Κανένας δέν µπορεῖ νά ἀµφισβητήσει τή µόρφωση σ᾿ ἕνα κληρικό ἤ µοναχό τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἀπαραίτητη καί βοηθάει πολύ στό ποιµαντικό ἔργο.
Ἰδιαίτερα στήν ἐποχή µας, πού οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀρκετή κοσµική µόρφωση καί ἀπαιτοῦν ἀπό τούς κληρικούς νά ἔχουν τά ἀνάλογα προσόντα προκειµένου νά ἐργάζονται ἀποδοτικά καί νά µποροῦν νά ἀνταποκρίνονται στίς σύγχρονες ἀνάγκες.
Ὡστόσο, µόνη της ἡ µόρφωση δέν φτάνει. Εἶναι βέβαια χρήσιµο µέσον, δέν εἶναι ὅµως αὐτή πού θά βοηθήσει τόν κληρικό νά ποιµάνει ἐπιτυχῶς τό λαό τοῦ Θεοῦ. Χρειάζεται νά συνοδεύεται καί ἀπό εὐσέβεια, ἱερό ζῆλο καί φόβο Θεοῦ.
∆ίχως αὐτά δέν µπορεῖ νά προκύψει σηµαντικό ἔργο. Στήν ἐποχή µας οἱ περισσότεροι κληρικοί ἔχουν µόρφωση. Ἔχουν φοιτήσει σέ ἐκκλησιαστικές καί θεολογικές σχολές.
Ὑστεροῦν ὅµως στόν πνευµατικό ἀγώνα. ∆έν ἔχουν ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό κοσµικό φρόνηµα, γι᾿ αὐτό καί κινοῦνται ὡς ἐπαγγελµατίες καί ὄχι ὡς λειτουργοί τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης, ὅπως καί οἱ περισσότεροι γέροντες τῶν ἡµερῶν µας, δέν διέθετε µεγάλη µόρφωση οὔτε καί προγραµµάτιζε τίποτα. Καί ὅµως τό πνευµατικό του ἔργο ὑπῆρξε µεγάλο µέ θαυµαστά ἀποτελέσµατα. Τό ὑπαίθριο ἀρχονταρίκι τῆς Παναγούδας εἶχε γίνει τό µεγάλο πνευµατικό σχολεῖο, ὅπου φοίτησαν χιλιάδες ἄνθρωποι καί δέχτηκαν τήν εὐεργετική του ἐπίδραση.
Ὁ πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης σχολιάζει σχετικά: «∆έν διέθετε περγαµηνές κοσµικῆς παιδείας ὁ Ὅσιος Παΐσιος. Μόνον τό ∆ηµοτικό Σχολεῖο εἶχε τελειώσει. ∆ιέθετε ὅµως τό θεῖο φωτισµό καί µία φυσική χάρη, γοητεία καί ἁπλότητα, πρό παντός δέ πολλή ἀγάπη καί ἐσωτερικό δόσιµο πρός ὅσους τόν ἄκουγαν ἤ ζητοῦσαν τήν βοήθειά του.
Πανεπιστηµιακοί θεολόγοι µέ πολυχρόνιες σπουδές, ὅπως καί ἐπίσκοποι µορφωµένοι καί ἄλλοι ἐπιστήµονες, στόν Γέροντα Παΐσιο προστρέχαµε γιά συµβουλές καί πνευµατική ἀνακούφιση» (περιοδικό «Θεοδροµία», Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2015, σελ. 186-187).
Ὁ πνευµατικός ἀγώνας εἶναι ἀναγκαῖος γιά ὅλους τούς χριστιανούς. Κληρικοί, λαϊκοί καί µοναχοί πρέπει νά ἀγωνίζονται καί νά τηροῦν τίς ἐντολές. Νά ἀγωνίζονται πρωτίστως κατά τῶν παθῶν τους, νά µετανοοῦν γιά τίς ἁµαρτίες τους καί νά ἐκδηλώνουν ἔµπρακτη ἀγάπη πρός τούς ἀδελφούς.
Οἱ κοσµικοί συνήθως δέχονται τήν ἀγάπη καί ἀρνοῦνται τόν πνευµατικό ἀγώνα. ∆ραστηριοποιοῦνται σέ διάφορους συλλόγους καί ὀργανώσεις, γιά νά προσφέρουν στούς ἔχοντες ἀνάγκη, χωρίς ποτέ νά στρέψουν τό νοῦ τους στή δουλωµένη ἀπό τά πάθη καρδιά τους. Προβάλλουν τό ἔργο τους καί κρύβουν ἐπιµελῶς τήν ἀθλιότητά τους.
Πολλές φορές ὑπεραγαποῦν τά ζῶα καί τή «µητέρα φύση», ἐνῶ γιά τούς ἀνθρώπους ἔχουν µειωµένο ἐνδιαφέρον. Προφανῶς οἱ ἄνθρωποι αὐτοί βρίσκονται µακριά ἀπό τήν ἀληθινή ἀγάπη πού διδάσκει τό Εὐαγγέλιο.
πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης