Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Να σκεπάζουμε το σφάλμα του αδελφού

Από το Γεροντικό


Πήγε κάποτε ο αββάς Αμμωνάς σε κάποιον τόπο για να γευματίσει. Εκεί κοντά ήταν κι ένας αδελφός που είχε κακή φήμη. 

Συνέβη μάλιστα να πάει και να μπει στο κελί του αδελφού, η γυναίκα για την οποία τον κακολογούσαν. Οι κάτοικοι της περιοχής μόλις το έμαθαν, ξεσηκώθηκαν και πήραν την απόφαση να διώξουν τον μοναχό από το κελί. 

Όταν πληροφορήθηκαν ότι ο επίσκοπος Αμμωνάς βρισκόταν στην περιοχή τους, πήγαν και τον παρακάλεσαν να πάει μαζί τους. Σαν τα έμαθε αυτά ο αδελφός, πήρε τη γυναίκα και την έκρυψε μέσα σ’ ένα μεγάλο πιθάρι. Κατέφθασε το πλήθος και ο αββάς Αμμωνάς αντιλήφθηκε τι συνέβη αλλά χάριν του Θεού σκέπασε το γεγονός. 

Μπήκε λοιπόν στο κελί του αδελφού, κάθισε πάνω στο πιθάρι και διέταξε να ερευνήσουν το κελί. Όταν όμως έψαξαν και δεν βρήκαν τη γυναίκα, τους είπε ο αββάς Αμμωνάς: 

«Τι συμβαίνει λοιπόν; Ο Θεός να σας συγχωρήσει». Και αφού προσευχήθηκε, απομάκρυνε τον κόσμο. Έπιασε τότε από το χέρι τον αδελφό και του είπε: 

«Πρόσεχε την ψυχή σου, αδελφέ». Και με τον λόγο αυτόν έφυγε.

***

Κάποιος αδελφός της Σκήτης έσφαλε. Έγινε συγκέντρωση στην οποία κάλεσαν τον αββά Μωϋσή αλλ’ αυτός δεν θέλησε να πάει. Του παρήγγειλε τότε ο πρεσβύτερος: 

«Έλα, γιατί σε περιμένουν όλοι». Κι εκείνος σηκώθηκε και πήγε κρατώντας στην πλάτη ένα καλάθι τρύπιο που το γέμισε με άμμο. Οι Πατέρες που βγήκαν να τον προϋπαντήσουν του λένε: «Τι είναι αυτό, πάτερ;» «Οι αμαρτίες μου, απαντά ο Γέροντας, που κυλούν και πέφτουν πίσω μου και δεν τις βλέπω και ήλθα εγώ σήμερα να κρίνω τα σφάλματα άλλου».

Όταν τα’ άκουσαν αυτά οι Πατέρες, δεν είπαν τίποτε εναντίον του αδελφού αλλά τον συγχώρεσαν.

***

Ρώτησε ένας αδελφός τον αββά Ποιμένα: 

«Εάν δω κάποιο σφάλμα του αδελφού μου, είναι καλό να το σκεπάσω;» Κι ο Γέροντας απάντησε: 

«Όποια ώρα σκεπάσουμε το σφάλμα του αδελφού μας, σκεπάζει και ο Θεός το δικό μας. Κι όποια ώρα θα φανερώσουμε του αδελφού το σφάλμα, θα φανερώσει και ο Θεός το δικό μας».

Τὴ σιωπὴ νὰ ἀγαπᾶς περισσότερο ἀπό τό λόγο


Τὴ σιωπὴ νὰ τὴν ἀγαπᾶς περισσότερο ἀπό τό λόγο. 
Γιατὶ ἡ σιωπὴ φέρνει θησαυρό, ἐνῶ ἡ ὁμιλία τὸν σκορπίζει.

Ἀββᾶς Ἠσαΐας

Το φάρμακο στην τρέλα των σκέψεων

Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς


Για μένα η σκέψη, η κάθε σκέψη, είναι το μεγαλύτερο βάσανο που υπάρχει κάτω από τον ουρανό, μέχρι να μεταμορφωθεί σε Θεο-σκέψη, σε Χριστο-σκέψη, δηλαδή μέχρι να λογοποιηθεί, να νοηματοδοτηθεί.

Αλήθεια η σκέψη είναι κόλαση, αν δεν μεταμορφωθεί σε Χριστο-σκέψη.

Χωρίς τον λόγο η ανθρώπινη σκέψη βρίσκεται συνέχεια στην άλογη παραφροσύνη, στο παραλήρημα, στη σατανική ανόητη αυτοβεβαίωση, σε εκείνο το σατανικό: η σκέψη για τη σκέψη, σε αναλογία με το l' art pour l' art.

Η ανθρώπινη σκέψη μωραίνεται με την αμαρτία, όπως και η αίσθηση.

Ο μοναδικός γιατρός και το μοναδικό φάρμακο από αυτή την τρέλα είναι ο Θεάνθρωπος, διότι Αυτός είναι ο Θεός Λόγος που έγινε άνθρωπος.

Σε Αυτόν και με Αυτόν δόθηκε και εξασφαλίστηκε στην ανθρώπινη σκέψη η δυνατότητα της άπειρης θείας τελειοποίησης.

Αυτός έγινε άνθρωπος ακριβώς για να μη καταντήσει τελικά και ανεπανόρθωτα αυτός ο πλανήτης, αν οδηγηθεί από το γυμνό και «καθαρό» ανθρώπινο λόγο, ένα πλήρες τρελοκομείο.


Αρχ. Ιουστίνου Πόποβιτς. Άνθρωπος και Θεάνθρωπος.
Ε' Εκδ. Αστήρ, Αθήνα. 1987. σελ. 34-35

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Δοξαστικό των Αίνων Κυριακής Δ' Νηστειών


(Ζωντανή ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης
σήμερα Κυριακή 30 Μαρτίου 2014, Δ' των Νηστειών)

Δόξα Πατρὶ… Τὸ παρὸν Ἰδιόμελον
Ἦχος α’

Δεῦτε ἐργασώμεθα ἐν τῷ μυστικῷ ἀμπελῶνι καρποὺς μετανοίας, ἐν τούτῳ ποιούμενοι οὐκ ἐν βρώμασι καὶ πόμασι κοπιῶντες, ἀλλ’ ἐν προσευχαῖς καὶ νηστείαις τάς ἀρετὰς κατορθοῦντες, τούτοις ἀρεσκόμενος, ὁ Κύριος τοῦ ἔργου δηνάριον παρέχει δι’ οὗ ψυχὰς λυτροῦται, χρέους ἁμαρτίας, ὁ μόνος πολυέλεος.

Όλα τα 'χω! Ευτυχία δεν έχω!

Η αθεΐα, η απιστία ταλαιπωρούν, λυπούν, «αγχώνουν», θλίβουν τον σημερινόν άνθρωπον.

Κάποτε ένας εξαίρετος χειρουργός γιατρός, κληρονομεί μια μεγάλη κλινική από τον πατέρα του, καλοπαντρεύεται με μια ενάρετη χριστιανή και δημιουργεί μια ωραία οικογένεια. Σύντομα τρία παιδάκια συμπληρώνουν την χαρά του. 

Όλα τα καλά γύρω του: Χρήματα, κλινική, παιδιά, τα πάντα! Η γυναίκα του, αληθινό διαμάντι αρετής , ταπεινή, γλυκομίλητη, ευσεβέστατη. Το σπίτι τους σχεδόν καθημερινά, μυρίζει λιβάνι, γιατί η κυρά Μαρία συχνά θυμιατίζει, όταν ανάβει κάθε βράδυ το καντηλάκι της.

Τα τρία παιδιά τους, δυό αγόρια, κι ένα κορίτσι, προοδεύουν καταπληκτικά στα γράμματα, στις ξένες γλώσσες, στη μουσική (όλα μαθαίνουν πιάνο), στην αρετή. Η ευσεβέστατη Μαρία, τα οδηγεί στα Κατηχητικά, στην Εκκλησία, στο Χριστό, στις Χ.Μ.Ο. ( Χριστιανικές Μαθητικές Ομάδες ).

Ο γιατρός, ο κ. Παναγόπουλος Νικόλαος κολυμπά μέσα σε πλούσια υλικά αγαθά. Όμως πάντα είναι άκεφος, δύσθυμος, παραπονούμενος! Πότε του φταίει το ένα, πότε το άλλο. Πάντα βρίσκει κάτι να δικαιολογήσει τη μεγάλη στενοχώρια του.

Κάποια μέρα φωνάζει έναν παλιό, παιδικό του φίλο, θεολόγο, και του εξομολογείται:

- Βρε Παναγιώτη, όλα τα καλά του Θεού τα ‘χω! Δεν μου λείπει τίποτε! Ένα δεν έχω: γαλήνη, χαρά, ευτυχία. Δεν μπορώ να κοιμηθώ ήρεμα τα βράδυα. Βλέπω τρομερά όνειρα, στριφογυρίζω άυπνος στο κρεβάτι μου!

- Με τη χριστιανική πίστη πώς τα πάμε;

- Θα σου μιλήσω «ξεκάθαρα», ντόμπρα! Δεν πιστεύω στο Θεό! Είμαι άθεος! Ίσως φταίει η Γερμανία, όπου σπούδασα, ίσως ο … Καζαντζάκης ! Έχω διαβάσει, Παναγιώτη μου, πολλά έργα του. Μια σκέψη είναι στο μυαλό μου: η θρησκεία είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα. Θεός δεν υπάρχει!

- Αγαπητέ Νίκο, μήπως εδώ κρύβεται η αιτία της λύπης σου; Μήπως δεν έχεις γερά στηρίγματα στη ζωή σου; Ο Πασκάλ, ο μεγάλος εφευρέτης, τον ξέρεις, λέγει: «Επειδή έχω μελετήσει αρκετά, έχω πίστη χωρικού, αν μελετήσω περισσότερο θα 'χω πίστη χωρικής». Αρκετοί επιστήμονες ομολογούν δημόσια την πίστη τους. Η χριστιανική πίστη, η λατρεία, η προσευχή, η συμμετοχή μας στα μυστήρια της Εκκλησίας είναι ουρανόσταλτα δώρα, χαρίζονται από τον Θεό σ’ όλους τους ανθρώπους, για να έχουν χαρά μόνιμη.

- Τότε, αγαπητέ Παναγιώτη, γιατί δεν τα δίνει και σε μένα; Γιατί ζω μέσα στο σκοτάδι, στη λύπη;

- Εσύ τα ζήτησες; Το Ευαγγέλιο, που δεν διαβάζεις, γράφει: «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν». Εσύ, έχεις ζητήσει ποτέ σου τα δώρα του Θεού;

- Όταν ήμουν στο Δημοτικό, η μακαρίτισσα η μητέρα μου μ’ έστελνε στο Κατηχητικό και τότε πίστευα αρκετά. Τώρα δεν πιστεύω τίποτε. «Δεν υπάρχει Θεός, αλλά ύλη», λέγει ο Μπύχνερ. Ο Καζαντζάκης δεν πιστεύει σε τίποτε, είναι ελεύθερος! Έτσι και γω, δεν παραδέχομαι ότι υπάρχει κάποια ανώτερη δύναμη!

- Η απιστία , Νίκο, γεννά ό,τι υπάρχει μέσα σου. Θέλεις να φύγει η λύπη σου;

- Αν θέλω λέει; Πάρα πολύ!!!

- Η λύση πανεύκολη. Ονομάζεται Εξομολόγηση!

- Α! Παναγιώτη! Εγώ δεν έχω καμιά σχέση με παπάδες, ούτε θέλω να ‘χω. Όλοι τους είναι «ζήτουλες», «τσαρλατάνοι», εκμεταλλευτές του κόσμου! Ζουν με την αφέλεια των πολλών!

- Τότε μείνε μοναχός σου, για να ροκανίζει η λύπη το εσωτερικό σου!

- Ένα λεπτό, Παναγιώτη! Εσύ πιστεύεις ότι, αν εξομολογηθώ, θα ηρεμήσω;

- Απόλυτα! Εκατό τοις εκατό!

- Είσαι σίγουρος;

- Άκου, προσεκτικά! Όσοι εξομολογούνται ειλικρινά, βρίσκουν λύτρωση, χαρά, γαλήνη. Η εξομολόγηση είναι Μυστήριο μεγάλο, ωφελιμώτατο, γιατί το πανάγιο Πνεύμα απομακρύνει όλες τις ενοχές , δροσίζει απαλά κάθε φλεγόμενη καρδιά!

- Διστάζω, Παναγιώτη. Εγώ δεν πιστεύω. Δεν έχω εξομολογηθεί ποτέ μου. Αλλά και να ‘θελα, πάλι δεν μπορώ.

- Γιατί Παναγιώτη μου;

- Να, εγώ «κοτζάμ γιατρός» κλινικάρχης, ντρέπομαι να πω τ’ αμαρτήματά μου! Ντρέπομαι! Αλλά και να νικήσω τη ντροπή μου, πάλι δεν θα το αποφασίσω! Ξέρεις γιατί;

- Όχι!

- Ποιος με βεβαιώνει ότι ο παπάς δεν θ’ ανοίξει το στόμα του και δεν θα πει παντού τα δικά μου;

- Άκου Παναγιώτη, εγώ εξομολογούμαι σε κάποιο γέροντα πνευματικό, τον π. Κωνσταντίνο, στον άγιο Γεώργιο Καρύτση. Είναι θεολόγος και τάφος. Θέλεις να πάμε;

- Τι να πω Παναγιώτη;

- Ό,τι σε φωτίσει ο Θεός! Αν πεις ό,τι βαραίνει την ψυχή σου, θα φύγει το βάρος, θα κοιμάσαι, σαν παιδάκι!

- Καλά, θα το σκεφτώ.

Ο θεολόγος αναχωρεί ήρεμος από την κλινική . Αμέσως αρχίζει διάλογο θερμό με τον ουρανό.

- Ω! Χριστέ μου, φώτισε το πλανεμένο πρόβατό Σου! Λασπόνερα πολλά έχουν σκεπάσει την πίστη, την ευσέβεια. Φώτισέ τον, οδήγησέ τον στη μάντρα Σου, για να δοξάζει το άγιο όνομά Σου.

Η προσευχή για τον άλλο κάνει θαύματα! Σε μερικές μέρες , ο καλός θεολόγος παίρνει ένα χαρούμενο τηλεφώνημα:

- Παναγιώτη, εξομολογήθηκα! Έχεις απόλυτο δίκιο, φίλε μου! Γαλήνεψα, ηρέμησα, τώρα είμαι χαρούμενος. Τώρα κοιμάμαι, σαν παιδάκι, όπως το είπες! Σ’ ευχαριστώ, Παναγιώτη, γιατί άνοιξες τα μάτια μου!

Ω! ουρανόσταλτη, ατίμητη μάνα! Εσύ έκρυψες στην καρδιά του γιατρού τα πρώτα χριστιανικά σπέρματα. Αυτά βλάστησαν ύστερα από πολλά χρόνια!

Γονείς, γιαγιάδες, παππούδες, σπέρνετε χριστιανικούς σπόρους στις ψυχές των παιδιών, εγγονών σας. Ουδέποτε τα χριστιανικά λόγια πηγαίνουν χαμένα!

Όσοι εξομολογείσθε, όσοι πίνετε ολόδροσα, γάργαρα νερά, οδηγείστε κάποιον γνωστό φίλο σας στη βρυσομάνα, που λέγεται εξομολόγηση!



Πηγή: «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΙΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ»
ΤΕΥΧΟΣ 8ΟΝ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΓΟΝΤΖΑΣ
Αθήνα

Εβδομαδιαίο Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών


Κυριακάτικο Κήρυγμα (Δ' Νηστειών)


Κυριακή Δ΄ Νηστειῶν 
(Μάρκ. θ΄ 17-31)



Ὁ πατέρας τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μὲ πόνο, πατρικὸ πόνο, φέρνει τὸν υἱόν του, ποὺ ταλαιπωρεῖται ἀπὸ δαιμονικὸ πνεῦμα στὸν Χριστό. Ἀκουμπάει ὅμως μὲ δισταγμὸ τὴν ἐλπίδα του σ᾿ Αὐτόν, ἀφοῦ μήτε οἱ μαθητές Του μπόρεσαν νὰ τὸν βοηθήσουν. Θὰ μπορέσει λοιπὸν ὁ Διδάσκαλος νὰ τὸν βοηθήσει;

Γι᾿ αὐτὸ ἀμφιβάλλοντας, ἐκφράζει τὴν παράκλησή του: «Ἂν μπορεῖς νὰ κάνεις κάτι γι᾿ αὐτόν, λυπήσου μας καὶ βοήθησέ μας». Ἐτοῦτος ὁ πατέρας βρίσκεται σὲ δύσκολη κατάσταση. Ἔχει ἀνάγκη νὰ βοηθηθεῖ καὶ νὰ στηριχθεῖ.

Ἔτσι, νὰ ἐκδιώξει ἀπὸ μέσα του τὴν ἀμφιβολία καὶ τοὺς δισταγμούς του. Νὰ γεμίσει κατόπιν τὴν ὕπαρξή του μὲ πεποίθηση καὶ νὰ πιστεύσει πὼς ὁ Χριστὸς βρίσκεται ἐκεῖ γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει καὶ νὰ τοῦ δώσει αὐτὸ ποὺ ζητεῖ.


«Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε τοῦτο. Ἂν μπορεῖς νὰ πιστέψεις, ὅλα εἶναι δυνατὰ σὲ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει».


Ὁ πατέρας θέλει νὰ πιστεύσει· μὰ πῶς; Μὲ ποιό τρόπο; Πῶς μπορεῖ μιὰ ἀμφιβολία ἢ τὸ χειρότερο, μιὰ ἀπιστία, νὰ μεταβληθεῖ σὲ θερμὴ πίστη; Πῶς ἐτοῦτο τὸ γεγονὸς γίνεται κατορθωτό; Φθάνει μονάχα ἡ καλὴ πρόθεση καὶ ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου; Γιατὶ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἔχει ὁ πατέρας. Ὁ ἴδιος ἄλλωστε τὸ ὁμολογεῖ. 


«Πιστεύω Κύριε, βοήθησέ με νὰ νικήσω τὴν ἀπιστία μου».

Καὶ τότε τὴν καλὴ πρόθεση καὶ τὴ βούληση τοῦ ἀνθρώπου νὰ πιστεύσει, ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ δίνει τὸ ἀποτέλεσμα. Ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἀνθρώπινη ἀδυναμία καὶ μικρότητα, ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ, τὸ μετατρέπει σὲ δυνατότητα καὶ μεγαλειότητα.

Ἔτσι, αὐτὴ ἡ χορηγία τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νὰ μεταβάλει τὰ πράγματα. Τὴν θλίψη καὶ τὸν πόνο, σὲ χαρὰ καὶ ἐγκαρτέρηση. Τὴν ἀδυναμία καὶ ἁμαρτολότητα, σὲ δύναμη καὶ ἁγιότητα. Τὴν ἀγριότητα καὶ τὴν ἐχθρότητα, σὲ γαλήνη καὶ φιλικὴ κατάσταση. Τὸν φόβο καὶ τὴν ντροπή, σὲ οἰκειότητα καὶ παρρησία.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴν ὁμολογία τοῦ πατέρα ὅτι πιστεύει καὶ ζητεῖ τὴ θεϊκὴ προστασία καὶ βοήθεια, ὁ Χριστὸς φέρνει τὸ θαυμαστὸ ἀποτέλεσμα. Έρχεται νὰ δώσει τὴ βέβαιη ἐλπίδα καὶ νὰ ἀποδιώξει τὶς ἀμφιβολίες του.

«Ὁ Χριστὸς τότε κράτησε ἀπὸ τὸ χέρι τὸν υἱὸ τοῦ πατέρα, τὸν σήκωσε καὶ ἐκεῖνος στάθηκε ὄρθιος». Αὐτὰ καταγράφονται στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου. Καὶ ἀποτελοῦν τὴν ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ.

Θεϊκὴ ἀπάντηση! Σωτήρια γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Καὶ μοναδική! Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ἐνεργεῖ πάντοτε πρὸς τὸ ἀνθρώπινο συμφέρον. Καὶ ποτὲ ἐνάντια. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ Τοῦ ἔχει ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη.

Καὶ ὀφείλει νὰ ἐναποθέτει ὅλα του τὰ προβλήματα σ᾿ Αὐτόν. Ὁ Χριστὸς γνωρίζει ἄλλωστε ποιὲς εἶναι οἱ ἀνάγκες μας καὶ τὶ χρειαζόμαστε στὴ ζωή. Γνωρίζει δὲ ἰδιαιτέρως ποιὲς προτεραιότητες πρέπει νὰ βάζουμε στὴν καθημερινότητά μας καὶ πὼς ἀξιολογοῦνται. Δηλαδὴ ποιὰ πηγαίνει πρώτη καὶ ποιὰ δεύτερη. Καὶ γνωρίζει ἀκόμη ποὺ πρέπει νὰ πέσει τὸ μεγαλύτερο βάρος καὶ ποιὰ ἀνάγκη μας ἀξίζει περισσότερο.

Ἐμεῖς στὴν καθημερινότητά μας μπερδεύουμε ἐτοῦτα τὰ πράγματα. Δὲν κυριαρχοῦμε, μήτε ἀξιολογοῦμε τὶς ἀνάγκες καὶ ἀξίες τῆς ζωῆς ὅπως πρέπει, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν βρίσκουμε τὴν ἰσορροπία ἐντός μας. Ἡ ἔλλειψη δὲ τῆς ἰσορροπίας, φέρνει ἀναστάτωση ὑπαρξιακή.

Ἐνῶ ἡ ὕπαρξη τῆς ἰσορροπίας στὴ ζωή, ἐκφράζει τὸ γεγονὸς τῆς σωστῆς ἀξιολόγησης τῶν ἀναγκῶν καὶ ἀξιῶν. Πρῶτον τῶν πνευματικῶν καὶ ὅ,τι συγκροτεῖ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη σὲ σχέση μὲ τὸ Θεό. Καὶ τὸ δεύτερο τῶν ὑλικῶν, ποὺ συνθέτουν τὰ ἐγκόσμια πράγματα τοῦ βίου μας.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ πατέρας τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ζεῖ τὸ δρᾶμα του. Καὶ ὅλοι τὸν συμπονοῦμε. Γι᾿ αὐτὸ μᾶς εἶναι πολὺ συμπαθής. Μέσα δὲ στὸν πόνο του, ποὺ τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀμφιβολία καὶ τὴν ἀπιστία, ὑπάρχει ἐλπίδα. Καὶ θέλει νὰ πιστεύσει σ᾿ αὐτήν. Ζητεῖ τὴ θεϊκὴ βοήθεια γιὰ νὰ στηρίξει τὴν ἐλπίδα του. Καὶ τὴν βρίσκει στὸν Χριστὸ μαζὶ μὲ τὴ θεραπεία τοῦ υἱοῦ του.

Ὁ καθένας μας, ποὺ περνάει μέσα ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὴ θλίψη, τὸ θάνατο καὶ τὴ δυστυχία, τὴν φτώχεια καὶ τὴν ἐγκατάλειψη, τὸν παραγκωνισμὸ καὶ τὴν ἀπαξίωση. Ποὺ ζητεῖ τὴν ἐλπίδα! Καὶ θέλει νὰ πιστεύσει στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἐμπιστευθεῖ τοὺς ἀνθρώπους. Ποὺ θέλει νὰ στηριχθεῖ σὲ στέραιο στήριγμα καὶ ν᾿ ἀκουμπήσει μὲ σιγουριὰ ἐπάνω του.

Αὐτὸς, ἕνα μονάχα τρόπο ἔχει, νὰ ἐμπιστευθεῖ τὸν ἑαυτόν του καὶ νὰ πιστέψει στὸν Χριστό. Ἔτσι, τὸ «θέλει» τὸ δικό του, θὰ ἀνταμωθεῖ μὲ τὸ «θέλει» τοῦ Χριστοῦ. Ἀφοῦ καὶ ὁ Ἕνας καὶ ὁ ἄλλος ἐπιθυμοῦν αὐτὴ τὴν συνύπαρξη.

Γιατὶ μόνο αὐτὸ εὐχαριστεῖ τὸν Χριστό, τὸ «θέλει» Του, τὸ νὰ δίνει, νὰ προσφέρει. Καὶ μόνο αὐτὸ ἱκανοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο, τὸ «θέλει» του, τὸ νὰ παίρνει καὶ νὰ ἀποδέχεται.


Ἀρχιμ. Ν.Π.
imml.gr

Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

† Κυριακή 30 Μαρτίου 2014 (Δ' Νηστειών, Ιωάννου της Κλίμακος)

Ευαγγελική Περικοπή,

Ἐκ τοῦ κατὰ Μάρκον
Κεφ. θ' : 17-31

Τ
ῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπος τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ, καὶ λέγων· Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον· καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει, καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς Μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· Ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. Καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. Καὶ ἰδὼν αὐτὸν, εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς, ἐκυλίετο ἀφρίζων. Καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· Πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; Ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. Καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς.Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ, Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. Καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου, μετὰ δακρύων ἔλεγε· Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. Ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς, ὅτι ἐπισυντρέχει ὁ ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι, τῷ ἀκαθάρτῳ, λέγων αὐτῷ· Τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω· Ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ, καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. Καὶ κράξαν, καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν, ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς, ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον, οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν· ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν, εἰμὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ. Ἐδίδασκε γὰρ τοὺς Μαθητὰς αὐτοῦ, καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς, τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.


Απόστολος,

Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
Κεφ. στ' : 13-20

δελφοί, τῷ ᾿Αβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ᾿ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ᾿ ἑαυτοῦ, λέγων· «Ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε»· καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. Ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην «εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος», ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν ᾿Ιησοῦς, «κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ» ἀρχιερεὺς γενόμενος «εἰς τὸν αἰῶνα».



Εἰς τόν Ὄρθρον
Τὸ Ζ΄ Ἑωθινόν Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην
Κεφ. κ' : 1-10

Τ
ῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωῒ, σκοτίας ἔτι οὔσης, εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ μνημείου. Τρέχει οὖν, καὶ ἔρχεται πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ πρὸς τὸν ἄλλον Μαθητὴν, ὃν ἐφίλει ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἦραν τὸν Κύριον ἐκ τοῦ μνημείου, καὶ οὐκ οἴδαμεν ποῦ ἔθηκαν αὐτόν. Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος Μαθητὴς, καὶ ἤρχοντο εἰς τὸ μνημεῖον. Ἔτρεχον δὲ οἱ δύο ὁμοῦ· καὶ ὁ ἄλλος Μαθητὴς προέδραμε τάχιον τοῦ Πέτρου, καὶ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας, βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια· οὐ μέντοι εἰσῆλθεν. Ἔρχεται οὖν Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα, καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον, ἀλλὰ ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον. Τότε οὖν εἰσῆλθε καὶ ὁ ἄλλος Μαθητὴς ὁ ἐλθὼν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε, καὶ ἐπίστευσεν· Οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν Γραφὴν ὅτι δεῖ αὐτὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι. Ἀπῆλθον οὖν πάλιν πρὸς ἑαυτοὺς οἱ μαθηταί.

"Περί Ἐκκλησίας - Θεάνθρωπος «το μόνον καινόν ὑπό τον ἥλιον»"

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς 



Τό μυστήριον αὐτό, της ενανθρωπήσεως, εἶναι τόσον μεγάλον καί τόσον πρωτοφανές καί μοναδικόν, ὥστε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός δικαίως νά λέγῃ ὅτι ὁ Θεάνθρωπος εἶναι «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον».

Θά προσέθετα: καί τό πάντοτε καινόν, τό καινόν τό μή παλαιούμενον, οὔτε εἰς τόν χρόνον, οὔτε εἰς τήν αἰωνιότητα. Ἀλλ' εἰς τόν Θεάνθρωπον καί μέ τόν Θεάνθρωπον καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ἕν «καινόν» ὄν ὑπό τόν ἥλιον, ἕν ὄν θεϊκόν, θεανθρώπινον, κατά Θεόν σπουδαῖον καί πολύτιμον, θείως αἰώνιον καί σύνθετον.

Τό μυστήριον τοῦ Θεοῦ καί τό μυστήριον τοῦ ἀνθρώπου ἡνώθησαν ἀχωρίστως, και οὕτως ἔγινε ἕν δυενικόν μυστήριον ἤ μάλλον τό παν-μυστήριον τοῦ ὄντος καί παντός τοῦ ὑπάρχοντος.


----------------------------------------------------------------

Πηγή: Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, "Η Ορθόδοξος Εκκλησίας και ο Οικουμενισμός",
Έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νίκη 1974.

"Περί Ἐκκλησίας - Ο Θεάνθρωπος Πανευαγγέλιον"

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς


Ὁλόκληρον τό μυστήριον τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι ἡ Ἐκκλησία· ὁλόκληρον τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος· ὁλόκληρον τό μυστήριον τοῦ Θεανθρώπου ἔγκειται εἰς τό ὅτι ὁ Θεός ἔγινε «σάρξ», ὅτι δηλαδή εἰς τό ἀνθρώπινον σῶμα κατώκησεν ὅλον τό πλήρωμα τῆς θεότητός Του μέ ὅλας τάς θείας δυνάμεις καί τελειότητας, δηλαδή ὅλον τό μυστήριον τοῦ Θεοῦ.

Τό Εὐαγγέλιον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ συνοψίζεται εἰς τό ἑξῆς παγχαρμόσυνον μήνυμα: «Μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον: ὁ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α' Τιμ. 3, 16). Τό ἐλάχιστον ἀνθρώπινον σῶμα ἐχώρεσεν μέσα του ὁλόκληρον τόν Θεόν μέ τό ἄρρητον καί ἄπειρον μεγαλεῖον Του! Οὕτω ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, πλήρης καί τέλειος ἄνθρωπος, παραμένων, ὅμως, πλήρης καί τέλειος Θεός.

Ἐδῶ δέν πρόκειται ἁπλῶς περί ἑνός μυστηρίου, ἀλλά περί ὅλων τῶν μυστηρίων τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, τά ὁποῖα συνηνώθησαν εἰς ἕν μυστήριον: εἰς τό μυστήριον τοῦ Προσώπου τοῦ Θεανθρώπου, δηλαδή εἰς τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας. Τά πάντα, γνωστά καί ἄγνωστα, ρητά καί ἄρρητα, συνοψίζονται, καί συνενοῦνται εἰς τό σώμα τοῦ Θεοῦ Λόγου, εἰς τήν σάρκωσιν καί ἐνανθρώπησιν τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἀλήθεια αὐτή περί τῆς σαρκώσεως περιέχει μέσα της καί ὅλην την θεανθρωπίνην ζωήν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, καί δι' αὐτῆς καί μόνον γνωρίζομεν «πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστίν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος, στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς Ἀληθείας» (Α' Τιμ. 3, 15).

Εἰς τό «ὁ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί», λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, συνίσταται ὅλη ἡ Οἰκονομία τῆς σωτηρίας, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτεται εἰς τούς ἀνθρώπους καί εἰς τούς Ἀγγέλους διά τῆς Ἐκκλησίας. 


Ὄντως τό μυστήριον αὐτό εἶναι μέγα: ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος και ὁ ἄνθρωπος Θεός. Διά τοῦτο πρέπει νά ζῶμεν οἱ ἄνθρωποι ἀξίως αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου.


