς ἀμαθεῖς τρέχουν σὲ ὅλες τὶς δαιμονικὲς φαντασίες καὶ ἀφοῦ ἀνακατωθοῦν μαζί τους, τοὺς βλέπει κανεὶς ἑνωμένους νὰ θέλουν νὰ καταστρέψουν τὴν Ἰλιούπολη (Τροία) ὅπως ὁ Ἀγαμέμνων καὶ ὁ Μενέλαος. Ἔτσι καὶ αὐτοὶ σκέφτονται τί πρέπει νὰ γίνει γιὰ νὰ πραγματοποιήσουν μὲ τὸ σῶμα ἐκεῖνο ποὺ φάνηκε ὡραῖο μὲ τὴν ἀπάτη τῆς δαιμονικῆς εἰσβολῆς. Κι ἔτσι λοιπὸν δημιουργοῦνται ἐσωτερικῶς οἱ πτώσεις τῆς ψυχῆς. καὶ τότε κατ' ἀνάγκην θὰ ἐξωτερικευτεῖ τὸ ἐσωτερικό της καρδιᾶς.

145. Ὁ νοῦς εἶναι κάτι τὸ εὔκολο καὶ ἄκακο καὶ εὔκολα ἀκολουθεῖ τοὺς δαιμονικοὺς λογισμούς, καὶ δύσκολα μπορεῖ νὰ κρατηθεῖ ἀπὸ τὶς ἄνομες φαντασίες τῶν δαιμόνων, ἂν δὲν ἔχει τὸν αὐτοκράτορα τῶν παθῶν λογισμό, ποὺ νὰ τὸν ἐμποδίζει ἀκατάπαυστα καὶ νὰ τὸν χαλιναγωγεῖ.

146. Ἡ θεωρία καὶ ἡ πνευματικὴ γνώση γίνονται φυσικοὶ ὁδηγοὶ καὶ πρόξενοι ἀκριβοῦς βίου, γιατί μὲ αὐτὲς ἡ διάνοια ἀνυψώνεται τόσο, ὥστε νὰ καταφρονεῖ τὶς ἡδονὲς καὶ ὅλα τὰ αἰσθητὰ καὶ τὶς εὐχαριστήσεις τῆς ζωῆς σὰν πράγματα μηδαμινά.

147. Ὁ προσεκτικὸς βίος ποὺ κατορθώνεται μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γίνεται πατέρας τῆς θεωρίας καὶ τῆς γνώσεως. Ἀκόμη γεννᾶ θεία προκοπὴ καὶ ἀνύψωση καὶ σοφότατους στοχασμοὺς , ὅταν πάρει σύζυγο τὴν ταπείνωση, ὅπως λέει ὁ θεῖος προφήτης Ἠσαΐας. "Ὅσοι περιμένουν μὲ ὑπομονὴ τὸν Κύριο, θὰ πάρουν νέα δύναμη. θὰ βγάλουν φτερὰ καὶ θὰ πετάξουν μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου".

148. Σκληρὸ καὶ δύσκολο φαίνεται στοὺς ἀνθρώπους τὸ νὰ ἡσυχάζει ἡ ψυχή τους ἀπὸ κάθε λογισμό. Καὶ πράγματι εἶναι δύσκολο καὶ ἐπίπονο. Καὶ δὲν εἶναι δυσβάστακτο μόνο σὲ ὅσους εἶναι ἀμύητοι στὸν πνευματικὸ πόλεμο, τὸ νὰ περιορίζουν καὶ νὰ περικλείουν τὸν ἀσώματο νοῦ μέσα στὸ σωματικὸ σπίτι, ἀλλ' ἀκόμη καὶ σὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν λάβει πείρα τῆς ἐσωτερικῆς ἄϋλης πάλης. Ὅποιος ὅμως ἔχει ἀγκαλιάσει τὸν Κύριο Ἰησοῦ μὲ τὴν συνεχῆ εὐχή, δὲν θὰ κοπιάσει νὰ Τὸν ἀκολουθεῖ, ὅπως λέει ὁ προφήτης. Καὶ δὲν θὰ ἐπιθυμήσει ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος νὰ ζήσει ὅπως ζοῦν οἱ κοινοὶ ἄνθρωποι, ἐξαιτίας τῆς ὡραιότητας καὶ τερπνότητας καὶ γλυκύτητας τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ δὲ θὰ ντροπιαστεῖ ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς δαίμονες ποὺ περπατοῦν γύρω του, ὅταν τοὺς ἀντιμετωπίζει στεκόμενος μπροστὰ στὴν πύλη τῆς καρδιᾶς του καὶ τοὺς καταδιώκει διὰ τοῦ Ἰησοῦ.

149. Ἡ ψυχὴ ποὺ θὰ πετάξει ψηλὰ στὸν ἀέρα διὰ τοῦ θανάτου, στὶς πύλες τοῦ Οὐρανοῦ, ἔχοντας μαζί της ὑπερασπιστὴ τὸ Χριστό, οὔτε ἐκεῖ θὰ ντραπεῖ τοὺς ἐχθρούς της, ἀλλὰ μὲ θάρρος ὅπως τώρα θὰ μιλήσει σ' αὐτούς. μόνο νὰ μὴν χάσει τὴν ὑπομονὴ τῆς μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θανάτου νὰ φωνάζει ἡμέρα καὶ νύχτα πρὸς τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ Αὐτὸς θὰ τιμωρήσει γρήγορα τοὺς ἐχθρούς της δαίμονες, σύμφωνα μὲ τὴν ἀληθινὴ καὶ θεία ὑπόσχεσή Του, ποὺ εἶπε γιὰ τὸν ἄδικο κριτή. Ναί, σᾶς λέω, θὰ τιμωρήσει τοὺς ἐχθρούς της καὶ στὴ ζωὴ αὐτή, καὶ μετὰ τὴν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα.

150. Ταξιδεύοντας τὴ νοητὴ θάλασσα, ἔχε τὸ θάρρος σου στὸν Ἰησοῦ. Γιατί σου φωνάζει μέσα στὴν καρδιά σου μυστικά: "Μὴ φοβᾶσαι, παιδί μου Ἰακώβ, μικρὲ Ἰσραήλ. Μὴ φοβᾶσαι σκουλήκι Ἰσραήλ, ἐγὼ σὲ ὑπερασπίζομαι". Ἂν ὁ Θεὸς εἶναι μὲ τὸ μέρος μας, ποιὸς κακὸς θὰ σταθεῖ ἀντίθετός μας; Εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ μακάρισε τοὺς καθαροὺς στὴν καρδιά, καὶ νομοθέτησε ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς καὶ μόνος καθαρός, ποὺ θέλει νὰ πατεῖ θεϊκὰ μέσα στὶς καθαρὲς καρδιὲς καὶ νὰ κατοικεῖ σ' αὐτές. Γι' αὐτὸ ἂς μὴν παύομε, κατὰ τὸν θεῖο Παῦλο, νὰ γυμνάζομε τὸ νοῦ μας μὲ στόχο τὴν εὐσέβεια. Εὔλογα λοιπὸν ὀνομάστηκε ἀληθινὴ ἡ εὐσέβεια ἐκείνη ποὺ βγάζει ἀπὸ τὴ ρίζα τὰ σπέρματα τοῦ πονηροῦ. Αὐτὴ ἡ εὐσέβεια εἶναι ὁ "οἶμος τοῦ λόγου", δήλ. ὁδὸς τοῦ λογικοῦ ἢ ὁδὸς τοῦ λογισμοῦ. Στὴν ἀττικὴ ἑλληνικὴ διάλεκτο οἶμος καὶ κέλευθος λέγεται ἡ ὁδός, ποὺ εἶναι ὁ λογισμός.

