Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Κυριακάτικο Κήρυγμα


Κυριακή μετά τα Φώτα 

Ζούμε στον απόηχο της μεγάλης εορτής της Θείας Επιφανείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και η Ευαγγελική περικοπή που αναγνώσαμε σήμερα μας μιλάει για την αρχή του κηρύγματος του Χριστού, λίγο μετά την Βάπτισή Του. Ένας στίχος λοιπόν από την περικοπή μας μεταφέρει μια προφητεία του Προφήτου Ησαΐα, που λέει: “Ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς”. 
(Ματθ. 4, 16).

Αναφέρεται εδώ ο Προφήτης σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, η οποία καθόταν όχι σε κάποιο αισθητό σκοτάδι, αλλά στο σκοτάδι που προέρχεται από την πλάνη και την ασέβεια. Γι’ αυτό και τονίζει στη συνέχεια αυτό το νοητό σκοτάδι αποκαλώντας το ‘σκιά θανάτου’. 

Πράγματι, από τη στιγμή που ο άνθρωπος εγκατέλειψε τον Θεό και εκδιώχθηκε από τον Παράδεισο, σιγά – σιγά, σταδιακά, άρχισε να βυθίζεται σε ένα πνευματικό σκότος. Θέλησε να στηριχτεί στις δικές του δυνάμεις και γνώσεις, αρνήθηκε τον Θεό, τον λησμόνησε, και απώλεσε την εσωτερική πηγή του φωτός και της γνώσεως. Αν παρατηρήσουμε την εποχή κατά την οποία έκανε την εμφάνισή του ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, θα διαπιστώσουμε παντού να κυριαρχεί το πνευματικό και ηθικό σκοτάδι. 

Ο Θεός είχε αντικατασταθεί από τα ποικίλα είδωλα, τα υλικά αγαθά, τις εφάμαρτες ηδονές και απολαύσεις. Το πολιτειακό σύστημα, σεσαθρωμένο δημιούργημα της ρωμαϊκής ματαιοδοξίας, προέβαλε και ελάτρευε ως υπέρτατο άρχοντα και θεό το πρόσωπο του αυτοκράτορα. Η Φιλοσοφία είχε εκπέσει και μετατραπεί σε μια στείρα σοφιστεία, που παραθεωρούσε την αλήθεια, την δικαιοσύνη, την αληθινή σοφία. Η κοινωνία βρισκόταν σε άθλιο επίπεδο, το ανθρώπινο πρόσωπο δεν είχε αξία, η γυναίκα θεωρούνταν πράγμα, res, η δουλεία αποτελούσε φυσικό φαινόμενο. 

Ακόμα και ο περιούσιος λαός του Θεού, ο ισραηλιτικός, είχε απομακρυνθεί από το φώς της αληθείας, γι’ αυτό και δεν αποδέχθηκε τον Χριστό. Αυτό το πνευματικό σκοτάδι ήταν τόσο πυκνό, που ο ευαγγελιστής θέλοντας να το τονίσει το αποκαλεί ‘σκιά θανάτου’. Ήταν τόσο πυκνό, που οι άνθρωποι δεν μπορούσαν πλέον να βαδίσουν σ’ αυτό. Μόνο κάθονταν μέσα σε αυτό το απόλυτο σκότος, απελπισμένοι από τις μάταιες προσπάθειές τους να απαλλαγούν από αυτό. 

Μέσα σ’ αυτή την έσχατη κατάπτωση ‘φώς ανέτειλλεν’, ο νοητός ήλιος της δικαιοσύνης, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, και όλος αυτός ο λαός ο απελπισμένος ‘είδε φως μέγα’, το νοητό φως, το αληθινό φως, το φως της αληθείας και της γνώσεως του Θεού. 

Μέσα από το σωτήριο έργο του Κυρίου μας αρχίζει να ανατέλλει η ελπίδα της σωτηρίας, η προοπτική του απεγκλωβισμού από τα πάθη, η ανάσα της συγγνώμης, η ανακούφιση της αποκατάστασης, η αγαλλίαση της άπειρης αγάπης του Θεού, της χωρίς όρια και φραγμούς. Γι’ αυτό τον λόγο και η προχθεσινή Εορτή ονομάζεται Θεοφάνεια και Φώτα, επειδή δηλαδή με την Βάπτιση του Χριστού φανερώνεται στον κόσμο η τρισυπόστατη Θεότητα, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, και γίνεται αυτή η ημέρα η απαρχή του σωτηρίου κηρύγματος του Χριστού στον κόσμο.

Έχουν περάσει δύο χιλιάδες χρόνια από την εποχή εκείνη που ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί και μας προσέφερε το Φως της εν Χριστώ Ζωής. Εντούτοις παρατηρούμε και σήμερα να κυριαρχεί το σκοτάδι της αγνωσίας του Θεού, και της αμαρτίας. Δεν είναι λίγοι οι αδελφοί μας, ακόμα και κάποιοι χριστιανοί, που ζουν στην πλάνη και την ασέβεια. Και αυτό το φαινόμενο οι εχθροί της πίστεώς μας θέλησαν να το χρεώσουν στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και στην αγία μας πίστη, και να δείξουν ότι τάχα απέτυχαν του σκοπού τους. 

Ας προσέξουμε, όμως, μια λεπτομέρεια: όπως ο φυσικός ήλιος λάμπει, αλλά δεν μπορεί να φωτίσει το εσωτερικό των οικημάτων αν δεν ανοίξουμε τις πόρτες και τα παντζούρια, έτσι και ο νοητός ήλιος, ο Κύριος και Θεός μας, με τον ερχομό Του στον κόσμο ανέτειλλε το ανέσπερο φως της Βασιλείας Του, αφήνοντας εμάς, μέσα από την ελεύθερη βούληση και απόφασή μας, να αποδεχθούμε τον Θείο φωτισμό και να κινηθούμε προς Αυτόν, την πηγή του φωτός και της δικαιοσύνης. 

Αυτό άλλωστε είναι και το νόημα όλων των εορτών που εορτάσαμε κατά την διάρκεια του Αγίου Δωδεκαημέρου: η φανέρωση του Θείου φωτός στη ζωή μας και η προσωπική του καθενός μας προσέγγιση και τελείωση εν Χριστώ. Και μάλιστα με τρόπο που σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου και προϋποθέτει τη δική μας συναίνεση και αποδοχή, τη δική μας συμμετοχή. Αρκεί να σηκωθούμε από το σκοτάδι της απελπισίας και να κινηθούμε προς το Φως της ζωής και της αληθείας, που είναι ο ίδιος ο Χριστός.