Ὅταν συγγενεῖς ἤ φίλοι, παρακαλοῦσαν τήν μακαρία Σοφία νά μετακινηθεῖ ἀπό τό μοναστήρι, ἔλεγε μέ ἀφοπλιστική ἁπλότητα: “νά ρωτήσω τόν Κύριον καί τήν Κυρίαν”, ἐννοώντας τόν Χριστό καί τήν Παναγία Μητέρα του. “Ἐγώ τηρῶ αὐτά ποῦ μέ λέει ἡ Παναγία”.
Σέ καμία ἄλλη περίπτωση δέν χρησιμοποιοῦσε αὐτές τίς λέξεις, ὅλους τους προσφωνοῦσε ὡς: ἀδελφέ, ἀδελφή. Ἔλεγε μάλιστα “ἕνας εἶναι ὁ Κύριος καί μία ἡ Κυρία, ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄλλοι εἴμαστε ἀδελφοί”.
Ἐφάρμοζε στήν ζωή τῆς τήν προφητική παραγγελία τοῦ Θεοῦ: “Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω, ἄλλ’ ἡ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἠσύχιον καί τρέμοντα τούς λόγους μου” (Ἤσ. 66, 2).
Στίς μαννάδες, μέ πολύ πόνο, ἔλεγε: “Συμβουλέψτε τά κορίτσια σας νά φυλάξουν τήν τιμή τους, μέχρι τόν γάμο τους, νά βαδίσουν τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ. Τά ἀγόρια νά μένουν καθαρά μέχρι τόν γάμο. Ὅταν ὁ παπάς ἀνοίγει τό Εὐαγγέλιο στόν γάμο, στέλνει ὁ Χριστός τόν ἄγγελο καί στεφανώνει τήν παρθενία.”
Ἄλλες φορές ἔκλαιε μέ λυγμούς καί ἔλεγε: “Ἀλοίμονο, ἀλοίμονο, γιατί δέν θά ὑπάρχει, στά χρόνια ποῦ ἔρχονται, παρθενία. “Κι θά πομέν ἅπαν σήν γῆν παρθενία. Καί παρακαλεῖ ἡ Παναΐα τόν Υἱόν. Τ’ ἀγουρόπο κι μετανοοῦν.
Δέν θά ἀπομείνει ἐπάνω στήν γῆ ἡ ἀρετή τῆς παρθενίας. Γι’ αὐτό καί παρακαλεῖ ἡ Παναγία τόν Υἱό της. Ἄλλα τά ἀγόρια δέν μετανοοῦν)…
Ἐλᾶτε ὅλοι, μικροί μεγάλοι, ἐλᾶτε στήν Παναγία, ἄν ἀγαπᾶτε, ἐλᾶτε στήν Παναγία.
Ἄχ, ἄν κάνουμε ἕνα καλό, λέμε κάναμε ἕναν καλόν. Μέ ποιά δύναμη κάναμε τό καλό; Μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ’ ἔδωσε σέ ὁ Θεός εὐλογία καί ἔκανες τό καλό.
Πρῶτα τόν Θεόν νά τιμᾶτε, ὑστέρα τήν Παναγίαν, ὑστέρα τους Ἀγγέλους, ὑστέρα τους Ἀποστόλους, ὑστέρα τους Ἁγίους. Οἱ Ἀπόστολοι ὅλοι ἐσταυρώθηκαν ὅπως ὁ Χριστός.
Οἱ Ἄγγελοι μιλᾶνε κάθε μέρα. Ὁ Θεός στέλνει τούς Ἀγγέλους, γιά νά δοῦν ἄν ὁ κόσμος μετανοεῖ. Οἱ Ἄγγελοι γέμισαν τό σύννεφο.
Μικροί μεγάλοι νά ἔρθουν στήν μετάνοια, νά μετανοοῦν. Νά γνωρίζουν ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐπάνω. Αὐτοί δέν τό γνωρίζουν, σάν τά ἄλογα ζῶα τρῶνε τήν Παρασκευή. Παρακαλῶ τόν Θεό νά μετανοοῦν, αὐτοί δέν μετανοοῦν.
Σᾶς παρακαλῶ, ὁποῖος κάνει ὑπομονή, χαρά σ’ αὐτόν. Ὅποιος κάνει ὑπομονή, σάν τόν ἥλιο θά λάμψει. Πολλή ὑπομονή νά κάνετε.
Τό στόμα τό χρυσό ἐμίλησε καί εἶπε: Οἱ πεθεράδες νά σκεπάζουν, οἱ γεροντάδες νά σκεπάζουν. Οἱ νέοι νά φυλάγουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ’ τριαντάφυλλα στό στόμα, χρυσό κρασάκι στό στόμα (=ἡ Θεία Κοινωνία), νά εἶναι πάντα μέ τόν Θεόν.
Καί οἱ νέοι νά βάλουν στό νοῦ τούς τά παντάψηλα τοῦ Θεοῦ λόγια. Τά λόγια τοῦ Θεοῦ σάν τριαντάφυλλα νά εἶναι μέσα εἰς τήν καρδίαν…
Σᾶς παρακαλῶ, ἀδέρφια, πολλά ὑπομονήν…
Λόγια της Οσίας Σοφίας η ασκήτρια της Κλεισούρας Καστοριάς
ὅπως τά μνημονεύουν οἱ μαθητές