151. Θὰ ἀπολαύσει τὰ ἀγαθὰ μὲ πολλὴ εἰρήνη, κατὰ τὸν Δαβίδ, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ πρόσωπο ἀνθρώπου ὅταν κρίνει τὴν ἀδικία στὴν καρδιά του, δηλαδὴ δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὶς μορφὲς τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ὥστε μέσω αὐτῶν νὰ σκέφτεται τὴν ἁμαρτία, καὶ κρίνοντας καὶ δικάζοντας κακῶς μέσα στὴν καρδιά του, νὰ δίνει τὸ δίκαιο στὴν ἁμαρτία. Γιατί οἱ μεγάλοι καὶ διακριτικοὶ Πατέρες σὲ μερικὰ συγγράμματά τους ὀνόμασαν ἀνθρώπους καὶ τοὺς δαίμονες, ἐπειδὴ ἔχουν τὸ λογικό. Παρόμοιο εἶναι καὶ τὸ εὐαγγελικό, ὅπου ὁ Κύριος λέει: "Ἕνας ἄνθρωπος κακὸς τὸ ἔκανε τοῦτο, καὶ ἀνακάτωσε μέσα στὸ σιτάρι καὶ τὰ ζιζάνια". Δὲν ὑπάρχει γρήγορξη ἀντίρρηση στοὺς λογισμοὺς ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πράττουν τὰ κακά. Γι' αὐτὸ καὶ κατατρωγόμαστε ἀπὸ τοὺς λογισμούς.

152. Ὅταν ἀρχίσομε νὰ ζοῦμε μὲ προσοχὴ τοῦ νοῦ, ἂς προσαρμόζομε στὴ νήψη τὴν ταπείνωση καὶ συνάπτομε στὴν ἀντίρρηση τὴν εὐχή, τότε θὰ βαδίσομε καλὰ τὸ δρόμο τῆς μετάνοιας. σὰν νὰ στολίζομε, νὰ σκουπίζομε καὶ νὰ καθαρίζομε τὸ σπίτι τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὴν πονηρία, κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ προσκυνητοῦ καὶ ἁγίου ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἂν ἔχομε τὸ θάρρος μας μόνο στὴ νήψη ἢ στὴν προσοχὴ τὴ δική μας, τότε γρήγορα θὰ μᾶς σπρώξουν, θὰ μᾶς ἀνατρέψουν, θὰ πέσομε καὶ θὰ μᾶς νικήσουν οἱ ἐχθροί μας οἱ πανοῦργοι καὶ δολιότατοι. Καὶ περισσότερο θὰ περιπλεχθοῦμε στὰ δίχτια τους, δηλαδὴ τὶς πονηρὲς ἐνθυμήσεις, ἢ καὶ θὰ μᾶς σφάξουν εὔκολα, ὅταν δὲν κρατοῦμε τὸ ἰσχυρὸ δόρυ, δηλαδὴ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιατί μόνο τὸ σεβάσμιο αὐτὸ ξίφος, ὅταν στρέφεται πολὺ συχνὰ μέσα σὲ καρδιὰ ποὺ μόνο ἕνα τρόπο ζωῆς γνωρίζει (νήψη δήλ. καὶ εὐχή), μόνο αὐτὸ ξέρει νὰ στριφογυρίζει καὶ νὰ κατακόβει τοὺς πονηροὺς δαίμονες καὶ νὰ τοὺς καίει καὶ νὰ τοὺς κάνει ἄφαντους, σὰν καλάμι ποὺ τὸ τρώει ἡ φωτιά.

153. Τὸ κορύφωμα τῆς ἀδιάκοπης νήψεως, δηλαδὴ ὠφέλεια τῆς ψυχῆς καὶ μεγάλο κέρδος, εἶναι νὰ βλέπει κανεὶς εὐθὺς τὶς φαντασίες τῶν λογισμώνμολις σχηματίζονται στὸ νοῦ του. Ἐνῶ τὸ κορύφωμα τῆς ἀντιρρήσεως εἶναι νὰ ἐλέγχομε καὶ νὰ ἐξακριβώνομε τὸ λογισμὸ ποὺ ἐπιχειρείνα μπεῖ στὸ νοῦ μας μέσω τῆς φαντασίας κάποιου αἰσθητοῦ πράγματος. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ σβήνει καὶ διαλύει ἀμέσως κάθε σκέψη πονηρὴ τῶν ἐχθρῶν δαιμόνων, κάθε λόγο, κάθε φαντασία, κάθε πονηρὴ εἰκόνα καὶ παράσταση, εἶναι ἡ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου. Κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι βλέπομε στὸ νοῦ μας τὴν ὁλοσχερῆ ἥττα τους, ποὺ προξενεῖται ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ τὸ μεγάλο Θεό μας, καὶ τὴν ἐκδίκηση ποὺ παίρνει ὁ Ἰησοῦς γιὰ μᾶς τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀσήμαντους καὶ ἄχρηστους.

154. Τὸ ὅτι ὅλοι οἱ λογισμοὶ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο φαντασίες αἰσθητῶν καὶ κοσμικῶν πραγμάτων, οἱ περισσότεροι δὲν τὸ γνωρίζομε. Ἂν κρατήσομε ἐπὶ πολὺ καιρὸ μὲ νήψη τὴν εὐχή, τότε ἡ εὐχὴ ἀποστερεῖ τὴν διάνοια ἀπὸ κάθε ὑλικὴ φαντασία πονηρῶν λογισμῶνκαι φανερώνει σ' αὐτὴ τοὺς τρόπους τῶν ἐχθρῶν δαιμόνων καὶ τὸ μεγάλο κέρδος τῆς εὐχῆς καὶ τῆς νήψεως. "Ὅμως θὰ παρακολουθήσεις μὲ τὰ μάτια σου καὶ θὰ δεῖς νοερὰ τὴν τιμωρία τῶν νοητῶν ἁμαρτωλῶν, τῶν δαιμόνων", ὅπως λέει ὁ θεῖος μελωδὸς Δαβίδ.

155. Ἂς θυμόμαστε, ἂν εἶναι δυνατόν, ἀκατάπαυστα τὸν θάνατο. Ἔτσι γεννιέται μέσα μας ἡ ἀπόθεση τῶν φροντίδων καὶ κάθε ματαιότητας, ἡ φύλαξη τοῦ νοῦ, ἡ ἀκατάπαυστη δέηση, ἡ ἀπάθεια τοῦ σώματος καὶ ἡ ἀποστροφὴ τῆς ἁμαρτίας. Καὶ σχεδὸν θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, κάθε ἀρετὴ πηγάζει ἀπὸ τὴν μνήμη αὐτή. Γι' αὐτὸ ἂς τὴν χρησιμοποιήσουμε ὅπως τὴν ἴδια τὴν ἀναπνοή μας.

156. Ἡ καρδιὰ ποὺ εἶναι τελείως ἄδεια ἀπὸ φαντασίες, θὰ γεννήσει νοήματα καὶ σκέψεις ποὺ θὰ σκιρτοῦν ἀπὸ τὰ βάθη της, θεῖες καὶ μυστηριώδεις, ἔτσι ὅπως πηδοῦν τὰ ψάρια καὶ βουτοῦν τὰ δελφίνια ὅταν ἔχει γαλήνη ἡ θάλασσα. Ἡ θάλασσα ἀνεμίζεται ἀπὸ τὴ λεπτὴ αὔρα, ἐνῶ ἡ ἄβυσσος τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: "Ἐπειδὴ εἶστε γιοί, γι' αὐτὸ ἔστειλε ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ Του στὶς καρδιές σας, ποὺ φωνάζει: Ἀββᾶ, Πατέρα".

