«Κόλπους Πατρὸς τυποῦσι τοῦ σοῦ, Χριστέ μου, τοῦ Συμεὼν αἱ χεῖρες, αἳ φέρουσί σε.»
Τοὺς κόλπους τοῦ οὐρανίου Πατέρα συμβολίζουν, Χριστέ μου, τὰ χέρια τοῦ Συμεὼν ποὺ Σὲ κράτησαν στὴν ἀγκαλιά του.
Μόλις πέρασαν σαράντα ἡμέρες ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, προσεφέρθη ὁ Κύριος στὸ ἱερὸ ὑπὸ Μητρὸς Παρθένου, καὶ ὑπεδέχθη Αὐτὸν ὁ πρεσβύτης Συμεών. Κατὰ τὴ διάταξη τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου «πᾶν ἄρσεν πρωτότοκον ἔσται ἀφιερωμένον τῷ Θεῷ, καὶ τὴν εἰς τοῦτον νενομισμένην θυσίαν προσενέγκη, ζεῦγος τρυγόνων, ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν». Δηλαδή, κάθε πρωτότοκο ἀρσενικὸ παιδὶ ἦταν ἀφιερωμένο στὸ Θεό, καὶ πρὸς τοῦτο γινόταν μία συγκεκριμένη τελετὴ στὸ ναό, περιλαμβάνουσα καὶ προσφορὰ δύο τρυγόνων ἢ περιστεριῶν.
Λαβὼν δὲ ὁ πρεσβύτης Συμεὼν τὸν Κύριο τῆς δόξης στὰ χέρια του εἶπε τὸ «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου Δέσποτα κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ…». Τώρα, δηλαδή, Κύριε, ἂς πεθάνω, ἀφοῦ εἶδα τὸ Σωτήρα τοῦ κόσμου. Διότι αὐτὸ περίμενε χρόνια ὁ δίκαιος Συμεών· νὰ δεῖ μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς του τὸν Κύριο καὶ Θεό του. Καὶ πλέον εὐτυχισμένος μποροῦσε νὰ ὑπάγει εἰς τὰ ἀγκάλας τοῦ Θεοῦ.
Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὴ τὴ γενικὴ ἀναφορά, γίνεται κατανοητὸ ὅτι ὁ σαραντισμὸς ἔχει τὶς ρίζες του στὴν ἐποχὴ τοῦ Μωυσῆ (καθὼς αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τὸ ἀντλοῦμε μέσα ἀπὸ τὸν Μωσαϊκὸ νόμο). Λέγοντας «σαραντισμό», ἐννοοῦμε ὅτι ἡ μητέρα προσφέρει τὸ νεογέννητο στὸ ναὸ καὶ αὐτὸ πρὸς δόξαν τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἡ γυναίκα, ἔπειτα ἀπὸ τὴν κύηση χρειάζεται ἕνα διάστημα ὥστε νὰ ἐπανέλθει καὶ πάλι στὴν πρὸ τοῦ τοκετοῦ κατάσταση. Αὐτὸ τὸ διάστημα ἴσως εἶναι λιγότερο ἀπὸ τὶς σαράντα ἡμέρες, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ στιγμὴ τὴν ὁποίαν οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας θέσπισαν αὐτὸ τὸν συμβολικὸ ἀριθμό, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ τὸν ὑπακοῦμε.. Σίγουρα αὐτοὶ κάτι παραπάνω θὰ γνώριζαν γιὰ νὰ εἰσάγουν αὐτὸ τὸ διάστημα τῶν σαράντα ἡμερῶν. Ἂς μὴ μᾶς διαφεύγει ἄλλωστε ὅτι τὴν ἐποχὴ διαμορφώσεως τῶν τελετουργικῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, τόσες ἡμέρες ἐχρειάζοντο.
