Κυριακή 14 Απριλίου 2024

Θεία Λειτουργία, Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία (μέρος γ')


Η τοποθέτηση των τιμίων δώρων στην αγία τράπεζα συμβολίζουν την ταφή του Χριστού. Το Άγιον Πνεύμα επισκιάζει τον ιερέα και τον διά­κονο για την ολοκλήρωση της Θ. Λειτουργίας. Κατά την εκτενή ο διάκονος παρακαλεί τον Θεό να μας ελευθερώσει από κάθε θλίψη, οργή, κίνδυ­νο και ανάγκη. Συνήθως θλιβόμεθα όταν μας εγκαταλείπει ο Θεός, και τούτο παραχωρείται για να συναισθανθεί ο υπερήφανος την αδυναμία του και να ταπεινωθεί. Δίχως ταπείνωση αφαιρούνται από τον άνθρωπο τα θεία χαρίσματα. 

Δυστυχώς οι ανάγκες σήμερα έχουν αυξηθεί πολύ. Δεν ζητάμε πλέον τ’ απαραίτητα αλλά τα περιττά και υποδουλωνόμαστε κι αγχωνόμαστε στα δευτερεύοντα κι ανούσια. Δεν τρέχουμε στην εκκλησία όπως οι πυρπολημένες από αγάπη στην καρδιά τους άγιες μυροφόρες στον τάφο του Χριστού, αλλά από τον πολύ φόβο των πολλών κακών, αναγκών και περιστάσεων. 

Ζητάμε να μας παράσχει ο Κύριος ημέρα τέλεια, άγια και ειρηνική. Τούτο δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά την πνευματική τελειότητα, που καλούμεθα ν’ αποκτήσουμε στο τέλος της Θ. Λειτουργίας, ώστε εξερχόμενοι του ναού νάμαστε μεταμορ­φωμένοι με βιώματα ισχυρά που θα διατηρήσουν ειρηνική τη ζωή μας παρά τις καθημερινές αντιξοότητες. Ζητάμε να μας συνοδεύει άγγελος Κυρίου, άγγελος ειρήνης, για να ειρηνεύει τη ζωή μας. Ζητάμε άφεση των αμαρτιών μας και κυρίως τα καλά και συμφέροντα για τις ψυχές μας, αυτά που πράγματι είναι για το σωτηριώδες συμφέρον μας. 

Δεόμεθα για το υπόλοιπο και το τέλος της ζωής μας. Ο αληθινός χριστιανός δεν φοβάται το μέλλον. Έχοντας εμπιστοσύνη κι ελπίδα στον Θεό άφοβος ατενίζει τα τέλη του. Η μετάνοια, η συγχώρεση, η προσευχή, η πίστη, τον κάνουν αισιόδοξο, με καλή αγωνία, με προσεκτι­κό αγώνα· κι ο θάνατος γίνεται ζωή για τον πιστό, κοίμηση και μετάβαση στα αιώνια και σπουδαι­ότερα και πιο ευχάριστα κι ευφρόσυνα.

Ο ιερεύς με τις ευχές, τις δεήσεις κι εκφωνήσεις προετοιμάζει τον λαό για την ανύψωση της προσευχής, την προς αλλήλους απαραίτητη αγάπη για την ομολογία της πίστεως. Ο λειτουργός εύχεται να του συγχωρεθούν τ’ αμαρτήματα τα προσωπικά αλλά και τ’ αγνοήματα του λαού. 

Η Θεία Ευχαριστία προσφέρεται υπέρ των ιερα­τικών αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων. Όλοι είμεθα αμαρτωλοί και συνυπεύθυνοι για το υπάρχον κακό, λέγουν οι άγιοι πατέρες. Με τη διαφορά ότι ο λαός μπορεί ν’ αμαρτάνει από άγνοια, αλλά αυτό στον κλήρο δεν επιτρέπεται. Ειρηνεύοντάς μας ο ιερεύς μάς ενδυναμώνει, για ν’ αγαπήσουμε όλους, ώστε μονιασμένοι να ομολογήσουμε τον Τριαδικό Θεό Πατέρα. 

Ο λειτουργικός ασπασμός απομακρύνει κάθε μορ­φή μνησικακίας. Στην πρώτη εκκλησία έκλειναν οι θύρες του ναού για να μην εισέλθει σε αυτόν κάποιος μη πιστός. Η αγάπη δεν αρκεί για την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, αλλά απαραίτητα χρειάζεται και η ορθή πίστη, την οποία ομολογούμε με το Σύμβολο της Πίστεως, όπου απαγγέλλοντας τ’ άρθρα του ευχαριστούμε εγκάρδια τον Δωρεοδότη Θεό.

Η αγία Αναφορά αρχίζει με το «στώμεν καλώς». Σημαίνει ν’ ανυψώσουμε επιτέλους το νου μας από τη γη στον ουρανό, ν’ ανορθωθούμε αγνοώντας τώρα τις βιοτικές μέριμνες, φροντίδες, περιπέτειες κι ασχολίες και να είμαστε μ’ εγρήγορση, προσοχή και προσήλωση, ειρήνη και αγά­πη στις καρδιές. Αυτή είναι η πιο ευπρόσδεκτη θυσία μας στον Κύριο, με την οποία αινείται, ευχαριστείται και δοξάζεται. Στη συνέχεια ο ιερεύς μεταφέρει τη χάρη των δωρεών της Αγίας Τριάδος στους πιστούς, ώστε να είναι σε παντο­τινή κοινωνία. 

Το αυτό παρακαλούν και οι πιστοί για τον ιερέα τους. Κατόπιν ο ιερεύς ζητά από το εκκλησίασμα ν’ ανεβάσει την καρδιά του από τα γήινα ψηλά προς συνάντηση του Θεού. Λέγοντας οι πιστοί, ναι έχουμε τις καρδιές ψηλά, αληθεύουν ή το λέγουν σχηματικά;

Η Θεία Ευχαριστία αρχίζει ευχαριστώντας τον Κύριο για τις μύριες δωρεές του. Ο άγιος Νικό­λαος ο Καβάσιλας αναφέρει πως λέγοντας οι πιστοί «άξιον και δίκαιον» συμφωνούν για να συνεχίσει ο ιερεύς τη Θ. Λειτουργία, ενώ ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφέρει πως η φράση αυτή επισημαίνει την ισότητα κλήρου και λαού μπροστά στις θείες δωρεές. 

Ευχαριστούμε ολό­ψυχα τον Θεό για όλα και για τις φανερές και για τις αφανείς ευεργεσίες του, τη Σάρκωση, τη Σταύρωση, την Ανάσταση, τη Θ. Λειτουργία, τη θεία χάρη, τη θεία πρόνοια. Ο λειτουργικός επι­νίκιος ύμνος «άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ» είναι συνένωση γης και ουρανού, αγγέλων και ανθρώπων, υποδεχόμεθα τον Βασιλέα της Δόξης στην Αγία Πόλη για να θυσιασθεί για τη σωτηρία μας. 

Στη Θεία Λειτουργία έχουμε την έκφραση του μεγέθους της αγάπης του ουράνιου πατέρα μας, που έστειλε τον μονογενή του υιό στον σταυρό για ν’ αναστήσει τον νεκρωμένο κόσμο. Η θυσία του Χριστού είναι η φανέρωση της θείας αγάπης. Στον Μυστικό Δείπνο ο Χρι­στός προσφέρει το θυσιασμένο σώμα και αίμα του στους μαθητές του. 

Στη Θ. Λειτουργία δεν έχουμε απλή ανάμνηση και τύπο αλλά αυτή τού­τη την επέκταση της θυσίας του Γολγοθά. Μετέ­χοντας της Θείας Ευχαριστίας γινόμαστε σύναιμοι του Σταυροαναστηθέντος Χριστού, γινόμα­στε πιστοί μαθητές του, αδελφοί ίσοι, αγαπητοί. Η Θεία Λειτουργία είναι η ζωντανή ανάμνηση του Μυστικού Δείπνου, το οποίο έδωσε εντολή ο Χριστός πάντα να επαναλαμβάνουμε. Δεν έχου­με εμείς τίποτε δικό μας να Του δώσουμε. Του δίνουμε αυτό που μας έδωσε Εκείνος και πάλι ικετευτικά Τον ευχαριστούμε απεριόριστα ως ευεργετημένοι.

Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας τελετουργείται με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων διά του Αγίου Πνεύματος, που δεν κατέβηκε μόνο μία φορά, αλλά κατέρχεται σε κάθε Θ. Λειτουργία, στα προκείμενα θεία δώρα, κι έχουμε κάθε φορά μία άλλη Πεντηκοστή. Η Θεία Λατρεία προσφέρεται όπως είπαμε υπέρ πάντων των αγίων, εξαιρετικά όμως της Θεοτόκου που παρίσταται στον θρόνο του Θεού και πρεσβεύει πάντοτε για όλους μας. 

Ο αγγελοδίδακτος ύμνος του «Άξιόν Εστιν» στο Άγιον Όρος είναι ο εθνικός ύμνος των χρι­στιανών. Ευχαριστούμε ιδιαίτερα και τη χαιρετί­ζουμε ευγνώμονα την Ανύμφευτη Κόρη της Ναζα­ρέτ, γιατί δι’ αυτής ήλθε ο Νυμφίος Σωτήρας Χρι­στός στον κόσμο. Την ώρα που ψάλλεται χαρμόσυνα το «Άξιόν Εστιν» ο ιερεύς επικαλείται μετά τη Θεοτόκο, τον Τίμιο Πρόδρομο, τους Αγί­ους Αποστόλους, τον άγιο της ημέρας, τον οποίο υμνήσαμε στον προηγηθέντα Όρθρο, τους φίλους του Χριστού και φίλους μας και πρεσβευτές μας αγίους και μνημονεύονται οι κεκοιμημένοι αδελφοί μας, οι οποίοι πάντοτε προσδοκούν τις προ­σευχές μας προς αναψυχή τους.

Στην επόμενη εκφώνηση προτρεπόμεθα «εν ενί στόματι και μιά καρδία» να δοξάσουμε και ν’ ανυμνήσουμε το πάντιμο όνομα του Κυρίου. Είναι απαραίτητη η ενότητα για να γίνουν ευπρόσδεκτες οι αιτήσεις μας. Χρειάζεται να είμεθα σύμψυχοι και ομόφρονες. 

Κατά τον ιερό Χρυσόστομο, καλούμεθα να γίνουμε σαν τις χορ­δές της κιθάρας, για ν’ αποδώσουμε την ωραία συμφωνία της αγάπης. Στη συνέχεια παρακαλούμε ώστε η μετάληψη των αγιασθέντων τίμιων δώρων να μας μεταδώσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που θα διώξει τη δυσοσμία των παθών και θα ευωδιάσει η ζωή μας από τον πανεύοσμο Χριστό.