Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

Φυσικά καί ἀδιάβλητα πάθη τοῦ Χριστοῦ

Αποτέλεσμα εικόνας για Λόγος περί αγάπης

Ὁ Χριστὸς ἀνέλαβε ὅλα τὰ τοῦ ἀνθρώπου ἐκτός τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι γνώρισμα τῆς φύσεώς μας. Τὴν ἀποκτήσαμε θεληματικὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Διαβόλου. Καὶ φυσικὰ «ἕξις ἐπαναλαμβανόμενη δευτέρα φύσις καθίσταται». Ἀλλὰ δὲν εἶναι γνώρισμα τῆς ἀρχικῆς μας φύσεως. Εἶναι γνώρισμα τῆς μεταπτωτικῆς καταστάσεως, «οὗ βία ὅμως ἠμῶν κρατοῦσα».

Δὲν ἐπιβάλλεται δηλαδὴ σὲ μᾶς ἀναγκαστικά. Ἀδιάβλητα πάθη εἶναι ὅσα δὲν ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴ θέλησή μας πλὴν ὅμως εἰσῆλθαν μετὰ τὴν παράβαση στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως πείνα, δίψα, κόπος, πόνος, δάκρυ, φθορά, θάνατος, δειλία, ἀγωνία, ὕπνος, ἀσθένεια.

Ὁ Χριστὸς ὅμως ἀκόμη καὶ αὐτὰ τὰ ἔχει κατὰ παραχώρηση ἐπειδὴ θέλησε. Δὲν ὑπέρκεινται τῆς θελήσεώς του. Πεινᾶ, διψᾶ, κουράζεται, πονάει, δακρύζει, πεθαίνει, δειλιάζει γιατί τὸ θέλει. Τὰ ἀδιάβλητα πάθη στὸ Χριστὸ εἶναι κατὰ φύση ὅταν παραχωρεῖ ὁ ἴδιος στὴ σάρκα του νὰ τὰ ὑφίσταται. Εἶναι ὅμως καὶ ὑπὲρ φύση διότι δὲν ἔχουν τὸν ἀναγκαστικὸ χαρακτήρα ποὺ ἔχουν σέ μας. Ἡ θέληση τοῦ Κυρίου ἔχει τὸ προβάδισμα.


Ὁ Χριστὸς λόγω τοῦ ἀναμαρτήτου του, καὶ λόγω τοῦ ὅτι δὲν ἔχει τὸ ‘‘σπερματικὸν καὶ γενετικόν’’, ὅπως λέγει ὁ μεγάλος δογματικὸς θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ Ἰωάννης Δαμασκηνός, ἔχει διαφορὲς μὲ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους.


Α) Ἡ προσευχή του δὲν ἔχει κατάνυξη

Διότι δὲν ἔχει τύψεις. Εἶναι ὅπως ἡ προσευχὴ τοῦ Ἀδὰμ στὸν Παράδεισο πρὶν τὴν πτώση. Ὁ Χριστὸς ποτὲ δὲν εἶπε στὴν προσευχή του, ὡς ἄνθρωπος βέβαια, «ἐλέησόν με, ὁ Θεός…». Ἡ προσευχὴ του ἦταν δοξολογία καὶ εὐχαριστία. Οὔτε χρειαζόταν ὁ Χριστὸς νὰ ζητήσει κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀφοῦ ἦταν ὁ ἴδιος Θεός. Ἀκόμη καὶ ἄνθρωπος ποὺ εἶναι ὁ Χριστός, ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι ἑνωμένη μὲ τὴ Θεία. 

Καὶ ὑπάρχει ὅπως λένε οἱ θεολόγοι ἄμεση ἀντίδοση ἰδιωμάτων. Δηλαδὴ ἡ ἀνθρώπινη φύση μετέχει ἄμεσα τῶν ἐνεργειῶν τῆς θείας χωρὶς νὰ χρειάζεται αἴτηση προσευχῆς γι’ αὐτό. Ὁ Χριστὸς προσεύχεται, γιὰ νὰ διδάξει ἐμᾶς ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο νὰ προσευχόμαστε, καὶ τὸν τρόπο ποὺ πρέπει νὰ προσευχόμαστε. Ἐπίσης γιὰ νὰ δείξει ὅτι δὲν εἶναι ἀντίθετος μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα. 