Ἡ γυναίκα λοιπόν, κατὰ τὸ πρότυπο τῆς Παναγίας, ἔπειτα ἀπὸ σαράντα ἡμέρες πηγαίνει τὸ βρέφος στὸ ναὸ γιὰ δύο λόγους. Πρῶτον, γιὰ νὰ εἰσάγει τὸ βρέφος στὸ ναό, ὥστε αὐτὸ νὰ μπορεῖ στὴ συνέχεια νὰ βαπτισθεῖ καὶ νὰ συμμετάσχει στὴν ἐν Χριστῷ λατρευτικὴ ζωή, καὶ δεύτερον γιὰ νὰ καθαρισθεῖ καὶ αὐτὴ (καθὼς οἱ εὐχὲς τοῦ σαραντισμοῦ ἀναφέρονται καὶ στὸν καθαρισμὸ τῆς γυναικός).
Παρατηροῦμε ὅτι, ὅταν ἡ γυναίκα ἔρχεται στὸ ναὸ γιὰ νὰ λάβει ὑπὸ τοῦ ἱερέως τὴν εὐχὴ τοῦ σαραντισμοῦ, ὁ ἱερεὺς δὲν τὴν ἀφήνει νὰ μπεῖ στὸν κυρίως ναό, διότι θεωρεῖται ἀκόμα ἀκάθαρτη. Ἀκάθαρτη καὶ ὄχι ἁμαρτωλή, ὅπως τὸ συγχέουν πολλοὶ ἄνθρωποι στὶς ἡμέρες μας. Ἡ γυναίκα δὲν διέπραξε καμία ἁμαρτία, ἀντιθέτως ἔφερε στὸν κόσμο ἕναν ἄνθρωπο.
Ἀκαθαρσία θεωρεῖται ὅ,τι ἀποβάλλεται ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμό, διὰ τοῦτο καὶ παραμένει ἡ γυναίκα ἔπειτα ἀπὸ τὴν κύηση στὸν οἶκο της γιὰ σαράντα ἡμέρες, ὥσπου νὰ καθαριστεῖ πλήρως καὶ νὰ μπορεῖ νὰ συμμετάσχει καὶ πάλι στὴ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς ἐκκλησίας. Γι΄αὐτὸ τὸ λόγο καὶ διαβάζει ὁ ἱερεὺς τὴν εὐχὴ στὸν πρόναο τοῦ ναοῦ καὶ ἔπειτα καθὼς λαμβάνει στὰ χέρια του τὸ βρέφος καὶ τὸ εἰσάγει στὸν κυρίως ναό, τότε καὶ ἡ γυναίκα, ἀφοῦ ἔχει καθαρισθεῖ ἀπὸ τὶς εὐχές, ἀσπάζεται μετ’ εὐλαβείας τὶς εἰκόνες. Ὅλα αὐτὰ γίνονται πρὸς μίμηση τοῦ σαραντισμοῦ τοῦ Κυρίου.
Ἂς δοῦμε ὅμως τώρα λίγο ἀναλυτικότερα τὴν ἀκολουθία τοῦ σαραντισμοῦ.
Σήμερα, ὡς γνωστόν, ἡ ἀκολουθία τοῦ σαραντισμοῦ ἀποτελεῖται ἀπὸ τέσσερις εὐχές. Θέμα καὶ τῶν τεσσάρων εὐχῶν εἶναι ἡ προσαγωγὴ τοῦ βρέφους στὸ ναὸ κατὰ τὸ πρότυπο τοῦ Κυρίου (σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου). Οἱ εὐχὲς ἀποτελοῦν εὐλογίες τοῦ βρέφους καὶ δεήσεις ὑπὲρ αὐτοῦ, ποὺ κατὰ «μίμησιν» τοῦ Κυρίου προσάγεται στὸ ναὸ καὶ ἀφιεροῦται στὸ Θεό. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ ἐμφανὴς σκοπὸς τῆς ἀκολουθίας. Τὸ παιδὶ εἰσέρχεται στὴν ἐκκλησία καὶ αὐτὸ σαραντίζει καὶ ὄχι ἡ μητέρα του. Ἡ μητέρα συνοδεύει τὸ βρέφος καὶ εὐλογεῖται μαζὶ μὲ αὐτό. Ἀναφέρεται ὅτι, ἡ εὐλογία περιλαμβάνει καὶ τοὺς δύο γονεῖς μαζί, καὶ ὄχι μόνο τὴν μητέρα, ὅπως συνήθως γίνεται.
Πρέπει ἐπίσης νὰ ἐπισημανθεῖ τὸ γεγονός, ὅτι τὸ βρέφος εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία ἀβάπτιστο, διότι προϋποθέτουν καὶ οἱ δύο εὐχὲς ὅτι ἡ εἴσοδός του στὸ ναὸ γίνεται γιὰ πρώτη φορά, καθὼς ζητοῦν νὰ ἀξιωθεῖ «ἐν καιρῷ εὐθέτῳ» τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Ἐξ ἄλλου οἱ εὐχὲς τῆς πρώτης ἡμέρας, τῆς ὀγδόης, καὶ τῆς τεσσαρακοστῆς παρουσιάζουν προοδευτικὸ χαρακτήρα καὶ ἐντάσσονται οὐσιαστικὰ στὶς προβαπτισματικὲς πράξεις.
Ἡ κλιμάκωσις εἶναι φανερή. Τὴν πρώτη ἡμέρα εὐλογεῖται τὸ βρέφος καὶ χαιρετίζεται ἡ ἔλευσή του στὸ κόσμο. Τὴν ὄγδοη λαμβάνει τὸ ὄνομα καὶ χαρακτηρίζεται πιὰ «δοῦλος Χριστοῦ» καὶ «χριστιανός». Τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα εἰσέρχεται στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ «προσφέρεται» σὲ Αὐτόν. Ἕπονται δέ, ἡ κατήχησις, τὸ βάπτισμα, τὸ χρίσμα καὶ ἡ θεία κοινωνία.
Ἐπίσης, κατὰ τὴν παράδοση ἀλλὰ καὶ κατὰ τὶς τυπικὲς διατάξεις τῆς ἀκολουθίας, ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, ὁ ἱερεὺς κρατώντας στὰ χέρια του τὸ βρέφος τὸ εἰσάγει στὸ ἱερὸ βῆμα ἀδιακρίτως φύλου. Σύμφωνα μὲ τὸν καθηγητὴ κ. Ἰ. Φουντούλη, οὔτε οἱ εὐχές, οὔτε οἱ τυπικὲς διατάξεις τῆς ἀκολουθίας κάνουν διαχωρισμὸ μεταξὺ φύλου, ἀλλὰ εἰσάγονται στὸ ἱερὸ βῆμα καὶ προσκομίζονται στὸ Θεὸ (καθὼς ὁ ἱερεὺς τὰ ἀνυψώνει μὲ τὰ χέρια του στὸν οὐρανό), ὡς «δῶρον» καὶ «ἀνάθημα». Ποῦ ἀλλοῦ θὰ προσφερθεῖ τὸ δῶρο στὸ Θεό, παρὰ στὸ θυσιαστήριό του; Αὐτὸ ἀκριβῶς ἑρμηνεύει καὶ τὴν εἴσοδο ὅλων τῶν βρεφῶν ἀδιακρίτως φύλου στὸ Ἅγιο βῆμα. Δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴν ἱερωσύνη ποὺ ἐπιφυλάσσεται στοὺς ἄνδρες. Πρόκειται περὶ πράξεως προσφορᾶς τοῦ νέου ἀνθρώπου στὸ Θεὸ καὶ γιὰ τὸν χριστιανισμὸ δὲν ὑπάρχει διάκριση μεταξὺ ἄρρενος καὶ θήλαιου.
Συνελόντ’ εἰπεῖν, ὁ σαραντισμὸς εἶναι μία πανάρχαια λειτουργικὴ πράξη τῆς ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία ἔχει τὶς ρίζες της στὸν Μωσαϊκὸ νόμο, καθὼς αὐτὸς γίνεται σήμερα ὡς προτύπωση τῆς ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ γυναῖκες συμβολίζουν τὴν Παναγία, ἡ ὁποία ἔφερε στὶς ἀγκάλες της τὸν Υἱόν της καὶ τὸν πρόσφερε στὸν ναὸ ὡς θυσίαν «εὐπρόσδεκτη».
Παπαθεοχάρης Μιχαὴλ (Φοιτητὴς θεολογίας)