--------------------------------------------------------------

Πηγή: Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, "Η Ορθόδοξος Εκκλησίας και ο Οικουμενισμός",
Έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νίκη 1974.

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

ΕΙΣ ΠΟΛΛΑ ΕΤΗ ΔΕΣΠΟΤΑ !!!

ΕΙΣ ΠΟΛΛΑ ΕΤΗ ΔΕΣΠΟΤΑ !!!


ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΚΥΡΙΟΥ.



ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ

ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΕ ΠΑΤΕΡ

ΚΑΙ ΑΓΙΕ ΠΟΙΜΕΝΑΡΧΑ ΜΑΣ

κ.κ. ΓΕΩΡΓΙΕ



ΣΑΣ ΥΠΟΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΜΕ ΠΟΛΥ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΜΟ,
ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΑΣ


ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ
ΠΑΤΗΡ ΠΕΤΡΟΣ & ΠΑΤΗΡ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ,
ΟΙ ΕΠΙΤΡΟΠΟΙ,
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΙΣΤΟΙ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΠΑΝΤΑΝΑΣΣΗΣ
ΣΤΑ ΚΑΤΑΦΥΓΙΩΤΙΚΑ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία

Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.

Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία· αλλά δεν είναι υγιές.

Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.

Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: 
«Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»

Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία· να μη σκέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. 

Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.



Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Μία είναι η αξία της ζωής, η οικογένεια


Είπε Γέρων :

«Μία είναι η αξία της ζωής, η οικογένεια. Μόλις σβήσει η οικογένεια, θα σβήσει ο κόσμος. 

Δείχνε αγάπη καί πέρα από την οικογένεια σου. Αν είσαι συνταξιούχος, αφιέρωνε λίγο χρόνο καί λίγο χρήμα, για να βοηθήσεις τα απροστάτευτα παιδιά μιας διαλυμένης οικογένειας. 

Όταν χαλάσει η οικογένεια, θα χαλάσει και ο κλήρος και ο μοναχισμός και όλα». 

Σε ερώτηση τι πρέπει να γίνει όταν οι γονείς δεν συμφωνούν στη χριστιανική ανατροφή των παιδιών τους, έδωσε την εξής απάντηση: 

«Το αυτοκίνητο έχει φρένα και ταχύτητες. Δεν δουλεύει μόνο με τα φρένα ή μόνο με τις ταχύτητες. Αυτό μπορεί να συμβεί και με τους γονείς: Ο ένας να σπρώχνει και ο άλλος να φρενάρει, οπότε δημιουργείται ισορροπία». 

Πράγματι, αν δεν υπάρχει ισορροπία των αντίρροπων δυνάμεων μέσα στην οικογένεια, όλα θα καταρρεύσουν.....

"Για εκείνον που βαστάζει στο ευαγγέλιο το πήλινο κανάτι με το νερό"


Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: 
"Προς Θαλλάσιον, περί αποριών - Ερώτηση 3"

Ποιός εἶναι αὐτός πού κατά τό Εὐαγγέλιο κρατάει τό κανάτι μέ τό νερό καί γιατί μέ νερό, καί τόν οποίο συναντοῦν οἱ μαθητές πού στέλνει ὁ Χριστός καί παίρνουν τήν ἐντολή νά τόν ἀκολουθήσουν; Καί ποιός εἶναι ὁ οἰκοδεσπότης; Καί γιατί οἱ εὐαγγελιστές ἀποσιωποῦν αὐτό τό ὄνομα; Τί εἶναι ἐπίσης τό ἀνώγι τό μεγάλο καί στρωμένο, ὄπου ἐκτελεῖται τό φρικτό μυστήριο τοῦ θείου δείπνου(Λουκά κβ΄ 7-13);


Απόκριση

Ἡ Γραφή δέν ἀποσιώπησε μόνο τό ὄνομα τοῦ ἀνθρώπου στόν ὁποῖο ὁ Σωτήρας ἔστειλε τούς δύο μαθητές γιά τήν προετοιμασία τοῦ Πάσχα, ἀλλά καί τό ὄνομα τῆς πόλης ὅπου εἶχαν σταλεῖ.

Ἔτσι κατά μία πρώτη ἑρμηνεία, ὑποθέτω ὅτι μέ τήν πόλη δηλώνεται ὁ αἰσθητός κόσμος καί μέ τόν ἄνθρωπο στό σύνολό του τό γένος τῶν ἀνθρώπων στό ὁποῖο ἀποστέλλονται, ὡς μαθητές τοῦ Θεοῦ καί Λόγου καί πρόδρομοί του γιά νά ἐτοιμάσουν τή μυστική εὐωχία του μέ τή φύση τῶν ἀνθρώπων, οἱ δύο νόμοι, ὁ νόμος τῆς πρώτης διαθήκης καί ὁ νόμος τῆς Καινῆς, ὁ ἕνας ἀποκαθαίροντας τή φύση μας μέ τήν πρακτική φιλοσοφία ἀπό κάθε μολυσμό, καί ὁ ἄλλος ἀνυψώνοντας μέ τή θεωρητική μυσταγωγία ἀπό τά σωματικά τό νοῦ μέ τή γνώση στά συγγενῆ του νοητά θεάματα. Ἀπόδειξη γι' αὐτό εἶναι τό γεγονός ὅτι οἱ μαθητές πού στάλθηκαν ἦταν ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰωάννης. Γιατί ὡς γνωστόν ὁ Πέτρος εἶναι σύμβολο τῆς πράξης καί ὁ Ἰωάννης τῆς θεωρίας.

Γι' αὐτό τούς συναντᾶ πρῶτος ὅπως πρέπει αὐτός πού κρατεῖ τό κανάτι μέ τό νερό, σημαίνοντας μέ τόν ἑαυτό του ὅλους ὅσοι βαστάζουν κατά τήν πρακτική φιλοσοφία τῶν ἀρετῶν στούς ὤμους τους, ὅπως μέσα στό κανάτι, μέ τή νέκρωση τῶν ἐπίγειων μελῶν τοῦ σώματος τή χάρη τοῦ Πνεύματος πού μέ τήν πίστη τούς καθαίρει ἀπό τούς μολυσμούς. 

Ἔπειτα ἀπό αὐτόν, δεύτερος, ὁ οἰκοδεσπότης πού παρουσιάζει τό στρωμένο ἀνώγι, διδάσκοντας ἐπίσης μέ τόν ἑαυτό του ὅλους ὅσοι ἔχουν στρώσει μέ γνωστικά νοήματα καί δόγματα τό θεωρητικό ὕψος τῆς καθαρῆς καί μεγαλόπλαστης διάνοιάς τους, ὅμοια μέ ἀνώγι, γιά νά ὑποδεχθοῦν θεοπρεπῶς τό μεγάλο Λόγο. 

Τό σπίτι πάλι εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῆς εὐσέβειας, πρός τήν ὁποία ὁ πρακτικός νοῦς πορεύεται ἐπιδιώκοντας τήν ἀρετή καί τῆς ὁποίας εὐσέβειας αὐτός εἶναι Κύριος καί τήν ἔχει ἀποκτήσει ὡς δική του κατά φύση, ὁ νοῦς πού καταλάμπεται ἀπό τό θεῖο φῶς τῆς μυστικῆς γνώσης καί γι' αὐτό μαζί μέ τόν πρακτικό ἀξιώνεται τήν ὑπερφυῆ παρουσία καί εὐωχία τοῦ Σωτήρα Λόγου.

Ἔγινε λοιπόν λόγος γιά ἕναν ἄνθρωπο καί γιά δύο, ἄν βέβαια ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ ἕνας κρατάει κανάτι μέ νερό κι ὁ ἄλλος ἔχει ὀνομαστεῖ οἰκοδεσπότης· γράφτηκε ὅτι ἦταν ἕνας ἴσως, ὄπως εἶπα, ἐξαιτίας τῆς μιᾶς φύσης, καί δύο ἐπειδή αὐτή ἡ μία φύση χωρίστηκε στούς πρακτικούς καί τούς θεωρητικούς ἀνάλογα μέ τήν εὐσέβειά τους, τούς ὁποίους πάλι ἑνώνοντάς τους μέ τό Πνεῦμα ὁ Λόγος τούς καλεῖ καί τούς κάνει ἕνα.

Ἄν ὅμως θέλει κάποιος νά ἐφαρμόσει ὅσα εἰπώθηκαν καί στόν καθένα ἄνθρωπο, δέν ἀπομακρύνεται ἀπό τήν ἀλήθεια.

Πόλη δηλαδή εἶναι ἡ ψυχή τοῦ καθενός, στήν ὁποία ἀποστέλλονται πάντοτε, σάν μαθητές τοῦ Θεοῦ καί Λόγου, οἱ λόγοι περί ἀρετῆς καί γνώσης. Αὐτός πού κρατεῖ τό κανάτι μέ τό νερό εἶναι ὁ καρτερικός τρόπος καί λογισμός πού σηκώνει στούς ὤμους τῆς ἐγκράτειας χωρίς νά τήν πετάξει κάτω τή χάρη τῆς πίστης πού τοῦ δόθηκε στό βάπτισμα. 

Τό σπίτι πάλι εἶναι ἡ κατάσταση καί ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν πού οἰκοδομήθηκε, σάν ἀπό πέτρες, ἀπό πολλά σταθερά καί ἀνδρικά ἤθη καί λογισμούς. Τό ἀνώγι εἶναι ἡ πλατιά καί εὐρύχωρη διάνοια καί ἡ ἱκανότητα γιά γνώση πού ἔχει κατακοσμηθεῖ ἀπό τά θεϊκά θεάματα τῶν μυστικῶν κι ἀπόρρητων δογμάτων. 

Ὁ οἰκοδεσπότης εἶναι ὁ νοῦς πού διαπλατύνεται μέ τό λαμπρό ὕψος, τό κάλλος καί μέγεθος τῆς γνώσης τοῦ σπιτιοῦ πού ἔφτιαξε ἡ ἀρετή· στόν οἰκοδεσπότη μαζί μέ τούς μαθητές του, δηλαδή μέ τά πρῶτα πνευματικά νοήματα περί φύσεως καί χρόνου ἐνδημώντας ὁ Λόγος μεταδίδει τόν ἑαυτό του. 

Γιατί πάσχα ἀληθινά εἶναι ἡ διάβαση τοῦ Λόγου πρός τόν ἀνθρώπινο νοῦ, κατά τήν ὁποία χαρίζει σ' ὅλους τούς ἄξιους τήν πληρότητα μέ τή μετοχή τῶν ἀγαθῶν του ἐρχόμενος σ' αὐτή μυστικά ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ.



-----------------------------------------------------------

πηγή: Μαξίμου του Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον, περί απόρων (ερωτήσεις Α΄- ΝΓ΄), Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Ελευθέριος Μερετάκης, 1992.

'Για τη λύπη και ηδονή, επιθυμία και φόβο"


Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: "Προς Θαλλάσιον, περί αποριών - Ερώτηση 1"

Τα πάθη είναι κακά καθεαυτά ή ανάλογα με τη χρήση τους; Εννοώ την ηδονή και τη λύπη, την επιθυμία και το φόβο και όσα ακολουθούν.


Απόκριση

Αυτά τα πάθη, όπως και τα λοιπά, δεν συνδημιουργήθηκαν μαζί με την φύση των ανθρώπων, γιατί θα συντελούσαν και στον ορισμό της φύσης του ανθρώπου. Υποστηρίζω αντίθετα, αυτό που έμαθα από το μεγάλο Γρηγόριο Νύσσης, ότι εισήλθαν μετά την έκπτωση από την τελειότητα και προσκολλήθηκαν στο αλογότερο μέρος του ανθρώπου, με τα οποία, αντί της θείας και μακάριας εικόνας, ευθύς αμέσως μετά την παράβαση έγινε φανερή κι ευδιάκριτη στον άνθρωπο η ομοίωσή τουμε τα άλογα ζώα. Γιατί έπρεπε, αφού κατακαλύφθηκε η αξία του λόγου από τα γνωρίσματα της αλογίας που με τη γνώμη του τράβηξε στον εαυτό του, δίκαια να τιμωρείται η ανθρώπινη φύση, οικονομώντας σοφά έτσι ο Θεός να συναισθανθεί ο άνθρωπος το λογικό μεγαλειο του νου του.

Ωστόσο γίνονται καλά και τα πάθη στους σπουδαίους ανθρώπους, όταν, αποχωρίζοντας τα σοφά από το σώμα, τα μεταχειρίζονται προς απόκτηση του ουρανού. 

Για παράδειγμα: την επιθυμία θα τη μετατρέψουν σε κίνηση που ορέγεται τη νοερή έφεση των θείων, ενώ την ηδονή θα την κάνουν αγαθή ευφροσύνη της θελητικής ενέργειας του νου για τα θεϊκά χαρίσματα. 

Επίσης το φόβο θα τον κάνουν φροντίδα που προφυλάγει από τη μελλοντική τιμωρία εξαιτίας πλημμελημάτων, ενώ τη λύπη, μεταμέλεια που διορθώνει ένα υπάρχον κακό, και μ' ένα λόγο, σύμφωνα με τους σοφούς γιατρούς που αφαιρούν με το δηλητηριώδες σώμα του ερπετού της έχιδνας τη λέπρα που πράγματι υπάρχει ή υποθέτουν, χρησιμοποιούν αυτά τα πάθη για την αναίρεση μιας παρούσας ή αναμενόμενης κακίας για την απόκτηση και τη φύλαξη της αρετής και της γνώσης. 

Είναι λοιπόν αυτά τα πάθη καλά, όπως είπα, σύμφωνα με τη χρήση τους σε εκείνους "που αιχμαλωτίζουν κάθε σκέψη και την κάνουν να υπακούει στο Χριστό"(Β΄ Κορ. 10,5).

Αν κάτι από αυτά λέγεται και για το Θεό από τη Γραφή ή για τους αγίους, για το Θεό για χάρη μας, επειδή κατάλληλα με τα δικά μας πάθη αποκαλύπτει τις σωτήριες για μας κι αγαθοποιές εκδηλώσεις της πρόνοιας, και για τους άλλους, επειδή δεν μπορούν μ' άλλο τρόπο να προσφέρουν τις νοερές σχέσεις τους και διαθέσεις προς το Θεό με σωματική ζωή, χωρίς τα γνωστά πάθη της φύσης μας.


Σχόλια
1. Τις διάφορες εκδηλώσεις της πρόνοιας, σχετικά μ' εμάς, τις διαμορφώνει η Γραφή ανάλογα με τα γνωστά σ' εμάς πάθη.

2. Την όποια σχέση των αγίων με το Θεό η Γραφή τη δηλώνει με τούτα τα ονόματα.

----------------------------------------------------

πηγή: Μαξίμου του Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον, περί απόρων (ερωτήσεις Α΄- ΝΓ΄), Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Ελευθέριος Μερετάκης, 1992.

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Το Πρόγραμμα της Ενθρόνισης του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κίτρους, Κατερίνης & Πλαταμώνος κ. Γεωργίου


Όλους ν' αγαπάς, άλλα και κανένα "μην αγαπάς"!

Γέροντας Ιερώνυμος της Αιγίνης


Το Πνεύμα δεν αγαπά Ούτε πολλές συναναστροφές, Ούτε φιλίες! Όλα αυτά να τα αποφεύγεις.

Θέλεις να αγαπάς πολύ τους ανθρώπους; Αγάπησε πολύ τον Χριστό μας και θα δεις πόσο θα αγαπάς και τους ανθρώπους και ας μη τους βλέπεις. 

Πάντοτε και τον κάθε άνθρωπον, ολίγον σε απόστασιν να κρατάς. Ήλθε; Καλώς ήλθε! Δεν ήλθε; Καλώς δεν ήλθε. Δηλ. να είσαι απαθής.

Σε κανέναν μη λες το μυστικό σου ή τι κάνεις. Με δύο τρία λόγια, όταν σε ρωτούν, να κόβεις, να τελειώνεις. Μη δένεις τον νου σου με άνθρωπο. Μη λέγεις τους λογισμούς σου και το μυστικό σου εις κανένα! Οι άνθρωποι μεταβολή παίρνουν.
Το μυστικό σου σε κανέναν! Διότι οι άνθρωποι μεταβάλλονται. 

Μη θυμώνετε, θα σας ειρωνευτούν, θα υποφέρετε. Εσείς μη φοβάσθε. Σάς προσφέρουν δηλ. πιπέρι, να δίδετε ζάχαρη. Εγώ πιπέρι δεν έχω να σκέπτεστε, ζάχαρη έχω, ζάχαρη δίδω.

Αυτό πού λείπει σήμερα γενικά, είναι η γνώσις, η λογική, η ευσέβεια. Ό κόσμος σήμερα είναι ξετρελαμένος. Δεν γνωρίζει τι κάνει, δεν γνωρίζει τι θέλει! Σήμερα ένας φαίνεται καλός, αύριο πίπτει, χαλάει, δεν αναγνωρίζει και ο ίδιος τον εαυτό του. Δύσκολα να βρεις άνθρωπο αμετάβλητον.

Άλλοι πάλι, παντού, αλλού τρέχουν για να βρουν χαρά και ηρεμία, μόνον στον Χριστόν μας δεν τρέχουν.

Πάντως βέβαια, λέγουν οι Πατέρες, μηδένα προ του τέλους μακάριζε άλλα και μηδένα προ του τέλους απέλπιζε! Να παρακαλέσωμεν τον Θεόν να μας λυπηθεί και να μας ελεήσει.

Επικοινωνίες κόψε! Σε φθάνουν τα δικά σου! 

Οι άλλοι, ότι γράμματα ξέρουν, αυτά και σου λένε. Τα δικά τους ζουν, τα δικά τους ξέρουν, αυτά σου λένε. Τα δικά σου δεν τα ζουν, δεν τα ξέρουν, δεν τα αγαπούν! Πώς λοιπόν 
αφού δεν γνωρίζουν τη γλώσσα σου, θέλεις να σου μιλήσουν!

Μην υποδεικνύεις, διότι, διδασκαλία δίχως θέλησιν του άλλου, έχθρα είναι και γίνεται αμαρτία και σε κείνων πού ακούει και δεν κάνει και εσύ στεναχωρείσαι και ταράζεσαι. Στον άλλο να λέγεις τόσα, όσα νομίζεις ότι θα σηκώσει, όχι περισσότερα.

Να μη θυμώνετε. Να γλυκαίνετε με την ζάχαρή σας, δηλ. με τον καλόν σας λόγο τον άλλο.

Κάθε άνθρωπος έχει κάποιο χάρισμα. Βρες το χάρισμά του και επαίνεσέ τον. Χρειάζεται και ο έπαινος (προς τόνωσιν) και η καλοσύνη και η αγάπη Τότε ο άλλος και πολύ καλός να μη είναι, δια την τιμήν, τον έπαινο, την αγάπη πού του εκδηλώνουν ελέγχεται και γίνεται καλύτερος. 

Αγάπησε την ησυχία και την σιωπή. Ν' αποφεύγεις κατά το δυνατόν τους ανθρώπους.

Όλους ν' αγαπάς, άλλα και κανένα "μην αγαπάς", δηλαδή με κανένα μη δένεται ο νους σου εκτός του Χριστού μας.

Την αφθονία των χρημάτων μας να τη χρησιμοποιούμε για την ωφέλεια των ψυχών μας

Την αφθονία των χρημάτων μας να τη χρησιμοποιούμε για την ωφέλεια των ψυχών μας και εκείνα, που μας περισσεύουν να τα ξοδεύουμε για εκείνους, που έχουν ανάγκη.

Πες μου, λοιπόν, για ποιό λόγο αφήνεις τον άργυρο και το χρυσό να καταστρέφεται από το σκώρο, ενώ θα έπρεπε να τα αδειάζεις στην κοιλιά των φτωχών, ώστε, κα­ταθέτοντάς τα σε ασφαλές ταμείο, στον κατάλληλο καιρό, όταν χρειαστείς την παρηγοριά τους, να έχεις την βοήθειά τους; Και αυτοί, που θα τραφούν εδώ από σένα, την ημέρα εκείνη θα σου ανοίξουν τις πόρτες της βασιλείας των ουρανών και θα σε δεχθούν στις αιώνιες μονές τους.

Αλλά ούτε και τα ρούχα μας δεν πρέπει να τα αφήνουμε να καταστρέφονται από το σκώρο και να σαπίζουν χωρίς λόγο στα κιβώτια, ενώ υπάρχουν τόσοι που τα χρειάζονται και γυρίζουν γυμνοί. Να προτιμάμε, λοιπόν, το γυμνό Χριστό από το σκώρο και να ντύνουμε αυτόν, που γυρίζει γυμνός για μας και για τη δική μας σωτηρία, ώστε αφού αξιωθούμε να τον ντύσουμε, να ακούσουμε την ημέρα εκείνη: «Γυμνός ήμουν και με ντύσατε» (Ματθ. 25,36).

Μήπως, όμως, είναι φορτικές οι εντολές; Μήπως είναι πάνω από τις δυνάμεις μας; Αυτά που καταστρέφονται, λέγει, αυτά που ξοδεύονται τυχαία και άσκοπα, αυτά φρόντισε να τα μοιράσεις, όπως πρέπει, ώστε και τη ζημιά που προέρχεται από αυτά να αποφύγεις και να έχεις ένα πολύ μεγάλο κέρδος για τον εαυτό σου. 

Διότι είναι πολλή υπερβολική απανθρωπιά να κλείνετε αυτά που περισσεύουν στα κιβώτια και στους τοίχους και να μη φροντίζετε να θεραπεύετε τη φτώχεια των συνανθρώπων σας, αλλά να προτιμάτε να τρώγονται από το σκώρο και να βρίσκονται στη διάθεση των ληστών και να απολογείσθε γι' αυτά, παρά χρησιμοποιώντας τα, όπως πρέπει, να έχετε την αμοιβή σας γι' αυτά.

Ας μη δείχνουμε, παρακαλώ, τόση αδιαφορία για τη σωτηρία των ψυχών μας, αλλ' αφού διαθέσουμε αυτά, που μας είναι άχρηστα στους φτωχούς, ας αποκτήσουμε πολλή παρρησία, για να αξιωθούμε να απολαύσουμε εκείνα τα αμέτρητα αγαθά ...


(Αγ. Ι. Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, ΚΕ' ΕΠΕ 3,496-498)

Συλλογή αποφθεγμάτων, από τη διδασκαλία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου


  • Η συναίσθηση της άγνοιας είναι ένα μεγάλο βήμα προς τη γνώση.

  • Τούτο είναι που ανατρέπει όλη την οικουμένη. Η αμέλεια που δείχνουμε για την ανατροφή των παιδιών μας.

  • Η μεν απελπισία αυτόν που έπεσε δεν τον αφήνει να σηκωθεί, η δε αμέλεια τον όρθιο καταφέρνει να τον γκρεμίσει.

  • Η ελπίδα, οδηγεί στη μετάνοια και τη σωτηρία.

  • Όταν δυστυχούμε είναι φυσικό να πλησιάζουμε το Θεό. Το σπουδαίο και θαυμαστό είναι να μας διακρίνει ευλάβεια όταν ευτυχούμε.

  • Η μετάνοια χωρίς ελεημοσύνη είναι νεκρή και χωρίς φτερά.

  • Όποιος ελεεί το φτωχό δανείζει το Θεό, με βέβαιη επιστροφή του δανείου του.

  • Ο πλούσιος μπορεί να δικαιωθεί με την ελεημοσύνη, αλλά και ο φτωχός με τη υπομονή.

  • Με τη μετάνοια σβήνουμε κάθε αμαρτία στο άπειρο πέλαγος της φιλανθρωπίας του Θεού.

  • Όπως το σώμα έχει ανάγκη από υλική τροφή, έτσι και η ψυχή έχει ανάγκη από καθημερινή υπόμνηση και τροφή πνευματική.

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Δοξαστικό των Αίνων, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου


(Ζωντανή ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης,
σήμερα Τρίτη, 25 Μαρτίου 2014, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου)


Δόξα Πατρὶ… Ἦχος β’

Καὶ νῦν…

Θεοφάνους

Τὸ ἀπ’ αἰῶνος μυστήριον, ἀνακαλύπτεται σήμερον, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς ἀνθρώπου γίνεται, ἵνα τοῦ χείρονος μεταλαβών, μεταδῷ μοι τοῦ βελτίονος΄ ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, καὶ Θεὸς ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν΄ ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα Θεὸν τὸν Ἀδὰμ ἀπεργάσηται. Εὐφραινέσθω ἡ κτίσις, χορευέτω, ἡ φύσις, ὅτι Ἀρχάγγελος Παρθένῳ, μετὰ δέους παρίσταται, καὶ τὸ χαῖρε κομίζει, τῆς λύπης ἀντίθετον. Ὁ διὰ σπλάγχνα ἐλέους ἐνανθρωπήσας Θεὸς ἡμῶν δόξα σοι.

Απολυτίκιον Ευαγγελισμού της Θεοτόκου


(Ζωντανή ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης,
σήμερα Τρίτη, 25 Μαρτίου 2014, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου)

Τὸ ἀπολυτίκιον τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος δ’

Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον, καὶ τοῦ ἀπ' αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἷός του Θεοῦ, υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται, καὶ Γαβριὴλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διὸ καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ, τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ.

Ομιλία στον Ευαγγελισμό της Υπεραγίας Θεοτόκου

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου



«Πάλι σήμερα έχουμε χαρμόσυνες ειδήσεις, μηνύματα ελευθερίας, μια ανάκληση από την πτώση και μια επάνοδο στη ζωή, μια υπόσχεση ευφροσύνης και μια απαλλαγή από τη δουλεία. Ένας άγγελος συνομιλεί με την Παρθένο, για να μην ξαναμιλήσει ο διάβολος με γυναίκα. 

Λέει η Γραφή: «Τον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ στάλθηκε από τον Θεό ο άγγελος Γαβριήλ σε μια παρθένο, που ήταν μνηστευμένη με έναν άνδρα». Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να αποκαλύψει την παγκόσμια σωτηρία των ανθρώπων, για να φέρει στον Αδάμ τη βέβαιη αποκατάστασή του, για να μεταβάλει την ατιμία του γυναικείου φύλου σε τιμή, για να προετοιμάσει το νυμφικό θάλαμο, ώστε να είναι αντάξιος για τον αμόλυντο Νυμφίο και για να συντελέσει να νυμφευθεί το πλάσμα με τον πλάστη, στο έμψυχο παλάτι του βασιλιά των αγγέλων.

Στάλθηκε, ακόμη, ο Γαβριήλ στην παρθένο που ήταν αρραβωνιασμένη με τον Ιωσήφ, αλλά που προοριζόταν για τον Ιησού, τον Υιό του Θεού. Στάλθηκε ο χωρίς αμαρτίες σε αυτήν, που δεν θα γνώριζε τη φθορά. Στάλθηκε ο λύχνος, για να αναγγείλει τον ήλιο της δικαιοσύνης. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να διαλαλήσει αυτόν που βρίσκεται στους κόλπους του Πατέρα και στην αγκαλιά της μητέρας. Στάλθηκε ο Γαβριήλ, για να δείξει αυτόν που κάθεται σε θρόνο αλλά και σε σπηλιά. Χαρακτηρίζω μυστήριο αυτό που γίνεται κατανοητό με την πίστη και δεν εξερευνάται με τη φιλομάθεια…


Τον έκτο μήνα στάλθηκε ο Γαβριήλ στη Παρθένο και είχε πάρει περίπου τέτοιες εντολές από τον Θεό. 

«Έλα λοιπόν, αρχάγγελε, γίνε υπηρέτης του φοβερού και κρυμμένου μυστηρίου. Βιάζομαι εξαιτίας της ευσπλαχνίας μου να κατέβω από τον ουρανό και να αναζητήσω τον πλανεμένο Αδάμ. Η αμαρτία σάπισε το δημιούργημα των χεριών μου και θάμπωσε την ομορφιά που έπλασα. Ο λύκος κατατρώει το δημιούργημά μου, είναι έρημη η θέση του στον παράδεισο … 

Επιθυμώ να ελεήσω τον κατατρεγμένο άνθρωπο και να συλλάβω τον εχθρό διάβολο. Επιθυμώ αυτό το μυστήριο να μην το μάθουν όλες οι ουράνιες δυνάμεις, σε σένα μόνο το εμπιστεύομαι. Πήγαινε, λοιπόν, στην παρθένο Μαρία, στο λογικό μου παράδεισο, στην πύλη της ανατολής, στο άξιο κατοικητήριο του Λόγου μου, στο δεύτερο ουρανό που βρίσκεται πάνω στη γη, στο ελαφρό και ταχυκίνητο σύννεφο.

...Πληροφόρησέ την για τη βροχή της παρουσίας μου, πήγαινε στο νυμφικό κοιτώνα της ενανθρωπήσεως, πήγαινε στον αμόλυντο νυμφικό κοιτώνα της κατά σάρκα γεννήσεώς μου. Μίλησε στα αυτιά της λογικής κιβωτού, προετοίμασέ τα να με ακούσουν χωρίς να τα τρομάξεις, ούτε να ταράξεις την ψυχή της Παρθένου. Κόσμια εμφανίσου στον έμψυχο ναό μου, πες σε αυτήν πρώτα τη χαρούμενη είδηση. Εσύ πες στη Μαριάμ το «Χαίρε Κεχαριτωμένη», ώστε εγώ να ελεήσω την εξουθενωμένη Εύα».

Τ’ άκουσε αυτά ο αρχάγγελος και όπως ήταν φυσικό μονολογούσε· «Παράξενη είναι αυτή η υπόθεση, ξεπερνάει κάθε σκέψη αυτό που ειπώθηκε. Ο φοβερός στα Χερουβίμ, ο αθέατος στα Σεραφείμ, ο ακατάληπτος σε όλες τις ουράνιες αγγελικές δυνάμεις, υπόσχεται μια ξεχωριστή επικοινωνία στην κόρη, προμηνύει μια αυτοπρόσωπη παρουσία του … Όμως είναι δυνατό, ανθρώπινη κοιλιά να χωρέσει τον αχώρητο; Πραγματικά αυτό το μυστήριο είναι φοβερό!».

Ενώ αυτά είχε στο νου του ο άγγελος, ο Δεσπότης του λέει: «Γιατί ταράζεσαι και παραξενεύεσαι Γαβριήλ; Δεν σ’ έστειλα προηγουμένως στον ιερέα Ζαχαρία; Δεν του μετέφερες τη χαρμόσυνη είδηση της γεννήσεως του Ιωάννη, δεν επέβαλες την τιμωρία της σιωπής στον ιερέα που δεν σε πίστεψε, δεν καταδίκασες το γέροντα σε αφωνία; Εσύ δεν το ανακοίνωσες κι εγώ το επικύρωσα; Δεν ακολούθησε τη χαρμόσυνη είδησή σου η πράξη; Δεν συνέλαβε η στείρα γυναίκα; Δεν εξαφανίστηκε η αρρώστια της ατεκνίας; Δεν υποχώρησε η απραξία της φύσης; Τώρα δεν κυοφορεί αυτή που προηγουμένως ήταν στείρα; Μήπως για μένα τον Δημιουργό υπάρχει κάτι που είναι ακατόρθωτο; Πώς, λοιπόν, σε κυρίεψε η αμφιβολία;»…

«Χαίρε Κεχαριτωμένη, μην ντρέπεσαι σαν να είσαι αιτία καταδίκης. Θα γίνεις μητέρα αυτού που καταδίκασε και λύτρωσε τον άνθρωπο. Χαίρε, αμίαντη μητέρα του Νυμφίου Χριστού στην ορφανή ανθρωπότητα, Χαίρε, εσύ που καταπόντησες στη μήτρα σου το θάνατο της μητέρας της ανθρωπότητας Εύας, Χαίρε, ο ζωντανός ναός του Θεού, Χαίρε, συ που είσαι εξίσου κατοικία ουρανού και γης, Χαίρε, ευρύχωρε τόπε της απόρρητης φύσης. Εξαιτίας της ήλθε ο γιατρός για τους αρρώστους, ο ήλιος της δικαιοσύνης, για να φωτίσει αυτούς που ζουν στο σκοτάδι, η άγκυρα για όλους τους ταλαιπωρημένους και το ασφαλισμένο λιμάνι. Γεννήθηκε ο Δεσπότης των δούλων, ο σύνδεσμος της ειρήνης, ο λυτρωτής των αιχμαλώτων, η ειρήνη αυτών που βρίσκονται σε πόλεμο…».

Αυτός είναι η ειρήνη, η χαρά και η αγαλλίασή μας. Όλοι επιδιώκουμε να απολαύσουμε αυτά τα αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και σε όλους τους αιώνες. Αμήν.



Επιμέλεια: Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού, Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος 
Βλ.: Τσάμη, Δ. Γ., Θεομητορικόν, τόμ. 2 (Θεσσαλονίκη, 2000)
iliaxtida.wordpress

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Τι έγραφε ο Χριστός στη γη


Ό δε Ιησούς κάτω κύφας τω δακτύλω έγραφεν εις την γήν.
(Ίωαν. η' 6)


Κάποτε ό πανάγαθος Κύριος καθόταν μπροστά στο ναό της Ιερουσαλήμ. Μιλούσε σε κάποιους ανθρώπους και η γλυκιά διδασκαλία Του έτρεφε τις πεινασμένες καρδιές. Γύρω Του σιγά σιγά μαζεύτηκε ένα μεγάλο πλήθος (βλ. Ίωάν. η' 2).

Μιλούσε στους ανθρώπους ο Κύριος για την αιώνια μακαριότητα, για την ατελεύτητη χαρά πού περιμένει τούς δίκαιους στην αιώνια κατοικία, στους ουρανούς. Οι άνθρωποι χαίρονταν με τη διδασκαλία Του, με τα θεϊκά Του λόγια.

Η πίκρα πολλών απογοητευμένων ψυχών κι η έχθρα πολλών ανθρώπων πού τούς είχαν προσβάλει, έσβηναν όπως το χιόνι μόλις τ' αγγίξουν οι θερμές ακτίνες του ήλιου. Ποιος ξέρει πόσο θα κρατούσε η υπέροχη αύτη σκηνή ειρήνης κι αγάπης πού έσμιγε τη γη με τον ουρανό, αν δεν την είχε διακόψει κάτι αναπάντεχο. Ό Μεσσίας αγαπά τους ανθρώπους και δεν κουράζεται ποτέ να τους διδάσκει. Και οι ευλαβείς πιστοί δεν κουράζονται ποτέ ν' ακούν την θαυμάσια θεραπευτική και σοφή διδασκαλία του.

Μα ξαφνικά έγινε κάτι φοβερό, μεσολάβησε μια ενέργεια εχθρική. Κι αιτία ήταν, ως συνήθως, οι γραμματείς κι οι φαρισαίοι.

Τί έκαναν εκείνοι; Μήπως είχαν συλλάβει τον αρχηγό κάποιας συμμορίας ληστών; Όχι, τίποτα τέτοιο. Έσερναν βίαια μια δυστυχισμένη αμαρτωλή γυναίκα πού είχε συλληφθεί να μοιχεύει. Την έφερναν θριαμβευτικά λοιπόν με άγριες κι εκκωφαντικές κραυγές. 

Μόλις την παρουσίασαν μπροστά στο Χριστό, φώναξαν:

- Διδάσκαλε, αυτή η γυνή κατείληπται έπ’αυτοφώρω μοιχευομένη-και εν τω νόμω ημών Μωυσής ένετείλατο τάς τοιαύτας λιθάζειν. Συ ουν τί λέγεις;

[ Δάσκαλε, τη γυναίκα αυτή την πιάσαμε «έπ' αυτοφώρω» να διαπράττει την αμαρτία της μοιχείας. Κι ό Μωυσής λέει στο νόμο του πώς τέτοιες γυναίκες πρέπει να τις λιθοβολούμε. Εσύ τί λες; (Ίωάν. η' 4-6) ].

Την υπόθεση την παρουσίασαν μ' αυτόν τον τρόπο αμαρτωλοί άνθρωποι πού κατηγορούσαν τις αμαρτίες των άλλων, αλλά έκρυβαν με επιμέλεια τις δικές τους. Το πλήθος τρομοκρατήθηκε κι έκανε χώρο στους πρεσβύτερους. Μερικοί φοβήθηκαν πολύ κι έφυγαν. Ό Κύριος τούς μιλούσε για ζωή και μακαριότητα, ενώ αυτοί οι φωνακλάδες ούρλιαζαν για το θάνατο.

Θα 'ταν σκόπιμο να ρωτούσα: Γιατί όλοι αυτοί οι πρεσβύτεροι κι οι φύλακες του νόμου δε λιθοβόλησαν μόνοι τους την αμαρτωλή γυναίκα; Γιατί την έφεραν μπροστά στον Ιησού; Ό νόμος του Μωυσή τούς έδινε το δικαίωμα να την λιθοβολήσουν. Κανένας δε θα βρισκόταν να προβάλει αντίρρηση, να τούς κατηγορήσει. Ποιος διαμαρτύρεται στις μέρες μας όταν απαγγέλλεται η ποινή του θανάτου σε κάποιον εγκληματία; Γιατί οι Εβραίοι πρεσβύτεροι έφεραν την αμαρτωλή γυναίκα στον Κύριο;

Όχι, δεν περίμεναν οι πρεσβύτεροι να πετύχουν κάποια μετατροπή της ποινής ή ν' αποσπάσουν επιείκεια από μέρους Του. Κάθε άλλο μάλιστα. Την έφεραν μ' ένα προμελετημένο και μοχθηρό σχέδιο: να παγιδεύσουν τον Κύριο, να πει λόγια αντίθετα στο νόμο κι έπειτα να τον κατηγορήσουν.

Ήθελαν μ' ένα χτύπημα να τελειώνουν με δύο ζωές: μια της αμαρτωλής γυναίκας κι άλλη μια τού Χριστού.
«Συ ουν τί λέγεις;». Γιατί τον ρώτησαν αφού ό νόμος του Μωυσή ήταν σαφής; Ό ευαγγελιστής αποκαλύπτει το δόλο τους με τα έξης λόγια: «Τούτο δε ειπόν έκπειράζοντες αυτόν, ίνα σχώσι κατηγορίαν κατ' αυτού» (Λουκ. η' 6). Το είπαν αυτό για να τον βάλουν σε πειρασμό και να βρουν έπειτα αιτία να τον κατηγορήσουν.

Είχαν ξανασηκώσει μια φορά τα χέρια τους για να τον λιθοβολήσουν, αλλά τους ξέφυγε. Τώρα όμως πίστευαν πώς βρήκαν μια ευκαιρία να πραγματοποιήσουν την επιθυμία τους. Και θα γινόταν αυτό εκεί μπροστά, στο ναό του Σολομώντα, όπου φυλάσσονταν ο πλάκες των εντολών στην Κιβωτό της Διαθήκης, μπροστά σ' ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων.

Θα γινόταν εκεί όπου Αυτός, ό Χριστός, θα 'πρεπε να πει κάτι αντίθετο στην εντολή του Μωυσή. Κι έτσι θα πετύχαιναν το στόχο τους. Θα λιθοβολούσαν μέχρι θανάτου τόσο το Χριστό όσο και την αμαρτωλή γυναίκα. Και βέβαια ήταν πολύ πιο πρόθυμοι να λιθοβολήσουν το Χριστό παρά την πόρνη, όπως αργότερα ζήτησαν με περισσό ζήλο από τον Πιλάτο να ελευθερώσει τον ληστή Βαραββά αντί για το Χριστό.

Όλοι όσοι παρευρίσκονταν στη σκηνή περίμεναν δύο πράγματα να γίνουν: είτε με την ευσπλαχνία Του ό Κύριος να ελευθερώσει την αμαρτωλή γυναίκα, παραβιάζοντας έτσι το νόμο, είτε να τηρήσει το νόμο και να τους πει: «Πράξετε όπως ορίζει ό νόμος». Έτσι όμως θα παρέβαινε τη δική Του εντολή για έλεος και καλοσύνη. Στην πρώτη περίπτωση θα τον καταδικάζανε σε θάνατο. Στη δεύτερη θα γινόταν ρεζίλι, άξιος χλευασμού και περιφρόνησης.

Με το πού του έκαναν την ερώτηση «σύ ουν τί λέγεις;» οι κατήγοροι, επικράτησε νεκρική σιγή. Σιγή ανάμεσα στο πλήθος πού είχε συγκεντρωθεί και σιγή ανάμεσα στους κριτές της αμαρτωλής γυναίκας. 

Η σιγή είχε κόψει και την ανάσα στην ψυχή της αμαρτωλής γυναίκας. Μεγάλη σιγή επικρατεί στα μεγάλα τσίρκα όταν οι θηριοδαμαστές περιφέρουν τα λιοντάρια και τις τίγρεις και τούς δίνουν εντολές να εκτελέσουν διάφορες κινήσεις, να λάβουν περίεργες για ζώα στάσεις και να παίζουν σύμφωνα με τις διαταγές τους.

Μπροστά μας όμως τώρα δεν έχουμε θηριοδαμαστές, αλλά τον δαμαστή των ανθρώπων. Κι αυτό είναι ένα καθήκον πολύ πιο δύσκολο από το προηγούμενο. Συχνά είναι πολύ πιο σκληρό να ημερέψεις εκείνους πού έχουν εξαγριωθεί λόγω της αμαρτίας, παρά να ημερέψεις εκείνους πού είναι άγριοι από τη φύση τους. «Σύ ουν τί λέγεις;», του είπαν πιεστικά γι' άλλη μια φορά με πρόσωπα πού τα φλόγιζε η κακία.

Τότε ό νομοθέτης της αγάπης και της ευσέβειας έσκυψε κι άρχισε να γράφει ήρεμα με το χέρι Του στο έδαφος (βλ. Ίωάν. η' 6). 

Τί έγραφε ό Χριστός στο χώμα; Ό ευαγγελιστής κρατά σιγή εδώ, δε μας αναφέρει τί έγραφε ό Χριστός. Ήταν πολύ κακό κι αποτρόπαιο αυτό για να το γράψει στο βιβλίο της χαράς.

Το αναφέρει η παράδοση όμως κι είναι κάτι τρομερό. Ό Χριστός έγραψε κάτι αναπάντεχο πού θα ξάφνιαζε τούς πρεσβύτερους, τούς κατήγορους της αμαρτωλής γυναίκας.

Με το δάχτυλο Του αποκάλυψε την κρυφή ανομία τους. Γιατί αυτοί οι διαπομπευτές των αμαρτιών των άλλων ήξεραν πολύ καλά να κρύβουν τα δικά τους κρίματα. Είναι όμως άσκοπο να προσπαθείς να κρύψεις κάτι από το μάτι πού τα βλέπει όλα.

Σύμφωνα με την παράδοση λοιπόν, έγραψε ό Κύριος στο έδαφος:

Ό Μ(εσουλάμ) έκλεψε θησαυρό από το ναό.

Ό Ά (σήρ) διέπραξε μοιχεία με τη γυναίκα του αδελφού του.

Ό Σ(αλούμ) έχει κάνει ψευδομαρτυρίες.

Ό Έ(λέντ) έχει δείρει τον πατέρα του.

Ό Ά(μαρίς) είναι σοδομίτης.


Ό Ί(ωήλ) έχει προσκυνήσει τα είδωλα.

Αυτά έγραψε, τη μια πρόταση μετά την άλλη, το δάχτυλο του δίκαιου κριτή. Κι εκείνοι στους οποίους αναφέρονταν τα λόγια αυτά έσκυψαν και τα διάβασαν με ανέκφραστο τρόμο.

Έτρεμαν από φόβο, δεν τολμούσαν να κοιτάξουν ό ένας τον άλλον στα μάτια. Ξέχασαν πια τελείως την αμαρτωλή γυναίκα. Το μόνο πού σκέφτονταν ήταν ό εαυτός τους, ό δικός τους θάνατος πού είχε χαραχτεί στο χώμα. Ούτε μια γλώσσα δεν είχε τη δύναμη να κινηθεί, να ξανακάνει την ενοχλητική και πονηρή ερώτηση: «Σύ ουν τί λέγεις;»

Ό Κύριος δεν είπε τίποτα. Αυτό πού είναι τόσο βρώμικο, του πρέπει να γραφτεί στο βρώμικο χώμα. Ένας άλλος λόγος πού ό Κύριος έγραψε στο χώμα είναι ακόμα πιο δυνατός και πιο σπουδαίος. Αυτό πού γράφεται στο χώμα σβήνει εύκολα. Ό Χριστός δεν ήθελε να μάθει ό καθένας τις αμαρτίες τους. Αν το ήθελε αυτό, θα τις είχε διακηρύξει μπροστά σε όλους. Και τότε όλοι θα τούς κατηγορούσαν και θα τούς λιθοβολούσαν μέχρι θανάτου, σύμφωνα με το νόμο.

Εκείνος όμως, ό άκακος αμνός του Θεού, δε ζήτησε εκδίκηση ή θάνατο για κείνους πού του είχαν προετοιμάσει χιλιάδες θανάτους, πού ήθελαν το δικό Του θάνατο περισσότερο απ' όσο ποθούσαν για τούς ίδιους την αιώνια ζωή. 

Ό Κύριος ήθελε μόνο να τούς διορθώσει, να τούς μάθει πώς πρέπει να σκέφτονται τον εαυτό τους, ν' ασχολούνται με τις δικές τους αμαρτίες. 

 Ήθελε να τούς υπενθυμίσει πώς ενώ τούς βάραινε το φορτίο των δικών τους αμαρτιών, δεν έπρεπε να κρίνουν τις αμαρτίες των άλλων. Αυτό μόνο ήθελε ό Κύριος. Κι όταν αυτό έγινε, το χώμα Ισοπεδώθηκε πάλι κι όσα είχαν γραφτεί σβήστηκαν.

Μετά απ' αυτά ό Κύριος σηκώθηκε και τούς είπε ήρεμα: 

«Ό άναμάρτητος υμών πρώτος λίθον βαλέτω έπ' αυτήν» (Ίωάν. η' 7). 

[ Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας της ρίξει την πρώτη πέτρα ]. 

Αυτό λειτούργησε σα να αφαίρεσε κάποιος τα όπλα των εχθρών κι υστέρα τούς είπε: «Και τώρα πυροβολήστε!»

Οι πρώην αγέρωχοι δικαστές της αμαρτωλής γυναίκας έστεκαν τώρα αφοπλισμένοι, ένιωθαν αυτοί τώρα σαν ένοχοι μπροστά στον κριτή, άφωνοι, ακίνητοι, λες κι ήταν καρφωμένοι στη γη. Ό πανεύσπλαχνος Κύριος όμως έσκυψε πάλι κι έγραφε στη γη. 

Τί έγραψε αύτη τη φορά; Ίσως τις άλλες κρυφές αμαρτίες και ανομίες τους, ώστε για μακρό χρονικό διάστημα να μην ξανανοίξουν το στόμα τους.

«Ίσως και να 'γραφε τι λογιών άνθρωποι πρέπει να 'ναι οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες των λαών. Αυτό δεν μας ενδιαφέρει και τόσο πολύ εμάς τώρα. Εκείνο πού είναι σπουδαίο, είναι πώς με το γράψιμο στο χώμα πέτυχε τρεις στόχους: 

πρώτο, έδωσε τέλος και διάλυσε την καταιγίδα πού του είχαν ετοιμάσει οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων,

δεύτερο, ξύπνησε τη ναρκωμένη τους συνείδηση στις νεκρωμένες καρδιές τους, έστω και για λίγο,

και τρίτο, γλίτωσε την αμαρτωλή γυναίκα από το θάνατο.

Αυτό γίνεται φανερό από τα λόγια του ευαγγελίου: «οι δε άκούσαντες έξήρχοντο εις καθ εις, άρξάμενοι από των πρεσβυτέρων, και κατελείφθη ό Ιησούς και η γυνή εν μέσω ουσα» (Ίωάν. η' 9).

[ Εκείνοι δε σαν άκουσαν τα λόγια Του άρχισαν να φεύγουν ό ένας μετά τον άλλον, με πρώτους τούς πρεσβύτερους στην ηλικία. Στο τέλος έμεινε μόνος ό Ιησούς και η γυναίκα, πού έστεκε όρθια ανάμεσα σε όλους ].

Το προαύλιο του ναού ξαφνικά άδειασε. Δεν έμεινε κανένας, έκτος από τούς δύο πού οι πρεσβύτεροι τούς είχαν καταδικάσει σε θάνατο, δηλαδή η αμαρτωλή γυναίκα κι ό αναμάρτητος Χριστός. 

Η γυναίκα έστεκε όρθια, ό Χριστός ήταν σκυφτός κι έγραφε στο έδαφος. Για λίγο επικράτησε απόλυτη σιγή. Μετά ό Κύριος ανασηκώθηκε, κοίταξε τριγύρω κι αφού δεν είδε κανέναν είπε στη γυναίκα: «Γύναι, που είσιν; ουδείς σε κατέκρινεν;». Που είναι οι κατήγοροι σου; Κανένας δεν σε κατέκρινε, δε ζητάει το λιθοβολισμό σου;

Ό Κύριος γνώριζε πώς κανένας δεν την καταδίκαζε τώρα. Αλλά θέλησε με την ερώτηση Του να της εμπνεύσει εμπιστοσύνη, ώστε να μπορέσει ν' ακούσει και να κατανοήσει καλύτερα αυτά πού θα της έλεγε στη συνέχεια. 

Λειτούργησε όπως ένας επιδέξιος γιατρός, πού πρώτα δίνει κουράγιο στον άρρωστο κι ύστερα του χορηγεί τη θεραπεία. Ουδείς σε κατέκρινεν; Η γυναίκα κατόρθωσε να ξαναβρεί τη λαλιά της κι απάντησε: «ουδείς, Κύριε». Κανένας δεν με κατακρίνει πια, Κύριε. Τα λόγια αυτά τα πρόφερε ένα αξιολύπητο πλάσμα, πού πριν από λίγο δεν έλπιζε να ξαναμιλήσει, ένα πλάσμα πού ένιωθε μια ανάσα πραγματικής χαράς. Ίσως για πρώτη φορά στη ζωή της.

Τελικά ό αγαθός Κύριος είπε στη γυναίκα: «Ουδέ εγώ σε κατακρίνω πορεύου και από του νύν μηκέτι άμάρτανε» (Ίωάν. η' 11). Ούτε εγώ σε κατακρίνω. Πήγαινε. Μόνο από τώρα και στο έξης μην αμαρτήσεις ξανά.

Όταν οι λύκοι χαρίζουν τη ζωή στα θύματα τους, τότε, όπως είναι φυσικό, ούτε ό βοσκός θέλει να πεθάνουν τα πρόβατα. Είναι σημαντικό όμως να βεβαιωθούμε πώς η αθώωση πού πρόσφερε ό Χριστός σημαίνει πολύ περισσότερα από την αθώωση πού προσφέρουν οι άνθρωποι. Όταν οι άνθρωποι δεν σε κατακρίνουν για την αμαρτία σου, σημαίνει πώς δεν ορίζουν κάποια τιμωρία για την αμαρτία, μα αφήνουν την αμαρτία πάνω σου. Όταν όμως δεν κρίνει ό Θεός, σημαίνει πώς συγχωρεί την αμαρτία σου, σε απαλλάσσει απ' αυτήν, την απομακρύνει σαν πύον και καθαρίζει την πληγή της ψυχής σου.

Γι' αυτό και τα λόγια ουδέ εγώ σε κατακρίνω, είναι σα να λένε: «Οι αμαρτίες σου συγχωρούνται, κόρη. Πήγαινε και μην ξαναμαρτήσεις».

Τί ανέκφραστη χαρά! Η χαρά της αλήθειας! Ό Κύριος αποκάλυψε την αλήθεια σε κείνους πού λογαριάζονταν χαμένοι, άπολωλότα. 

Τί χαρά δικαιοσύνης! Ό Κύριος «έποίησε» δικαιοσύνη. 
Τί χαρά ελέους! Ό Κύριος έδειξε το έλεος Του. 
Τί χαρά της ζωής! Ό Κύριος διατήρησε τη ζωή. 

Αυτό είναι το ευαγγέλιο του Χριστού. Σημαίνει καλή αγγελία, ευχάριστη είδηση. Αυτά είναι τα καλά νέα, η διδασκαλία της χαράς. Αυτή είναι μια σελίδα από το Βιβλίο της Χαράς.



ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