Κυριακή Ι' Λουκά
(κεφ. 13, 10-17)
Η διήγηση της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής μας περιγράφει τη θεραπεία της συγκύπτουσας, μιας γυναίκας που λόγω της ασθένειάς της ήταν κυρτωμένη και ταλαιπωρούνταν επί δεκαοκτώ έτη. Όταν την είδε ο Χριστός, ένα Σάββατο που δίδασκε στη Συναγωγή, την σπλαγχνίστηκε, μας λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς, και με ένα Του λόγο, χωρίς αυτή να το ζητήσει, τη θεράπευσε.
Ωστόσο το θαύμα αυτό αντί να κάνει τους σκληρόκαρδους φαρισαίους να θαυμάσουν μαζί με όλο το λαό τα μεγαλεία του Θεού, κίνησε την αγανάκτηση του αρχισυνάγωγου, που τους κάλεσε να προσέρχονται τις άλλες μέρες για να θεραπεύονται, και να μη “καταλύουν” την αργία του Σαββάτου.
“Υποκριτές”, απαντά ο Ιησούς, “ο καθένας δεν λύνει το Σάββατο το βόδι του ή το γαϊδουράκι του για να πάει να το ποτίσει; και αυτή η γυναίκα, που δεν είναι ζωντανό αλλά παιδί του Αβραάμ, δεν έπρεπε λοιπόν να λυθεί από τα δεσμά που επί δεκαοχτώ χρόνια την είχε δέσει ο διάβολος, επειδή σήμερα είναι Σάββατο;”
Μέσα από τη σημερινή διήγηση ο Κύριος στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνον των φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής. Οι φαρισαίοι της εποχής Του είχαν μετατρέψει τις εντολές του Δεκαλόγου και του Νόμου σε ένα στείρο σύστημα υποχρεώσεων και περιορισμών, και γι αυτό συχνά αντιδρούσαν με αγανάκτηση όταν ο Χριστός θεράπευε τα Σάββατα, σε σημείο να λένε ότι εφόσον δεν τηρεί το Σάββατο, δεν προέρχεται από τον Θεό1.
Η τυπολατρία τούς έκανε να θεωρούν τους εαυτούς τους αυτάρκεις έναντι του Θεού, σαν τον πλούσιο της περασμένης Κυριακής, που θεωρούσε τον εαυτό του τέλειο, μιας που δεν είχε κλέψει και δεν είχε σκοτώσει. Αγανακτούν οι φαρισαίοι που ο Χριστός κάνει θαύματα το Σάββατο, αγανακτούν που συνομιλεί και τρώει μαζί με αμαρτωλούς, αγανακτούν όταν βλέπουν τους μαθητές Του να τρώνε χωρίς προηγουμένως να έχουν πλύνει τα χέρια τους, ή να μην τηρούν επακριβώς τις νηστείες2.
Ο Χριστός όμως την περασμένη Κυριακή δίδαξε την ανάγκη της εξόδου από την εγωκεντρική αυτάρκεια και σήμερα μάς δείχνει ότι πάνω από τους τύπους βρίσκεται η ουσία των πραγμάτων και η αλήθεια. Γι αυτό και θα πει χαρακτηριστικἀ ότι δεν είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος για το Σάββατο, αλλά το Σάββατο για τον άνθρωπο3, ότι δηλαδή μεγαλύτερη σημασία έχει ο άνθρωπος ως ψυχοσωματική οντότητα, παρά η επακριβής τήρηση κάποιων κανόνων, ιδίως όταν παραβλέπεται το ανθρώπινο πρόσωπο.
Το μήνυμα όμως του Ευαγγελίου, το κήρυγμα του Χριστού αλλά και ο τρόπος της ενανθρώπησής Του και του Πάθους Του δίνουν προτεραιότητα στην ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου και στοχεύουν στην πνευματική του αποδέσμευση τόσο από τα δεσμά της αμαρτίας όσο και από τις στείρες υποχρεώσεις που φορτίζουν και καταπιέζουν τον άνθρωπο.
Η τυπική και μηχανιστική τήρηση των εντολών του Θεού τελικά δεν μας προσφέρει τίποτα, αν στην καρδιά μας δεν πρυτανεύει η αγάπη προς τον πλησίον, η ευσπλαχνία και η διάθεση της προσφοράς και της αυτοθυσίας. Το μήνυμα επομένως της σημερινής περικοπής μας αγγίζει και μας αφορά όλους, μιας που συχνά, ίσως και ασυναίσθητα, προτάσσουμε τις εντολές του Θεού και βάζουμε σε δεύτερη μοίρα την αγάπη προς τον πλησίον.
Άλλες φορές πάλι, είτε θεωρούμε τους εαυτούς μας εντάξει έναντι του θεού, και άρα ο Θεός μάς οφείλει, είτε αγανακτούμε όταν κάποιοι από τους αδελφούς μας δεν τηρούν όλα όσα εμείς τηρούμε, και προσπαθούμε να τους πειθαναγκάσουμε να ακολουθήσουν το δικό μας μοτίβο πίστεως και ασκήσεως.
Διανύουμε την περίοδο της νηστείας των Χριστουγέννων και πολλοί από εμάς νηστεύουμε και προετοιμαζόμαστε για την μεγάλη εορτή που έρχεται. Αν κάποιοι ανάμεσά μας δεν τηρούν τη νηστεία, ας μη τους κατακρίνουμε. Ας θυμηθούμε ότι πάνω από τη νηστεία, πάνω από κάθε εξωτερικό τύπο, σημασία έχει να μη καταλύεται ο σύνδεσμος της αγάπης.
Και το ένα είναι ωφέλιμο, και το άλλο ουσιώδες. Αλίμονο αν παραθεωρήσουμε είτε το ένα είτε το άλλο, ή αν προσπαθήσουμε να επιβάλλουμε στους ανθρώπους γύρω μας τη στάση μας και τις επιλογές μας. Αλίμονο αν γίνουμε τυπικοί τηρητές των υποχρεώσεών μας απέναντι στο Θεό, και λησμονήσουμε τη μεγαλύτερη των εντολών Του, αυτή της αγάπης προς τον πλησίον.
Χαρακτηριστική είναι άλλωστε και η διήγηση από το βίο ενός σύγχρονου γέροντα, του π. Ιακώβου Τσαλίκη, που ήταν ηγούμενος στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ στην Εύβοια: όταν κάποτε είχαν ψήσει κρέας και όλοι μαζί οι μοναχοί γευμάτιζαν, χάρηκε που είδε τα πνευματικά του τέκνα να έχουν αγάπη και ομόνοια και τους είπε : “κρέας παιδιά μου να τρώτε, τις σάρκες των αδελφών σας να μην τρώτε”.
1. Ιω. 9, 16: “ ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές͵ Οὐκ ἔστιν οὗτος παρὰ θεοῦ ὁ ἄνθρωπος͵ ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι δὲ ἔλεγον͵ Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς”.
2. Βλ. Μαρ. 2, 14 – 3, 6.
3. Μαρ. 2, 27 : “καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς͵ Τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο καὶ οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον”.