Κυριακῆ Ι΄ Λουκᾶ
Λουκ. ιγ΄ : 10-17
«Ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε...»
Ὅλος ὁ λαὸς χάρηκε μὲ τὸ νέο θαῦμα ποὺ τέλεσε ὁ Κύριος θεραπεύοντας μία συγκύπτουσα – δηλαδὴ πολὺ καμπουριασμένη – γυναίκα στὴ Συναγωγή. Ὑπῆρξε ὅμως καὶ κάποιος ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο δὲν χάρηκε μὲ τὸ θαῦμα, ἀλλὰ ἀγανάκτησε. Ἦταν ὁ ἀρχισυνάγωγος, ὁ ὁποῖος ἀντέδρασε ἔντονα, δῆθεν διότι ὁ Κύριος θεράπευσε τὴ γυναίκα αὐτὴ ἡμέρα Σάββατο, στὴν πραγματικότητα ὅμως ἐξαιτίας τοῦ φθόνου ποὺ ἔκρυβε μέσα του πρὸς τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος γινόταν ἀποδέκτης τῶν ἐπιδοκιμασιῶν τοῦ πλήθους.
Μ’ αὐτὸ τὸ φοβερὸ πάθος τοῦ φθόνου θὰ ἀσχοληθοῦμε στὴ συνέχεια καὶ θὰ δοῦμε πρῶτον, πόσο μεγάλη ζημιὰ προκαλεῖ· καὶ δεύτερον, πῶς μποροῦμε νὰ τὸ καταπολεμήσουμε.
1. Πάθος καταστρεπτικὸ
Τί εἶναι λοιπὸν ὁ φθόνος, ὁ ὁποῖος προκαλεῖ τόσο μεγάλη ζημιά; Ὁ Μ. Βασίλειος σὲ μία θαυμάσια σχετικὴ ὁμιλία του δίνει ἕναν πολὺ συνοπτικὸ ὁρισμὸ τοῦ πάθους αὐτοῦ λέγοντας ὅτι ὁ φθόνος «λύπη ἐστὶ τῆς τοῦ πλησίον εὐπραγίας» (ΕΠΕ 6, 133). Εἶναι δηλαδὴ λύπη γιὰ τὶς χαρὲς καὶ τὶς ἐπιτυχίες τοῦ ἄλλου, ἐκφράζεται ὅμως καὶ ἀντιθέτως ὡς χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση γιὰ τὶς ἀποτυχίες καὶ τὶς θλίψεις του. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ διακατέχεται ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ φθόνου ἀδικεῖ βέβαια τοὺς ἄλλους, ἀδικεῖ ὅμως καὶ τὸν ἑαυτό του.
Καὶ ἀδικεῖ μὲν τοὺς ἄλλους ὁ φθονερὸς ἄνθρωπος, διότι ὁ φθόνος τὸν ὁδηγεῖ σὲ ψέματα, συκοφαντίες, σὲ ἔντονες διαμάχες καὶ πράξεις ἐκδικητικές, καὶ κάποτε σὲ κάτι ἀκόμη πιὸ φοβερό: στὸ ἔγκλημα τοῦ φόνου. Ἀναρίθμητα εἶναι τὰ παραδείγματα στὴν παγκόσμια ἱστορία καὶ στὴν Ἁγία Γραφὴ ποὺ μαρτυροῦν τὶς καταστρεπτικὲς συνέπειες τοῦ φθόνου.
Ὁ φθόνος ἦταν ποὺ ὤθησε τὸν Κάιν νὰ σκοτώσει τὸν ἀδελφό του τὸν Ἄβελ. Παρομοίως καὶ τὸν Ἰωσὴφ ἀποπειράθηκαν νὰ τὸν σκοτώσουν τὰ ἀδέλφια του ἀκριβῶς ἐπειδὴ τὸν φθονοῦσαν. Ὁ φθόνος ἐπίσης τῶν Ἰουδαίων ἔγινε αἰτία γιὰ νὰ διαπραχθεῖ ἡ μεγαλύτερη ἀδικία καὶ τὸ φρικτότερο ἔγκλημα ὅλων τῶν ἐποχῶν: ἡ σταύρωση τοῦ Κυρίου. Τόσο πολὺ τυφλώνει τὸ πάθος αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο!
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὁ ἄνθρωπος ποὺ φθονεῖ ἀδικεῖ καὶ τὸν ἑαυτό του, διότι ἀντὶ νὰ ἀνακαλύψει τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς καὶ τὶς εὐλογίες ποὺ τοῦ παρέχει, ἀσχολεῖται μὲ τὶς ἐπιτυχίες τῶν ἄλλων καὶ βασανίζεται ἀπὸ τοὺς λογισμούς του. «Γιατί αὐτὸς καὶ ὄχι ἐγώ;...», σκέπτεται καὶ ἡ σύγκριση αὐτὴ παραλύει τὶς δυνάμεις του γιὰ νὰ δημιουργήσει κάποιο ἔργο μὲ βάση τὶς δικές του ἱκανότητες. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ καταδικάζει τὸν ἑαυτό του σὲ ἀπραξία καὶ ἀδράνεια, σὲ στενοχώρια καὶ μελαγχολία.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔλεγε ὅτι ὁ φθόνος ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ «πᾶσι τοῖς καλοῖς διοχλεῖ», δηλαδὴ ἐνοχλεῖ τοὺς καλούς, διότι ἀδικοῦνται ἀπὸ τὸν φθονερό, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη «τήκει τοὺς ἔχοντας», λιώνει αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὸ πάθος.
2. Πῶς ἀντιμετωπίζεται
Πῶς ὅμως μποροῦμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ ἀπάνθρωπο αὐτὸ πάθος;
Τὸ πρῶτο πράγμα ποὺ χρειάζεται εἶναι νὰ ἐπισημάνουμε τὸ πάθος αὐτὸ μέσα μας καὶ νὰ τὸ ὁμολογήσουμε. Διότι συμβαίνει συχνὰ νὰ δικαιολογοῦμε τὸν ἑαυτό μας λέγοντας ὅτι αὐτὸ ποὺ νιώθουμε δὲν εἶναι φθόνος ἀλλὰ «δίκαιη» τάχα ἀγανάκτηση, ἐπειδὴ μᾶς παραγκωνίζουν καὶ δὲν μᾶς ὑπολογίζουν, ἐνῶ τὸν ἄλλον «ἄδικα» τὸν ἐκτιμοῦν τόσο πολύ. Ὅταν λοιπὸν διακρίνουμε ὅτι ὑπάρχει μέσα μας αὐτὸ τὸ φοβερὸ πάθος, ὀφείλουμε νὰ τὸ ἐξομολογηθοῦμε καὶ νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν Πνευματικό μας τὴ συμβουλή του.
Ἔπειτα, γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ φθόνου, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ καταφύγουμε σὲ θερμὴ προσευχή. Μάλιστα ἐκεῖνο ποὺ ἐπιφέρει καίριο πλῆγμα στὸ δαιμονικὸ αὐτὸ πάθος εἶναι τὸ νὰ προσευχόμαστε εἰλικρινὰ γιὰ ἐκεῖνον ποὺ φθονοῦμε καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ τοῦ χαρίζει ὑγεία, χαρά, εἰρήνη καὶ κάθε εὐλογία καὶ ἐπιτυχία στὴ ζωή του.
Τέλος, πολὺ βοηθητικὸ εἶναι νὰ ἐπιβάλλουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ κάνει τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μᾶς ὑπαγορεύει τὸ πάθος τοῦ φθόνου. Γιὰ παράδειγμα ἀντὶ νὰ κακολογοῦμε αὐτὸν ποὺ φθονοῦμε, νὰ τὸν ἐπαινοῦμε. Ἂν πάλι τὸν δοῦμε νὰ πετυχαίνει καὶ νὰ τιμᾶται, νὰ τρέξουμε νὰ τὸν συγχαροῦμε μὲ εἰλικρίνεια. Ἐπίσης, ἂν τυχὸν βρεθεῖ σὲ δύσκολη θέση μὲ κάποια ἀρρώστια ἢ ἄλλη δοκιμασία, ἐμεῖς νὰ τοῦ συμπαρασταθοῦμε μὲ κάθε δυνατὸ τρόπο. Αὐτὴ ἡ καλοσύνη, ἡ ἄδολη καὶ ἁγνὴ ἀγάπη θὰ διώξει ὁριστικὰ τὸν φθόνο ἀπὸ τὴν ψυχή μας.
Φθόνος. Ἕνα πάθος παράλογο καὶ καταστρεπτικό. Αὐτὸ ἔσπρωξε τὸν διάβολο νὰ βγάλει τοὺς πρωτοπλάστους ἔξω ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Αὐτὸ εἶναι ποὺ μᾶς ἀποξενώνει ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ τὸ χειρότερο, μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Θεό. Ἂς παρακαλοῦμε τὸν Λυτρωτὴ μας Κύριο νὰ μᾶς ἐλευθερώνει καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πάθος καὶ νὰ μᾶς χαρίζει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰρήνη πρὸς ὅλους!