Κυριακή των αγίων Πατέρων της Δ΄Οικουμενικής συνόδου
Τιμά σήμερα και εορτάζει η αγία μας Εκκλησία τη μνήμη των Αγίων εξακοσίων τριάντα Πατέρων της Τέταρτης Οικουμενικής Συνόδου, που συνεκλήθη το 451 στη Χαλκηδόνα και κατεδίκασε την αίρεση του Μονοφυσιτισμού, που αναγνώριζε στο πρόσωπο του Χριστού, μετά την ένωση της Θείας με την Ανθρώπινη φύση, μόνο την Θεία φύση. Οι Άγιοι Πατέρες, παραμένοντας πιστοί στις Αποστολικές Παραδόσεις και στους πριν από αυτούς Πατέρες της Εκκλησίας, αντέκρουσαν αυτή την πλάνη και ομολόγησαν την αυθεντική πίστη της Εκκλησίας και της Αγίας Γραφής: ότι δηλαδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, και ότι οι δύο φύσεις δεν συγχέονται, δεν έχουν υποστεί αλλοίωση, δεν διαιρούνται και δεν χωρίζονται, τόσο κατά την Ενανθρώπηση όσο και μετά από αυτή, αλλά διατηρεί η καθεμιά τα δικά της ιδιαίτερα γνωρίσματα και ιδιότητες, και συμμετέχουν και οι δύο στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.
Για τον λόγο αυτό, για την προσήλωση δηλαδή των Αγίων Πατέρων στις ευαγγελικές και Αποστολικές παραδόσεις και επειδή με τη συμβολή τους αποτελούν τους νοητούς φάρους της Θεολογίας και γενικότερα της Εκκλησίας, τους τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, και στο ανάγνωσμα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ακούσαμε ένα απόσπασμα από την επί του Όρους Ομιλίας του Χριστού, ο οποίος μας λέει τα εξής: “ Εσείς είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη που βρίσκεται στην κορυφή του βουνού δεν μπορεί να κρυφτεί, ούτε ανάβουν (οι άνθρωποι) το λυχνάρι και το βάζουν κάτω από το δοχείο, αλλά το αναρτούν στο λυχνοστάτη και φωτίζει όλους όσους είναι στο σπίτι. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον επουράνιο. Μη νομίσετε ότι ήρθα να καταλύσω το νόμο ή τους προφήτες, δεν ήρθα να τους καταργήσω αλλά να τους ολοκληρώσω. Αλήθεια σας λέω, ακόμα κι αν χαθεί ο ουρανός και η γη, από το νόμο δεν δα εκπέσει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία, μέχρι να εκπληρωθούν τα πάντα. Όποιος λοιπόν καταργήσει έστω και μία από τις εντολές τις πιο ασήμαντες και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, αυτός θα ονομαστεί ελάχιστος στη Βασιλεία των Ουρανών. Εκείνος πάλι που θα τις εφαρμόσει και θα τις διδάξει, θα κληθεί μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών”.
Βλέπουμε ότι ο Χριστός αποκαλεί τους γνήσιους μαθητές Του φως του κόσμου, γιατί όλοι μας έχουμε -ή οφείλουμε να έχουμε- γνώση της Αληθείας, όπως ο ίδιος μας την δίδαξε, αλλά και γινόμαστε κοινωνοί, μέσα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας, της φωτιστικής χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Από τη στιγμή δηλαδή που έχουμε μέσα μας αυτόν τον διπλό φωτισμό, γινόμαστε εκείνοι που με τη ζωή τους, με το παράδειγμά τους και με τα λόγια τους, έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να φωτίσουν ολόκληρο τον κόσμο. Και αρκεί μόνο το παράδειγμά μας για να διδαχθεί ο υπόλοιπος κόσμος και να γνωρίσει την αλήθεια, χωρίς άλλο ιδιαίτερο κόπο, όπως δεν απαιτείται τίποτα για να είναι εμφανής η πόλη επάνω στο βουνό ή για να φωτίζει ένα λυχνάρι. Γι αυτό και επιμένει ο Χριστός, προτρέποντας όλους μας να φροντίζουμε να κάνουμε ενάρετες πράξεις.
Τα καλά έργα πάλι, δεν είναι ασύνδετα με την ορθή πίστη. Τα έργα για τον πιστό χριστιανό δεν αποτελούν υποχρέωση προς τον Θεό ή προς τους συνανθρώπους, δεν είναι ζήτημα ούτε ηθικής ούτε κοινωνικού ακτιβισμού και εθελοντισμού. Τα καλά έργα, είτε αφορούν την καλλιέργεια των αρετών είτε την αλληλεγγύη προς τον πλησίον, αποτελούν προέκταση και απόρροια της ορθής πίστης, είναι το αποτέλεσμα της πίστεως και του φωτισμού που οφείλουμε ως πιστοί να μετέχουμε. Γι' αυτό και ο Χριστός, στο δεύτερο μέρος της σημερινής περικοπής, ορίζει ότι η διδασκαλία Του και οι εντολές Του παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο. Γιατί η Αλήθεια είναι κάτι το αναλλοίωτο, και για μας τους χριστιανούς η Αλήθεια είναι ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, όπως ο ίδιος μας είπε (Ιω. 14, 6).
