Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Ἡ παγκοσμιότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τό Ἄβατον

Αποτέλεσμα εικόνας για μονη κουτλουμουσιου


Σήμερα μιλᾶμε γιὰ παγκοσμιοποίηση, δηλαδὴ γιὰ ἑνοποίηση τοῦ κόσμου. Ἀλλά δὲν εἶναι ξεκάθαρο γιὰ τί ἀκριβῶς μιλᾶμε. Ἂς ποῦμε ὅτι εἶσαι σὲ ἕνα νυχτερινὸ τοπίο στὴ φύση. Τὰ ζῶα, τὰ πουλιά, τὰ λουλούδια κοιμοῦνται, καὶ ἔτσι ἐπικρατεῖ γαλήνη καὶ ἡσυχία. Ἐξίσου γαλήνη καὶ ἡσυχία ἐπικρατεῖ σὲ ἕνα τοπίο μετὰ τὴν ἔκρηξη ἀτομικῆς βόμβας. Πόσο διαφορετικὴ ὅμως εἶναι αὐτὴ ἡ ἡσυχία!

Κάπως ἔτσι εἶναι καὶ ἡ παγκοσμιοποίηση ποὺ προωθεῖται σήμερα στὸ ὄνομα τῆς εἰρήνης καὶ δικαιοσύνης. Εἶναι μᾶλλον ἕνας ὁδοστρωτήρας, ποὺ ἰσοπεδώνει ὄχι μόνο πολιτισμοὺς ἀλλὰ καὶ συνειδήσεις. Πρόκειται γιὰ μιὰ κατασκευασμένη ἑνότητα. Μιὰ ἑνότητα φόβου καὶ οἰκονομικῶν συμφερόντων.

Ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλου εἴδους παγκοσμιότητα. Τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι ἕνα πανορθόδοξο προσκύνημα, ἀλλὰ καὶ τόπος ποὺ ἑλκύει πλῆθος ἀνθρώπων ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο. Θὰ λέγαμε ὅτι εἶναι ἕνας τόπος παγκόσμιος. Ἡ παγκοσμιότητα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ ἐν προκειμένῳ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, εἶναι διαφορετικὸ πρᾶγμα.

Ποιὸς εἶναι ὁ παγκόσμιος ἄνθρωπος; Μήπως εἶναι ὁ διάσημος; Αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀποκτήσει φήμη, εὔσημα, κοινωνικὴ ἀναγνώριση, δύναμη, κοινωνικὲς διασυνδέσεις; Ἀντιθέτως, τέτοιοι ἄνθρωποι εἶναι συνήθως κλεισμένοι στὸν ἀτομισμὸ καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, ὁπότε κάθε ἄλλο παρὰ παγκόσμιοι εἶναι.


Παγκόσμιος εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ μπορεῖ νὰ χωρέσει μέσα του ὅλο τὸν κόσμο. Ὅλοι δηλαδὴ νὰ χωρᾶνε στὴν ψυχή του καὶ στὴ ζωή του. Ἔτσι ἡ παγκοσμιότητα ὡς χαρακτηριστικὸ ἑνὸς προσώπου ἢ τόπου εἶναι ἡ ἀποδοχὴ κάθε ἀνθρώπου καὶ ἡ ἀξιοποίηση τῶν προσωπικῶν του χαρισμάτων μέσα στὴν κοινὴ φύση καὶ χάρη. Εἶναι ἡ ἀγάπη, ποὺ ἀγκαλιάζει τὰ πάντα.

Παγκόσμιος εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης. Μιὰ καὶ ἀπευθύνομαι στὴ Χαλκίδα, δὲν μπορῶ νὰ μὴ μνημονεύσω μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους τῆς περιοχῆς, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ρῶσσο καὶ τὸν ἅγιό μου, τὸν Ὅσιο Δαβὶδ τὸ γέροντα, καὶ δύο ἀληθινοὺς ἐπισκόπους, ποὺ ἐνσάρκωσαν τὸ ἰδεῶδες τῆς ἀγάπης, τῆς αὐταπάρνησης: τὸν μητροπολίτη Γρηγόριο (ἀπὸ τὸ 1922 μέχρι τὸ 1968), καὶ τὸν διάδοχό του μητροπολίτη Νικόλαο, ὁ ὁποῖος ἔφυγε πολὺ νέος, ἴσως γιατὶ ἄξιζε περισσότερο γιὰ τὸν οὐράνιο κόσμο. Μαζί του ἐπισκέφθηκα γιὰ πρώτη φορὰ τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Καὶ ἐκεῖνος ἦταν ἡ ἀφορμὴ νὰ βρεθῶ καὶ νὰ ἀγωνίζομαι ἐδῶ. Σ’ αὐτοὺς λοιπὸν εἶδα στὴν πράξη τί σημαίνει ἄνθρωπος ποὺ συγχωρεῖ καὶ ἀγκαλιάζει ὅλο τὸν κόσμο καὶ ποὺ αἰσθάνεται ὡς διάκονος ὅλων.

