Στο βιβλίο του Ηλία Βουλγαράκη «Στιγμιότυπα από την εποχή των Πατέρων» καταγράφεται και η περίπτωση της μάρτυρος Ευτυχίας, η οποία συνελήφθηκε από τους ειδωλολάτρες μαζί με τις Αγάπη, Ειρήνη, Χιόνη και άλλους.
Η Ευτυχία παρουσιάστηκε μπροστά στο Ρωμαίο δικαστή, ενώ ήταν επτά μηνών έγκυος και νεαρή χήρα. Τη ρώτησε αν θα υπακούσει στη βασιλική διαταγή να θυσιάσει στα είδωλα, οπότε θα επέστρεφε στο σπίτι της.
Εκείνη όμως απάντησε: «Ου πείθομαι, χριστιανή ειμί, Θεού δούλη παντοκράτορος». Τελικά, με βάση το Ρωμαϊκό δίκαιο, ο δικαστής την έκλεισε στη φυλακή, ώσπου να γεννήσει το παιδί της. Αν όμως βρισκόταν σε άλλη χώρα που ο νόμος διέτασσε τη θανατική ποινή, ανεξάρτητα από την κυοφορία της, θα εκτελείτο μαζί της και το αγέννητο παιδί.
Αναλύοντας την περίπτωση αναφύεται το ερώτημα: Τι θα έπρεπε να κάμει, να αρνηθεί το Χριστό και να σώσει το παιδί που, ως κυοφορούμενο, είχε προτεραιότητα ή να μαρτυρήσει αποφασίζοντας αυτή για τη ζωή του; Βέβαια, για την ίδια τέτοιο δίλημμα δεν υπήρχε, γιατί η απόφασή της πήγαζε από την καρδία κι όχι το λογικό της. Κι ακόμα, πάνω απ’ όλα και όλους ήταν ο Χριστός και μετά οι άλλοι και ο εαυτός της.