Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

Εἰς τήν παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ (Ἁγίου Λουκᾶ Κριμαίας)


Ἡ γιορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ τοῦ Κυρίου εἶναι πολὺ παλαιά. Γνωρίζουμε ὅτι αὐτὴ ὑπῆρχε ἤδη τὸν Ε΄ αἰώνα καὶ καθιερώθηκε ὡς ἀνάμνηση ἑνὸς μεγάλου γεγονότος – τῆς εὑρέσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ τοῦ Κυρίου. 

Ἡ ἁγία Ἑλένη, μητέρα τοῦ πρώτου χριστιανοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ρώμης, τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ σκοπὸ νὰ ἀνακαλύψει τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἦταν ἕνα δύσκολο ἔργο, διότι μετὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ οἱ Ρωμαῖοι δύο φορὲς κατέστρεψαν τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν καιρὸ ποὺ πῆγε ἐκεῖ ἡ ἁγία Ἑλένη στὴ θέση της ὑπῆρχαν μόνο ἐρείπια. Ὁ εἰδωλολάτρης αὐτοκράτορας Ἀδριανός, γιὰ νὰ ἐξαφανίσει κάθε ἀνάμνηση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ἔδωσε διαταγὴ νὰ δημιουργηθεῖ ἕνας τεχνητὸς λόφος στὴ θέση τοῦ μαρτυρίου καὶ νὰ φτιαχτεῖ πάνω του ὁ ναὸς τῆς Ἀφροδίτης. 

Ἡ ἁγία Ἑλένη δὲν ἤξερε ἀπὸ ποῦ ν’ ἀρχίσει τὴν ἔρευνά της. Τότε ὁ Κύριος τῆς ἔστειλε ἕναν ἡλικιωμένο Ἑβραῖο ποὺ ὀνομαζόταν Ἰούδας καὶ ἐκεῖνος τῆς εἶπε ὅτι ὁ Σταυρὸς βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὸ ναὸ τῆς Ἀφροδίτης. Ἡ αὐτοκράτειρα διέταξε νὰ ἰσοπεδωθεῖ ὁ εἰδωλολατρικὸς ναὸς καὶ τότε βρῆκαν κάτω ἀπὸ τὰ θεμέλιά του τρεῖς σταυρούς. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶχε πάνω του τὴν ἐπιγραφὴ καὶ κατάλαβαν ὅτι ἦταν ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, διότι ἀναστήθηκε ἕνας νεκρὸς στὸν ὁποῖο πάνω ἔβαλαν τὸν Σταυρό. 


Ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων συγκεντρώθηκε γύρω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ καὶ ὁ πατριάρχης Ἱεροσολύμων Μακάριος τὸν ὕψωσε γιὰ νὰ τὸν βλέπουν ὅλοι. Ταυτόχρονα ὅλος ὁ λαὸς μὲ χαρὰ ἔψαλλε˙ «Κύριε ἐλέησον! Κύριε ἐλέησον! Κύριε ἐλέησον!» Ἔτσι ψάλλαμε καὶ ἐμεῖς χτὲς στὴν παννυχίδα. 

Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ ἱστορία τῆς σημερινῆς γιορτῆς. Καὶ κάνοντας ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ἐνθυμούμενοι τὴν σταύρωση καὶ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ προσπαθήσουμε νὰ καταλάβουμε τὸ βάθος τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας περὶ τοῦ Σταυροῦ. 

Γιὰ τὴν σημασία τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μιλάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρώτη ἐπιστολή του πρὸς Κορινθίους. Ἀκοῦστε τὸν λόγο του καὶ προσπαθῆστε νὰ καταλάβετε τὴν σημασία του˙ «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστι, τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστιν» (Α΄ Κορ. α´18).

Μωρία καὶ τρέλα εἶναι ὁ λόγος περὶ τοῦ Σταυροῦ, γιὰ ἐκείνους ποὺ χάνονται, γιὰ μᾶς ὅμως εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ «γέγραπται γάρ˙ ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω» (Α΄ Κορ. α´19). 

Τὸ ἔλεγε ἤδη ὁ προφήτης Ἠσαΐας. «Ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου» (Α΄ Κορ. α´ 20).

Ἔκανε μωρία ὁ Θεὸς ὅλη τὴν σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀπὸ παλαιὰ χρόνια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ σοφοὺς λαοὺς θεωροῦνταν οἱ Γερμανοί. Ὁ λαὸς αὐτὸς ἦταν φορέας ὅλης τῆς κοσμικῆς σοφίας. Ἀπὸ μέσα του βγῆκαν οἱ μεγάλοι φιλόσοφοι ὅπως ὁ Κάντιος, ὁ Φίχτε καὶ ὁ Γέγελ. Στὴ Γερμανία ἡ ἐπιστήμη προχώρησε πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο σὲ ἄλλες χῶρες τῆς Εὐρώπης. 

Εἴδατε πῶς κατήσχυνε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν σοφία τοῦ γερμανικοῦ λαοῦ καὶ τὴν μετέτρεψε σὲ μωρία. Ὑπῆρχε ποτὲ μωρία φοβερότερη ἀπ’ αὐτὴ τῆς ὁποίας ἐμεῖς ἤμασταν μάρτυρες; Εἶχε φτάσει ποτὲ κανένας λαὸς σὲ τέτοιο σημεῖο τρέλας, ὥστε νὰ ἐξοντώνει μὲ τὸν πιὸ ἄγριο τρόπο ἑκατομμύρια ἀνθρώπους καὶ νὰ καταστρέφει τὶς ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ; 

Δὲν πραγματοποιήθηκε πάνω στὸν γερμανικὸ λαὸ ἐκεῖνος ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει˙ «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας, ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν» (Α΄ Κορ. α´ 20-22). 

Πολλὲς φορὲς ἀκούσατε στὸ Εὐαγγέλιο πὼς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ τοὺς δείξει σημεῖα, γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ἔκανε, ζητοῦσαν ἀπ’ Αὐτὸν θαύματα. 

Ποιὰ ἄλλα θαύματα ἤθελαν, ἀφοῦ ὁ Κύριος τὰ ἔκανε συνεχῶς; Ἦταν τυφλοί, γι’ αὐτὸ ζητοῦσαν καὶ ἄλλα θαύματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἤθελαν νὰ ἀποδείξει ὁ Κύριος τὴν ἄνω κλήση του. «Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν». Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν λαὸς πολὺ βαθυστόχαστος. Ἀπὸ τοὺς κόπους αὐτοῦ τοῦ λαοῦ βγῆκαν οἱ μεγαλύτεροι φιλόσοφοι τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ὅπως ὁ Πυθαγόρας, ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης, οἱ ὁποῖοι μέχρι καὶ σήμερα παραμένουν ἀξεπέραστοι. 

Ὁ Ἀριστοτέλης, παραδείγματος χάριν, εἶναι φορέας μιᾶς ἀξεπέραστης σοφίας καὶ βαθύτατος νοῦς. Οἱ Ἕλληνες ἦταν ἕνας λαὸς ὁ ὁποῖος γνώριζε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ἕνας λαὸς ποὺ διψοῦσε νὰ ἀκούει κάθε τί τὸ σοφό, λαὸς ποὺ οἱ ἐκπρόσωποί του ἄκουγαν μὲ προσοχὴ στὸν Ἄρειο Πάγο τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἔχοντας τὴν αἴσθηση ὅτι ἐκεῖνος μιλάει γιὰ κάτι ποὺ αὐτοὶ δὲν γνωρίζουν. «Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν» (Α΄ Κορ. α´ 22-23). Οἱ Ἰουδαῖοι στὸ πρόσωπο τοῦ Μεσσία περίμεναν ἕνα μεγάλο βασιλιά, ὁ ὁποῖος θὰ γινόταν ἀρχηγὸς τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ καὶ θὰ ὑπέτασσε σ’ αὐτὸν ὅλο τὸν κόσμο. Ἦταν σκάνδαλο γι’ αὐτούς, ν’ ἀκοῦνε ὅτι Μεσσία θεωροῦν Αὐτὸν τὸν ὁποῖο ἐκεῖνοι σταύρωσαν. 

Καὶ γιὰ τοὺς Ἕλληνες αὐτὸ ἦταν μωρία καὶ μὲ πολλὴ περιφρόνηση μιλοῦσαν ἐκεῖνοι γιὰ τὸν Χριστὸ τὴν ἐποχὴ τῶν μεγάλων διωγμῶν κατὰ τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους στοὺς πρώτους αἰῶνες. Περιέπαιζαν τοὺς χριστιανοὺς γιὰ τὸ ὅτι θεωροῦν Θεὸ ἕνα δυστυχισμένο ἄνθρωπο, ποὺ πέθανε πάνω στὸν σταυρό. Γιὰ ἐκείνους ὅμως ποὺ τοὺς κάλεσε ὁ Θεός, Ἰουδαίους καὶ Ἕλληνες, ποὺ πίστεψαν στὸν Χριστό, Αὐτὸς ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Θεοῦ σοφία. 

Γιὰ ὅλους ἐμᾶς κήρυγμα γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, κήρυγμα γιὰ τὸν ἐσταυρωμένο Κύριο Ἰησοῦ εἶναι κήρυγμα γιὰ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σοφία του. Διότι, πεῖτε μου, ποιός ποτὲ σ’ ὅλη τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου φανέρωσε τέτοια δύναμη ποὺ φανέρωσε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὄχι μόνο μὲ τὸ δικό του κήρυγμα ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ φοβερὸ καὶ θαυμαστὸ θάνατο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, μὲ τὸ δικό του Αἷμα καὶ τὸν Σταυρό του; 

Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ νίκησε τὸν κόσμο καὶ κατήργησε τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου γι’ αὐτοὺς ποὺ πίστεψαν στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ χάραξαν πάνω στὴν καρδιά τους τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. 

Ἐμεῖς κηρύττουμε τὸν Χριστό, λέγοντας ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ ὑπέρτατη δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Σοφία Του, σοφία ἡ ὁποία ἀπέδειξε μωρία ὅλη τὴν σοφία τοῦ κόσμου. Δὲν ὑπάρχει γιὰ μᾶς σοφία ἀνώτερη ἀπ’ αὐτὴ ποὺ ἐμεῖς ἀκούσαμε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γνωρίζουμε τώρα ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας δὲν βρίσκεται σὲ βιβλία, γραμμένα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ στὸ φόβο τοῦ Θεοῦ… 

Πάντα ἔχουμε στὸ νοῦ μας τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιὰ τὸν Χριστὸ «ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι» (Κολ. β´3). Ἀναζητοῦμε τὴ σοφία μόνο σ’ αὐτὸ τὸν θησαυρὸ καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ. Γνωρίζουμε ὅτι ἀληθινὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ σοφοῦ Σολομῶντος˙ «Στόμα δικαίου ἀποστάζει σοφίαν» (Παρ. Ι´ 31).

Πεῖτε μου ποιά στόματα ἀνέβλυζαν περισσότερη σοφία ἀπὸ τὰ στόματα τῶν μεγάλων ἱεραρχῶν καὶ τῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Μεγ. Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ πολλῶν ἄλλων ἁγίων; Ποιό στόμα ἀνάβλυζε σοφία μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ σοφία τῶν ὁσίων Θεοδοσίου τοῦ Κιέβου; Γνωρίζουμε ὅτι τὸ στόμα τῶν δικαίων ἀναβλύζει σοφία. Γνωρίζουμε ὅτι ἀληθινὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ Σοφοῦ Σολομῶντος˙ «στόμα δὲ ταπεινῶν μελετᾶ σοφίαν» (Παρ. ΙΑ´ 2), ἐκείνων ποὺ ποτὲ δὲν θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους σοφό, βλέπουν τὸν ἑαυτό τους χειρότερο ἀπ’ ὅλους καὶ δὲν περιφρονοῦν κανέναν. 

Αὐτοὶ οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι κατέχουν τὴ γνήσια καὶ ἀληθινὴ σοφία, μία σοφία ξεχωριστή, αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλοῦσε ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος, λέγοντας τὸ ἑξῆς˙ «Ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνὴ ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος» (Ἰακ. γ´ 17). Μὲ τέτοια σοφία ἦταν γεμάτοι ὅλοι οἱ ἅγιοι. Τέτοια σοφία πρέπει καὶ ἐμεῖς, ἁπλοὶ καὶ ἀδύναμοι χριστιανοί, νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεό. 

Γι’ αὐτὴ τὴν ἀληθινὴ σοφία ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει˙ «Τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστι, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστὶ»(Α΄ Κορ. α´ 25). Αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος τοὺς θεωρεῖ μωρούς, ποὺ ὁ κόσμος δὲν δίνει σημασία ἢ ἀκόμα καὶ τοὺς περιφρονεῖ, αὐτὸ «τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ» εἶναι σοφότερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστι». Ἡ ἀδυναμία τῶν ταπεινῶν, τῶν πράων καὶ τῶν καθαρῶν τῇ καρδίᾳ εἶναι ἀσύγκριτα πιὸ δυνατὴ ἀπὸ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη δύναμη.

«Βλέπετε γὰρ τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς» (Α΄ Κορ. 1, 26). Καὶ αὐτοὶ εἶστε ὅλοι ἐσεῖς, οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ἀνοίξατε τὴν καρδιά σας στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἀγαπήσατε τὸν Σταυρό Του. Γιὰ σᾶς μιλάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν λέει˙ «Τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ του κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ» (Α΄ Κορ. α´ 27-28). 

Ὁ Κύριος γνωρίζει σὲ ποιά καρδιὰ ὑπάρχει ἀληθινὴ σοφία. Ὁ Κύριος βλέπει τοὺς σοφούς, ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν προσέχουν. Ὑπάρχουν μεταξύ μας, στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους, σοφοί, ποὺ στὰ μάτια τοῦ κόσμου εἶναι ἐντελῶς ἀσήμαντοι. Ὑπάρχουν τέτοιοι σοφοὶ καὶ μεταξὺ τῶν φτωχῶν. Αὐτοὺς ὁ θεῖος Παῦλος τοὺς θεωρεῖ ἀληθινοὺς φορεῖς τῆς σοφίας καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, γιατί αὐτοὶ μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ ἀγάπησαν τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πάνω στὸν ὁποῖο ὁ Κύριος συμφιλίωσε μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ὁρατὸ καὶ ἀόρατο. 

Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ τιμοῦν καὶ σέβονται μὲ ὅλη τους τὴν καρδιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πράγμα ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε γιὰ τοὺς αἱρετικούς… Ὅλοι τους εἶναι ἐχθροὶ τοῦ Σταυροῦ. Γι’ αὐτοὺς ὁ ἀπόστ. Παῦλος εἶπε˙ «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ»(Α΄ Κορ. α´18). Θεωροῦν παραλογισμὸ τὴν τιμὴ ποὺ ἐμεῖς ἀποδίδουμε στὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Μέσα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνοησία τους βρίζουν τὸν τίμιο Σταυρὸ μὲ τὰ πιὸ ἄσχημα λόγια. Τὸν παρομοιάζουν μὲ ἀγχόνη καὶ μᾶς περιγελοῦν λέγοντας πὼς αὐτὸ τὸ ὄργανο θανάτου ἐμεῖς μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ τὸ τιμᾶμε καὶ τὸ ἀνυψώνουμε πάνω ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο. 

Οἱ δυστυχισμένοι αὐτοὶ ἄνθρωποι δὲν καταλαβαίνουν ὅτι μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ἦλθε ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου, ὅτι πάνω του κρεμάστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου καὶ ὅτι ὁ Σταυρὸς εἶναι ἁγιασμένος μὲ τὸν πιὸ μεγάλο ἁγιασμὸ – μὲ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἔργο ποὺ Ἐκεῖνος πραγματοποίησε πάνω του˙ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. 

Μπορεῖ γιὰ μᾶς νὰ ὑπάρχει θησαυρὸς μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ποὺ ἁγιάστηκε μὲ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου; Ἂν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὸ θυσιαστήριο ποὺ ὑπῆρχε μέσα στὸ ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων ἐθεωρεῖτο ἱερό, ἂν τὸ σπαθὶ τοῦ Γολιάθ, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Δαβὶδ ἀποκεφάλισε αὐτὸν τὸν γίγαντα, φυλαγόταν μέσα στὸ ναὸ τυλιγμένο σὲ πολύτιμο ὕφασμα, τότε πῶς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ μὴν τιμᾶμε τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ; 

Γνωρίζετε ὅτι τὰ πράγματα τῶν μεγάλων ἀνδρῶν φυλάγονται σὰν κειμήλια, ὅτι δημιουργοῦνται μουσεῖα ὅπου αὐτὰ φυλάγονται μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ πὼς τιμοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἐμεῖς λοιπὸν νὰ μὴν τιμᾶμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ποὺ ἡ ἁγία Ἑλένη βρῆκε τὸ 326 μ.Χ.; Δὲν πρέπει νὰ ἀποστρεφόμαστε τοὺς δυστυχισμένους ἐκείνους αἱρετικοὺς ποὺ τὸν βλασφημοῦν; Δὲν πρέπει, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, νὰ τοὺς θεωροῦμε ἀνθρώπους ποὺ σκόνταψαν στὸν λίθο τοῦ προσκόμματος καὶ ἄδικα νομίζουν πὼς κατέχουν τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ; Ἂς μὴν ἔχουμε καμία κοινωνία μ’ αὐτοὺς τοὺς δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ποὺ βλασφημοῦν τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἂς ἔχουμε πάντα μπροστὰ μας τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ! Ἂς μὴν ὑπάρχει μεταξὺ μας κανεὶς ποὺ νὰ μὴν φοράει σταυρό! 

Ξέρω ὅτι δὲν τὸν φορᾶτε ὅλοι. Φορᾶτε χάντρες καὶ μενταγιὸν καὶ τὸν σταυρὸ δὲν φορᾶτε. Μὴν δικαιολογεῖτε τὸν ἑαυτό σας μὲ τὸ ὅτι δὲν ἔχετε ποῦ νὰ τὸν ἀγοράσετε, γιατί ἂν ἀγαπούσατε τὸν Σταυρὸ θὰ βρίσκατε δυνατότητα, θὰ παίρνατε ἕνα κομμάτι ξύλο καὶ θὰ τὸ κάνατε σταυρό. Σκεφτεῖτε το καὶ βάλτε ὅλοι σας στὸ λαιμὸ τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλοι σας νὰ τὸν χαράξετε μέσα στὴ δική σας καρδιά! Αὐτὸς θὰ σᾶς σώσει καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν αἰώνια ζωή. 


ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ 
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ 
Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 
(«Ὁμιλίες», τ. Γ´ ἐκδ. «Ὁρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2003)