Τὸ Ἅγιον Ὄρος ὡς ὑπερεθνικὴ μοναστικὴ πολιτεία δὲν εἶναι παγκόσμιο ἁπλῶς ἐπειδὴ ἔχει στὰ ὅριά του μοναχοὺς ἀπὸ διαφορετικὲς ἐθνότητες. Εἶναι παγκόσμιο γιατὶ σφυρηλατεῖ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει καρδιὰ οἰκουμενική. Καρδιὰ ποὺ χωράει ὅλο τὸν κόσμο, ὅλη τὴ δημιουργία. Αὐτὴ ἡ καρδιὰ εἶναι ἡ καθαρμένη ἀπὸ τὶς κακίες, τὴν ἰδιοτέλεια καὶ φιλαυτία.

Τὸ ἀντίθετο τῆς παγκοσμιότητας εἶναι ἡ διάσπαση. Αὐτὴ δὲν εἶναι ἁπλῶς κοινωνικὸ σύμπτωμα, ἕνα ρῆγμα στὸ σῶμα μιᾶς κοινωνίας. Πρὶν ἐκδηλωθοῦν τὰ συμπτώματα, ἡ διάσπαση συντελεῖται μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ἔχει δηλαδὴ ὑπαρξιακό, ἐσωτερικὸ χαρακτήρα.

Ὁ δρόμος γιὰ τὴ θεραπεία αὐτῆς τῆς κατάστασης, δηλαδὴ ὁ δρόμος πρὸς τὴν ἀληθινὴ ἑνότητα εἶναι ἀντίθετος πρὸς αὐτὸν ποὺ ἀκολουθεῖ ὁ σύγχρονος κόσμος. Ὁ κόσμος ἐπιδιώκει τὴν ἑνότητα μὲ τὶς ἐξωτερικὲς ἀλλαγές, κοινωνικές, θεσμικές. Στὴν Ὀρθόδοξη καὶ ἐμφανέστερα στὴ μοναστικὴ παράδοση ἡ ἀφετηρία βρίσκεται στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ σφυρηλατεῖται ἡ ἑνότητα.

Ὁ Πολιτισμός μας ἔχει ὡς βασικὴ ἀρχὴ τὴν ἰδιοτέλεια. Τὸ προσωπικὸ ὄφελος. Αὐτὴ ἡ ἀρχὴ ἔχει ἐπηρεάσει καὶ ἐμᾶς τοὺς πιστούς. Βλέπετε ὅτι εἴμαστε καλοὶ Χριστιανοὶ μέχρι νὰ θιγεῖ τὸ συμφέρον μας.

Ἡ ἄσκηση στὴν Ὀρθοδοξία καὶ εἰδικώτερα στὸ μοναχισμὸ ἀποβλέπει στὴν καταστολὴ τῆς φιλαυτίας καὶ ἰδιοτέλειας. Στὸ νὰ πάψουμε νὰ βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας ὡς τὸ κέντρο τοῦ κόσμου. Στὴ θέση αὐτὴ καλλιεργεῖ τὴν αὐταπάρνηση, τὴν κένωση, τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον.

Τώρα, τίθεται τὸ ἐρώτημα: Πῶς χωράει τὸ ἄβατο τοῦ Ἁγίου Ὄρους σ’ αὐτὴ τὴν καρδιὰ ποὺ χωράει τὴν οἰκουμένη; Μὰ ἀκριβῶς, τὸ ἄβατο συμπεριλαμβάνεται μέσα στὴν ἄσκηση ποὺ θὰ βοηθήσει τὴν καρδιὰ νὰ χωρέσει ὅλη τὴν οἰκουμένη, χωρὶς διακρίσεις. Θὰ ἑξηγήσουμε παρακάτω πῶς συμβαίνει αὐτό.

Τὸ ἄβατο δὲν εἶναι μόνο μιὰ ἀρχαία παράδοση τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Εἶναι ἀρχὴ καὶ στὸν ἀνδρικὸ καὶ στὸ γυναικεῖο μοναχισμό. Στὴν ἀρχαία ἐποχὴ τὰ γυναικεῖα μοναστήρια ἦσαν ἄβατα γιὰ τοὺς ἄνδρες, τὰ ἀνδρικὰ γιὰ τὶς γυναῖκες. Αὐτὴ ἡ τάξη ἰσχύει ἀκόμη σὲ μερικὲς μονὲς καὶ ἐκτὸς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπως εἶναι ἡ μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα στὴν Παλαιστίνη.

Τὸ ἄβατο τοῦ Ἁγίου Ὄρους ξεκινᾶ ἐθιμικά, ἀφοῦ ἡ συγκέντρωση μονῶν καὶ ἀναχωρητῶν στὴ χερσόνησο τοῦ Ἄθω ἤδη ἀπὸ τὸν 8ο αἰῶνα ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴ σταδιακὴ ἀπομάκρυνση τῶν λιγοστῶν κτηνοτρόφων ποὺ εἶχαν ἀπομείνει μετὰ τὴν παρακμὴ τῶν ἀρχαίων οἰκισμῶν. Γιὰ πρώτη φορὰ ἀναφέρεται σὲ χρυσόβουλλο τοῦ Βασιλείου τοῦ Μακεδόνος τὸ 885, τὸ πρῶτο ἔγγραφο ποὺ κατοχυρώνει καὶ τὸ αὐτοδιοίκητο καὶ τὸ ἄβατο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀργότερα ὑπάρχει ἡ διήγηση ποὺ συνδέει τὸ ἴδιο τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας μὲ τὸ ἄβατο. Ἡ θετὴ μητέρα τοῦ Μωάμεθ τοῦ Πορθητὴ φθάνει μὲ τὴ συνοδεία της στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὸ λιμάνι τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Παύλου, γιὰ νὰ προσφέρει στὸ μοναστήρι τὰ τεμάχια τῶν Τιμίων Δώρων. Ἐκεῖ παρουσιάζεται ἡ Παναγία καὶ τῆς λέει ὅτι θὰ εἶναι ἡ μοναδικὴ γυναῖκα στὸ Ἅγιον Ὄρος. Τέλος, τὸ ἄβατον, μαζὶ μὲ τὸ καθεστὼς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, κατοχυρώνεται μὲ τὴ συνθήκη τοῦ Λονδίνου.

Αὐτὰ ποὺ μερικὲς φορὲς ἀκούγονται σήμερα εἶναι περίεργα. Τὸ ἄβατο ἑρμηνεύεται σὰν ἔκφραση ἀνισότητας, ὑποτίμησης τῆς γυναίκας ἢ ἀκόμη καὶ μισογυνισμοῦ. Αὐτὰ εἶναι ἐπιπόλαια ἢ, πολὺ φοβᾶμαι, ἔχουν κάποια σκοπιμότητα.

Σκοπὸς τοῦ ἀβάτου εἶναι ἡ διαφύλαξη τοῦ ἡσυχαστικοῦ χαρακτήρα ἑνὸς τόπου, προκειμένου οἱ μοναχοὶ νὰ ἀσκοῦν ἀπρόσκοπτα, μὲ περισυλλογή, μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν λιγότερους περισπασμοὺς, τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς καὶ γενικὰ τῆς ἐσωτερικῆς ἐργασίας. Ἕνας ἅγιος βέβαια μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ τὸ ἴδιο καὶ στὴν πλατεία Ὁμονοίας, γιατὶ ἔχει φθάσει σὲ κατάσταση ἐσωτερικῆς εἰρήνης καὶ καθαρότητας, καὶ ὁ νοῦς φέρεται κατὰ ἕνα φυσικὸ τρόπο πρὸς τὸν Θεό.

