Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

Η Παναγία και το «μενούνγε»


ΜΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΗ ΑΣΤΟΧΙΑ

Ὅλοι σχεδὸν οἱ Προτεστάντες, ἀρνοῦνται τὸν ὄρο: «Παναγία», καὶ ἀρνοῦνται νὰ δώσουν στὴν Παναγία τὴν ὕψιστη τιμή, μεταξὺ ὅλων τῶν ἄλλων ἁγίων. Ἕνα ἐπιχείρημα λοιπὸν ποὺ χρησιμοποιοῦν συνήθως, εἶναι τὸ ἐδάφιο ποὺ θὰ ἐξετάσουμε ἐδῶ. Νομίζουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς «διόρθωσε» κάποια γυναίκα ποὺ μακάρισε τὴ μητέρα Του, σὰν νὰ μὴν ἤθελε Ἐκεῖνος νὰ τιμᾶται ἡ μητέρα Του. Ὅμως τὸ ἐδάφιο λέει πολὺ διαφορετικὰ πράγματα. Καὶ γιὰ τὴν ἀνάλυση τοῦ ἐδαφίου αὐτοῦ, θὰ ἐπιστρατεύσουμε τὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ κείμενο τοῦ καθηγητοῦ Στέργιου Ν. Σάκκου ποὺ ἀκολουθεῖ.

Τὸ περιστατικὸ ἱστορεῖται ἁπλὰ στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο. Ἀκούγοντας τὴν καταπληκτικὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου μία γυναίκα τοῦ ὄχλου ἀναφωνεῖ μὲ ἐνθουσιασμό: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασα σὲ καὶ μαστοὶ οὖς ἐθήλασας» (Λκ 11/ἴα: 27). Μακαρίζει,δηλαδή, τὴ μητέρα τοῦ Κυρίου κι ἀρχίζει ἤδη νὰ πραγματοποιεῖται ἡ προφητεία τῆς Παρθένου γιὰ τὸν ἑαυτό της: «Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριούσι μὲ πᾶσαι αἳ γενεαὶ» (Λκ. 1/α: 48). Στὸ θαυμασμὸ τῆς γυναίκας τοῦ ὄχλου ὁ Κύριος ἅπαντα μὲ τὴ φράση: «Μενούνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτὸν» (Λκ 11/ια: 28).

... ἡ τελευταία πρόταση τῆς περικοπῆς ἀποδόθηκε στὴ νεοελληνικὴ ὡς ἑξῆς: «Μακάριοι μᾶλλον εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἀκοῦν τὸ λόγο τοῦ θεοῦ καὶ τὸν φυλάττουν». Ἄρα, εἶναι πιὸ μακάριοι ἀπὸ τὴ μητέρα τοῦ Κυρίου οἱ ἀκροατὲς καὶ τηρητὲς τοῦ θείου λόγου.

Βεβαίως, κανεὶς δὲν ἀμφισβητεῖ τὴ σπουδαιότητα καὶ σοβαρότητα τῆς ἀκροάσεως τοῦ θείου λόγου, ὅταν μάλιστα αὐτὴ συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ἐφαρμογή του. Ὡστόσο, εἶναι ἐσφαλμένη ἡ πρόταση ὅτι «μακάριοι μᾶλλον» εἶναι οἱ τηρητὲς τοῦ θείου λόγου παρὰ ἡ Παναγία.

Τὸ σφάλμα, νομίζω, ἐπικεντρώνεται στὴν ἄστοχη μετάφραση τῆς πρώτης λέξεως τῆς προτάσεως, τοῦ συνθέτου μορίου «μενούνγε». Ποιὰ εἶναι ἡ σημασία του; Σύμφωνα μὲ τὰ λεξικά, τὸ μόριο αὐτὸ ἀποτελεῖται ἀπὸ τρεῖς λέξεις: Ἀπὸ τὸν ἀντιθετικὸ σύνδεσμο μέν, τὸν συμπερασματικὸ οὒν καὶ τὸ βεβαιωτικὸ μόριο γέ. Στὴ σύνθεση, οἱ ἐπιμέρους λέξεις δὲν διατηροῦν τὴν ἀρχική τους σημασία. Ὁ τύπος "μένουν" χρησιμοποιεῖται κυρίως στὴν ἀρχὴ μίας ἀπαντήσεως. Δηλώνει ἄλλοτε ἰσχυρὴ βεβαίωση καὶ ἄλλοτε βεβαίωση, ἡ ὁποία κατὰ κάποιο τρόπο διορθώνει καὶ συμπληρώνει τὴ σημασία τῶν προηγουμένων. Τὸ μόριο "γέ", ἐξάλλου, ἐπιτείνει τὴ σημασία τῆς λέξεως στὴν ὁποία προστίθεται. Ἔτσι στὸ συγκεκριμένο χωρίο τῆς Καινῆς Διαθήκης τὸ «μενούνγε» θὰ μποροῦσε νὰ ἰσοδυναμεῖ μὲ τὰ νεοελληνικὰ «πράγματι», «ναί, μάλιστα», «βεβαιότατα»! Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι μὲ τὴν ἴδια σημασία ἀναφέρεται τὸ «μενοῦνγε» καὶ σὲ ἄλλα τρία χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης: Ρωμαίους 9/θ: 19• 10/ι: 18• Φιλιππισίους 3/γ: 8. Σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις ἡ λέξη «μενούνγε» ἐπιβεβαιώνει τὴ σημασία τῆς προηγούμενης προτάσεως καὶ ἐπεκτείνει τὸ νόημά της.