157. Κάθε μοναχὸς ποὺ θὰ ἐπιχειρήσει νὰ ἀναλάβει πνευματικὸ ἔργο πρὶν ἀπὸ τὴ νήψη τοῦ νοῦ, θὰ βρεθεῖ σὲ ἀδιέξοδο καὶ σὲ διχασμὸ τοῦ νοῦ. Κι αὐτό, ἢ γιατί δὲν γνωρίζει τὴν ὀμορφιά της , ἢ τὴν γνωρίζει ἀλλὰ ἀπὸ ἀμέλεια δὲν μπορεῖ νὰ τὴν κρατήσει. Θὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο χωρὶς ἀμφιβολία, ὅταν ἀρχίσει τὴν φύλαξη τοῦ νοῦ, ποὺ εἶναι καὶ λέγεται διανοητικὴ φιλοσοφία ἢ πρακτικὴ φιλοσοφία τοῦ νοῦ, ἐπειδὴ θὰ βρεῖ τὴν "ὁδὸ" γιὰ τὴν ὁποία εἶπε ὁ Κύριος: "Ἐγὼ εἶμαι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀνάσταση καὶ ἡ ζωή".

158. Καὶ πάλι θὰ βρεθεῖ σὲ ἀπορία ἡ ψυχὴ βλέποντας μία ἀπέραντη ἄβυσσο ἀπὸ λογισμοὺς καὶ πλῆθος νήπια της Βαβυλώνας. Ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τὴν ἀπορία τὴν λύνει ὁ Χριστός, ἂν στηρίζομε ἀδιάκοπα τὴ βάση τῆς διάνοιάς μας πάνω σ' Αὐτὸν καὶ ἂν τὰ νήπια της Βαβυλώνας τὰ χτυποῦμε καὶ τὰ συντρίβουμε πάνω στὴν πέτρα αὐτὴ (τὸ Χριστό), ἐκπληρώνοντας τὴν ἐπιθυμία μας ἐναντίον τους. Γιατί λέει ἡ Γραφή: "ὅποιος φυλάγει τὴν ἐντολή, δὲ θὰ γνωρίσει πονηρὸ λόγο", καὶ "δίχως ἐμένα, δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτε".

159. Ἐκεῖνος εἶναι πράγματι ἀληθινὸς μοναχός, ὁ ὁποῖος κατορθώνει τὴ νήψη. καὶ ἔχει ἀληθινὰ νήψη, ἐκεῖνος ποὺ εἶναι μοναχὸς κατὰ τὴν καρδιά.

160. Ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου παρατείνεταιμαζι μὲ τὰ χρόνια ποὺ περνοῦν, μὲ μῆνες, μὲ ἑβδομάδες, ἡμέρες, νύχτες, ὧρες καὶ στιγμές, στρεφόμενος μαζὶ μὲ τὸ χρόνο. Σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ χρονικὰ διαστήματα ὀφείλομε νὰ ἐπεκτείνομε κι ἐμεῖς τὶς ἐνάρετες ἐργασίες, τὴν νήψη καὶ τὴν εὐχὴ καὶ τὴ γλυκύτητα τῆς καρδιᾶς μὲ ἐπιμελημένη ἡσυχία μέχρι τὸ θάνατό μας.

161. Θὰ ἔρθει καὶ σὲ μᾶς ἡ ὥρα τοῦ θανάτου, θὰ ἔρθει καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ τὸν ἀποφύγομε. Καὶ εἴθε τότε, ὅταν ἔρθει ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀέρα, νὰ βρεῖ τὰ ἁμαρτήματά μας λίγα καὶ μηδαμινὰ γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐλέγξει στ' ἀλήθεια καὶ κλάψομε τότε ἀνώφελα. Γιατί, λέει τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο: "Ἐκεῖνος ὁ δοῦλος ποὺ γνώρισε τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου του καὶ δὲν ἔκανε ὅ,τι ἔπρεπε, θὰ δαρθεῖ πολύ".

162. "Ἀλλοίμονο - λέει - σ' ἐκείνους ποὺ ἔχασαν τὴν καρδιά. Καὶ τί θὰ κάνουν ὅταν τοὺς ἐπισκεφθεῖ ὁ Κύριος;". Γι' αὐτό, ἀδελφοί, ἂς δείξομε ζῆλο καὶ προθυμία.

163. Στοὺς ἁπλοϊκοὺς καὶ δῆθεν ἀπαθεῖς λογισμούς, ἀκολουθοῦν οἱ ἐμπαθεῖς, καθὼς ἔχομε μάθει μὲ τὴν μακροχρόνια πείρα καὶ παρατήρηση. Οἱ πρῶτοι λογισμοὶ ἀνοίγουν τὴν εἴσοδο στοὺς δεύτερους, οἱ ἀπαθεῖς στοὺς ἐμπαθεῖς.

164. Πράγματι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ χωρίζεται μὲ τὴν προαίρεσή του σὲ δύο κομμάτια, καὶ νὰ σχίζεται μὲ σοφότατη ἐπινόηση, ὅπως εἶπα. καὶ πρέπει νὰ εἶναι ἐχθρὸς ἀφιλίωτος καὶ ἄσπονδός του ἑαυτοῦ του. Ὅποια διάθεση ἀκριβῶς ἔχει ἕνας γιὰ κάποιον ποὺ ἐξαιρετικὰ καὶ πολλὲς φορὲς τὸν ἔχει λυπήσει καὶ ἀδικήσει, ἔτσι νὰ ἐχθρευόμαστε τὸν ἑαυτό μας ἢ καὶ πολὺ περισσότερο, ἂν βέβαια θέλομε νὰ κατορθώσουμε την μεγάλη καὶ πρώτη ἐντολή, δηλαδὴ τὴ διαγωγὴ τοῦ Χριστοῦ, τὴ μακαρία ταπείνωση, τὸν ἔνσαρκο τρόπο ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος λέει: "Ποιὸς θὰ μὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ σῶμα αὐτό, τὸ κυριευμένο ἀπὸ τὸν θάνατο; Γιατί δὲν ὑποτάσσεται στὸ νόμο τοῦ Θεοῦ". Θέλοντας ὁ Ἀπόστολος νὰ φανερώσει ὅτι τὸ νὰ ὑποτάξομε τὸ σῶμα στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμᾶς, λέει: "Ἂν κρίναμε τὸν ἑαυτό μας, δὲ θὰ καταδικαζόμαστε. κι ὅταν καταδικαζόμαστε, παιδαγωγούμαστε ἀπὸ τὸν Κύριο".

165. Ἡ ἀρχὴ τῆς καρποφορίας εἶναι τὸ ἄνθος. Καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς φυλάξεως τοῦ νοῦ εἶναι ἡ ἐγκράτεια ἀπὸ φαγητὰ καὶ ποτά, ἡ ἄρνηση καὶ ἀποχὴ κάθε πονηροῦ λογισμοῦ καὶ ἡ ἡσυχία τῆς καρδιᾶς.

166. Ὅταν δυναμωμένοι μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀρχίζομε νὰ τρέχομε ἀσφαλισμένοι μὲ τὴ νήψη, στὴν ἀρχὴ μᾶς φανερώνεται σὰν μία λαμπάδα στὸ νοῦ μας ποὺ τὴν κρατᾶμε μὲ τὸ χέρι τοῦ νοῦ μας καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὸ δρόμο τῆς διάνοιας. ὕστερα σὰν πανσέληνος ὁλοφέγγη ποὺ κάνει τὴν τροχιά της στὸ στερέωμα τῆς καρδιᾶς. Καὶ τέλος μᾶς φανερώνεται σὰν ἥλιος ὁ Ἰησοῦς, ποὺ ἀκτινοβολεῖ δικαιοσύνη, δηλαδὴ φανερώνει σ' ἐμᾶς τὸν ἑαυτό Του καὶ τοὺς ὁλόλαμπρους φωτισμοὺς τῶν θείων του καὶ ἱερῶν ἐννοιῶν.

167. Αὐτὰ τὰ φανερώνει μυστικὰ ὁ Ἰησοῦς στὸ νοῦ ἐκεῖνο ποὺ ἐπιμένει στὴν ἐντολὴ ποὺ λέει: "Θὰ περικόψετε τὴν σκληροκαρδία σας". Καὶ καθὼς εἴπαμε, ἐξαίσιες σκέψεις διδάσκει τὸν ἄνθρωπο ἡ ἐπιμελὴς νήψη. γιατί ὁ Θεὸς εἶναι ἀπροσωπόληπτος. Γι' αὐτὸ λέει ὁ Κύριος: Ἀκοῦστε μὲ καὶ καταλάβετε τὰ λόγιά Μου. σ' ὅποιον ἔχει, θὰ δοθοῦν καὶ ἄλλα καὶ θὰ περισσέψουν, ἐνῶ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει, θὰ ἀφαιρεθεῖ κι ἐκεῖνο ποὺ νομίζει ὅτι ἔχει". Σ' ἐκείνους ποὺ ἀγαποῦν τὸ Θεό, ὅλα συνεργοῦν γιὰ τὸ καλό τους. Πολὺ περισσότερο λοιπὸν οἱ ἀρετὲς θὰ συνεργήσουν καὶ θὰ βοηθήσουν.

168. Ὅπως τὸ πλοῖο δὲν μπορεῖ νὰ ταξιδέψει χωρὶς νερό, ἔτσι καὶ ἡ φύλαξη τοῦ νοῦ δὲν προχωρεῖ διόλου χωρὶς νήψη καὶ ταπείνωση καὶ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ.

169. Θεμέλια του σπιτιοῦ εἶναι οἱ πέτρες. Θεμέλιο καὶ ὀροφὴ τῆς ἀρετῆς τῆς νήψεως εἶναι τὸ προσκυνητὸ καὶ ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἀνόητος κυβερνήτης πλοίου, ἂν στὴν τρικυμία διώξει τοὺς ναῦτες καὶ ρίξει στὴ θάλασσα τὰ κουπιὰ καὶ τὰ πανιὰ καὶ κοιμηθεῖ, εὔκολα θὰ ναυαγήσει. Καὶ ἡ ψυχὴ εὐκολότερα θὰ καταποντιστεῖ ἀπὸ τοὺς δαίμονες, ἂν ἀμελήσει τὴ νήψη καὶ δὲν ἐπικαλεῖται, μόλις φανεῖ ἡ δαιμονικὴ προσβολή, τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

170. Ὅ,τι γνωρίζομε, αὐτὸ λέμε στὸ γραπτό μας. καὶ ὅ,τι εἴδαμε στὸ δρόμο ποὺ περνοῦμε, ἐκεῖνο μαρτυροῦμε σ' ὅποιον θέλει, ἂν βέβαια θελήσετε νὰ δεχτεῖτε τοὺς λόγους μας. Αὐτὸς ὁ Κύριος εἶπε: "Ἂν κάποιος δὲν μείνει σ' Ἐμένα, θὰ πεταχτεῖ ἔξω ὅπως τὸ κλῆμα, καὶ κάποιοι τὸ μαζεύουν, τὸ ρίχνουν στὴ φωτιὰ καὶ καίγεται. ἐνῶ ὅποιος μείνει σ' Ἐμένα, μένω κι ἐγὼ σ' αὐτόν". Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νὰ λάμψει ὁ ἥλιος χωρὶς φῶς, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ καθαρισθεῖ ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία τῶν λογισμῶν τῆς ἀπώλειας, χωρὶς τὴν εὐχὴ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ. Κι ἂν αὐτὸ εἶναι, ὅπως βλέπω, ἀληθινό, νὰ τὸ μεταχειριζόμαστε ὅπως καὶ τὴν ἀναπνοή μας. Γιατί τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ εἶναι φῶς, ἐνῶ οἱ πονηροὶ λογισμοί, σκοτάδι. Κι ὁ Ἰησοῦς εἶναι Θεὸς καὶ Κύριος τῶν ὅλων, ἐνῶ οἱ πονηροὶ λογισμοὶ εἶναι δοῦλοι δαιμόνων.

171. Φωτογεννήτρα καὶ ἀστραπογεννήτρα καὶ ἀκτινοβόλος καὶ πυρφόρος, ἡ φύλαξη τοῦ νοῦ ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς, μ' αὐτὰ τὰ ὀνόματα ὅπως τῆς ταιριάζουν καὶ δίνουν τὸ περιεχόμενό της ἂς καλεῖται. Γιατί, γιὰ νὰ ποῦμε τὴν ἀλήθεια, εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ ἄπειρες σωματικὲς ἀσκήσεις καὶ πολλὲς ἄλλες ἀρετές. Γι' αὐτὸ πρέπει μὲ αὐτὰ τὰ τίμια ὀνόματα νὰ ὀνομάζομε τὴν ἀρετὴ αὐτή, ἐξαιτίας τῶν ὁλόλαμπρων φώτων ποὺ γεννᾶ. Ὅσοι ἐρωτευθοῦν αὐτὴ τὴν ἀρετή, ἀπὸ ἁμαρτωλοὶ ποὺ ἦταν καὶ ἄχρηστοι καὶ βέβηλη καὶ χωρὶς πνευματικὴ γνώση καὶ ἀσύνετοι καὶ ἄδικοι, μποροῦν νὰ γίνουν μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δίκαιοι, χρήσιμοι μπροστὰ στὸ Θεό, καθαροί, ἅγιοι καὶ συνετοί. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ μυστηριώδη καὶ ἀπόκρυφα νὰ θεωροῦν καὶ νὰ θεολογοῦν. Καὶ ἀφοῦ γίνουν θεωρητικοί, κολυμποῦν μέσα σ' αὐτὸ τὸ καθαρότατο καὶ ἄπειρο φῶς, τὸ ἀγγίζουν μὲ ἄρρητα ἀγγίσματα καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸ κατοικοῦν καὶ ζοῦν, γιατί γεύθηκαν ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός. Ἔτσι ἐκπληρώνεται καθαρὰ σ' αὐτοὺς τοὺς πρώτους ἀγγελιοφόρους ὁ λόγος τοῦ θείου Δαβίδ: "Οἱ δίκαιοι θὰ δοξολογήσουν τὸ ὄνομά σου καὶ οἱ εὐθεῖς θὰ κατοικήσουν ἐνώπιόν του προσώπου σου". Γιατί αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ ἀλήθεια, αὐτοὶ μόνο ὀρθὰ καὶ μὲ ἀκρίβεια ἐπικαλοῦνται καὶ δοξολογοῦν τὸν Θεό, καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ εἶναι μαζί Του πάντοτε ἀπὸ ἀγάπη γι' Αὐτόν.

172. Ἀλλοίμονο στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ ἐξωτερικά. Γιατί πολὺ θὰ στενοχωρηθεῖ ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὶς ἐξωτερικὲς αἰσθήσεις. Καὶ ἀφοῦ στενοχωρηθεῖ, θὰ χρησιμοποιήσει μαστίγιο κατὰ τῶν ἐξωτερικῶν αἰσθήσεων. Ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἔχει ὑποστεῖ αὐτά, ἐννοεῖ τὰ λεγόμενα.

173. Ἂν ὁ ἐσωτερικός μας ἄνθρωπος νήφει, κατὰ τοὺς πατέρες, εἶναι σὲ θέση νὰ φυλάξει καὶ τὸν ἔξω ἄνθρωπο. Ἀλλὰ ἐμεῖς καὶ οἱ κακοῦργοι δαίμονες ἀπὸ κοινοῦ διαπράττομε τὶς ἁμαρτίες. Καὶ οἱ δαίμονες μόνο μὲ λογισμούς, δηλαδὴ μὲ φανταστικὲς εἰκόνες, ζωγραφίζουν στὸ νοῦ ὅπως θέλουν τὴν ἁμαρτία. ἐμεῖς ὅμως καὶ μὲ λογισμοὺς ἐσωτερικῶς καὶ μὲ ἔργα ἐξωτερικῶς. Οἱ δαίμονες μὴ ἔχοντας σῶμα, ἐπειδὴ εἶναι πνεύματα, μόνο μὲ λογισμούς, μὲ δολιότητα καὶ ἀπάτη, προξενοῦν καὶ στὸν ἑαυτό τους καὶ σ' ἐμᾶς τὴν κόλαση. Γιατί ἂν δὲν εἶχαν στερηθεῖ τὸ σῶμα οἱ κακοῦργοι, θὰ ἔκαναν συνεχῶς καὶ ἔμπρακτες ἁμαρτίες, ἐπειδὴ ἡ προαίρεσή τους εἶναι πάντοτε ἕτοιμη στὸ νὰ ἀσεβοῦν.

174. Ἡ μονολόγιστη εὐχὴ σκοτώνει καὶ κάνει στάχτη τὶς ἀπάτες τους. Γιατί ὅταν προσκαλεῖται συνεχῶς καὶ ἀκούραστα ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Ἰησοῦς, ὁ Θεὸς καὶ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καθόλου δὲν ἐπιτρέπει σ' αὐτούς, οὔτε τὴν ἀρχὴ τῆς εἰσβολήςη ὁποία κια προσβολὴ ὀνομάζεται,οὔτε μορφὴ νὰ ὑποδείξουν στὸ νοῦ μὲ τὸν καθρέφτη τῆς διάνοιας, οὔτε λόγους νὰ ποῦν στὴν καρδιά. Κι ἂν δὲν εἰσχωρεῖ στὴν καρδιὰ δαιμονικὴ μορφή, τότε ὅπως εἴπαμε, καὶ ἡ καρδιὰ θὰ εἶναι ἄδεια ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς. ἐπειδὴ οἱ δαίμονες ἔτσι συνηθίζουν, νὰ πλησιάζουν μὲ λογισμοὺς καὶ νὰ διδάσκουν κρυφὰ τὴν κακία.

175. Ἀπὸ τὴν συνεχῆ λοιπὸν εὐχὴ μένει καθαρὸς ὁ ἀέρας τῆς διάνοιας ἀπὸ σκοτεινὰ σύννεφα, ἀπὸ ἀνέμους τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Καὶ ὅταν εἶναι καθαρὸς ὁ καρδιακὸς ἀέρας, εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴ λάμπει μέσα σ' αὐτὸν τὸ θεϊκὸ φῶς τοῦ Ἰησοῦ, ἐκτὸς ἂν ἀπὸ κενοδοξία, ἀπὸ ἔπαρση καὶ ἐπίδειξη φουσκώνουμε καὶ ἀπὸ ἐλαφρότητα τοῦ νοῦ θέλομε νὰ φτάσομε τὰ ἀκατάληπτα καὶ ἄφθαστα. Τότε δὲν μᾶς βοηθεῖ ὁ Ἰησοῦς, γιατί ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος μᾶς ὑπέδειξε καὶ μᾶς δίδαξε τὴν ταπείνωση, μισεῖ τὰ πράγματα αὐτά.

176. Ἂς ἀκολουθοῦμε λοιπὸν τὴν εὐχὴ καὶ τὴν ταπείνωση, αὐτὰ τὰ δύο, τὰ ὁποία μαζὶ μὲ τὴν νήψη στρέφονται κατὰ τῶν δαιμόνων σὰν μαχαίρι ἀπὸ φλόγα. Μποροῦμε λοιπόν, ὅταν ἔτσι ζοῦμε, κάθε ἡμέρα καὶ ὥρα μέσα στὴν καρδιά μας νὰ ἑορτάζομε μὲ μυστικὴ εὐφροσύνη.

177. Μέσα στοὺς ὀχτὼ γενικότατους λογισμοὺς τῆς κακίας περιέχεται κάθε λογισμὸς καὶ ἀπὸ αὐτοὺς γεννιοῦνται ὅλοι οἱ λογισμοί, ὅπως γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Ἥρα καὶ τὸν Δία κάθε βδελυρόςθεος τῶν Ἑλλήνων σύμφωνα μὲ τοὺς μύθους τους. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὀχτὼ λογισμοὶ ἀνεβαίνουν στὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ὅταν βροῦν τὸ νοῦ ἀφύλακτο, μπαίνουν μὲ τὴ σειρὰ ἕνας ἕνας. Ὁποιοσδήποτε λογισμὸς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ὀχτὼ μπεῖ ἐκεῖ μέσα, σέρνει μαζί του καὶ ἕνα κοπάδι ἀπὸ αἰσχροὺς λογισμούς. Καὶ ἔτσι ἀφοῦ σκοτίσει τὸ νοῦ, προσκαλεῖ τὸ σῶμα καὶ τὸ παροτρύνει νὰ διαπράξει αἰσχρὲς πράξεις.

178. Ὅποιος λοιπὸν συντρίβει τὴν κεφαλὴ τοῦ φιδιοῦ καὶ μὲ ἀντίρρηση γεμάτη θυμὸ τὸ γρονθοκοπεῖ μὲ θυμωμένα λόγια, αὐτὸς ἀπέκρουσε τὸν πόλεμο. Γιατί λιώνοντας τὸ κεφάλι τοῦ φιδιοῦ, ξέφυγε πολλοὺς πονηροὺς λογισμοὺς καὶ πονηρότατα ἔργα. Καὶ τότε μένει ἥσυχη καὶ ἀτάραχη ἡ διάνοια, μὲ τὸ νὰ δέχεται ὁ Θεοςτην ἐγρήγορσή της στοὺς λογισμούς. τὸ δῶρο ποὺ τῆς κάνει γι' αὐτὸ ὁ Θεὸς εἶναι γνώση πῶς πρέπει νὰ νικᾶ τοὺς ἀντίπαλους δαίμονες καὶ πῶς νὰ νικᾶ τοὺς ἀντίπαλους δαίμονες καὶ πῶς νὰ καθαρίζεται βαθμηδὸν ἡ καρδιὰ ἀπὸ λογισμοὺς ποὺ μολύνουν τὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο, ὅπως λέει ὁ Κύριος Ἰησοῦς: "Ἀπὸ τὴν καρδιὰ ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, πορνεῖες, μοιχεῖες. κι αὐτὰ εἶναι ποὺ μολύνουν τὸν ἄνθρωπο".

179. Ἔτσι λοιπὸν μπορεῖ ἡ ψυχὴ μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου νὰ σταθεῖ μὲ τὴ δική της ὀμορφιά, τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν εὐθύτητά της, ὅπως ἐξαρχῆς κτίσθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἐξαιρετικὰ ὡραῖα καὶ εἰλικρινής, καθὼς λέει ὁ μέγας δοῦλος τοῦ Θεοῦ Ἀντώνιος: "Ὅταν ἡ ψυχὴ βρίσκεται στὴ φυσικὴ νοερὴ τῆς κατάσταση - ὅπως τὴν ἔπλασε ὁ Θεὸς - τότε ὑπάρχει ἀρετή". Καὶ πάλι λέει: "Τὸ νὰ εἶναι εἰλικρινὴς ἡ ψυχή, αὐτὸ εἶναι ἡ φυσικὴ πνευματικὴ κατάστασή της, ὅπως ἔχει δημιουργηθεῖ". Καὶ παρακάτω λέει: "Ἂς εἴμαστε καθαροὶ στὴ διάνοιά μας. Ἐγὼ πιστεύω ὅτι ὅταν αὐτὴ ἀπὸ παντοῦ εἶναι καθαρὴ καὶ στέκεται στὸ κατὰ φύση, μπορεῖ νὰ γίνει διορατικὴ καὶ νὰ βλέπει περισσότερο καὶ μακρύτερα ἀπὸ τοὺς δαίμονες, γιατί ἔχει τὸν Κύριο ὁ ὁποῖος τῆς ἀνοίγει τὰ μάτια". Αὐτὰ λέει ὁ ἔνδοξος Ἀντώνιος, ὅπως γράφει ὁ Ἀθανάσιος στὸ βίο τοῦ Μ. Ἀντωνίου.

180. Κάθε λογισμὸς παρουσιάζει στὸ νοῦ τὴ φαντασία κάποιου αἰσθητοῦ πράγματος. Γιατί ὁ σατανᾶς εἶναι νοῦς καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαπατήσει ἂν δὲν μεταχειριστεῖ τὰ αἰσθητὰ καὶ συνήθη σ' ἐμᾶς.

181. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ καταδιώκομε τὰ πουλιὰ στὸν ἀέρα ἢ νὰ πετοῦμε ὅπως ἐκεῖνα, γιατί ἡ ἀνθρώπινη φύση μας δὲν ἔχει αὐτὴ τὴν ἰδιότητα, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ νικήσομε ἀσώματους δαιμονικοὺς λογισμούς, χωρὶς εὐχὴ νηπτικὴ καὶ συχνή. ἢ χωρὶς νὰ προσηλώνομε μὲ ἄκρα προσοχὴ τὸ μάτι τοῦ νοῦ μας στὸ Θεό. Ἂν δὲν τὸ κάνεις αὐτό, κυνηγᾶς τὴ γῆ.

182. Πράγματι, ἂν θέλεις νὰ καταντροπιάσεις τοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ ἡσυχάζεις μὲ ἀγαθότητα καὶ νὰ νήφεις μέσα στὴν καρδιά σου μὲ εὐκολία, ἂς κολλήσει ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ στὴν ἀναπνοή σου, καὶ σὲ λίγες ἡμέρες θὰ δεῖς νὰ γίνεται αὐτό.

183. Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γραφοῦν γράμματα πάνω στὸν ἀέρα, ἀλλὰ πρέπει νὰ χαραχτοῦν πάνω σὲ κάποιο σῶμα γιὰ νὰ μένουν διαρκῆ. Ἔτσι καὶ στὴν κοπιαστικὴ νήψη ἂς κολλήσομε τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ μένει ἡ ὡραιότατη ἀρετὴ τῆς νηφαλιότητας διαρκῆς μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ μέσω Αὐτοῦ νὰ διατηρεῖται σ' ἐμᾶς ἀναφαίρετη στὸν αἰώνα.

184. Στήριξε τὰ ἔργα σου πάνω στὸν Κύριο καὶ θὰ βρεῖς χάρη. Τότε δὲ θὰ λέγεται καὶ γιὰ μᾶς ἀπὸ τὸν προφήτη: "Στὸ στόμα τοὺς Κύριε εἶσαι κοντά, πολὺ μακριὰ ὅμως ἀπὸ τὰ νεφρὰ τοὺς" (τὴν ἕδρα τοῦ θυμικοῦ). Κανείς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ εἰρηνεύσει τὴν καρδιά σου ἀπὸ τὰ πάθη, παρὰ αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ συνένωσε ἐκεῖνα ποὺ ἦταν ἀπομακρυσμένα.

185. Τὸ ἴδιο σκοτίζουν τὴν ψυχή, τόσο οἱ συνομιλίες τῶν λογισμῶν κατὰ διάνοια ὅσο καὶ οἱ ἐξωτερικὲς συναναστροφὲς καὶ ἀργολογίες. Γιὰ νὰ ἀποφύγομε τὴ βλάβη τοῦ νοῦ μᾶς πρέπει καὶ τοὺς δύο, δήλ. καὶ τοὺς λογισμοὺς καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ θέλουν νὰ ἀργολογοῦν, νὰ τοὺς λυποῦμε γιὰ πολὺ εὔλογη κατὰ Θεὸν αἰτία, γιὰ νὰ μὴ σκοτισθεῖ ὁ νοῦς καὶ χαλαρώσει τὴ νήψη. Γιατί ὅταν μᾶς σκοτίσει ἡ λήθη, χάνομε τὴν προσοχὴ τοῦ νοῦ.

186. Ἐκεῖνος ποὺ μὲ κάθε προθυμία κρατᾶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, θὰ ἀποκτήσει δάσκαλο αὐτῆς τῆς ἱερῆς ἐργασίας τὸν νομοθέτη τῆς Χριστό, ποὺ θὰ τοῦ ὑπαγορεύει μυστικὰ τὸ θέλημά Του. "Θ' ἀκούσω τί θὰ πεῖ μέσα μου ὁ Κύριος ὁ Θεός", λέει ὁ Δαβίδ, φανερώνοντας αὐτὸ τὸ πράγμα. Μιλώντας γιὰ τὸ νοητὸ πόλεμο καὶ θέλοντας νὰ δηλώσει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ πρὸς τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν προστατευτικὴ ὑπεράσπιση ἀπὸ τὸ Θεό, ἔλεγε: "Καὶ θὰ ρωτήσει ὁ ἄνθρωπος, ἄραγε ὁ δίκαιος θὰ ἀμοιφθεῖ;". Κατόπιν ἀπὸ τὴ συζήτηση ἀνάμεσά τους, ἐγκρίθηκε ἡ ἀπόφαση: "Ἄρα ὑπάρχει ὁ Θεὸς ποὺ θὰ κρίνει αὐτούς", δήλ. τοὺς πονηροὺς δαίμονες, στὸ χῶρο τῆς καρδιᾶς μας. Καὶ σὲ ἄλλο μέρος λέει: "Θὰ προσέλθει ἄνθρωπος μὲ βαθιὰ καρδιὰ καὶ θὰ ὑψωθεῖ ὁ Θεός". Καὶ τότε τὶς πληγὲς τῶν δαιμόνων θὰ τὶς θεωρήσομε σὰν βέλη νηπιῶν.

187. Μὲ παιδαγωγημένη τὴ καρδιά μας ἀπὸ τὴ σοφία ἂς ζοῦμε πάντοτε, κατὰ τὸν Δαβίδ, ἀναπνέοντας ἀδιάκοπα αὐτὴ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ Πατέρα καὶ τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἂν ἀπὸ οἱαδήποτε περίσταση χαλαρωθοῦμε καὶ ἀμελήσομε τὴ νοητὴ αὐτὴ ἐργασία, τὸ ἄλλο πρωὶ ἂς σφίξομε πάλι γερὰ τὴ μέση του νοῦ μας καὶ ἂς ξαναρχίσομε μὲ δύναμη τὴ νοητὴ αὐτὴ ἐργασία. Γιατί δὲν ἔχομε ἀπολογία, ἂν γνωρίζομε τὸ καλὸ καὶ δὲν τὸ πράξομε.

188. Τὰ φαγητὰ ποὺ φέρνουν ἀρρώστια, μᾶς ἐνοχλοῦν μόλις τὰ βάλομε στὸ στομάχι μας. ὅποιος φάει ἀπὸ αὐτὰ αἰσθάνεται ἀμέσως τὴν ἐνόχληση, ἂν ὅμως πιεῖ γρήγορα κάποιο φάρμακο καὶ κάνει ἐμετό, μένει ἀβλαβής. Ἔτσι καὶ ὁ νοῦς, ἂν δεχτεῖ πονηροὺς λογισμοὺς καὶ τοὺς καταπιεῖ κι αἰσθανθεῖ τὴν πικρία τους, τότε μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ ποὺ κραυγάζει ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του, εὔκολά τους κάνει ἐμετὸ καὶ τελείως τοὺς ἀποβάλλει. ἔτσι - μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ - ἡ μάθηση, καὶ μὲ τὴ μάθηση ἡ πείρα, ἔχουν δώσει σὲ ὅσους ἔχουν τὴν νήψη νὰ ἐννοήσουν γιὰ τὸ θέμα αὐτό.

189. Μὲ τὴν ἀναπνοή σου ἕνωσε τὴ νήψη καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ ἀδιάκοπη μελέτη θανάτου καὶ ταπείνωση. Γιατί ὠφελοῦν πολὺ καὶ τὰ δύο.

190. Εἶπε ὁ Κύριος: "Μάθετε ἀπὸ μένα ὅτι εἶμαι πράος καὶ ἡ καρδιά μου ταπεινὴ καὶ θ' ἀναπαυθοῦν οἱ ψυχές σας".

191. Εἶπε ὁ Κύριος: "Ὅποιος ταπεινώσει τὸν ἑαυτὸ τοῦ ὅπως τὸ παιδὶ τοῦτο, θὰ ὑψωθεῖ. ἐνῶ ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του, θὰ ταπεινωθεῖ". "Ἀπὸ ἐμένα", λέει, "μάθετε". Βλέπεις ὅτι μάθηση εἶναι ἡ ταπείνωση. Γιατί ἡ ἐντολὴ Τοῦ εἶναι ζωὴ αἰώνια. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ ταπείνωση. Ὁ μὴ ταπεινὸς λοιπὸν ξεγλύστρησε ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ θὰ βρεθεῖ στὸ ἀντίθετό της ζωῆς.

192. Κάθε ἀρετὴ οἰκοδομεῖται μὲ τὴ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. Καὶ κτίσματα τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μὲ τὰ ὁποία ἡ ἀρετὴ ὅπως εἶπα παίρνει ὕπαρξη. Πῶς τότε δὲν εἴμαστε ὁλότελα μανιακοὶ ὅταν καυχιόμαστε γιὰ τὰ στολίδια τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ποὺ δὲν εἶναι δικά μας καὶ κενοδοξοῦμε καὶ στηριζόμαστε πάνω στὴν ὑπερηφάνεια ποὺ εἶναι σὰν καλαμένιο ραβδί, καὶ τὸ Θεὸ ποὺ ὑπερέχει ἀπείρως κατὰ τὸ μέγεθος ἀπὸ ἐμᾶς τὸν διεγείρομε ἐναντίον μας, πράγμα ποὺ εἶναι πάρα πολὺ φρικτό, μὲ τὴν ὑπερβολική μας ἀνομία καὶ ἀνοησία; Γιατί ὁ Κύριος ἀντιτίθεται στοὺς ὑπερήφανους. Ἀντὶ νὰ μιμούμαστε τὸν Κύριο μὲ ταπείνωση, πιάνομε φιλία μὲ τὸν δαίμονα, τὸν ἐχθρό του Κυρίου, ἀπὸ φρόνημα κενόδοξο καὶ ὑπερήφανο. Γι' αὐτὸ ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος: "Τί ἔχεις ποῦ δὲν τὸ ἔλαβες; Μήπως ἐσὺ ἔπλασες τὸν ἑαυτό σου; Καὶ ἂν τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή, ἀπὸ τὰ ὁποία καὶ στὰ ὁποῖα καὶ μὲ τὰ ὁποία οἰκοδομεῖται κάθε ἀρετή, τὰ ἔλαβες ἀπὸ τὸ Θεό, γιατί καυχιέσαι σὰν νὰ μὴν τὰ ἔλαβες;". Ὁ Κύριος εἶναι πού σου τὰ δωρίζει.

193. Δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ὁ τέλειος καθαρισμὸς τῆς καρδιᾶς, μὲ τὸν ὁποῖο καὶ ταπείνωση καὶ κάθε ἀγαθὸ βρίσκεται μέσα μᾶς προερχόμενο ἀπὸ τὸν οὐρανό, παρὰ τὸ νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε διόλου στοὺς λογισμοὺς ποὺ προβάλλουν τὸ κεφάλι τους, νὰ μποῦν στὴν ψυχή.

194. Ἡ φύλαξη τοῦ νοῦ, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ μόνο γιὰ τὸ Θεό, ὅταν πολυκαιρίσει στὴν ψυχή, χορηγεῖ φρόνηση στὸ λογικὸ γιὰ τοὺς κατὰ Θεὸν ἀγῶνες. Μεγάλη ἱκανότητα δίνει σ' ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔχει, νὰ διευθύνει καὶ νὰ διευθετεῖ τὰ ἔργα καὶ τοὺς λόγους του μὲ κρίση καὶ σκέψη εὐπρόσδεκτες στὸν Κύριο.

195. Τὰ διακριτικά τοῦ Ἀρχιερέα στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἦταν προτυπώσεις τῆς καθαρῆς καρδιᾶς, γιὰ νὰ προσέχομε κι ἐμεῖς στὸ ἄμφιο τῆς καρδιᾶς μας μήπως μαυρίσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ τὸ καθαρίζομε μὲ δάκρυα καὶ μετάνοια καὶ προσευχή. Γιατί ὁ νοῦς εἶναι κάτι τὸ ἐλαφρὸ καὶ εὐκίνητο καὶ δύσκολα μπορεῖ νὰ ἀναχαιτιστεῖ ἀπὸ τὶς παράνομες ἐνθυμήσεις. Ἀκολουθεῖ μὲ τὴν ἴδια εὐκολία καὶ τὶς κακὲς καὶ τὶς καλὲς διανοητικὲς φαντασίες.

196. Μακάριος πραγματικὰ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κολλήσει τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ στὴ διάνοιά του καὶ φωνάζει πρὸς Αὐτὸν ἀκατάπαυστα μέσα στὴν καρδιά του, ὅπως εἶναι ἑνωμένος ὁ ἀέρας μὲ τὰ σώματά μας ἢ ἡ φλόγα μὲ τὸ κερί. Ὅταν περνᾶ ὁ ἥλιος πάνω ἀπὸ τὴ γῆ, φέρνει τὴν ἡμέρα. Καὶ τὸ ἅγιο καὶ σεβάσμιο ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὅταν λάμπει συνεχῶς μέσα στὸ νοῦ μας, θὰ γεννήσει ἀναρίθμητες ἔννοιες, λαμπρὲς σὰν τὸν ἥλιο.

197. Ὅταν διασκορπιστοῦν τὰ σύννεφα, ὁ ἀέρας φανερώνεται καθαρός. Καὶ ὅταν διασκορπιστοῦν οἱ φαντασίες τῶν παθῶν ἀπὸ τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης Ἰησοῦ Χριστό, τότε ὁπωσδήποτε γεννιοῦνται στὴν καρδιὰ φωτεινὰ καὶ ἀστραφτερὰ νοήματα, ἐπειδὴ φωτίστηκε ὁ ἀέρας τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ. Γιατί λέει ὁ Ἐκκλησιαστῆς: "Ὅσοι θαρροῦν στὸν Κύριο θὰ ἐννοήσουν τὴν ἀλήθεια, καὶ οἱ πιστοὶ θὰ παραμένουν κοντά Του μὲ ἀγάπη".

198. Εἶπε ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἁγίους: "Ἂν θέλεις νὰ μνησικακεῖς, νὰ μνησικακεῖς ἐναντίον τῶν δαιμόνων. καὶ ἂν θέλεις νὰ ἔχεις ἐχθρό, νὰ ἐχθρεύεσαι τὸ σῶμα σου παντοτεινά. Ἡ σάρκα εἶναι δόλιος φίλος καὶ ὅσο τὴν περιποιῆσαι, τόσο περισσότερο πολεμεῖ". Καὶ πάλι εἶπε: "Ἀπόκτησε ἔχθρα κατὰ τοῦ σώματός σου καὶ πόλεμο ἐναντίον τῆς κοιλιᾶς σου".

199. Στὰ προηγούμενα, στὴν πρώτη καὶ τὴν δεύτερη ἑκατοντάδα, γράψαμε γιὰ τοὺς κόπους τῆς ἱερῆς ἡσυχίας τοῦ νοῦ, ὄχι καρποὺς τῆς διάνοιάς μας μόνο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὅσα μᾶς διδάσκουν οἱ λόγοι τῶν θεοφόρων Πατέρων σχετικὰ μὲ τὴν καθαρότητα τοῦ νοῦ. Τώρα, ἀφοῦ ποῦμε λίγα γιὰ τὸ κέρδος τῆς φυλάξεως τοῦ νοῦ, θὰ σταματήσομε τὸν λόγο.

200. Ἔλα λοιπὸν ἀκολούθησε μὲ στὴ συνεχῆ ἐργασία τῆς μακάριας φυλάξεως τοῦ νοῦ, ὁποιοσδήποτε καὶ ἂν εἶσαι, ἂν ποθεῖς νὰ δεῖς ἡμέρες ἀγαθές, καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου, θὰ σὲ διδάξω τὴ φανερὴ ἐργασία καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τῶν νοερῶν δυνάμεων. Δὲν θὰ χορτάσουν οἱ ἄγγελοι νὰ ὑμνοῦν τὸν Ποιητή, οὔτε ὁ καθαρὸς νοῦς νὰ ἀγωνίζεται νὰ τοὺς φτάσει. Καὶ ὅπως οἱ ἄυλοι δὲν φροντίζουν γιὰ τροφή, ἔτσι οὔτε οἱ ὑλικοὶ ἄυλοι φροντίζουν γιὰ τροφή, ἂν βέβαια μποῦν στὸν οὐρανὸ τῆς ἡσυχίας τοῦ νοῦ.

201. Ὅπως λοιπὸν οἱ ἀγγελικὲς δυνάμεις δὲν φροντίζουν γιὰ χρήματα ἢ κτήματα, ἔτσι οὔτε καὶ ἐκεῖνοι ποὺ καθάρισαν τὴν ὅραση τῆς ψυχῆς καὶ συνήθισαν στὴν ἀρετή, δὲ θὰ νοιαστοῦν γιὰ τὴν ταλαιπωρία ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Καὶ ὅπως στὰ οὐράνια πνεύματα εἶναι φανερὸς ὁ πλοῦτος τῆς προκοπῆς πρὸς τὸ Θεό, ἔτσι καὶ σ' ὅσους ἀσκοῦν τὴ νήψη εἶναι φανερὸς ὁ ἔρωτας καὶ ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸ Θεό, ἡ ἐνατένιση καὶ ἡ ἀνάβασή τους πρὸς Αὐτόν. Γεμάτοι ἀπὸ θεῖο ἔρωτα προχωροῦν συνεχῶς σὲ πνευματικὲς ἀναβάσεις χωρὶς νὰ χορταίνουν, ἐπειδὴ γεύθηκαν τὸ θεῖο καὶ ἐκστατικὸ πόθο. δὲ θὰ σταματήσουν μέχρις ὅτου φτάσουν τὰ Σεραφείμ. Οὔτε θὰ ἀφήσουν τὴ νήψη τοῦ νοῦ καὶ τὴν ἐρωτικὴ ἀνύψωση, μέχρις ὅτου γίνουν Ἄγγελοι, μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας.

202. Δὲν ὑπάρχει δυνατότερο δηλητήριο ἀπὸ τὸ δηλητήριο τῆς ἀσπίδας καὶ τοῦ βασιλίσκου. Καὶ δὲν ὑπάρχει κακία χειρότερη ἀπὸ τὴν φιλαυτία. Παιδιὰ τῆς φιλαυτίας ποὺ κινοῦνται μὲ ὁρμὴ εἶναι: ὁ αὐτοέπαινος μέσα στὴν καρδιά, ἡ αὐταρέσκεια, ἡ γαστριμαργία, ἡ πορνεία, ἡ κενοδοξία, ὁ φθόνος, καὶ ἡ κορωνίδα ὅλων, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία γνωρίζει ὄχι μόνο ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ Ἀγγέλους νὰ ρίχνει ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ καὶ νὰ τοὺς ντύνει μὲ σκοτάδι ἀντὶ μὲ φῶς.

203. Αὐτά σοῦ γράφω, Θεοδοῦλε, ἐγὼ ποὺ ἔχω ὄνομα ποὺ δηλώνει ἡσυχία, ἂν καὶ διαψεύδεται αὐτὸ ἀπὸ τὴν πράξη. Ἴσως ὅμως δὲν εἶναι δικά μου τὰ γραφόμενα, ἀλλὰ ὅ,τι ἔδωσε ὁ Θεός, ποὺ Τὸν ὑμνεῖ καὶ Τὸν δοξάζει ὡς Πατέρα καὶ Υἱὸ καὶ Ἅγιο Πνεῦμα ὅλη ἡ λογικὴ φύση τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλη ἡ κτίση, τὴν ὁποία δημιούργησε ἡ ἄρρητη Τριάδα, ὁ ἕνας Θεός. Εἴθε κι ἐμεῖς νὰ γίνομε μέτοχοί της λαμπρῆς βασιλείας Του, μὲ τὶς εὐχὲς τῆς ὑπεραγνῆς Θεοτόκου καὶ τῶν ὁσίων Πατέρων μας. Στὸν ἀκατάληπτο Θεό, δόξα αἰώνια.

ΑΜΗΝ.