Παρασκευή 27 Ιουλίου 2012

Οι Ήχοι της Βυζαντινής Μουσικής


ΟΙ ΚΥΡΙΟΙ ΗΧΟΙ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

ΠΡΩΤΟΣ ΗΧΟΣ

Ὁ πρῶτος ἐκ τῶν ὀκτώ ἤχων τῆς βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ὁ ὁποῖος ταυτίζεται τονικῶς πρός τόν φρύγιο τρόπο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς μουσικῆς καί πρός τόν δώριο ἐκκλησιαστικό τρόπο τοῦ γρηγοριανοῦ μέλους. Ἀνήκει στό διατονικό γένος καί ἠ ἐκ τοῦ φθόγγου ΠΑ κλίμακα σχηματίζει δύο ὅμοια διεζευγμένα τετράχορδα, τά ὁποῖα, ὡς πρός τό εἶδος τῶν τονιαίων διαστημάτων, συμπίπτουν πρός τά τετράχορδα τῆς φυσικῆς κλίμακος ἐκ τοῦ φθόγγου ΡΕ τῆς παγκόσμιας μουσικῆς. Δεσπόζοντες ἦχοι τοῦ α΄ ἤχου εἶναι, εἰς μέν τό στιχηραρικό εἶδος οἱ ΠΑ ΓΑ , εἰς δέ τό εἱρμολογικό οἱ ΠΑ ΔΙ , οἱ ὁποῖοι δέχονται καί τίς μελωδικές καταλήξεις. Ἀξιοσημείωτο ἀπό μουσικολογικῆς πλευρᾶς εἶναι τό γεγονός ὅτι τό κύριο καταληκτικό σχῆμα αὐτοῦ τοῦ ἤχου ταυτίζεται ἀπόλυτα πρός τό ἀντίστοιχο τοῦ δωρίου τρόπου τοῦ γρηγοριανοῦ μέλους. Αὐτή ἡ ταύτιση ἀποδεικνύει τήν ἀνά τούς αἰῶνες διατήρηση ἀπό τά δύο αὐτά μουσικά εἴδη –βυζαντινό καί γρηγοριανό, κοινῶν μορφολογικῶν στοιχείων, τά ὁποῖα διέσωσε ἡ μουσική παράδοση τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Στήν Ὀκτώηχο σώζονται οἱ παρακάτω στίχοι πού ἐκφράζουν τό ἦθος τοῦ ἤχου :

Τέχνη μελουργός σούς ἀγασθεῖσα κρότους, Πρώτην νέμοι σοι τάξιν ὦ τῆς ἀξίας ! Ἦχος ὁ πρῶτος Μουσική κληθείς τέχνη, Πρῶτος παρ' ἡμίν εὐλογείσθω τοῖς λόγοις. Τά πρῶτα πρῶτε τῶν καλῶν λαχῶν φέρεις. Πρωτεῖα νίκης πανταχοῦ πάντων ἔχεις.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΗΧΟΣ

Ὁ β΄ ἦχος, ὅπως καί ὁ παράγωγος αὐτοῦ πλάγιος β΄, ἀνήκει στό χρωματικό γένος. Ἡ κλίμακα τήν ὁποία ἀκολουθεῖ θεωρητικά ἐμφανίζεται ὡς καθαρά χρωματική, ἀπαρτιζομένη εἴτε ἐκ δύο ὁμοίων διαζευγμένων τετραχόρδων ΝΗ ΓΑ , ΔΙ  ΝΗ , εἴτε ἐκ συνημμένων πενταχόρδων. Τό « ἦθος » τοῦ β΄ ἤχου, ἡ αἰσθητική διάθεση τήν ὁποία ἐκφράζει τό μέλος, εἶναι συσταλτικό καί ἐκφράζει συνήθως συναισθήματα μετανοίας καί ταπεινώσεως.

Στήν Ὀκτώηχο, ὁ ἦχος χαρακτηρίζεται μέ τούς ἑξῆς ἰαμβικούς στίχους:

Κἄν δευτέραν εἴληφας ἐν τάξει θέσιν, ἀλλ ' ἡδονή πρώτη σοι τῷ μελιρρύτω. Τό σόν μελιχρόν καί γλυκύτατον μέλος ὀστᾶ πιαίνει, καρδίας τ' ἐνηδύνει. Σειρῆνες ἧδον δευτέρου πάντως μέλη. Οὕτω πράως σοι ρεῖ μελισταγές μέλος.


ΑΠΗΧΗΜΑ 

 


ΤΡΙΤΟΣ ΗΧΟΣ

Ὁ γ΄ ἦχος ἀνήκει στό κατά παράδοσιν έναρμόνιο γένος. Τονική βάση τοῦ ἤχου εἶναι ὁ φθόγγος ΓΑ. Ὁ γ΄ ἦχος παρουσιάζει μουσικολογικά ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον: Ἡ τελεία κατάληξη τῶν ἀσμάτων του πραγματοποιεῖται στήν κατιοῦσα 6η βαθμίδα ( ΠΑ ) τῆς κλίμακός του καί ἔχει τόν χαρακτήρα τονικῆς μεταλλαγῆς, ἡ ὁποία πραγματοποεῖται ἀλλεπάλληλα ἐντός τοῦ ἰδίου ἄσματος. Ἀπό τό γεγονός αὐτό διαπιστώνεται ὅτι στόν γ΄ ἦχο, ὅπως καί σέ ὅλους τούς διατονικούς ἤχους τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, διατηροῦνται ἀναλλοίωτα οὐσιώδη μελικά συστατικά ἀπό τό παλαιοχριστιανικό ἆσμα.

ΑΠΗΧΗΜΑ 

 


ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΗΧΟΣ 

Ὁ τελευταῖος ἀπό τούς τέσσερεις κύριους ἤχους τῆς βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ὁ ὁποῖος ταυτίζεται τονικά πρός τόν δώριο τρόπο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς καί πρός τόν φρύγιο ἐκκλησιαστικό τρόπο τοῦ γρηγοριανοῦ μέλους τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας. Ἀνήκει στό διατονικό γένος καί ἡ ἐκ τοῦ φθόγγου ΒΟΥ κλίμακά του σχηματίζει δύο ὅμοια διεζευγμένα τετράχορδα, τά ὁποῖα ὡς πρός τό εἶδος τῶν τονιαίων διαστημάτων, συμπίπτουν πρός τά τετράχορδα τῆς ἐκ τοῦ φθόγγου Mι (χωρίς ἀλλοιώσεις ) φυσικῆς κλίμακος τῆς παγκοσμίου μουσικῆς. Ὁ δ΄ ἦχος, ἐκτός τῆς ἀνωτέρω κυρίας καί ἀρχαιοτέρας κλίμακος, ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖται στό εἱρμολογικό εἶδος τῶν μελῶν ( ὁπότε ὁ ἦχος φέρει τό ὄνομα «Λέγετος»), στά ἄλλα εἴδη τῶν μελῶν του μεταχειρίζεται κλίμακες πού προκύπτουν ἀπό μετάθεση τῆς ἀρχικῆς τονικῆς βάσεως. Ἔτσι, στά στιχηράρια ἡ βάση μετατίθεται στόν φθόγγο ΠΑ, στά δέ παπαδικά στόν φθόγγο ΔΙ .


Στήν Ὀκτώηχο σώζονται οἱ παρακάτω στίχοι πού ἐκφράζουν τό ἦθος τοῦ ἤχου:

Πανηγυριστής καί χορευτής ὤν φέρεις τέταρτον εὔχος μουσικωτάτη κρίσει. Σύ τούς χορευτάς δεξιούμενος πλάττεις, φωνάς βραβεύεις, καί κροτῶν ἐν κυμβάλοις. Σέ τόν τέταρτον ἦχον ὡς εὐφωνίας πλήρη, χορευτῶν εὐλογοῦσι τά στίφη.



ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ Α΄ ΗΧΟΥ

Ὁ πρῶτος ἐκ τῶν τεσσάρων παραγώγων πλαγίων ἤχων της βυζαντινῆς μουσικῆς, ὁ ὁποῖος ἀνήκει στό διατονικό γένος καί ἀκολουθεῖ τήν ἴδια κλίμακα μέ τόν α΄ ἦχο. Κάθε κύριος ἦχος εὑρίσκεται σέ τονική καί μορφολογική ἀνταπόκριση πρός τόν πλάγιό του, διότι ἡ ἐν γένει μελική διάρθρωση τοῦ πλαγίου έμφανίζει σέ πλεῖστα σημεῖα ταύτιση μορφῆς πρός αὐτή τοῦ κυρίου ἤχου. Οἱ κυριώτερες μορφολογικές διαφορές μεταξύ κυρίου ἤχου καί τοῦ πλαγίου του εἶναι : 
1) Ἡ μελωδική ἔκταση τοῦ πλαγίου ἐκτείνεται σέ περισσότερους φθόγγους. 
2) Οἱ δεσπόζοντες φθόγγοι, ἡ παρουσία τῶν ὁποίων προσδιορίζει ἐπακριβῶς τόν «χαρακτήρα» ἑκάστου ἤχου, εἶναι πάντοτε διάφοροι μεταξύ κυρίου καί πλαγίου. 
Ἔτσι, στόν πλάγιο τοῦ α΄ ἤχου, στό στιχηραρικό εἶδος, δεσπόζοντες εἶναι οἱ φθόγγοι ΠΑ ΔΙ ΚΕ , στό δέ εἱρμολογικό εἶδος οἱ φθόγγοι ΚΕ ΝΗ .

Στήν Ὀκτώηχο σώζονται οἱ παρακάτω στίχοι πού ἐκφράζουν τό ἦθος τοῦ ἤχου :

Θρηνωδός εἶ σύ καί φιλοικτίρμων ἄγαν, ἀλλ ' εἰς τά πολλά καί χορεύεις εὐρύθμως. Ὁ μουσικός νοῦς, ὅν ἐγνώρισεν τέχνη, τίς ἡ παρεκκλίνουσα κλίσις πλαγίων; Πέμπτον σε τάξις, ἀλλά πρῶτον τοῦ μόνου ἔχει σε καί λέγει σε, πρῶτε πλαγίων.


ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ Β΄ ΗΧΟΥ

Ὁ δεύτερος ἐκ τῶν τεσσάρων πλαγίων ἤχων, ὁ ὁποῖος ἀνήκει στό χρωματικό γένος, τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ τό χαρακτηριστικό διάστημα τοῦ τριηνιτονίου, καί ἀκολουθεῖ τήν ἴδια κλίμακα μέ τόν β΄ ἦχο, λαμβανομένη ὅμως ἐκ τοῦ ΠΑ . Στό στιχηραρικό εἶδος, τά μέλη αὐτοῦ τοῦ ἤχου δέν ἀκολουθοῦν συνήθως κλίμακα καθαρά χρωματική, ἀλλά μικτή, ἀποτελούμενη ἀπό δύο συνημμένα τετράχορδα, ἀπό τά ὁποῖα τό κύριο εἶναι χρωματικό καί τό ὀξύτερο χρωματικό. Καθαρά χρωματική κλίμακα χρησιμοποιεῖ ὁ ἦχος σέ περίπτωση μεταβολῆς κατά τόνον ( μετατονίας ), ὁπότε τίθεται ἐπί τῆς 5ης βαθμίδος τῆς κλίμακος ( ΚΕ ) ἡ χρωματική φθορά τοῦ ΠΑ καί τό ἄσμα ἐντάσσεται στό πεντάχορδο σύστημα. Στό στιχηραρικό εἶδος ὁ πλάγιος τοῦ β΄ ἤχου ἔχει δεσπόζοντες φθόγγους ΠΑ ΔΙ ΚΕ ( στούς ὁποίους πραγματοποιεῖ τίς καταλήξεις του), τά εἱρμολογικά ὅμως μέλη του ψάλλονται σέ β΄ ἦχο.

Στήν Οκτώηχο σώζονται οἱ παρακάτω στίχοι πού ἐκφράζουν τό ἦθος τοῦ ἤχου :

Ἕκτος μελωδός, ἀλλ ' ὑπέρπρωτος πέλεις, ὁ δεύτερος σύ τῶν μελῶν δευτερεύων. Τάς ἡδονάς σύ διπλοσυνθέτους φέρεις, τοῦ δευτέρου πως δευτερεύων δευτέρως. Σέ τόν μελιχρόν, τόν γλυκύν, τόν τέττιγα, τόν ἐν πλαγίοις δεύτερον τίς οὐ φιλεῖ ;


ΑΠΗΧΗΜΑ

 


ΒΑΡΥΣ ΗΧΟΣ

Ἔτσι ὀνομάσθηκε ὁ ἕβδομος ἦχος τῆς καθιερωθείσης Ὀκταήχου στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπό τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Στούς ἀρχαίους καλεῖται ὑποφρύγιος καί διακρινόμενος γιά τό ἀρρενωπό τοῦ μέλους αὐτοῦ ὀνομάσθηκε βαρύς ὡς ἔχων σχέσιν μέ τήν ὑπό τοῦ Ἑρμοῦ ἐπινοηθεῖσα ἑπτάχορδο λύρα καί μέ τούς ὑπ ' αὐτοῦ διδαχθέντες ἑπτά ἤχους καί φθόγγους, ἀπό τούς ὁποίους ὁ βαρύτερος ἦταν ὁ Ζω , τόν ὁποῖο χρησιμοποιεῖ ὁ βαρύς ἦχος.

Στήν Ὀκτώηχο σώζονται οἱ παρακάτω στίχοι πού ἐκφράζουν τό ἦθος τοῦ ἤχου :

Ὁπλιτικῆς φάλαγγος οἰκεῖον μέλος, ὁ τοῦ βάρους σύ κλῆσιν εἰληφῶς φέρεις. Ἦχον τόν ἁπλοῦν, τόν βάρους ἐπώνυμον, ὁ τούς λογισμούς ἐν βοαῖς μιςῶν φιλεῖ. Ἀνδρῶν δέ ἄσμα δευτερότριτε βρέμεις. Ὧν ποικίλος δέ, τοές ἁπλούς ἔχεις φίλους. 


ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ Δ΄ ΗΧΟΥ

Ὁ τελευταῖος ἐκ τῶν τεσσάρων πλαγίων ἤχων τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, πού ἀνήκει στό διατονικό γένος καί ἀκολουθεῖ άντίστοιχη ( ἐκ τοῦ ΝΗ ) κλίμακα. Τά ἄσματα αὐτοῦ τοῦ ἤχου ἔντάσσονται ἀποκλειστικά στό ὀκτάχορδο σύστημα, ἡ δέ μελωδική κίνησή του χρησιμοποιεῖ ὅλη τήν ἔκταση τῆς κλίμακος. Οἱ δεσπόζοντες φθόγγοι καί οἱ καταλήξεις εἶναι κοινές σέ ὅλα τά εἴδη τῶν μελῶν ( ΝΗ ΒΟΥ ΔΙ ), ὁ ἦχος ὅμως χρησιμοποιεῖ ἐνίοτε στά εἱρμολογικά μέλη καί ἄλλη τονική βάση, χωρίς ὅμως νά μεταθέτει ἀντίστοιχα τοῦς δεσπόζοντες καί τίς καταλήξεις.

Στήν Ὀκτώηχο σώζονται οἱ παρακάτω στίχοι πού ἐκφράζουν τό ἦθος τοῦ ἤχου :

Ἦχων σφραγίς τέταρτε σύ τῶν πλαγίων, ὡς ἐν σεαυτῷ πᾶν καλόν μέλος φέρων. Ἀνευρύνεις σύ τούς κροτούς τῶν ἀσμάτων ἦχων κορωνίς ὡς ὑπάρχων καί τέλος. Ὡς ἄκρον ἐν φθόγγοις τε καί φωνῶν στάσει ἄκρον σε φωνῆς δίς σέ καλῶ καί τέλος.



ΠΡΩΤΟΒΑΡΟΣ ΗΧΟΣ ἤ ΠΡΩΤΟΒΑΡΥΣ

Ὀνομασία προελθοῦσα ἀπό ἰδιαίτερη μορφολογική διάρθρωση μελῶν τοῦ α΄ ἤχου τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, κατά τήν ὁποία ἡ ἐντελής καί τελική κατάληξη τοῦ ἄσματος πραγματοποιεῖται στήν κατιοῦσα ἀπό τήν κανονική βάση τοῦ ἤχου, 3η (φθόγγος ΖΩ ). Δεδομένου ὅτι ὁ φθόγγος ΖΩ ἀποτελεῖ τονική βάση τοῦ διατονικοῦ βαρέος ἤχου, χρησιμοποιούμενη ἐν προκειμένῳ καί ὑπό τοῦ α΄ ἤχου, ἐπικράτησε ἡ ἐντύπωση ὅτι πρόκειται περί συμμίξεως αὐτῶν τῶν δύο ἤχων. Ἡ ὀρθή ὅμως θεωρητική τοποθέτηση αὐτῆς τῆς μορφολογικῆς ἰδιοτυπίας εἶναι ὅτι ἡ στόν α΄ ἦχο ἐξελισσόμενη μελωδία χρησιμοποιεῖ στήν κατάληξή της τό κάτω τῆς κυρίας βάσεως τοῦ ἤχου βαρύ πεντάχορδο τῆς κλίμακος ΔΙ ΠΑ , στή βάση τοῦ ὁποίου ( ΔΙ ) μετατίθεται τό « ἴσον » τοῦ ἄσματος, ἐνῶ ἡ κατάληξη πραγματοποιεῖται στό μέσο φθόγγο αὐτοῦ ΖΩ.


* Στιχηραρικό μέλος: Σέ αὐτό ὑπάγονται ὅλα τά ἐκτενέστερης μελικῆς μορφῆς βυζαντινά ἐκκλησιαστικά μέλη, δηλαδή ἐκεῖνα στά ὁποῖα κάθε συλλαβή τοῦ κειμένου ἐκτείνεται σέ περισσότερους τῶν δύο φθόγγων τῆς μελωδίας. Τά στιχηραρικά ἄσματα ὀνομάσθηκαν ἔτσι, διότι σέ πολλά ἀπό αὐτά προηγοῦνται στίχοι διακρίνονται σέ δύο βασικές κατηγορίες, τά σύντομα καί τά ἀργά. 
* Ὡς παπαδικό μέλος χαρακτηρίζεται τό σύνολο τῶν πολύ ἐκτενοῦς μορφῆς μελῶν (Χερουβικά, Κοινωνικά, κ.λ.π.), τά ὁποῖα ἀπαντῶνται στή βυζαντινή μουσική ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Ἡ μορφή τῶν ἀσμάτων αὐτοῦ τοῦ εἴδους ὑπέστη σχετική διαφοροποίηση κατά τούς χρόνους μετά τήν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὀφειλόμενη σέ ἐπιδράσεις τοῦ «περιβάλλοντος» τῆς βαρβαρότητος, τίς ὁποῖες «ἀπεδέχθησαν» ἀρκετοί ἀπό τούς ὑμνογράφους τῶν τελευταίων αἰώνων.