Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2016

Το πάθος της συκοφαντίας

Αποτέλεσμα εικόνας για Υπομονή

Η συκοφαντία είναι ψευδής κατηγορία. Είναι, διαβολή. Και είναι βέβαιο ότι ο διάβο­λος είναι εφευρέτης της συκοφαντίας, ως πα­τέρας του ψεύδους, εφόσον ο συκοφάντης είναι εκείνος που κατεξοχήν ψεύδεται.

Το να σηκώσει ο άνθρωπος τη συκοφα­ντία είναι μεγάλος άθλος. Και τον σηκώνει μόνο εκείνος που προσβλέπει προς τον Κύριο Ιησού, ο οποίος όταν «ενηνθρώπησε» και ήλθε στη γη, σήκωσε τον Σταυρό της συκοφαντίας και οδηγήθηκε ως τον ατιμωτικό θάνατο.

Η συκοφαντία είναι μέγα άλγος για τον συκοφαντούμενο και φοβερή δοκιμασία για την πνευματική του υπόσταση. «Ουκ έστιν», μας λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, «ουδέν αφορητότερον τοις οδυνωμένοις λόγον δυνάμενον δακείν ψυχήν»(1). Δεν υπάρχει δηλαδή τίποτε πιο αφόρητο για όσους υφίστανται την οδύ­νη της συκοφαντίας, γιατί η συκοφαντία είναι πραγματικά δάγκωμα για την ψυχή. Γι’ αυτό και ο προφήτης Δαβίδ έλεγε προς τον Κύριο: «Λύτρωσέ με από τις συκοφαντίες των ανθρώ­πων και θα φυλάξω τις εντολές σου»(2).

Τί είναι όμως εκείνο που κινεί τον άνθρω­πο στο να συκοφαντεί τον συνάνθρωπό του και να λέει ψέματα εναντίον του;


Η ασκητική εμπειρία μας έχει υποδείξει ότι τα κίνητρα του συκοφάντη συνήθως είναι η ζήλεια, ο φθόνος, η μνησικακία, η υπερηφά­νεια και τα σαρκικά πάθη. Γι’ αυτό δεν υ­πάρχει αμφιβολία ότι η κατάκριση, η κακο­λογία, και πολύ περισσότερο η συκοφαντία, είναι επισφράγισμα και ενεργοποίηση άλλων παθών, τα οποία λερώνουν την ψυχή και της προκαλούν ανεπανόρθωτη βλάβη.

Μας λέει ο όσιος Θαλάσσιος: «Η ψυχή του κακόγλωσσου και του συκοφάντη έχει πο­λύ κακή γλώσσα. Ένας τέτοιος άνθρωπος βλά­πτει τον εαυτό του, αυτόν που τον ακούει και καμμιά φορά και αυτόν που συκοφαντεί»(3).

Επίσης αυτός που εξευτελίζει και συκο­φαντεί τον πλησίον του εξοργίζει τον Θεό και οι συνέπειες για τη στάση του αυτή είναι πο­λύ βαριές, διότι έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τη Χάρη του Θεού. Ο αββάς Ησαΐας λέει ότι «αυτός που κατηγορεί και εξουθενώνει τον αδελφό του, αποξενώνει τον εαυτό του από το έλεος που απολαμβάνουν οι Άγιοι»(4). 

Και ο Νικήτας Στηθάτος μας υπο­γραμμίζει ότι η εγκατάλειψη της Χάρης έχει σαν αποτέλεσμα την πτώση ή σε παράπτωμα σαρκικό ή σε παράπτωμα γλώσσας ή λογι­σμού . Και η πτώση αυτή, αν δεν επέλθει η με­τάνοια, ώστε να αποκατασταθεί η σχέση με τον Θεό και τον αδελφό, «είναι θάνατος της ψυχής», δηλαδή βίωμα κόλασης πριν από την επικείμενη κόλαση.

Οι Άγιοι σκέπαζαν τα αμαρτήματα του πλησίον, για να μας υποδείξουν την αγάπη και τη συγχωρητικότητα και το ότι πρέπει να α­σκήσουμε τον εαυτό μας στο να μην κακολο­γούμε και να μη λέμε ψέματα εναντίον του αδελφού μας.

Αναφέρει το Γεροντικό ότι κάποιος από τους Πατέρες είδε έναν αδελφό να αμαρτάνει Έκλαψε τότε πικρά και είπε: «Αυτός σήμερα, εγώ αύριο!», θέλοντας να δείξει πόσο τρεπτή είναι η ανθρώπινη φύση και πόσο όλοι είμαστε επιρρεπείς προς την αμαρτία.

Συνήθως βέβαια οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι δεν κακολογούν και δεν συκοφαντούν κανέναν, αλλά ότι εκείνοι υφίστανται κατηγορίες και συκοφαντίες από το περιβάλλον τους. Όμως και οι ανακρίβειες, οι υπερβολές, οι εύκολες κρίσεις και κατα­κρίσεις, που τόσο πολύ ασύστολα σήμερα δια­τυπώνονται από μερικούς από μας για οποι­ονδήποτε ήθελε πέσει στην κριτική μας, είναι συχνά δυσφημιστικές και συκοφαντικές για το πρόσωπο του πλησίον.

Όλοι έχουμε δοκιμάσει την πικρότητα και το φαρμάκι της συκοφαντίας. Κι αυτό γιατί άλλα κίνητρα είχαμε εμείς σε κάποια κίνηση μας και άλλα κίνητρα μας απέδωσαν οι άνθρω­ποι του περιβάλλοντός μας. Και συχνά μπο­ρεί αυτοί να είναι και φίλοι μας ή συγγενείς μας ή και πνευματικοί αδελφοί μας, οπότε ο πό­νος μας γίνεται μεγαλύτερος και περισσότε­ρο απαράκλητος.

Ας προσέχουμε λοιπόν να μην έχουμε στο στόμα μας δολιότητα για τον αδελφό μας. Για­τί η συκοφαντία είναι εξουθενωτική για τον κάθε άνθρωπο, «ακόμη και τον πιο συνετό τον κάνει να παραφέρεται και να χάσει την ευγέ­νειά του»(5).

Εκτός όμως απ’ αυτά η πείρα έχει δείξει ότι ο Κύριος «ταπεινώνει τον συκοφάντη»(6), ο οποίος με τη μοχθηρία του αυξάνει πάρα πο­λύ τις συμφορές του και πέφτει τελικά στο λάκκο που ανοίγει για τον πλησίον του.

Η κακολογία και η συκοφαντία δείχνουν ότι ο άνθρωπος που τις έχει εγκολπωθεί νο­σεί και χρειάζεται θεραπεία η ψυχή του. Και η θεραπεία επέρχεται με το να «έλθουμε στον εαυτό μας», να δούμε τα δικά μας πάθη και να θεωρήσουμε ότι όλοι είμαστε συνυπεύθυ­νοι για τις αμαρτίες και τα λάθη που γίνονται στο χώρο μας και ανάμεσά μας. Θα πρέπει να αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε για την κρίση μας, διότι αυτή δεν είναι πάντα ασφαλής. Τα αισθητήριά μας συχνά κάνουν λάθος. Δεν γνω­ρίζουμε την πρόθεση του άλλου, γι’ αυτό ερμη­νεύουμε λανθασμένα τη συμπεριφορά του. Άλλωστε δεν έχουμε τη δυνατότητα να κρί­νουμε τον άλλο, γιατί δεν μπορούμε να μπούμε στην ψυχή του. Η κρίση είναι έργο μόνο του Θεού.

Και σε τελευταία ανάλυση, τί ωφελεί το να συκοφαντήσουμε τον συνάνθρωπό μας ή το να παρουσιάσουμε το τυχόν σφάλμα του, έ­στω κι αν ακόμη είναι αληθινό; Αν το σκεφθούμε ώριμα, θα δούμε ότι αυτή η ενέργειά μας εξυπηρετεί μόνο την εμπάθειά μας.

Πώς όμως θα αντιμετωπίσουμε τους άλ­λους όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε θύματα της συκοφαντίας τους;

Ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να διατηρή­σει αλώβητη τη σχέση του με τον Κύριο Ιησού και τον αδελφό, που είναι απαραίτητα στοιχεία για να μη χάσει το πρόσωπό του, αφενός μεν φροντίζει να υπομείνει την αδικία της συκοφαντίας με σιωπή, ταπείνωση και προσευχή, χωρίς να καλλιεργεί πάθος και εκδικητικότητα για τον συκοφάντη, και αφετέρου φροντίζει με τη στάση του να βοηθήσει και τον άνθρωπο που τον αδικεί, να καταλάβει το σφάλμα του και να διορθωθεί. 

Εκείνο δε που τον παρηγορεί και τον κάνει να πάρει δύνα­μη είναι το ότι έχει ως στόχο του την Κρίση του Πανάγιου και Δικαιοκρίτη Θεού, καθώς το λέ­ει και ο Μ. Βασίλειος προς τη Σιμπλικία, μια αιρετική γυναίκα που τον κατηγόρησε και τον συκοφάντησε πολύ προκλητικά: «Προτιμώ», της λέει, «από τους γήινους διχαστές, να πε­ριμένω τον Ουράνιο Δικαστή, ο Οποίος ξέρει να υπερασπίζεται κάθε είδους αδικία καλύτερα από τον καθένα»(7).

Άλλωστε αυτός που μας συκοφαντεί γί­νεται αίτιος να λάβουμε μεγάλη Χάρη. Μας το παραγγέλλει και ο Κύριός μας, όταν λέει: «Μακάριοι είσθε όταν σας μισήσουν οι άνθρω­ποι… και σας χλευάσουν και δυσφημήσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του ανθρώπου. Να χαίρεσθε και να αγάλλεσθε όταν συμβεί αυτό, γιατί θα είναι μεγάλος ο μισθός σας, μεγάλη δη­λαδή η Χάρη, που θα λάβετε στον Ουρανό»(8).

 *****

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. ΕΠΕ 19, 338-340, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος Παλα­μάς», Θεσσαλονίκη.
2.Ψαλμ. 118, 134.
3. Ρ. G. 91, 1452D.
4. Ησαϊου Λόγοι ΚΓ, Γ. Εκδ. Σωτ. Σχοινά, εν Βόλω 1962.
5.Εκκλ. 7, 7.
6. Ψαλμ. 71, 4.
7. Μ. Βασιλείου ΒΕΠΕΣ, τόμ. 55, σελ. 144, 16.
8. Λουκ.6, 22.


Κείμενα και ερμηνευτική απόδοση Αδελφότης Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα.
Εκδόσεις ‘ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ’, ΣΕΙΡΑ ‘ΣΕΛΑΣΦΟΡΑ’ 2006