Ὅταν δὲ ἔλεγε· «Πάτερ εἰ δυνατόν, παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο. πλὴν οὒχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἀλλ’ ὡς σὺ» (Ματθ.26,39), τὸ ἔλεγε διδάσκοντας ἐμᾶς νὰ ζητοῦμε στοὺς πειρασμοὺς τὴν βοήθεια μόνο ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ νὰ προτιμοῦμε τὸ θεῖο θέλημα ἀπὸ τὸ δικό μας. Ἡ δὲ δειλία τοῦ Χριστοῦ ποὺ φαίνεται στὸ ‘‘παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τὸ ποτήριον…’’ δὲν τὴν ἔχει ἀναγκαστικά, ἀλλὰ γιατί τὸ θέλησε, καὶ γιὰ νὰ τοὺς διδάξει ὅτι πρέπει νὰ τὴν ἀντιμετωπίζουν μὲ τὴν προσευχή.


Β) Ὁ Χριστὸς δὲν γελᾶ

Πουθενὰ δὲν τὸν παρουσιάζει ἡ Ἁγία Γραφὴ νὰ γελᾶ. Ὁ ἄνθρωπος γελᾶ μὲ ξαφνικὰ καὶ ἀπροσδόκητα γεγονότα καὶ φαινόμενα ποὺ τοῦ παρουσιάζονται. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν ἔχει τίποτα ξαφνικὸ καὶ ἀπροσδόκητο. Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος γελᾶ ἀπὸ ἐλαφρότητα καὶ ἐπιπολαιότητα. Καὶ αὐτὰ ὅμως δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Ἐκτὸς τούτου ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος γελᾶ μερικὲς φορές, ὅταν ἀκούσει χυδαία ἀνέκδοτα. Αὐτὸ ὅμως εἶναι μεταπτωτικὸ πάθος καὶ φυσικὰ δὲν ὑπάρχει στὸ Χριστό. Γέλιο στὸ Χριστὸ εἶναι ἁπλῶς τὸ ἱλαρὸ καὶ φωτεινὸ καὶ ἤρεμο πρόσωπο. Εἶναι ἡ γλυκύτητα τοῦ προσώπου, ὅπως λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος.


Γ) Ὁ Χριστὸς δὲν πεινᾶ. 

Πρβλ. τὴν ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς μαθητὲς Του ὅταν συζητοῦσε μὲ τὴ Σαμαρείτιδα δίπλα στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ «ἐμὸν βρῶμα (φαγητὸ) ἐστὶν ἴνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰω.4,34). Πεινᾶ γιατί τὸ θέλει. Ἡ πείνα δὲν ὑπέρκειται τῆς θελήσεώς του.


Δ) Ὁ Χριστὸς δὲν δακρύζει, δὲν πενθεῖ

Στὴν κοίμηση τοῦ Λάζαρου ποὺ φαίνεται νὰ δακρύζει, τὸ δάκρυ του λέγει, ὁ Μέγας Βασίλειος, «εἶναι συμπαθητικὸν καὶ διδακτικόν». Δηλαδὴ δακρύζει γιὰ νὰ φανερώσει τὴ συμπάθεια καὶ τὴν ἀγάπη Του πρὸς τὸν Λάζαρο καὶ γιὰ νὰ διδάξει μέχρι ποὺ πρέπει νὰ φθάνει ἡ λύπη καὶ τὸ πένθος μας. Ὄχι ὑστερικὲς κραυγές, μοιρολόγια καὶ μαλλιοτραβήγματα. 

Τὸ ὅτι ἔτσι ἑρμηνεύεται τὸ δάκρυ του φαίνεται καὶ ἀπὸ τὰ ἀκόλουθα χωρία τῆς ἁγίας Γραφῆς· α)«Αὐτὴ ἡ ἀσθένεια οὐκ ἐστὶ πρὸς θάνατον, ἀλλ’ ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἴνα δοξασθῆ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ δι’ αὐτῆς». β)«Λάζαρος ὁ φίλος ἠμῶν κεκοίμηται. Ἀλλὰ πορεύομαι ἴνα ἐξυπνίσω αὐτόν». γ) ‘‘Λάζαρος ἀπέθανε καὶ χαίρω δι’ ὑμᾶς ἴνα πιστεύσητε.’’ (Ἰω.11). Ὁ Χριστὸς γνώριζε ὅτι ὁ θάνατος τοῦ Λαζάρου ἔγινε γιὰ νὰ δοξασθεῖ ὁ Θεὸς καὶ γνώριζε ὅτι θὰ τὸν ἀναστήσει. Συνεπῶς δὲν ὑπῆρχε λόγος νὰ δακρύσει. Δάκρυσε μόνο γιὰ νὰ διδάξει καὶ νὰ ἀποκαλύψει τὴ συμπάθειά του στὸν Λάζαρο ὅπως προαναφέραμε.


Ε) Ὁ Χριστὸς δὲν νυμφεύεται

Ὁ γάμος εἶναι ἀναγκαῖος γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων μετὰ τὴ πτώση, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ὁ Χριστὸς πάει στὸ γάμο τῆς Κανά, τὸν ἁγιάζει, τὸν ὑψώνει σὲ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς μεταπτωτικὸ ὅμως φαινόμενο ὁ γάμος δὲν ἀγγίζει τὸ Χριστό. Τὰ θρυλούμενα σὲ διάφορες «βιογραφίες» τοῦ Χριστοῦ ποὺ δὲν βασίζονται στὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶχε δῆθεν σαρκικὰ πάθη εἶναι παντελῶς ψευδῆ καὶ ἀνυπόστατα. Γράφτηκαν δὲ πρὸς ἐντυπωσιασμὸ γιὰ ἐμπορικοὺς λόγους καὶ ἀποτελοῦν προβολὴ τῶν βιωμάτων καὶ συναισθημάτων τῶν συγγραφέων τῶν «βιογραφιῶν».


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΗΡΕ ΤΑ ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ

α) Γιὰ νὰ τὰ ἁγιάσει καὶ μέσω αὐτῶν, νὰ ἁγιάσει τὸν ἄνθρωπο

β) Γιὰ νὰ διδάξει. π.χ. τὸ δάκρυσμα τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ θάνατο τοῦ Λαζάρου, ἔγινε, ὅπως προαναφέραμε, γιὰ νὰ μᾶς συμβουλεύσει νὰ μὴν εἴμαστε στωϊκοὶ ἢ βουδιστὲς στὸ φρόνημα. Νὰ ἔχουμε συμπάθεια ἀλλὰ ὄχι νὰ πενθοῦμε ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες μὲ κοπετούς, μοιρολόγια, μαλλιοτραβήγματα. Τὸ πένθος μας νὰ φθάνει μέχρι τὸ δάκρυ.

γ) Γιὰ νὰ φέρει εἰς πέρας τὸ σχέδιο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Κουράζεται στὸ φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ γιὰ νὰ πιάσει συζήτηση καὶ νὰ σώσει τὴν Σαμαρείτιδα. Πάει στὸ γάμο τῆς Κανὰ γιὰ νὰ φανερώσει τὴ θεία του φύση. Πονᾶ, σταυρώνεται, πεθαίνει καὶ τὸ χειρότερο δειλιάζει στὴ Γεσθημανὴ γιὰ νὰ φανερώσει τὴν ἀγάπη του στὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν τραβήξει κοντὰ του ὄχι μὲ βίαιη δύναμη, ἀλλὰ κεντρίζοντάς τον στὰ πιὸ λεπτὰ καὶ τρυφερὰ αἰσθήματά του. 

Πληρώνει φόρο, ἂν καὶ δὲν ὑποχρεοῦται, γιὰ νὰ διδάξει τὴν ὑποταγὴ στὸ κράτος. Τηρεῖ τὸν νόμο αὐτὸς ὁ ποιητὴς τοῦ νόμου, γιὰ νὰ δώσει τὴ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ὑπερβεῖ μέσω τῆς χάριτος τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Δοκιμάζει τοὺς πειρασμοὺς καὶ νικᾶ, γιὰ νὰ χαρίσει στὴ φύση μας τὴ δύναμη νὰ νικᾶ τὸν ἀντίπαλο Διάβολο.

Ὁ Χριστὸς δέχεται τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία γιὰ νὰ ἐμβολιάσει τὸν ἄνθρωπο νὰ γίνει δυνατός.

Ὁ Χριστὸς πεθαίνει γιὰ νὰ μᾶς δώσει τὴν ἀνάσταση