Οι Θεούμενοι Άγιοι γνώρισαν από την εμπειρία τους ότι η ψυχή είναι λογική και νοερά. Αυτό γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όπως το βλέπουμε καθαρά και στα έργα του Αγίου Μαξίμου του ομολογητού, στα κείμενα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και στην διδασκαλία και άλλων Αγίων Πατέρων.
Οι Άγιοι αισθάνονταν, δηλαδή, μία ενέργεια, που συνδεόταν με την Χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά και την οποία αποκάλεσαν «νουν», που μπορούσε ύστερα από άσκηση εν Χάριτι, να είναι διαφορετική από την λογική, την οποία αποκάλεσαν «λόγο».
Επειδή ο νους ενεργεί στην καρδιά, την λεγόμενη πνευματική καρδιά, γι' αυτό και εναλλάσσονται οι όροι «νους» και «καρδιά». Άλλοτε γίνεται διάκριση μεταξύ «νου» και «λογικής» και άλλοτε μεταξύ καρδιάς και λογικής.
«Υπάρχει η καρδιά του ανθρώπου. Κατά τους Εβραίους της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή κατά τους Προφήτες και κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, το πνευματικό κέντρο της ζωής του ανθρώπου είναι η καρδιά, ενώ το διανοητικό κέντρο είναι ο εγκέφαλος.
Οπότε, το ένα λέγεται διάνοια και λόγος, το άλλο λέγεται καρδιά ή πνεύμα του ανθρώπου. Γι' αυτό και ο Απόστολος Παύλος, όταν λέει ότι αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού (Ρωμαίους η', 16) κλπ., αυτό πλέον θέλει μια ειδική ερμηνεία και είναι το κλειδί της Ορθοδόξου διδασκαλίας και περί αμαρτίας και περί ελευθερίας».
Οι Απόστολοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας ομίλησαν και για το θέμα αυτό μέσα από την προσωπική τους εμπειρία και όχι από στοχασμό. Αισθάνονταν μια θερμότητα στην καρδιά και εκεί να είναι συγκεντρωμένη η προσοχή και να προσεύχεται.
«Πάντως, ο νους δεν είναι ένα συστατικό της ανθρώπινης φύσης ξεχωριστό από την συναισθηματική ή λογική ψυχή. Ο νους, όπως ο λόγος (λογικό), είναι μια ενέργεια της ψυχής.
Η διάκριση δεν είναι από μια μεταφυσική φύση, αλλά απλώς μια αναγνώριση της πνευματικής εμπειρίας και από το γεγονός ότι ο άνθρωπος, φωτισμένος ή θεωμένος, είναι ταυτόχρονα ενήμερος της καθόλου κοινωνίας του με τον Θεό και της σχέσης του με τους συνανθρώπους του και όλη την κτίση, με την αγάπη, την θέληση, και τα πάθη τώρα κεκαθαρμένα να ενεργοποιούνται και προς τις δύο κατευθύνσεις, προς και μέσα στον Θεό και προς τους συνανθρώπους του και τα δημιουργήματα».
Το θέμα αυτό της νοεράς και λογικής ενέργειας θα εξετασθεί εκτενέστερα.
Κάθε άκτιστο και κτιστό ον έχει ενέργεια, με την διαφορά ότι η ενέργεια του άκτιστου είναι άκτιστη και του κτιστού είναι κτιστή. Έτσι, και η ψυχή, ως κτίσμα του Θεού, έχει ενέργεια. Ανάλογα, όμως, με το που ενεργεί, λαμβάνει διάφορα ονόματα, οπότε κάνουμε λόγο για ενέργειες της ψυχής.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, από την πείρα τους, έκαναν την διάκριση μεταξύ νοεράς και λογικής ενέργειας.
«Εκείνο που ήξεραν οι Πατέρες είναι ότι υπάρχει ένα όργανο της ανθρώπινης προσωπικότητος που δεν είναι κάτι πρόσθετο, αλλά είναι ένα μέρος της ανθρώπινης προσωπικότητος, την οποία ονόμασαν νοερά ενέργεια, εν αντιθέσει προς την λογική ενέργεια.
Οπότε, η λογική ενέργεια είναι αυτό που λέμε σήμερα το μυαλό του ανθρώπου, δηλαδή όλο το νευρολογικό μνημονικό σύστημα του ανθρώπου, που έχει ως κέντρο τον εγκέφαλο. Εν αντιδιαστολή προς τον λόγο, ονόμασαν την άλλη ενέργεια νοερά, που υποτίθεται ότι θα πρέπει να είναι στην καρδιά του ανθρώπου, αλλά δεν είναι στην καρδιά, όταν δεν λειτουργεί σωστά».
Πρόκειται για δύο παράλληλες ενέργειες της ψυχής.
«Υπάρχουν δύο παράλληλες λειτουργίες της ανθρώπινης προσωπικότητος. Είναι η λογική και νοερά ενέργεια. Ένας άνθρωπος, μπορεί με την λογική του να είναι φωστήρας, μπορεί να είναι σπουδαίος θεολόγος λογικά, και στον νου του να είναι πωρωμένος· ο νους του να είναι στο σκοτάδι. Από το άλλο μέρος, μπορεί κάποιος να είναι τελείως αγράμματος εξ απόψεως κοσμικής και να έχει φωτισμένο νου, και να ξέρει πώς να φωτίζει το νου και των άλλων ακόμη ανθρώπων, να ξέρει δηλαδή αυτός, ο αγράμματος, πώς να οδηγεί και τους άλλους ανθρώπους από την κάθαρση στον φωτισμό. Οπότε, εξ επόψεως Χριστιανικής, αυτός είναι ο αγράμματος;
Και ποιος είναι ο φωτισμένος; Αυτός που ξέρει πολλά γράμματα και ιδέα δεν έχει από φώτιση της καρδιάς ή εκείνος που έχει την φώτιση της καρδιάς και ξέρει να οδηγεί και τους άλλους ανθρώπους στην φώτιση; γι' αυτόν τον λόγο, βλέπουμε αυτό το παράδοξο φαινόμενο, ότι στην Ορθοδοξία, πολλές φορές, οι πιο φωτισμένοι είναι εκείνοι που δεν έχουν σπουδάσει την θεολογία στα Πανεπιστήμια. Έτσι, έχουμε δύο φαινόμενα. Το ένα είναι εκείνος που είναι αγράμματος στην λογική και φωτισμένος στον νου του. Και το άλλο, εκείνος που είναι φωτισμένος στην λογική του και σκοτισμένος στο νου του.
Μετά, υπάρχουν και άλλα παραδείγματα, που είναι κανείς φωτισμένος και στην λογική του και στον νου του. Αυτός ο συνδυασμός μας έχει δώσει τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας. Όταν ένας Πατήρ της Εκκλησίας έχει φωτισμένο μόνο τον νου του, έχουμε τους μεγάλους ασκητικούς Πατέρες, οι οποίοι στα πνευματικά τους είναι άφθαστοι. Ό,τι έχουν γράψει για την πνευματική ζωή είναι άφθαστο, αλλά δεν μας έχουν αφήσει συγγράμματα, ας πούμε, όπως είναι του Μεγάλου Βασιλείου, Γρηγορίου Νύσσης, που είχαν και την μεγάλη παιδεία την κοσμική. Μετά, έχουμε το άλλο είδος· και πωρωμένος στην καρδιά και ένας βλάκας στην λογική».
Οι Πνευματικοί Πατέρες ασχολούνται με αυτήν την νοερά ενέργεια της ψυχής του ανθρώπου, την οποία όμως δεν γνωρίζουν οι ψυχίατροι, οι οποίοι την ταυτίζουν με την λογική.
«Επειδή ήταν γνωστά τα αποτελέσματα της καταστάσεως του φωτισμού, αυτά τα αποτελέσματα τα εξέταζαν οι Πατέρες, όπως εξετάζουν σήμερα οι ψυχίατροι την ανθρώπινη προσωπικότητα.
Μόνο που οι σημερινοί ψυχολόγοι και ψυχίατροι δεν γνωρίζουν περί της υπάρξεως της νοεράς ενεργείας του ανθρώπου. Οι Ινδουϊσταί το γνωρίζουν, γιατί αυτοί ξέρουν αυτή την διάκριση μεταξύ λόγου και νοός. Και έχουν μια ορισμένη ασκητική γύρω από αυτά τα θέματα.
Αυτό σημαίνει ότι οι Πνευματικοί Πατέρες της Ορθοδοξίας είναι ένα είδος πνευματικού ψυχιάτρου. Με τι ασχολούνται; Με φαντασίες ή με την πραγματικότητα; Διότι, όταν ένας άνθρωπος έχει την νοερά προσευχή, αυτό τι είναι, φαντασία ή πραγματικότητα; Εάν είναι μια πραγματικότητα, τότε η Ορθοδοξία έχει κύρος, είναι κάτι το επιστημονικά σωστό. Αν η νοερά προσευχή δεν είναι μια πραγματικότητα, τότε η ίδια η Ορθοδοξία είναι μια φαντασία».
Η λειτουργία της λογικής ενέργειας γίνεται στην διάνοια του ανθρώπου και η λειτουργία της νοεράς ενέργειας, στον αναγεννημένο άνθρωπο, γίνεται στην καρδιά. Οι Πατέρες της Εκκλησίας κάνουν λόγο για το ότι «ο νους είναι ενέργεια της ψυχής που δεν ταυτίζεται με την διάνοια, αλλά είναι μέσα στην καρδιά».
«Στην καρδιά είναι ο φυσιολογικός χώρος του νου, όχι στην λογική, διότι ο νους δεν είναι λογική. Δεν είναι ο μυς της καρδιάς που προσεύχεται, αλλά προσεύχεται η νοερά ενέργεια μέσα στον μυ».
«Στην πατερική παράδοση η νοερά ενέργεια αυτή είναι μια φυσική λειτουργία της προσωπικότητος του ανθρώπου, και αυτή η ενέργεια πρέπει να ενεργεί στον χώρο της καρδιάς. Όταν η νοερά ενέργεια λειτουργεί φυσιολογικά, σωστά δηλαδή, τότε λειτουργεί σ’ αυτόν τον χώρο του σώματος του ανθρώπου. Η διάνοια είναι το μυαλό, η φαιά ουσία που βρίσκεται μέσα στο κεφάλι μας. Αυτό, για τους Πατέρας, είναι η λογική».
Έτσι, η λογική ενέργεια δεν είναι ενέργεια του σώματος και του εγκεφάλου, αλλά ενέργεια της ψυχής. Ο εγκέφαλος είναι το όργανο που δέχεται την λογική ενέργεια της ψυχής, αλλά δεν παράγει αυτό λογική. Και τα ζώα έχουν εγκέφαλο με τα κύτταρα και όλη την σύνθεση, αλλά δεν παράγουν τέλειες λογικές σκέψεις. Η λογική είναι ενέργεια της ψυχής. Και αφού η ψυχή δεν ανήκει στον αγέννητο κόσμο των ιδεών, αλλά είναι δημιούργημα-κτίσμα του Θεού, αυτό ισχύει και για την λογική ενέργεια. Στην Δύση αναπτύχθηκε η άποψη ότι η λογική στον άνθρωπο αποδεικνύει την ύπαρξη άυλων λόγων, επειδή πίστευαν στην κατά φύση αθανασία της ψυχής.
«Στην Δύση συνδέθηκαν οι αποδείξεις περί υπάρξεως του Θεού με την ικανότητα του ανθρώπου να γνωρίσει πράγματα τα οποία δεν είναι υλικά και εκείνο που δεν είναι υλικό είναι οι σκέψεις. Κατ’ αυτούς η λογική σκέψη δεν είναι υλική, διότι επιστεύετο από τους αρχαίους ότι ο άνθρωπος διαφέρει από τα άλλα όντα στο ότι ο άνθρωπος σκέπτεται λογικά, ενώ τα ζώα δεν σκέπτονται λογικά ούτε τα φυτά. Μόνο ο άνθρωπος σκέπτεται λογικά και αυτό διότι η λογική δεν είναι υλική.
Λοιπόν, και αυτό οδηγεί στην ιδέα ότι, εφ' όσον υπάρχουν λόγοι, κατώτεροι λόγοι που είναι οι άνθρωποι, πρέπει να υπάρχει και ένας λόγος ανώτερος που θα είναι η σύνθεση όλων των άλλων λόγων κλπ. Και ερχόμεθα στην διδασκαλία περί υπάρξεως άυλων λόγων, οι οποίοι μπορεί να είναι πολλοί, οπότε έχουμε πολλούς θεούς, και μπορεί να είναι ένας, οπότε έχουμε έναν Θεό κ.ο.κ. Και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης και όλοι οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι ήσαν πολιθεϊσταί. Πίστευαν σε πολλούς θεούς».
Έτσι, η λογική ενέργεια δεν ανήκει στον αγέννητο κόσμο των ιδεών.
«Οι Φράγκοι, ακολουθούντες τον Αυγουστίνο, θεωρούν ως αίρεση την ιδέα ότι η ψυχή είναι υλική».
«Στην πατερική θεολογία υπάρχει αυτό, με μια αντίληψη ότι η λογική του ανθρώπου ανήκει στο κτιστό σύμπαν και η λογική του ανθρώπου είναι περιορισμένη και ότι ο άνθρωπος μέσω της λογικής δεν μπορεί να γνωρίσει τον Θεόν».
"Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας
κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη", Τόμος Β'
Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιεροθέου