Τόσο ο βασιλιάς Δαρείος, όσο και ο διάδοχός του Κύρος έτρεφαν μεγάλη εκτίμησι για τον Προφήτη Δανιήλ. Ωστόσο και οι δύο αναγκάστηκαν κάποτε να τον παραδώσουν στα χέρια του ωργισμένου όχλου.
Όταν οι Βαβυλώνιοι εζήτησαν από τον Δαρείο να θανατώση τον Προφήτη, γιατί προσέβαλε τα είδωλά τους, εκείνος, φοβούμενος από την μία πλευρά την οργή του πλήθους, ελπίζοντας όμως από την άλλη, ότι ο Θεός του Δανιήλ θα τον προστατεύση, διέταξε να τον ρίξουν μέσα σ’ ένα λάκκο με λιοντάρια. Ώρισε δε να βάλλουν έναν μεγάλο λίθο στο στόμιο του λάκκου. Έπειτα, γύρισε στο παλάτι του λυπημένος και όλη την νύκτα παρέμεινε άϋπνος.
Το πρωί πήγε στον λάκκο, να δη τι έγινε, και έκπληκτος αντίκρυσε σώο και αβλαβή τον Δανιήλ. Όσο για τα λιοντάρια, αυτά κάθονταν ήρεμα γύρω του.
-Δούλε του Θεού του υψίστου, ζεις; Δεν σε έφαγαν τα λιοντάρια; Αναφώνησε με απορία.
-Βασιλεύ, ο Θεός μου έστειλε τον άγγελό Του και έφραξε τα στόματά τους, αποκρίθηκε ο Δανιήλ.
Τότε ο Δαρείος και όλοι οι παριστάμενοι θαύμασαν την δύναμι του αληθινού Θεού, που έκανε τα άγρια και ανήμερα λιοντάρια ήρεμα.
Επί εποχής Κύρου οι Βαβυλώνιοι προσκυνούσαν ως θεό ένα άγαλμα και φοβερό δράκοντα. Ο Δανιήλ, όπως ήταν φυσικό, αρνείτο να τον προσκυνήση, όπως του ζητούσε ο Κύρος.
-Εγώ, βασιλεύ, Κύριον τον Θεόν μου προσκυνώ και αυτόν μόνο λατρεύω, είπε μία ημέρα στον βασιλιά. Δώσε μου εξουσία κι εγώ, δίχως σίδηρο και ξύλο θα φονεύσω τον θεό σας.
-Κάνε ό,τι θέλεις, του απάντησε ο βασιλιάς.
Πήρε τότε ο Προφήτης πίσσα, λίπος και τρίχες, τα ζύμωσε όλα μαζί και έφτιαξε άρτους, τους οποίους έρριξε στο στόμα του θηρίου. Εκείνο τα έφαγε και σε λίγο έσκασε.
Εξωργισμένοι οι Βαβυλώνιοι ζήτησαν από τον Κύρο, να τους παραδώση τον Δανιήλ, κι εκείνος φοβισμένος δέχθηκε.
Το πλήθος έρριξε τον Προφήτη σ’ ένα λάκκο με επτά άγρια κι αχόρταγα λιοντάρια. Τα θηρία αυτά τρέφονταν καθημερινά με δύο ανθρώπους καταδίκους και δύο πρόβατα. Εκείνη την ημέρα όμως δεν τους έδωσαν τίποτα να φάνε, για να είναι πεινασμένα και να κατασπαράξουν τον Δανιήλ.
Τα λιοντάρια ωστόσο, παρά τις προσδοκίες τους, όχι μόνο δεν τον πείραξαν, αλλά κάθησαν δίπλα του και του έκαναν συντροφιά.
Έξι ημέρες αργότερα, ο Κύρος πήγε να δη τι απέγινε και βρήκε τον Προφήτη να κάθεται σώος και υγιής.
-Μέγας είναι ο Θεός του Δανιήλ και εκτός αυτού Θεός άλλος δεν υπάρχει, αναφώνησε.
Διέταξε τότε να βγάλουν τον Προφήτη από τον λάκκο και να ρίξουν μέσα εκείνους που ζήτησαν τον θάνατό του, να τους φάνε τα λιοντάρια, πράγμα το οποίο και έγινε.
ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ – ΔΑΝΙΗΛ
Από το βιβλίο: Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των ζώων.
Επιμέλεια, Σίμωνος μοναχού.
Εκδόσεις «Ο Αγιος Στέφανος»
ΑΘΗΝΑΙ 2006