Ἕνα ζωηρό καί ὑπερήφανο ἄλογο ὁρμᾶ χαρούμενο ὅταν δεχτεῖ ἀναβάτη στή ράχη του. Καί ἕνας δεκτικός νοῦς τέρπεται, ὅταν δεχτεῖ τό φῶς τοῦ Κυρίου καί εἰσέλθει σ᾿ αὐτό, ἀφοῦ ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά νοήματά του.
Θά βαδίσει ἀπό τή δύναμη τῆς πρακτικῆς φιλοσοφίας τοῦ νοῦ, μέ ἄρνηση τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του, σέ ἄρρητη δύναμη πού θεωρεῖ τά ἄρρητα καί τίς ἀρετές.
Καί ἀφοῦ δεχτεῖ τό βάθος τῶν θείων καί ὑψηλῶν ἐννοιῶν τοῦ ἀπείρου, θά φανερωθεῖ σ᾿αὐτόν, ὅσο εἶναι δυνατό στήν καρδιά, ὁ Θεός τῶν θεῶν.
Ὁ νοῦς ἀπό ἔκπληξη δοξάζει μέ ἀγάπη τό Θεό πού βλέπεται καί βλέπει, καί πού τόσο γιά τό ἕνα ὅσο καί γιά τό ἄλλο σώζει ἐκεῖνον πού στρέφει τό βλέμμα του σ᾿ Αὐτόν.
''ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ" Τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν
Τόμος α΄ (σελ. 202)
Ἐκδόσεις: ''Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας"