Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Τα βουνά και μοναστήρια της Συρίας και Μεσοποταμίας


Το μέγα βουνό ο Αμανός στέκεται σαν κάστρο ανάμεσα στη Συρία κ’ στην Κιλικία, κι’ είνε παρακλάδι του Ταύρου, άγριο και μεγαλοπρεπέστατο, πυκνοφυτεμένο με λογής λογής δέντρα και με κέδρα. Έχει κλεισούρες φοβερές κι’ απέραστες, και θρέφει πολλά αγρίμια και θερία. Σε μια κορυφή του ήτανε κτησμένος ναός για τούτο τα συναξάρια λένε για δαύτο «πολλής πάλαι γέμον πολυθέου μανίας». Τούρκικα το λένε Αλμά Νταγ. Μέσα στις σπηλιές του άγιασανε πολλοί αναχωριτές, Συμεωνής ο Παλαιός, Θεοδόσιος ο εν τω Σκοπέλω, απάνου στο ακρωτήρι που βγαίνει στη θάλασσα, κι’ άλλοι πολλοί.

Άλλο μεγάλο βουνό της Συρίας είναι ο Λίβανος, στ’ αραβικά λεγόμενο Τζέμπελ ελ Λιμπνάν, δασωμένο από βαλανιδιές, οξυές κι’ από τα περιβόητα τα κέδρα. Βουνό θεοαγάπητο και υμνολογημένο. Ο Σολομώντας έκανε από τα κέδρα του τη σκέπη του ναού του, από κει κόβανε ξύλα κ’ οι Φοίνικες και σκαρώνανε τα καράβια τους. Πολλοί πατέρες αγιάσανε απάνω του, κι’ ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Αβραάμης. Στον Αντιλίβανο, πούνε αντίκρυ στο Λίβανο και βγαίνει στη θάλασσα, μόνασε ο άγιος Μάρωνας.


Το Κάσιον όρος βρίσκεται κοντά στην Αντιόχεια, και κει λατρεύανε οι ειδωλολάτρες το Δία. Αυτό είνε που το γράφουνε τα συναξάρια Θαυμαστόν Όρος, απ’ όπου πήρε την ονομασία ο όσιος Συμεών ο Θαυμαστορείτης. Σε τούτο το βουνό συμπεραίνω πως βρισκότανε κ’ η λεγόμενη Κορυφή, κ’ εκεί απάνω θαν ασκήτεψε ο όσιος Ευσέβιος ο Παλαιός ο εν τη Κορυφή, γιατί ο Θεοδώρητος, ο δεσπότης της Κύρου, γράφει στο συναξάρι του «κατ’ αυτήν την ακρωνύχίαν τέμενος ην δαιμόνων, υπό των γετόνων λίαν τιμώμενον». 


Ο προσκυνητής Ιωάννης Φωκάς τούτα γράφει στο οδοιπορικό του κατά τα 1185 μ.Χ., εξιστορώντας αυτό το βουνό. «Το δε Θαυμαστόν Όρος μεταξύ της Θεουπόλεως Αντιόχου και της θαλάσσης λοφούμενον, εξαίσιόν τι χρήμα και οφθαλμών αγλαΐα τοις εντυγχάνουσι βλέπεται· μεθοριάζον γαρ την τε πόλιν και την Ρωσώ, εξ εκατέρων αυτού των μερών το όρος έχει τον Σκόπελον και τον λεγόμενον Καύκασον. 

Ο δε ποταμός Ορόντης ειλιγμών απείρων περιδινήσει περί τους πρόποδας ρέει του όρους και τη θαλάσση το ρείθμον εκπτύει. Τούτο του όρους τη κορυφή ο μέγας αφησυχάσας ανήρ εκείνος, και αναβάσεις θέμενος εν καρδία, μετάρσιος εν σώματι γίνεται και φιλονικεί μετά σώματος γενέσθαι αιθέριος και μέσον είναι Θεού και ανθρώπων. Και όπως είργασται τούτι το παράδοξον τω θεοφιλεί εκείνω ανδρί, εγώ δηλώσω. Χερσί λαξευτόν εις βάθος κοιλάνας την Θαυμαστού κορυφήν Όρους, μονόλιθον η μονοφυή μονήν απηργάσατο, ης μέσον αυτοφυή λαξεύσας κίονα, εν αυτώ τας βάσεις έθετο, επί πέτρας, κατά το λόγιον, τους πόδας ερείσας, περί δε ανίσχοντα ήλιον ναόν έγειρε περικαλλή τω Θεώ προσέφερον». 

Σε άλλο μέρος γράφει πάλι για τα μέρη γύρω στην Αντιόχεια, «εντεύθεν το περιβόητον της Δάφνης προάστειον παντοίων φυτών περιστρεφανούνται αναδρομή, και το θαυμαστόν έστιν Όρος, ου πολιστής ο θαυμαστός Συμεών. Τούτοις ομορεί το Μαύρον Όρος και ο Σκόπελος, εν οις το πάλαι μεν πολλοί θεοφιλές άνθρωποι τον Θεόν εκζητήσααντες εύρον, και νυν των σωζομένων είσι, και τας λόχμας των αυτών οικούσιν ορέων, εκείνου της καλλονής εφιέμενοι». Σ’ αυτό το Μελάν Όρος βρισκότανε η μονή του Αγίου Ρωμανού. Τα δε Όρη της Ρωσού ή της Ρώσσου, που βρίσκουνται γραμμένα στα συναξάρια, θάνε αυτός ο Σκόπελος που βρίσκεται σιμά στα θεμέλια της αρχαίας πολιτείας της Ρώσου στην Κιλικία.


Ταλίμας πάλι λέγεται ένα βουνό της Συρίας που αγωνίσθηκε απάνω του ο όσιος Θαλάσσιος κι’ άλλοι ασκητάδες. Κοντά σ’ αυτό βρίσκεται και το βουνό Ταργελάς, στο οποίο είχε τ’ ασκητήριό του ο άγιος Λιμναίος, καθώς και κάποιο άλλο, Ραμά λεγόμενο, που ασκήτεψε ο όσιος Ιωάννης ο μαθητής του Λιμναίου.

Το Γαυγάλιον είναι βουνό της Μεσοποταμίας, στο οποίο απάνω αγιάσανε πολλοί όσιοι, ο άγιος Δανιήλ, ο άγιος Συμεών κι’ άλλοι Μακάριοι άνθρωποι.

Στη Συρία βρίσκεται και το όρος Παράτομον, όπου ασκήτεψε ο όσιος Αβραάμης. Ίσως λέγανε μ’ αυτό το όνομα καμμιά απόγκρεμνη κορυφή του Λιβάνου.

Όρος Πτερύγιον λεγότανε κάποιο βουνό της Φοινίκης, όπως διαλαβαίνει η Λαυσαϊκη Ιστορία. Εκεί ασκούσανε πολλοί αναχωρητές.

Κοντά στη Νίσιβη της Μεσοποταμίας βρισκότανε το Όρος των Σιγόρων, κατοικητήριο αγιών ασκητών.




Όσο για τα αγρίμια και για τα θηρία που θρέφανε αυτά τα βουνά, υπάρχουνε ακόμα και σήμερα, εξόν από τα λεοντάρια. Αλλά και τα λεοντάρια βρισκόντανε ως τα κατοπινά τα χρόνια, όπως φαίνεται από γραψίματα πολλά, κι’ από το Οδοιπορικό ενός προσκηνητή από τη Σαξωνία, που τον λέγενε Βιλλιβάρδο και που ήρθε στην Ανατολή κατά τα 754 μ.Χ. 

Γράφοντας για της Συρίας τα μέρη, σημειώνει και τούτα, μιλώντας γα κάποιους ταξειδιώτες: «Ύστερ’ από τούτο το μέρος, περάσανε έναν μεγάλο κάμπο γεμάτον εληόδεντρα, και μαζί τους είτανε κ’ ένας Αράπης με δυο καμήλες και μ’ ένα μουλάρι, που πήγαινε αγώγι κάποια γυναίκα μέσα στο δάσος. Εκεί που περπατούσανε, συναπαντήσανε ένα λεοντάρι, κι’ ώρμησε να τους φάγει, μ’ ανοιχτό στόμα και με μουγκρίσματα. Τότες ο Αράπης τους είπε: ¨μη φοβόσαστε, ας πάμε καταπάνω του¨. Τραβήξανε λοιπόν το δρόμο τους και πήγανε κοντά στο λεοντάρι, και εκείνο, με τη βοήθεια του παντοδύναμου Θεού, γύρισε απ’ άλλον δρόμο κ’ έφυγε. Αφού περπατήξανε από τούτο το μέρος, φτάξανε στην πολιτεία που τη λένε Ταλαμαΐδα κοντά στην ακροθαλασσιά».


Ταλαμαΐδα λέγανε, ως φαίνεται τη Πτολεμαΐδα, αλληώς λεγόμενη Άκρα ή Άγιος Ιωάννης της Άκρας. Σήμερα τη λένε Άκκα, και την έχω ιστορίσει σ΄ ένα ταξίδι που έκανα σε κείνα τα μέρη.



Τα πρώτα μοναστήρια τα χτίσανε στη Μεσοποταμία τρακόσια χρόνια μετά Χριστό και τα λέγενε Μάντρες. Οι καλόγεροι φορούσανε μαύρα ράσα από γιδότριχα ή βροβιές, κ’ είχανε μακρυά μαλλιά, είτανε ξυπόλυτοι, και τρώγανε μια φορά την ημέρα, άλλοι ψωμί κι’ αλάτι, άλλοι λάχανα και όσπρια βρασμένα.


Τα πειό σπουδεία μοναστήρια βρισκόντανε γύρω στην Αντιόχεια, χτισμένα στα λογγάρια και στα δασωμένα βουνά. Στην αρχή είτανε κελλιά σκόρπια, μονάχα πως τα κυβερνούσε ένας προεστώς, πάτηρ ή ηγούμενος, και κάνανε όλοι μαζί την προσευχή τους, από τα γλυκοχαράματα ίσαμε την ώρα πώβγανε ο ήλιος. Ύστερα δευτερώνανε, και πήγαινε ο καθένας στη δουλειά του, άλλος φυτουργούσε, άλλος έπλεκε ζεμπίλια και κοφίνια, άλλος λάτρευε τους άρρωστους, κι άλλος άλλα.


Μεγάλη φήμη είχε το μοναστήρι του Αγίου Ευτρεπίου κοντά στην Αντιόχεια, όπου καλογέρεψε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Άλλα μοναστήρια, χτισμένα κοντά στην Αντιόχεια, είιτανε η μονή των Γιγάντων, του Αγίου Ρωμανού, και του Αγίου Μηνά.


Κάμποσα μοναστήρια βρισκόντανε στον Αμανό. Εκεί πέρα έχτισε δυο τρία κι’ ο Συμεών ο Στυλίτης. Το μεγάλο βρίσκεται ακόμα ρεπασμένο κα το λένε Καλαάτ Σεμάν.


Σιμά στην Αντιόχεια είτανε χτισμένο το μοναστήρι του οσίου Συμενών του Θαυμαστορείτη.


Πολλά ασκηταριά είχαν και σχολειά, όπως το ασκητήρι του Διοδώρου και του Καρτερίου.


Κοντά στην Αντιόχεια είτανε ένα μεγάλο χωριό Γίνδαρος και κει σιμά είιτανε χτισμένη από τον άγιον Αστέριο Λάυρα μεγάλη.