Ὅμως, οἱ ἄνθρωποι ποὺ προσέρχονται στὸ μοναστικὸ βίο, δὲν εἶναι γεννημένοι ἅγιοι. Ἔρχονται ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τὰ πάθη τους, τὸν ἐγωισμό τους, τὶς ἀδυναμίες τους. Προσέρχονται σὲ ἕνα ἀγωνιστικὸ στάδιο, καὶ ἔχουν νὰ πολεμήσουν μὲ προσωπικά τους πάθη, παλιὲς συνήθειες, τὴν ἐνθύμηση τῶν κοσμικῶν πραγμάτων ποὺ εἶχαν ἢ ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν. Οἱ συνθῆκες λοιπόν, καὶ τὸ περιβάλλον, πρέπει νὰ βοηθοῦν στὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ τὸν τραβοῦν πρὸς τὰ πίσω.

Ὅταν ὁ μοναχὸς φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀποτάσσεται ὅλα αὐτὰ ποὺ κατεῖχε καὶ ἀπολάμβανε, ἀλλὰ ἀκόμη ἀποτάσσεται καὶ τὴ μικρή του οἰκογένεια, τοὺς συγγενικοὺς δεσμούς. Καὶ ἔτσι μπορεῖ νὰ κατηγορηθεῖ γιὰ σκληρότητα, περιφρόνηση πρὸς τοὺς οἰκείους, ἐγωισμό. Αὐτὴ ὅμως ἡ ἔξοδος, ἡ ἀπεξάρτηση ἀπὸ κτήματα, θελήματα, ἀπολαύσεις, εἶναι ποὺ ἀνοίγει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὴ γεμίζει μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Μιὰ κοινωνία εἶναι σὲ διάσπαση καὶ ταραχὴ ὅταν κυριαρχοῦν τὰ ἐγωκεντρικὰ θελήματα. Θελήματα, πάθη, ἐπιθυμίες, βρίσκονται σὲ μάχη, πρῶτα ἀπ’ ὅλα μέσα στὴν ψυχὴ ἑνὸς ἀνθρώπου. Καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι μιὰ κοινωνία ἀπὸ τέτοιους ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι οὔτε εἰρηνικὴ οὔτε ἑνωμένη.

Ὁ μοναχὸς λοιπὸν ἀποτάσσεται πρῶτα ἀπ’ ὅλα τὸ ἐγωιστικό του θέλημα. Μὲ ποιὸ τρόπο; Μὲ τὸ νὰ παραδοθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεό. Μὲ τὸ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν ἀτομικὴ περιουσία. Μὲ τὸ νὰ κάνει ὑπακοὴ σὲ ὅλη τὴν ἀδελφότητα, μὲ τὸ νὰ προσεύχεται γιὰ ὅλους. Ἔτσι, δὲν ἀποτάσσεται τὴ μικρὴ οἰκογένεια καὶ τὴ σαρκικὴ συγγένεια γιὰ νὰ κλειστεῖ στὸ ἐγώ του καὶ νὰ ἐνδιαφερθεῖ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἀφήνοντας τὴ μικρὴ οἰκογένεια, μπαίνει στὴ μεγάλη οἰκογένεια, τὴν ἐκκλησία ὁλόκληρη, ὅπου οἱ δεσμοὶ ποὺ δένουν τοὺς ἀνθρώπους εἶναι πνευμα-τικοί –εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἔτσι, ὅλοι γι’ αὐτὸν εἶναι πατέρες, μητέρες, ἀδελφοὶ, ἀδελφές καὶ παιδιά του. Ἐλευθερώνεται ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν ἀτομικὸ ἐγωισμό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ συλλογικὸ ἐγωισμό, τὸν οἰκογενειακό, κοινωνικό, ἐθνικό.

Αὐτὸ δὲ σημαίνει ὅτι ὁ μοναχὸς παύει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ μεριμνᾶ γιὰ τὸ σπίτι του, τὴ γῆ ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Σημαίνει ὅτι ὅπως ἀγαπᾶ τὸ σπίτι του καὶ τὴ γῆ του, ἀγαπᾶ καὶ ὅλο τὸν κόσμο. Ὅταν ἡ καρδιὰ γεμίσει μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, τότε μέσα της χωροῦν -ἤ μᾶλλον περιχωροῦνται – ὅλοι καὶ ὅλα.

Γι’ αὐτὸ λέει ἕνας πατέρας τῆς ἐρήμου ὅτι μοναχὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ χωρίζεται ἀπὸ ὅλα καὶ εἶναι ἑνωμένος μὲ ὅλα. Φαίνεται ὀξύμωρο ἀλλὰ εἶναι ἀληθινό. Πρέπει νὰ φύγουμε ἀπὸ τὶς μικρὲς ἀγάπες προκειμένου νὰ φθάσουμε στὴ μεγάλη καὶ πλατειὰ ἀγάπη. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ χωρισθεῖ ἀπὸ τὰ δικά του, νὰ ἀσκηθεῖ στὴν ἐσωτερικὴ ἐργασία, νὰ σταθεῖ ψηλότερα ἀπὸ τοὺς στενοὺς κοινωνικοὺς δεσμούς. Καὶ τότε θὰ μπορέσει νὰ νιώσει τὴν παγκόσμια οἰκογένεια, ποὺ ἔχει ἀρχή της τὴν οἰκογένεια τοῦ οὐρανοῦ, τὴν ἴδια τὴν Ἁγία Τριάδα.

Τώρα, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὴ σχέση τῶν γυναικῶν –ἔστω κι ἀπὸ μακριὰ– μὲ τὸ Ἅγιο Ὄρος, ἂς λάβουμε ὑπόψιν μας, ὅτι ἡ κοινωνία του δὲν εἶναι πατριαρχική. Εἶναι μητριαρχική. Τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀνήκει σὲ μιὰ γυναῖκα. Εἶναι ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ: οἰκονόμος, ἡγουμένη, βηματάρισσα, φοβερὰ προστασία, εἶναι παντοῦ, ὁρίζει τὰ πάντα, καὶ ὁ κάθε ἡγούμενος καὶ γέροντας, νέος μοναχὸς ἢ προσκυ-νητής, πρὸς Αὐτὴν στρέφεται. Πρὸς αὐτὴν στρέφονται καὶ πολλὲς γυναῖκες ποὺ ζητοῦν τὴν προσευχὴ τῶν μοναχῶν. Αὐτὴ ἐκπροσωπεῖ ὁλόκληρο τὸ γένος τῶν γυναικῶν. Καὶ ὁ μοναχὸς –πάντα μιλᾶμε γιὰ τὸ σωστὸ μοναχό– μὲ αὐτὴν ἔχει πᾶρε δῶσε, καὶ καταλήγει νὰ βλέπει στὸ πρόσωπό της τὴ γυναῖκα, καὶ σὲ κάθε γυναῖκα νὰ βλέπει τὴν Παναγία. Αὐτὸ βέβαια δὲ γίνεται ἀπὸ τὴ μιὰ μέρα στὴν ἄλλη, πρὸς τὰ ἐκεῖ ὅμως κατευθύνει ἡ σωστὴ καλογερική, ἡ αὐθεντικὴ μοναστικὴ ζωή.

Ἕνας μεγάλος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, κάνει μιὰ πολὺ σημαντικὴ παρατήρηση.

Ἐπισημαίνει πέντε μεγάλες διαιρέσεις στὴ φύση:

Πρώτη εἶναι ἡ διαίρεση μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου, δηλ. μεταξὺ Θεοῦ καὶ δημιουργίας.

Δεύτερη, ἡ διαίρεση τῆς κτίσεως σὲ νοητὰ καὶ αἰσθητά. Μετὰ ἡ διαίρεση μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς.

Ἀκολουθεῖ ἡ διαίρεση τῆς γῆς σὲ οἰκουμένη καὶ παράδεισο.

Τέλος, ἡ διαίρεση τοῦ ἀνθρώπου σὲ ἄρσεν καὶ θῆλυ.

Ὁ Χριστὸς ἦρθε νὰ ἄρει τὶς διαιρέσεις, ἀφοῦ ἑνώνει στὸν ἑαυτό Του τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Στὸν ἑαυτό του συνάγει τὰ διεστῶτα, συνδέει τὰ πάντα μὲ φιλία καὶ ὁμόνοια. Τὴν τελευταία διαίρεση, μεταξὺ ἄνδρα καὶ γυναίκας, τὴν αἴρει μὲ τὸ νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ μητέρα παρθένο, χωρὶς δηλαδὴ τὴ συνεύρεση ἀνδρὸς καὶ γυναικός. Κι ὅπως λέει ὁ σύγχρονός μας ἅγιος, ὁ γέρων Πορφύριος, “Ὁ Χριστὸς ἕνωσε τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ. Μὲ τοὺς ἀγγέλους, τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλα τὰ δημιουργήματα, μὲ ὅλη τὴ κτίση τοῦ Θεοῦ, μὲ κάθε μικρὸ ἀγριολούλουδο.”

Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νὰ μιμηθεῖ τὸν Χριστό. Συνενώνει καὶ αὐτὸς τὶς διαιρέσεις μὲ τὸ νὰ ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστό, μὲ τὸ νὰ καλλιεργεῖ ἀρετές τοῦ Θεοῦ, καὶ κυρίως τὴν ἀγάπη, ποὺ περιέχει ὅλες τὶς ἀρετές. Στὸν ἑαυτό του ὁ Χριστὸς μᾶς ἀναδεικνύει ἀληθινὰ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι φέρουν μέσα τους ὁ ἕνας τὸν ἄλλο.

Κάθε ἄνδρας καὶ κάθε γυναίκα εἶναι εἰκόνα τοῦ ἴδιου ἐνσαρκωμένου Θεοῦ, καὶ καλοῦνται νὰ μορφωθοῦν σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν εἰκόνα. Ἔτσι καὶ ὁ Παῦλος καταλήγει ὅτι “Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῶ Ἰησοῦ”.

Τὸ εὐαγγέλιο κηρύσσει τὴν ἑνότητα καὶ ἰσότητα ἀνδρὸς καὶ γυναικός. Καὶ πράγματι, στὴ χριστιανικὴ κοινωνία ἡ θέση τῆς γυναίκας ἀνυψώθηκε, ἀφοῦ στὸν ἀρχαῖο κόσμο ἐθεωρεῖτο κατώτερο ὄν, χωρὶς δικαιώματα, κοινωνικὴ θέση καὶ δυνατότητες ἀνάπτυξης. Ἀλλὰ παρὰ τὴν θεωρητικὴ ὁμοτιμία, ἡ γυναίκα πάλι ἦταν καταπιεσμένη. Δὲν εἶχε προσωπικὲς ἐπιλογές, νόμοι καὶ συνήθειες εὐνοοῦσαν πολὺ περισσότερο τοὺς ἄνδρες. Ἔμεναν δηλαδὴ παγιωμένες ἀντιλήψεις καὶ προκαταλήψεις αἰώνων.

Ἡ παρουσία τοῦ γυναικείου μοναχισμοῦ ἦταν μιὰ μεγάλη καινοτομία, ποὺ ἀνύψωνε ἀκόμη περισσότερο τὴ γυναίκα. Ἡ ἑνότητα καὶ ἰσότητα ἔγινε πιὸ ἐμφανής, πιὸ οὐσιαστικὴ στὸν μοναχισμό. Ἴδιο σχῆμα, ἐνδυμασία, ὑποσχέσεις, καθήκοντα, δικαιώματα, κανόνες ἀσκήσεως, πνευματικὲς ἀρχές, δυνατότητες πνευματικῆς ζωῆς. Μιὰ ἀσκήτρια ἀποδείκνυε στὴν πράξη ὅτι δὲν ὑστεροῦσε καθόλου μπροστὰ στοὺς μεγάλους πατέρες τῆς ἐρήμου. Οἱ ἄνδρες στὸν ἴδιο στίβο τιμοῦσαν τὴν ἐφάμιλλή τους γυναῖκα, ποὺ γινόταν πνευματικὴ μητέρα τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ καὶ κάθε γυναικεία μονὴ ἦταν ἕνας κόσμος αὐτοδιοίκητος, ἕνα ἅγιον ὄρος, μὲ τὸ δικό του πνευματικὸ ὁδηγό, τὴν ἡγουμένη καὶ πνευματικὴ μητέρα.

Τελικὰ ἡ ἁγιότητα ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔδειχνε τὴν ὁμοτιμία καὶ ἑνότητα. Ἡ ἁγιότητα λοιπὸν φανέρωνε τὴν πραγματικὰ ἐλεύθερη γυναῖκα. Ἁγιότητα ὅμως σημαίνει ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἀνταγωνιστικὴ διάθεση, ἔπαρση ἢ ἀντιπαλότητα ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν μοναχῶν. Ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε οὔτε πόθος ἀναγνώρισης καὶ ἐπιβράβευσης. Οἱ γυναῖκες αὐτὲς ὑψώθηκαν γιατὶ ἐπεδίωξαν τὴν ἀφάνεια.

Οἱ φωνὲς ποὺ ἀκούγονται σήμερα περὶ τοῦ ἀβάτου –εὐτυχῶς λιγοστές– δὲν προέρχονται ἀπὸ χριστιανικὲς συνειδήσεις, ἀλλὰ ἀπὸ ἕνα πνεῦμα ποὺ ζητάει νὰ ἐξομοιώσει καὶ νὰ ἀφανίσει. Εἶναι κι αὐτὸ στὸ πλαίσιο τῆς κακῶς νοουμένης παγκοσμιοποίησης. Μάλιστα φοράει τὸ προσωπεῖο τοῦ ἀνθρωπισμοῦ καὶ τῆς δικαιοσύνης.

Καὶ ἀναρωτιέται κανείς, “μὰ καλά, στὴν ἀπαξίωση τῆς γυναίκας σήμερα συμβἀλλει ἡ διατήρηση τοῦ ἀβάτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους; Δὲν βλέπουμε ὅλοι τὴν κοινωνικὴ ἀδικία καὶ τὴν ἐκμετάλλευση τῆς γυναίκας ἀνὰ τὸν κόσμο; Τὰ ἄπειρα κοινωνικὰ προβλήματα, τὸν ἄνομο πλουτισμὸ καὶ τὴν ἐξαθλίωση, τὸν εὐτελισμὸ τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου; Δὲν βλέπουμε ὅλοι τί συμβαίνει στὶς πολιτισμένες κοινωνίες μας;” Ἡ ὑπεράσπιση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων εἶναι πολὺ συνηθισμένο πρόσχημα στὴν ὑποκρισία τῆς ἐποχῆς μας. Φαίνεται ὅμως ὅτι πίσω ἀπὸ τέτοιες φωνές, σὰν αὐτὲς ποὺ μιλᾶνε περὶ τοῦ ἀβάτου, δὲν εἶναι ἡ γυναικεία συνείδηση, ἀλλὰ κάποια διεθνῆ κέντρα ποὺ θὰ ἔχουν συμφέρον ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τοῦ μοναχισμοῦ γενικώτερα.

Τὸ νὰ καταργήσουμε παραδόσεις καὶ δοκιμασμένους θεσμοὺς δὲν εἶναι κατόρθωμα. Τὸ σπουδαῖο εἶναι, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, “νὰ μποῦμε στὴν Ἐκκλησία. Νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, μὲ τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες ὅλων. Νὰ τοὺς νιώθουμε δικούς μας, νὰ προσευχόμαστε γιὰ ὅλους, νὰ πονᾶμε γιὰ τὴ σωτηρία τους, νὰ ξεχνᾶμε τοὺς ἑαυτούς μας. Νὰ κάνουμε τὸ πᾶν γι’ αὐτούς, ὅπως ὁ Χριστὸς γιὰ μᾶς… Ἐκεῖ βρίσκεται τὸ μυστήριο: νὰ ἑνωθοῦν ὅλοι σὰν ἕνας ἄνθρωπος ἐν Θεῶ.”

Ἐπιστρέφουμε ὅμως καὶ τελειώνουμε μὲ τὸ πιὸ οὐσιῶδες. Τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι ἕνας τόπος παγκόσμιος, γιατὶ σφυρηλατεῖ τὸν παγκόσμιο ἄνθρωπο, τὸν ἄνθρωπο μὲ τὴν οἰκουμενικὴ συνείδηση, ποὺ εἶναι ἑνωμένος μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλη τὴ δημιουργία. Ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωὴ ἔχει ἕνα δρόμο πρὸς αὐτὴ τὴν ἑνότητα καὶ παγκοσμιότητα. Εἶναι ἡ θεραπεία τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὸν ἐγωισμό, τὴν ἰδιοτέλεια, τὴ φιλαυτία. Μόνο ἔτσι ὁ ἄνθρωπος βρίσκει τὴν ἑνότητα μέσα του καὶ μὲ τοὺς γύρω του.

Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, ὁ νοῦς πρέπει νὰ ἐπιστρέφει συνεχῶς στὴν καρδιά –δὲν μπορῶ νὰ ἐξηγήσω τί ἀκριβῶς σημαίνει αὐτό– πάντως πραγματοποιεῖται μὲ τὸ συνειδητὸ ἔργο τῆς προσευχῆς καὶ μὲ τὶς καθημερινὲς πράξεις ἀγάπης καὶ θυσίας.


Αρχιμ. Χριστοδούλου,
Ηγουμένου Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους