Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

Η κάθοδος των Χορών από το Ιερό Αναλόγιο


Ἡ κάθοδος τῶν χορῶν σὲ συγκεκριμένες στιγμὲς τῶν ἱεροπραξιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας ὅπως προβλέπει τὸ λεγόμενο ἐν πολλοῖς ἄγραφο τυπικὸ τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ, εἶναι μία ἀκόμη ἀπόδειξη τοῦ πόσο προσεκτικοὶ ὑπῆρξαν οἱ ἱεροψάλτες ὄχι μόνο μὲ τὸν ἦχο, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν εἰκόνα ποὺ ἐκπέμπεται μέχρι καὶ σήμερα ἀπὸ τὰ ἱερὰ ἀναλόγια. 

Διότι δὲν πρέπει νὰ ξεχνάμε ὅτι αὐτὸ ποὺ προσφέρει ὁ Ναὸς κατὰ τὴν κοινὴ προσευχὴ εἶναι πέραν τῶν ὑπολοίπων, καὶ μία γλυκιὰ βροχὴ γιὰ τὶς αἰσθήσεις. 

Ἡ ὄσφρηση τοῦ θυμιάματος, ἡ ἀκοὴ τῆς εὐχῆς, τοῦ ἀναγνώσματος ἢ τοῦ ὕμνου, ἐρεθίζονται μαζὶ μὲ τὴν ὅραση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν θέαση ἑνὸς ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος ποὺ μὲ τὶς κινήσεις του δὲν μᾶς ἀφήνει περιθώρια ἀμφισβήτησης ὅτι βρισκόμαστε πλέον σὲ ἕναν χῶρο μετανοίας, σὲ ἕναν κοινὸ τόπο λατρείας τοῦ ὑπερκόσμιου, ὅπου κυριαρχεῖ κατὰ μίμηση τοῦ Παραδείσου μία σεμνὴ (καὶ ὄχι σεμνότυφη) ἱεροπρέπεια.

Ἡ κίνηση αὐτὴ δὲν εἶναι μία μηχανιστικὴ δήλωση προτεσταντικοῦ τύπου. Ἐκφράζει εὐλάβεια, ταπείνωση καὶ συναίσθηση τοῦ τί ψάλλουμε, ἢ τί τελεῖται τὴν συγκεκριμένη χρονικὴ στιγμή ἢ περίοδο. Μὲ τὸ τρόπο δὲ αὐτὸν οἱ χοροὶ ὡς ἄλλοι διάκονοι, σηματοδοτοῦν μὲ τὴν κίνησή τους αὐτὴν στὸν λαϊκὸ ποὺ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν λειτουργικὴ τάξη, τὴν ἱερότητα τῆς στιγμῆς. 

Οἱ ἀκολουθίες μας ὅπως καὶ ἡ ἀνθρώπινη ζωή, εἶναι γεμᾶτες μὲ κορυφώσεις ἀλλὰ καὶ ἐφησυχασμούς. Στὸν Ὄρθρο γιὰ παράδειγμα ἐφησυχασμὸς εἶναι τὰ Καθίσματα - τὰ ὁποῖα μάλιστα κατὰ ἀρχαῖα παράδοση ψάλλονταν ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ χαρακτηρισμός τους - ἐνῶ κορύφωση εἶναι ἡ Δοξολογία. 

Οἱ χοροὶ γιὰ τὸν κόσμο ἐκπροσωποῦν τὸν λαό, ἐνῶ γιὰ τὸν Παράδεισο τοὺς Ἀγγέλους. Τὸ σῶμα, ὑλικὸ ἢ ἄϋλο, δὲν μένει ἀπαθὲς στὴν θέα τῶν Θείων Μυστηρίων, ὅλα εἶναι ἕνα. Ὅλα συμπάσχουν στὸ Θεῖο Πάθος, ὅλα χαίρονται στὴν Θεία εὐφροσύνη, ὅλα κάμπτονται στὴν Θεία ταπείνωση Τοῦ πάντων Δημιουργοῦ. 

Ὁ Πατριαρχικὸς Ναὸς μέσῳ μιᾶς τέτοιας λεπτῆς ἀντιμετώπισης τῶν δρώμενων τῆς κοινῆς προσευχῆς, ἡ ὁποῖα εἶναι σίγουρα ἀποτέλεσμα τῆς στάσης εὐλαβῶν πρωτοψαλτῶν τοῦ παρελθόντος καὶ παρέμεινε ὡς παράδοση ἀπὸ συνεχιστὲς τῆς ἴδιας λογικῆς, ἀποδεικνύεται ἀκόμη μία φορὰ παράδειγμα πρὸς μίμησιν ὅλων ἐμᾶς ποὺ δὲν ἔχουμε, παρὰ μόνο ἕναν κοινὸ τόπο διακονίας, τὸ ἱερὸ ἀναλόγιο.


Υ.Γ. Οἱ περισσότεροι τάχατες ψάλτες ποὺ φυσικὰ γνωρίζουμε τὰ πάντα (καὶ λίγα παραπάνω) γύρω ἀπὸ τὴν τέχνη μας, τέτοιες κινήσεις θεωροῦμε ὅτι δὲν ἀφοροῦν, παρὰ μόνο τὸν Πατριαρχικὸ Ναό. 

Ἂν ἰσχύει κάτι τέτοιο, καί πρέπει νὰ εἴμαστε ἀκίνητοι στὶς θέσεις μας ὅπως δογματικὰ ὑποστηρίζουν κάποιοι, ποιόν προτρέπει ὁ ἱερέας μὲ τὸ «Τὰς κεφαλὰς ἡμῶν τῷ Κυρίῳ κλίνομεν» ἂν ὄχι καὶ ἐμᾶς τοὺς ψάλτες ποὺ εἴμαστε ὁ λαός; ἢ μήπως καὶ αὐτὸ τὸ κέλευσμα λέγεται μόνο στὸ Φανάρι; σὰν νὰ λατρεύουν ἄλλον Θεὸ στὸν Ἅϊ Γιώργη, ἐνῶ ἐμεῖς προτιμοῦμε τὸ ξεκούμπωτο ράσο, τὴν αὐτοδιεύθυνση τοῦ ἀτομικοῦ μας χοροῦ μὲ κινήσεις μιμούμενοι τὰ προτεύοντα, καὶ μὲ ἄναρθρες πολλὲς φορὲς κραυγὲς μιμούμενοι τὰ αὐτά. 

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει διαχρονικά: Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. (Α Κορ. 1,18). Ἡ εὐλάβεια ὅπως ἡ ἀγάπη καὶ ὁ ἔρωτας, δὲν εἶναι ἀποκλειστικὸ κτῆμα κανενὸς προσώπου ἢ χώρου.


Του Πρωτοψάλτου Χρήστου Τσακίρογλου