Γιατί, ἄν εἴμαστε νηφάλιοι, δέ θά μπορέσουν νά μᾶς ὠφελήσουν τόσο πολύ ἐκεῖνοι πού μᾶς φέρονται εὐγενικά καί προσπαθοῦν μέ κάθε τρόπο νά δείχνουν τή φροντίδα τους γιά μᾶς, ὅσο ἡ φροντίδα γι’ αὐτούς μᾶς καθιστᾶ ἄξιους τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ἐλαφρύνει συγχρόνως καί τό φορτίο τῶν ἁμαρτημάτων μας.
Σκέψου λοιπόν, σέ παρακαλῶ, ἀγαπητέ, πόσο εἶναι τό μέγεθος τῆς ἀρετῆς αὐτῆς ἀπό τά βραβεῖα πού ὑποσχέθηκε ὁ Θεός τῶν ὅλων σ’ ἐκείνους πού τήν κατορθώνουν. Γιατί, ἀφοῦ εἶπε “ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας, εὐλογεῖτε ἐκείνους πού σᾶς καταδιώκουν, προσεύχεστε γιά ἐκείνους πού σᾶς κακομεταχειρίζονται” (Ματθ. ε΄ 44), ἐπειδή ἦταν μεγάλες αὐτές οἱ ἐντολές καί ἔφταναν καί στήν πιό ὑψηλή ἀκόμη κορυφή, λέγει “γιά νά γίνετε ὅμοιοι μέ τόν οὐράνιο Πατέρα σας, πού ἀνατέλλει τόν ἥλιο του σέ κακούς καί ἀγαθούς καί βρέχει σέ δικαίους καί ἀδίκους” (Ματθ. ε΄ 45)”.
“Ἄν ὁ καθένας μας ἔχει ἐχθρική διάθεση πρός κάποιον, ὅσο ἀκόμη εἶναι καιρός νά φροντίσει πάρα πολύ νά τόν συμφιλιώσει μαζί του. Καί ἄς μή μοῦ πεῖ κανείς «τόν παρακάλεσα μία καί δύο φορές καί δέν δέχθηκε». Ἄν μέ εἰλικρινή διάθεση τό κάμνουμε αὐτό, ἄς μή σταματήσουμε μέχρι πού μέ τή μεγάλη μας ἐπιμονή τόν νικήσουμε καί τόν συμφιλιώσουμε μέ τόν ἑαυτό μας. Μήπως χαρίζουμε σ’ ἐκεῖνον τίποτε; ἡ εὐεργεσία μεταβαίνει σ’ ἐμᾶς, ἀποσποῦμε τήν εὔνοια τοῦ Θεοῦ καί πολλή παρρησία πρός τόν Κύριον λαμβάνουμε ἀπ’ αὐτό.”