Γιὰ νὰ περιορισθῶ στὸ Λκ 11/ἴα: 28, στὸ στίχο, ποὺ ἀποτέλεσε τὴν ἀφορμὴ τοῦ σχολίου αὐτοῦ, ὁ Κύριος ἀπαντώντας στὸν μακαρισμὸ τῆς γυναίκας προτάσσει τὸ «μενοῦνγε» ὄχι γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ ἢ νὰ μειώσει τὸ θαυμασμὸ πρὸς τὴν μητέρα του. «Οὐκ ἀρνεῖται τὴν κατὰ φύσιν συγγένειαν, ἀλλὰ προστίθησι τῆς κὰτ ἀρετήν», σχολιάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, (Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον 45,1). θέλει νὰ πεῖ ὁ Κύριος ὅτι συμφωνεῖ ἀπόλυτα καὶ ἀποδέχεται ὡς εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη τὴ λαϊκὴ ἔκφραση τοῦ θαυμασμοῦ πρὸς τὴν μητέρα του. Ἐπιπλέον, μὲ ὅσα λέγει στὴ συνέχεια θέλει νὰ ὁδηγήσει τὴ σκέψη τῶν ἀκροατῶν του σὲ κάτι ὑψηλότερο. Τὸ νόημα τῶν λόγων τοῦ εἶναι: «Ναί, μάλιστα βέβαια! Μακαρία ἡ μητέρα μου, ὅπως λές, ἀλλὰ κι ἐγώ σου λέω ὅτι μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἀκούει τὸ θεῖο λόγο μου καὶ τὸν τηρεῖ».

«Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου», λέγει ὃ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «δὲν δείχνουν ὅτι ἀπωθεῖ τὴ μητέρα τοὺ• ἐπισημαίνουν ὅτι σὲ τίποτε δὲν θὰ ὠφελοῦσε τὴν Παναγία ὁ τοκετός, ἂν δὲν ἦταν συγχρόνως πολὺ ἀγαθὴ καὶ πιστὴ» (Εἷς τὸ κατὰ Ἰωάννην 21,3). Ἔτσι, ὁ Κύριος ἐνθαρρύνει τὴ γυναίκα νὰ ἐλπίζει ὅτι κι αὐτή, ἀλλὰ καὶ κάθε χριστιανὸς μπορεῖ νὰ γίνει εὐτυχισμένος, ὅπως ἡ μητέρα του, ἂν ἀκούσει τὸν λόγον του καὶ τὸν τηρήσει. Τὸ ἴδιο νόημα ἔχει καὶ μία ἄλλη σχετικὴ ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ, ὅταν, καθὼς μιλοῦσε, τοῦ ἀνήγγειλαν ὅτι τὸν ζητοῦν ἡ μητέρα καὶ οἱ ἀδελφοί του κι αὐτὸς ἀπάντησε: «Μήτηρ μου καὶ ἀδελφοί μου οὗτοι εἰσιν οἱ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀκούοντες καὶ ποιοῦντες αὐτὸν» (Λκ 8/η: 21 • πρβλ. Μθ 12/ἴβ: 48-50• Μρ 3/γ: 34-35).

Ἡ μακαριότητα τῆς Παρθένου, ἡ ὑψίστη δόξα τῆς συνίσταται στὸ ὅτι ἐκλέχθηκε, νὰ γίνει μητέρα τοῦ Κυρίου, ἀκριβῶς, διότι παρέμεινε αἰώνιος φύλακας τοῦ θεϊκοῦ Κυρίου. Ἡ ἴδια ἀνοίγει τὴν ψυχή της καὶ ὑποτάσσεται σ' αὐτὸν «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου» (Λκ 1/α: 38) καὶ ἡ Ἐλισάβετ φωτισμένη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μακαρίζει τὴν Παναγία γιὰ τὴν πίστη της στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ «μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτὴ παρὰ Κυρίου» (Λκ 1/α: 45).

Στέργιος Ν. Σάκκος, Ὁμοτ. Καθηγητής Α.Π.Θ.
πηγή:orthodoxia-ellhnismos