Δ´ Κυριακὴ Νηστειῶν
(Μάρκ. θ´, 17-31)
Στὴ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ συναντᾶμε ἕνα πονεμένο καὶ δυστυχισμένο πατέρα νὰ ἀμφισβητεῖ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου. Τὰ λόγια του ἔδειχναν μία ἀμφιβολία γιὰ τὴ θεραπευτικὴ ἱκανότητα τοῦ Ἰησοῦ. Ὅταν μὲ σπαραγμένη καρδιὰ ὁδήγησε τὸ ἐπιληπτικό του παιδὶ στὸν Κύριο, γιὰ νὰ τὸ θεραπεύσει, εἶπε ἀπερίσκεπτα στὸν Κύριο: «εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν».
Μὲ τὴν παρατήρηση ὅμως τοῦ Κυρίου πώς, ἂν πιστεύει, ὅλα εἶναι δυνατὰ σὲ αὐτὸν ποὺ πιστεύει, τότε δὲν κρατήθηκε ὁ πατέρας, γιατὶ κατάλαβε τὸ λάθος του. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια ξέσπασε μὲ μία κραυγὴ γεμάτη συντριβή, μεταμέλεια, συγγνώμη καὶ ὁμολογία: «πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Δηλαδὴ ὄχι μόνο ἐπανορθώνει τὸ λάθος, ἀλλὰ ὁμολογεῖ πίστη στὸν Ἰησοῦ καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ τοῦ δώσει μεγαλύτερη πίστη. Καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε, γιατὶ νίκησε ἡ πίστη του. Τὸ παιδὶ θεραπεύτηκε.
Ἡ ζωὴ τῆς πίστης ὅμως περνάει στιγμὲς πολὺ δύσκολες. Κάποτε φαίνεται νὰ μᾶς ἐγκαταλείπει. Καὶ ἀναρωτιόμαστε: «Ποῦ εἶναι ἡ πίστη;» Ἀλλὰ ὅπως στὸ στάδιο ὁ ἀθλητὴς κουράζεται, ἀλλὰ διατηρεῖ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἀντοχή του, ἔτσι κι ἐμεῖς στὸν ἀγῶνα τῆς πίστης καλούμαστε νὰ δείξουμε τὴν ἴδια ἀντοχή. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς λέγει: «Τὸ πάντων μέγιστον τῶν ἀγαθῶν, τὸ στερρῶς τῆς εἰς τὸν Θεὸν ἔχεσθαι πίστεως». Τὸ ἴδιο ἔκαναν καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ὅταν κάποτε ζήτησαν ἀπὸ τὸν Θεό: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν». Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἱκεσία ἀπευθύνει στὸν Χριστὸ ὁ πατέρας τοῦ ἐπιληπτικοῦ νέου: « βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».
Εἶναι δυνατὸν ἐμεῖς νὰ μὴν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ ψυχικὴ τόνωση καὶ θεία ἐνίσχυση; Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ποθεῖ ὁ καθένας μας σὰν τὸν Στέφανο νὰ εἶναι «πλήρης πίστεως καὶ δυνάμεως;» Ὅπως γιὰ τὴν τόνωση τῆς σωματικῆς μας ὑγείας ὑπάρχουν βιταμῖνες, φάρμακα καὶ τροφὲς μὲ περισσότερες πρωτεΐνες, ἔτσι καὶ ἡ τόνωση τῆς πίστης ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πνευματικὲς βιταμῖνες καὶ πρωτεΐνες. Ποιὸς θὰ μᾶς τὶς δώσει; Ποιὸς ἄλλος ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Λυτρωτή; Ἡ ἀγάπη Του μᾶς ἔδωσε τὴν Ἐξομολόγηση, τὴν Θεία Εὐχαριστία, τὴν προσευχή, τὸ θεῖο καὶ αἰώνιο βιβλίο Του.
Μᾶς δίνει ἀκόμα πιστοὺς φίλους καὶ ἀδερφούς. Δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ καταποντιστοῦμε στὸ πέλαγος τῆς ἀπόγνωσης καὶ τῆς ὀλιγοπιστίας. Ἡ φωνή του γλυκειὰ καὶ σωτήρια ἀκούγεται στὶς ὧρες τοῦ κινδύνου: «Θαρσεῖτε ἐγώ εἰμι, μὴ φοβεῖσθε». Εἶναι πολὺ κοντά μας καὶ μᾶς σώζει. Ὅταν πονοῦμε, μᾶς παρηγορεῖ. Ὅταν πέφτουμε, μᾶς σηκώνει. Ὅταν πᾶμε νὰ χάσουμε τὴν ἐλπίδα, μᾶς δίνει φτερά.
«Οἱ ὑπομένοντες στὸν Θεὸν θὰ πάρουν τέτοιες δυνάμεις, ποὺ σὰν ἀετοὶ γοργόφτεροι θὰ πετάξουν ψηλά. Ὅσοι ἐμπιστεύονται τὶς δυνάμεις τους στὸν Κύριο θὰ νικήσουν. Ἂν εἶναι ἄλαλοι, θὰ μιλήσουν. Ἂν εἶναι χωλοί, θὰ περπατήσουν. Ἂν εἶναι τυφλοί, θὰ διανοιχτοῦν οἱ ὀφθαλμοί τους». Δυνατὴ καὶ γεμάτη ἐλπίδα ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ: «Ἰσχύσατε χεῖρες ἀνειμέναι καὶ γόνατα παραλελυμένα…ἰσχύσατε καὶ μὴ φοβεῖσθε». Ποιὸς ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ δὲν παίρνει καινούργιες δυνάμεις;
Νικητὴς δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ βρίσκεται πάντα σὲ εὐνοϊκὲς συνθῆκες, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ νικᾶ μὲ τὸν ὁπλισμὸ τῆς πίστης του στὸν Θεό. Ἂν μᾶς ἐπιτεθεῖ ἐχθρὸς ἰσχυρός, ἀσπίδα μας ὁ Θεός. Ἂν χάσουμε τὸν δρόμο μας, ὁ Κύριος θὰ ἔρθει νὰ μᾶς δείξει τὴ σωστὴ πορεία καὶ νὰ γίνει ὁ ὁδηγός μας.
Πρέπει νὰ τὸ καταλάβουμε: Οὔτε ἀρρώστιες οὔτε θλίψεις οὔτε ἐμπόδια καὶ δοκιμασίες οὔτε πειρασμοὶ κι ἀναποδιὲς θὰ μᾶς κλονίσουν, ἂν ἐμεῖς ἔχουμε βαθειὰ τὴν πίστη μας σὲ Αὐτὸν ποὺ εἶναι ὁ Παντοδύναμος, ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου.
Ἡ φράση τοῦ πατέρα τοῦ ἐπιληπτικοῦ νέου: «πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ», στὶς ὧρες τῶν δοκιμασιῶν μας ἂς ἐπαναλαμβάνεται καὶ ἀπὸ μᾶς καὶ τότε θὰ δοῦμε κι ἐμεῖς τὴν ἀνταπόκριση τοῦ Θεοῦ ἄμεσα καὶ ἀποτελεσματικὰ μὲ τὶς γνωστὲς φράσεις τοῦ Κυρίου: «Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γεννηθήτω ὑμῖν»· καὶ «ἡ πίστις σου σέσωκε σέ».
π. Κ.Σ.