Κοντά στην Έδεσσα βρισκότανε το μοναστήρι του Μαρματθαίου, στο οποίο καλογέρεψε ο όσιος Ισαάκ.


Στη δυτική Συρία, απάνου στο βουνό Κορυφή, βρισκότανε το Μοναστήρι του Αγίου Ευσεβίου. Σ΄ένα άλλο μέρος εκεί κοντά, Γελέδα, λεγόμενο, είχε χτισμένο Μοναστήρι ο όσιος Αμμιανός.


Κοντά στη Ρωσό, πολιτεία επίσημη ανάμεσα στη Συρία και στην Κιλικία, βρισκότανε κάμποσα μοναστήρια. Μέσα σ΄αυτά, ξεχώριζε το μοναστήρι του Αγίου Θεοδοσίου, απάνου στο βουνό το λεγόμενο Σκόπελος.


Κοντά στο χωριό Νικέρτα, είτανε το μοναστήρι του οσίου Αγαπητού. Κοντά στο χωριό Ιουγάτο, στη Βορεινή Συρία, είχε χτισμένο μοναστήρι ο όσιος Παύλος.


Κοντά στο χωριό Ζεύγμα του Ευφράτη υπήρχε το φημισμένο κοινόβιο του οσίου Πουπλίου. Σιμά στο ποτάμι του Τίγρη είτανε χτισμένο το μοναστήρι του Ντιλαΐτη.


Στη Φοινίκη υπήρχανε πολλά μοναστήρια.


Για την Τύρο και γαι την Πτολεμαΐδα γράφει ο άγιος μάρτυρας Αντωνίνος στα 570 μ. Χ. «Η πολιτεία Τύρος έχει άνδρες αντρειωμένους. Η ζωή σ’ αυτό το μέρος είνε ελεεινή κ’ υπάρχει τέτοια παραλυσία, που δε μπορώ να την περιγρλαψω, καταγώγια γεμάτα αμαρτωλές γυναίκες, μεταξωτά κι’ άλλα τέτοια. Από κει πήγαμε στη Πτολεμαΐδα, που είναι πολιτεία ηθική, και βρήκαμε καλά μοναστήρια».

Σε κάποιο μέρος λεγόμενο Τελέδα υπήρχε μοναστήρι χτισμένο από τους αββάδες Ευσέβωνα κ’ Αβίβιο, που είτανε μαθητάδες του αγίου Ευσεβίου. Σήμερα τα ερείπια τα λένε Τελ Αντά.

Άλλα ξακουστά μοναστήρια είτανε τούτα:


Το μοναστήρι του οσίου Μάρωνα, απάνου στη δεξιά οχτιά του Ορόντη ποταμού.

Το μοναστήρι του αγίου Ανίνα του θαυματουργού, μέσα στην έρημο, κοντά στη Νεοκαισάρεια του Ευφράτη, λεγόμενο από τους ντόπιους Μπετ μαρ Ανίνα.

Η μονή του Σαουήλ.

Η μονή του αγίου Ραββουλά κοντά στο Λίβανο.

Πέντε μοναστήρια είτανε στην Αμίδα, κι’ απ’ αυτά σημεώνουμε το μοναστήρι των Εδεσηνών, και το μοναστήρι του Σαμουήλ, κ’ ένα άλλο λεγόμενο Γκυλν, κι’ άλλα πολλά.

Πολλά μοναστήρια είτανε στην Κιλικία. Στα Ανάζαβρα υπήρχε η Λαύρα των Αιγυπτίων.

Κοντά στη Σελεύκεια ανθούσανε πολλά μοναστήρια, από τα οποία γνωρίζουμε το μοναστήρι της Θεοτόκου της Ελεούσας, το μοναστήρι της Αγίας Θέκλας, στο οποίο καλογέρεψε ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, καθώς και το μοναστήρι του οσίου Θεοδοσίου του εν τω Σκοπέλω.


Φώτης Κόντογλου
Από το βιβλίο «Ο Μυστικός Κήπος»