Επομένως, η τελευταία φράση του σημερινού Ευαγγελίου αποτελεί φυσική συνέπεια των ανωτέρω: εκείνος που με τα λόγια και με τις πράξεις του θα αλλοιώσει ή θα παραχαράξει την Αλήθεια, δεν έχει θέση στη Βασιλεία του Θεού, ενώ εκείνος που θα την διατηρήσει αναλλοίωτη, θα κληθεί μέγας.
Αν αυτά τα λόγια αφορούν όλους μας, πολύ περισσότερο έχουν εφαρμογή για τους Ποιμένες και Διδασκάλους της Εκκλησίας, τους πνευματικούς δηλαδή καθοδηγητές του λαού του Θεού. Κι ακόμα περισσότερο, από τη στιγμή που οι Άγιοι Πατέρες έδωσαν αγώνες πνευματικούς για να αποτρέψουν την παραχάραξη της αληθινής πίστης, δίκαια η Εκκλησία μας σήμερα τους τιμά και τους μεγαλύνει και ψάλλει: «Ἀποστολικῶν παραδόσεων, ἀκριβεῖς φύλακες γεγόνατε, Ἅγιοι Πατέρες· τῆς γὰρ Ἁγίας Τριάδος τὸ ὁμοούσιον, ὀρθοδόξως δογματίσαντες, Ἀρείου τὸ βλάσφημον συνοδικῶς κατεβάλετε. Μεθ' ὃν καὶ Μακεδόνιον πνευματομάχον ἀπελέγξαντες, κατεκρίνατε Νεστόριον, Εὐτυχέα καὶ Διόσκορον, Σαβέλλιόν τε, καὶ Σεβῆρον τὸν Ἀκέφαλον. Ὧν τῆς πλάνης αἰτήσασθε ῥυσθέντας ἡμᾶς, ἀκηλίδωτον ἡμῶν τὸν βίον, διατηρεῖν ἐν τῇ πίστει δεόμεθα».
Ματθ. 5, 14-19
Τιμά σήμερα και εορτάζει η αγία μας Εκκλησία τη μνήμη των Αγίων εξακοσίων τριάντα Πατέρων της Τέταρτης Οικουμενικής Συνόδου, που συνεκλήθη το 451 στη Χαλκηδόνα και κατεδίκασε την αίρεση του Μονοφυσιτισμού, που αναγνώριζε στο πρόσωπο του Χριστού, μετά την ένωση της Θείας με την Ανθρώπινη φύση, μόνο την Θεία φύση. Οι Άγιοι Πατέρες, παραμένοντας πιστοί στις Αποστολικές Παραδόσεις και στους πριν από αυτούς Πατέρες της Εκκλησίας, αντέκρουσαν αυτή την πλάνη και ομολόγησαν την αυθεντική πίστη της Εκκλησίας και της Αγίας Γραφής: ότι δηλαδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, και ότι οι δύο φύσεις δεν συγχέονται, δεν έχουν υποστεί αλλοίωση, δεν διαιρούνται και δεν χωρίζονται, τόσο κατά την Ενανθρώπηση όσο και μετά από αυτή, αλλά διατηρεί η καθεμιά τα δικά της ιδιαίτερα γνωρίσματα και ιδιότητες, και συμμετέχουν και οι δύο στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.
Για τον λόγο αυτό, για την προσήλωση δηλαδή των Αγίων Πατέρων στις ευαγγελικές και Αποστολικές παραδόσεις και επειδή με τη συμβολή τους αποτελούν τους νοητούς φάρους της Θεολογίας και γενικότερα της Εκκλησίας, τους τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, και στο ανάγνωσμα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ακούσαμε ένα απόσπασμα από την επί του Όρους Ομιλίας του Χριστού, ο οποίος μας λέει τα εξής: “ Εσείς είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη που βρίσκεται στην κορυφή του βουνού δεν μπορεί να κρυφτεί, ούτε ανάβουν (οι άνθρωποι) το λυχνάρι και το βάζουν κάτω από το δοχείο, αλλά το αναρτούν στο λυχνοστάτη και φωτίζει όλους όσους είναι στο σπίτι. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον επουράνιο. Μη νομίσετε ότι ήρθα να καταλύσω το νόμο ή τους προφήτες, δεν ήρθα να τους καταργήσω αλλά να τους ολοκληρώσω. Αλήθεια σας λέω, ακόμα κι αν χαθεί ο ουρανός και η γη, από το νόμο δεν δα εκπέσει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία, μέχρι να εκπληρωθούν τα πάντα. Όποιος λοιπόν καταργήσει έστω και μία από τις εντολές τις πιο ασήμαντες και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, αυτός θα ονομαστεί ελάχιστος στη Βασιλεία των Ουρανών. Εκείνος πάλι που θα τις εφαρμόσει και θα τις διδάξει, θα κληθεί μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών”.
Βλέπουμε ότι ο Χριστός αποκαλεί τους γνήσιους μαθητές Του φως του κόσμου, γιατί όλοι μας έχουμε -ή οφείλουμε να έχουμε- γνώση της Αληθείας, όπως ο ίδιος μας την δίδαξε, αλλά και γινόμαστε κοινωνοί, μέσα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας, της φωτιστικής χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Από τη στιγμή δηλαδή που έχουμε μέσα μας αυτόν τον διπλό φωτισμό, γινόμαστε εκείνοι που με τη ζωή τους, με το παράδειγμά τους και με τα λόγια τους, έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να φωτίσουν ολόκληρο τον κόσμο. Και αρκεί μόνο το παράδειγμά μας για να διδαχθεί ο υπόλοιπος κόσμος και να γνωρίσει την αλήθεια, χωρίς άλλο ιδιαίτερο κόπο, όπως δεν απαιτείται τίποτα για να είναι εμφανής η πόλη επάνω στο βουνό ή για να φωτίζει ένα λυχνάρι. Γι αυτό και επιμένει ο Χριστός, προτρέποντας όλους μας να φροντίζουμε να κάνουμε ενάρετες πράξεις.
Τα καλά έργα πάλι, δεν είναι ασύνδετα με την ορθή πίστη. Τα έργα για τον πιστό χριστιανό δεν αποτελούν υποχρέωση προς τον Θεό ή προς τους συνανθρώπους, δεν είναι ζήτημα ούτε ηθικής ούτε κοινωνικού ακτιβισμού και εθελοντισμού. Τα καλά έργα, είτε αφορούν την καλλιέργεια των αρετών είτε την αλληλεγγύη προς τον πλησίον, αποτελούν προέκταση και απόρροια της ορθής πίστης, είναι το αποτέλεσμα της πίστεως και του φωτισμού που οφείλουμε ως πιστοί να μετέχουμε. Γι' αυτό και ο Χριστός, στο δεύτερο μέρος της σημερινής περικοπής, ορίζει ότι η διδασκαλία Του και οι εντολές Του παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο. Γιατί η Αλήθεια είναι κάτι το αναλλοίωτο, και για μας τους χριστιανούς η Αλήθεια είναι ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, όπως ο ίδιος μας είπε (Ιω. 14, 6).
Επομένως, η τελευταία φράση του σημερινού Ευαγγελίου αποτελεί φυσική συνέπεια των ανωτέρω: εκείνος που με τα λόγια και με τις πράξεις του θα αλλοιώσει ή θα παραχαράξει την Αλήθεια, δεν έχει θέση στη Βασιλεία του Θεού, ενώ εκείνος που θα την διατηρήσει αναλλοίωτη, θα κληθεί μέγας.
Αν αυτά τα λόγια αφορούν όλους μας, πολύ περισσότερο έχουν εφαρμογή για τους Ποιμένες και Διδασκάλους της Εκκλησίας, τους πνευματικούς δηλαδή καθοδηγητές του λαού του Θεού. Κι ακόμα περισσότερο, από τη στιγμή που οι Άγιοι Πατέρες έδωσαν αγώνες πνευματικούς για να αποτρέψουν την παραχάραξη της αληθινής πίστης, δίκαια η Εκκλησία μας σήμερα τους τιμά και τους μεγαλύνει και ψάλλει: «Ἀποστολικῶν παραδόσεων, ἀκριβεῖς φύλακες γεγόνατε, Ἅγιοι Πατέρες· τῆς γὰρ Ἁγίας Τριάδος τὸ ὁμοούσιον, ὀρθοδόξως δογματίσαντες, Ἀρείου τὸ βλάσφημον συνοδικῶς κατεβάλετε. Μεθ' ὃν καὶ Μακεδόνιον πνευματομάχον ἀπελέγξαντες, κατεκρίνατε Νεστόριον, Εὐτυχέα καὶ Διόσκορον, Σαβέλλιόν τε, καὶ Σεβῆρον τὸν Ἀκέφαλον. Ὧν τῆς πλάνης αἰτήσασθε ῥυσθέντας ἡμᾶς, ἀκηλίδωτον ἡμῶν τὸν βίον, διατηρεῖν ἐν τῇ πίστει δεόμεθα».